04 – ΜΕΡΟΣ IV – ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΡΟΣΒΑΣΗΣ ΣΕ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΚΑΙ ΠΑΡΟΧΕΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΔΙΑΒΙΩΣΗΣ
| Υποβολή αίτησης για Υπηρεσίες και Παροχές Ανεξάρτητης Διαβίωσης. | 7. Για την πρόσβαση του σε Υπηρεσίες και Παροχές Ανεξάρτητης Διαβίωσης το άτομο με αναπηρία υποβάλλει αίτηση συμπληρωμένη σε καθορισμένο από το Τμήμα έντυπο μαζί με οποιαδήποτε απαιτούμενα πιστοποιητικά και στοιχεία:
Νοείται ότι σε περίπτωση που το άτομο με αναπηρία είναι παιδί ηλικίας κάτω των δεκαοκτώ (18) ετών ή αδυνατεί λόγω της αναπηρίας του να υποβάλει προσωπικά αίτηση δύναται η αίτηση να υποβληθεί εκ μέρους του από τον γονέα ή κηδεμόνα ή εκπρόσωπο του. |
| Αξιολόγηση και πιστοποίηση των αναγκών και δικαιωμάτων σε Υπηρεσίες και Παροχές Ανεξάρτητης Διαβίωσης. | 8. (1) Η αξιολόγηση και πιστοποίηση των αναγκών και δικαιωμάτων του αιτητή για Υπηρεσίες και Παροχές Ανεξάρτητης Διαβίωσης διενεργείται μέσω του συνδυασμού των πιο κάτω αξιολογήσεων – |
| (α) αυτό-αξιολόγηση των αναγκών του από τον ίδιο τον αιτητή, εάν το επιθυμεί, η οποία υποβάλλεται είτε γραπτώς σε καθορισμένο από το Τμήμα έντυπο, είτε με προφορική συνέντευξη σε εξουσιοδοτημένο από την αρμόδια αρχή Λειτουργό, | |
| (β) έκθεση αξιολόγησης από τον Σύμβουλο Υποστήριξης Λήψης Αποφάσεων του αιτητή, εάν το επιθυμεί και εάν ο αιτητής υποστηρίζεται από Σύμβουλο, | |
| (γ) ανεξάρτητη αξιολόγηση και πιστοποίηση των εξατομικευμένων αναγκών και δικαιωμάτων του αιτητή, που διενεργείται από το Τμήμα, μέσω επιστημονικών, αντικειμενικών και αξιόπιστων μηχανισμών, μεθόδων και πόρων που καθορίζει με Γνωστοποίηση της που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας η αρμόδια αρχή:
Νοείται ότι για λήπτες κοινωνικών υπηρεσιών και παροχών με μόνιμης ισχύος αξιολόγηση και πιστοποίηση αναπηρίας κατά την ημερομηνία ισχύος του παρόντος Νόμου δεν απαιτείται νέα αξιολόγηση παρά μόνο για νέες ή και επιπρόσθετες υπηρεσίες ή παροχές που καθορίζει ο παρόντας Νόμος και που θα αιτηθεί άτομο με αναπηρία.
|
|
| (2) Σε αιτιολογημένες περιπτώσεις η ανεξάρτητη αξιολόγηση και πιστοποίηση των αναγκών και δικαιωμάτων δύναται να πραγματοποιηθεί αυτεπάγγελτα από την αρμόδια αρχή, χωρίς αίτηση του ατόμου με αναπηρία, ώστε να καταστεί δυνατή η παροχή Υπηρεσιών και Παροχών Ανεξάρτητης Διαβίωσης που πιστοποιούνται από το Τμήμα απαραίτητες ή να αφαιρεθούν Υπηρεσίες και Παροχές που δεν πιστοποιούνται πλέον απαραίτητες:
Νοείται ότι, σε περίπτωση που πρόσωπο καλεστεί από ττην αρμόδια αρχή για σκοπούς ανεξάρτητης αξιολόγησης με βάση το παρόν εδάφιο και δεν προσέλθει, η αρμόδια αρχή δύναται να λάβει σχετική απόφαση με βάση τα διαθέσιμα ενώπιον του δεδομένα, στοιχεία ή πληροφορίες. |
|
| Έκδοση Απόφασης. | 9. (1) Η απόφαση που εκδίδεται από την αρμόδια αρχή για τις Υπηρεσίες και Παροχές Ανεξάρτητης Διαβίωσης τις οποίες δικαιούται το άτομο με αναπηρία γνωστοποιείται στον αιτητή με αιτιολογημένη απόφαση εγγράφως στο καθορισμένο από την αρμόδια αρχή έντυπο. |
| (2) Σε κατεπείγουσες περιπτώσεις, όπου κρίνεται από την αρμόδια αρχή επαρκώς αιτιολογημένο και μέχρι να καταστεί δυνατή η ανεξάρτητη αξιολόγηση και πιστοποίηση ή και η ολοκλήρωση της εξέτασης της αίτησης, δύναται να εκδοθεί προσωρινή απόφαση της αρμόδιας αρχής ως προέγκριση παροχής Υπηρεσιών και Παροχών Ανεξάρτητης Διαβίωσης η οποία θα ισχύει μέχρι την ημερομηνία έκδοσης τελικής απόφασης, σε δε περίπτωση που η τελική απόφαση είναι αρνητική ή καθορίσει μειωμένη παροχή Υπηρεσιών και Παροχών Ανεξάρτητης Διαβίωση σε σύγκριση με την προέγκριση, οι Υπηρεσίες και Παροχές Ανεξάρτητης Διαβίωσης που λήφθηκαν στη βάση της προέγκρισης θεωρούνται νόμιμα ληφθείσες. | |
| Υποβολή ένστασης. | 10. Άτομο με αναπηρία που διαφωνεί με οποιαδήποτε απόφαση της αρμόδιας αρχής, δύναται να υποβάλει ένσταση μέσα σε εξήντα (60) ημέρες από τη γνωστοποίηση σε αυτό της απόφασης και λαμβάνει έγγραφη απάντηση εντός ενενήντα (90) ημερών από την παραλαβή της ένστασης του ως ακολούθως–
|
| (α) προς την αρμόδια αρχή, αν οι λόγοι της ένστασης αφορούν τα πορίσματα της ανεξάρτητης αξιολόγησης αναπηρίας και, σε τέτοια περίπτωση, αφού υποβάλει όλα τα στοιχεία που αιτιολογούν την ένσταση του, η αρμόδιας αρχή δύναται να προσκαλέσει τον αιτητή σε επαναξιολόγηση αναπηρίας,
|
|
| (β) προς τον Υφυπουργό, αν οι λόγοι της ένστασης αφορούν άλλα θέματα πέραν των πορισμάτων αξιολόγησης αναπηρίας και, σε τέτοια περίπτωση, υποβάλλει όλα τα στοιχεία που αιτιολογούν την ένσταση του. Ο Υφυπουργός δύναται να αναθέσει την εξέταση της ένστασης στον Γενικό Διευθυντή ή σε άλλο εξουσιοδοτημένο Λειτουργό του Υφυπουργείου Κοινωνικής Πρόνοιας.
|
|
| Εθνικό Μητρώο Ατόμων με Αναπηρίες.
125(Ι)/2018 26(Ι)/2022 |
11. Τηρουμένων των διατάξεων του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου όπως εκάστοτε τροποποιείται, κάθε άτομο με αναπηρία που καθίσταται δικαιούχο Υπηρεσιών και Παροχών Ανεξάρτητης Διαβίωσης εγγράφεται αυτόματα στο Εθνικό Μητρώο Ατόμων με Αναπηρίες που τηρεί η αρμόδια αρχή γραπτώς ή και σε ηλεκτρονική μορφή:
Νοείται ότι άτομα με αναπηρίες που ήταν δικαιούχοι υπηρεσιών και παροχών και ήταν καταχωρημένοι στο πληροφοριακό σύστημα του Τμήματος κατά την ημερομηνία ψήφισης του παρόντος νόμου, εντάσσονται αυτόματα και ενσωματώνονται στο Εθνικό Μητρώο Ατόμων με Αναπηρίες.
|
| Πρόσβαση σε Υπηρεσίες Ανεξάρτητης Διαβίωσης. | 12. (1) Ο δικαιούχος Υπηρεσιών Ανεξάρτητης Διαβίωσης με τη λήψη της απόφασης του αρμόδιου οργάνου για τα δικαιώματα του αποκτά το δικαίωμα πρόσβασης και λήψης των εγκεκριμένων υπηρεσιών από αντίστοιχους Αδειούχους Παροχής Υπηρεσιών Ανεξάρτητης Διαβίωσης που επιλέγει από τους δημοσιευμένους καταλόγους του Τμήματος.
|
| (2) Η αρμόδια αρχή καταβάλλει απευθείας στους Αδειούχους Παροχής Υπηρεσιών Ανεξάρτητης Διαβίωσης τις αμοιβές τους, αφού διενεργήσει τους απαιτούμενους ελέγχους για την πιστοποίηση της παροχής των υπηρεσιών τους προς τους δικαιούχους.
|
|
| Πρόσβαση σε Παροχές Ανεξάρτητης Διαβίωσης. | 13. (1) Μετά την έκδοση της απόφασης της για τις Παροχές Ανεξάρτητης Διαβίωσης που δικαιούται το άτομο με αναπηρία η αρμόδια αρχή καταβάλλει τις εγκριμένες παροχές. Η ημερομηνία έναρξης του δικαιώματος μηνιαίων παροχών είναι η ημερομηνία διεξαγωγής από το Τμήμα της ανεξάρτητης αξιολόγησης και πιστοποίησης των δικαιωμάτων για μηνιαίες παροχές ή η ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου για άτομα που η ανεξάρτητη αξιολόγηση και πιστοποίηση δικαιωμάτων σε μηνιαίες παροχές έχει διεξαχθεί πριν και εξακολουθεί να ισχύει κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου.
|
| (2) Οι παροχές καταβάλλονται στον τραπεζικό λογαριασμό του δικαιούχου. Αν ο δικαιούχος είναι ανήλικος κάτω των 18 (δεκαοκτώ) ετών τότε οι παροχές καταβάλλονται στον τραπεζικό λογαριασμό των γονέων ή κηδεμόνων του ανήλικου ή ενός εξ αυτών μετά από υπεύθυνη τους δήλωση. Αν ο δικαιούχος είναι ενήλικας αλλά λόγω της αναπηρίας του δεν δύναται να διατηρεί και να διαχειρίζεται ο ίδιος τραπεζικό λογαριασμό τότε οι παροχές καταβάλλονται στον τραπεζικό λογαριασμό εκπροσώπου του δικαιούχου που αναλαμβάνει με υπεύθυνη του δήλωση να εισπράττει και διαθέτει τις παροχές προς όφελος του δικαιούχου για τους σκοπούς για τους οποίους οι παροχές εγκρίνονται:
Νοείται ότι η αρμόδια αρχή δύναται να εξετάζει με οποιοδήποτε τρόπο κρίνει απαραίτητο την καταλληλότητα του εκπροσώπου είτε πριν την έναρξη καταβολής της παροχής είτε κατά τη διάρκεια καταβολής της και να απορρίπτει ή να τερματίζει περιπτώσεις εκππροσώπων που κρίνει ότι δεν είναι κατάλληλοι για να εισπράττουν και διαθέτουν προς όφελος του δικαιούχου τις παροχές του.
|
|
| Ρύθμιση δικαιωμάτων άσκησης δικαιοπρακτικής ικανότητας δικαιούχων. | 14. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των άρθρων 12 και 13 του παρόντος Νόμου η αρμόδια αρχή δύναται να ρυθμίζει με απόφαση της προς όφελος δικαιούχου παροχών ή υπηρεσιών οποιαδήποτε τυχόν θέματα προκύπτουν σε σχέση με την άσκηση των δικαιωμάτων του που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο.
|
Τέλος
Το νομοσχέδιο για τα άτομα με αναπηρίες αφαιρεί από το άτομο το πιο θεμελιώδες στοιχείο της ανθρώπινης αξιοπρέπειας: τη δικαιοπρακτική του ικανότητα, δηλαδή το δικαίωμα να λαμβάνει το ίδιο αποφάσεις για τη ζωή του.
Αντί να προωθεί τη στήριξη στη λήψη αποφάσεων, όπως ρητά απαιτεί το Άρθρο 12 της Σύμβασης του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες, το νομοσχέδιο επιστρέφει σε παρωχημένες πρακτικές αντιπροσώπευσης και κηδεμονίας.
Η αντικατάσταση της βούλησης του ατόμου από τη «γνώμη» κάποιου τρίτου δεν είναι προστασία — είναι ακύρωση της νομικής του προσωπικότητας.
Αν ψηφιστεί, η Κύπρος θα παραβιάζει όχι μόνο το διεθνές της δίκαιο, αλλά και το ευρωπαϊκό κεκτημένο για τα θεμελιώδη δικαιώματα. Θα θέσει τη χώρα εκτός των αρχών της Ε.Ε. για ίση αναγνώριση ενώπιον του νόμου και θα ανοίξει τον δρόμο για καταγγελίες στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στο Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Η ικανότητα για δικαιοπραξία δεν είναι κάτι που «παραχωρεί» το κράτος — είναι αναφαίρετο δικαίωμα κάθε ανθρώπου.
Το άτομο θα πρέπει να αποφασίζει τό ίδιο με την βοήθεια του Συμβούλου υποστήριξης λήψης αποφάσεων τον οποίο το ίδιο θα επιλέγει το οποίο θα διορίζεται με διάταγμα του Δικαστηρίου.
Στο Παράρτημα 3 δεν αναφέρεται ρητά η ακουστική αναπηρία (Κώφωση, Βαρηκοΐα, Κοχλιακά Εμφυτεύματα) ως κατηγορία δικαιούχων. Η ΠΑΟΚ εισηγείται την προσθήκη αυτής της κατηγορίας και τη θεσμοθέτηση επιδόματος επικοινωνιακής προσβασιμότητας για την κάλυψη υπηρεσιών διερμηνείας, relay service, υποτιτλισμού και τεχνολογικών βοηθημάτων επικοινωνίας. (άρθρα 9 και 21 CRPD)
ΕΠΙΠΡΟΣΘΕΤΟ ΤΜΗΜΑ – ΔΙΚΑΙΟΥΧΟΙ ΚΩΦΩΝ ΚΑΙ ΒΑΡΗΚΟΩΝ ΑΤΟΜΩΝ
Νομική και Θεσμική Τεκμηρίωση
Η CRPD υποχρεώνει τα κράτη μέλη να αναγνωρίζουν και να προωθούν τη νοηματική γλώσσα, να εξασφαλίζουν την προσβασιμότητα στην επικοινωνία και να παρέχουν τα αναγκαία μέσα για την ισότιμη συμμετοχή των Κωφών ατόμων στην κοινωνία. Η οικονομική στήριξη για την κάλυψη του κόστους επικοινωνίας (όπως υπηρεσίες διερμηνείας και τεχνολογικά μέσα πρόσβασης) είναι ουσιώδες μέτρο για την πραγμάτωση των δικαιωμάτων αυτών.
Στο υφιστάμενο προσχέδιο δεν περιλαμβάνεται ρητή πρόνοια για τη χορήγηση οικονομικής παροχής ή επιδόματος προς Κωφά άτομα. Η παράλειψη αυτή δημιουργεί κενό ως προς τη διασφάλιση του δικαιώματος των Κωφών στην πρόσβαση, επικοινωνία και συμμετοχή στην κοινωνική και επαγγελματική ζωή, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας που απορρέουν από τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες (CRPD), ιδίως τα άρθρα 9, 19, 21 και 28. Η ΠΑΟΚ εισηγείται να προστεθεί παράγραφος (2Α) στο άρθρο 6(2) ως εξής:
«Δικαιούχοι των Παροχών Ανεξάρτητης Διαβίωσης νοούνται επίσης τα άτομα με ακουστική αναπηρία, περιλαμβανομένων των Κωφών, Βαρήκοων και ατόμων με κοχλιακά εμφυτεύματα, των οποίων η αναπηρία πιστοποιείται από την αρμόδια αρχή. Οι δικαιούχοι αυτοί έχουν πρόσβαση σε όλες τις σχετικές παροχές του παρόντος Νόμου, ιδίως:
(α) στην επιχορήγηση τεχνικών μέσων επικοινωνίας,
(β) στην παροχή διερμηνείας Κυπριακής Νοηματικής Γλώσσας ή υπηρεσίας τηλεδιερμηνείας (Relay Service),
(γ) στην επιχορήγηση για αγορά βοηθητικών ακουστικών ή τεχνολογικών συσκευών,
(δ) και στην οικονομική ενίσχυση για κάλυψη εξόδων επικοινωνιακής προσβασιμότητας στην εκπαίδευση, εργασία και καθημερινή ζωή.»
Προτείνεται επίσης η δημιουργία νέου επιδόματος «Επικοινωνιακής Προσβασιμότητας» (Πίνακας 12 του Παραρτήματος 3), για κάλυψη εξόδων διερμηνείας ΚΝΓ, τηλεδιερμηνείας και τεχνολογικών βοηθημάτων επικοινωνίας. Η ένταξη των Κωφών/Βαρήκοων ως δικαιούχων ευθυγραμμίζεται με τα άρθρα 9, 21, 24 και 27 της CRPD, την Ευρωπαϊκή Στρατηγική Αναπηρίας 2021–2030 και τον Ν. 66(Ι)/2006.
*Προσθήκης Νέου Άρθρου
Προτείνεται η προσθήκη νέου άρθρου στο προσχέδιο νόμου, ως ακολούθως:
«Άρθρο Χ – Οικονομική Παροχή προς Άτομα με Ακουστική Αναπηρία»
(1) Η αρμόδια αρχή καταβάλλει μηνιαία οικονομική παροχή προς Κωφά άτομα, ως αναγνώριση του πρόσθετου κόστους επικοινωνίας και συμμετοχής στην κοινωνική, επαγγελματική και πολιτιστική ζωή.
(2) Η παροχή αυτή χορηγείται ανεξάρτητα από εισοδηματικά ή περιουσιακά κριτήρια και δεν επηρεάζει το δικαίωμα λήψης άλλων κοινωνικών επιδομάτων ή παροχών.
(3) Το ύψος της παροχής και οι διαδικασίες χορήγησής της καθορίζονται με Κανονισμούς που εκδίδονται από τον Υφυπουργό Κοινωνικής Πρόνοιας, κατόπιν διαβούλευσης με τις αντιπροσωπευτικές οργανώσεις των Κωφών και των ατόμων με αναπηρίες.
Κριτήρια και Προϋποθέσεις Χορήγησης
(α) Ιατρικά Κριτήρια:
– Η αναπηρία πιστοποιείται από ωτορινολαρυγγολόγο με βάση ακοόγραμμα.
– Η αναπηρία πρέπει να είναι μόνιμη ή μακροχρόνια (άνω των 12 μηνών).
– Σε περιπτώσεις κοχλιακών εμφυτευμάτων, απαιτείται επαναξιολόγηση χωρίς αυτόματη άρση της αναπηρίας.
(β) Επικοινωνιακά Κριτήρια:
– Το άτομο πρέπει να χρειάζεται υποστήριξη επικοινωνίας (διερμηνέα ΚΝΓ, relay service, υπότιτλους, κ.λπ.).
– Η ανάγκη αυτή μπορεί να πιστοποιείται από εκπαιδευτικό ίδρυμα, εργοδότη ή αρμόδιο φορέα.
Κάλυψη Εκπαιδευτικών Υπηρεσιών
Τα έξοδα υπηρεσιών διερμηνείας Κυπριακής Νοηματικής Γλώσσας (ΚΝΓ) για μαθητές και φοιτητές καλύπτονται πλήρως από την αρμόδια αρχή (Υπουργείο Παιδείας ή Τμήμα Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίες), σύμφωνα με το άρθρο 24 της CRPD και τον Ν. 66(Ι)/2006. Η υπηρεσία διερμηνείας θεωρείται εκπαιδευτικό υποστηρικτικό μέτρο. Ο ρόλος του Κωφού Δασκάλου ως διδάσκοντα της ΚΝΓ πρέπει να θεσμοθετηθεί, ως μέτρο πολιτισμικής και γλωσσικής ενδυνάμωσης των Κωφών μαθητών (άρθρα 21 και 24 CRPD).
Διάρκεια και Συνέχιση Παροχής
1. Το επίδομα ή παροχή χορηγείται για αόριστη διάρκεια εφόσον η αναπηρία είναι μόνιμη.
2. Ο δικαιούχος μπορεί να διαμένει προσωρινά στο εξωτερικό έως έξι (6) μήνες χωρίς διακοπή της παροχής.
3. Υποχρεούται να ενημερώνει την αρμόδια αρχή για κάθε μεταβολή στην κατάστασή του.
4. Σε περίπτωση ψευδών στοιχείων ή διπλής ενίσχυσης για την ίδια αιτία, η παροχή αναστέλλεται και τα ποσά δύνανται να ανακτηθούν.
Εξαιρέσεις και Αποκλεισμοί
– Όσοι λαμβάνουν άλλη οικονομική ενίσχυση για την ίδια αιτία (π.χ. ειδικό επίδομα βαρηκοΐας).
– Όσοι δεν διαθέτουν νόμιμη παραμονή ή πιστοποίηση αναπηρίας.
– Όσοι αρνούνται επανεξέταση από την αρμόδια επιτροπή όταν κληθούν.
Σκοπός της Πρότασης
Η εισήγηση αυτή αποσκοπεί στη θεσμική κατοχύρωση της οικονομικής ενίσχυσης των Κωφών ατόμων, ώστε να διασφαλιστεί η ανεξάρτητη διαβίωση, η πρόσβαση στην πληροφόρηση και η ισότιμη συμμετοχή τους στην κοινωνία. Η προσθήκη του προτεινόμενου άρθρου θα καταστήσει το νομοθετικό πλαίσιο πλήρως συμβατό με τη Σύμβαση του ΟΗΕ (CRPD) και θα ενισχύσει την κοινωνική δικαιοσύνη και ισότητα για την κοινότητα των Κωφών.
Άρθρο 8 (1) (γ) – Ανεξάρτητη αξιολόγηση – Θα πρέπει να διευκρινιστεί και να καθορίζεται μέσα από τους Κανονισμούς, με ποιο τρόπο θα γίνεται και από ποιο σώμα. Ιδιαίτερα θα πρέπει να αποσαφηνιστεί το τι είναι η «ανεξάρτητη αξιολόγηση».
Άρθρο 10 – Η ένσταση πρέπει να εξετάζεται από άλλο σώμα, όχι από την αρμόδια αρχή/ Υφυπουργό. Επίσης, η αρμόδια αρχή θα πρέπει υποχρεωτικά να καλεί τον αιτητή και η επαναξιολόγηση της αναπηρίας να γίνεται με διαφορετική σύνθεση της επιτροπής.
Για σκοπούς μεγαλύτερης σαφήνειας να προστεθεί ότι το άτομο έχει τη δυνατότητα να προσφύγει στο Δικαστήριο.
Άρθρο 13 (2) – Οι κανονισμοί θα αναφέρουν με ποιο τρόπο θα γίνεται έλεγχος για να αποφεύγεται τυχόν κατάχρηση δικαιώματος;
Άρθρο 14 – η δυνατότητα της αρμόδιας αρχής να ρυθμίζει με απόφαση της προς όφελος δικαιούχου παροχών ή υπηρεσιών οποιαδήποτε τυχόν θέματα προκύπτουν, μπορεί να οδηγεί σε κατάχρηση εξουσίας. Αντίκειται με το πνεύμα του Άρθρου 12 της Σύμβασης.
Συμφωνούμε τα σχόλια της ΚΥΣΟΑ και κυρίως τα πιο κάτω:
“Δεν είναι ορθό η ένσταση να εξετάζεται από το ίδιο σώμα του οποίου η αρχική κρίση αμφισβητείται από τον αιτητή.
Είναι θέμα αρχής ότι κάθε απόφαση επί ένστασης οφείλει να είναι αιτιολογημένη, να βασίζεται σε αντικειμενικά στοιχεία και να αναφέρει ρητά τους λόγους αποδοχής ή απόρριψης, να κοινοποιείται στον ενιστάμενο με τρόπο προσβάσιμο και κατανοητό.
Η διαδικασία οφείλει να εξασφαλίζει ότι κανένα πρόσωπο που έλαβε μέρος στη λήψη της αρχικής απόφασης δεν συμμετέχει στην εξέταση της ένστασης και ότι, πριν από τη λήψη απόφασης, ο ενιστάμενος έχει δικαίωμα να ακουστεί ή να υποβάλει συμπληρωματικά στοιχεία, προφορικά ή γραπτώς, με την απαιτούμενη υποστήριξη.
Η ένσταση δύναται να αφορά μέρος της απόφασης της αρμόδιας αρχής, για τις παροχές και τις υπηρεσίες τις οποίες δεν ενέκρινε η αρμόδια αρχή. Σε αυτή την περίπτωση, η απόφαση είναι σε ισχύ για τις παροχές και τις υπηρεσίες τις οποίες η αρμόδια αρχή έχει εγκρίνει. Η ένσταση αφορά το μέρος των παροχών και ή υπηρεσιών οι οποίες δεν έχουν εγκριθεί.”
Επιπλέον, θα θέλαμε να τηρείται η κατάλληλη σύσταση των επιτροπών αξιολόγησης ανάλογα με την εξεταζόμενη αναπηρία.
“Υπηρεσίες και παροχές ανεξάρτητης διαβίωσης”: με τον ορισμό αυτό,παρακαλώ, να διευκρινίζεται στη νομοθεσία:, στην περίπτωση που το άτομο με αναπηρία είναι λειτουργικό, εάν θα έχει τη δυνατότητα να διακινείται μόνο του μέσα στην κοινωνία, όση ώρα χρειαστεί και μετά να επιστρέφει στο χώρο διαμονής του. Με αυτό τον τρόπο εξασφαλίζεται η ανεξαρτησία, η αποϊδρυματοποίηση αλλά παράλληλα διασφαλίζεται η ασφάλεια και η ατομική του ακεραιότητα, την οποία θα έχουν υπό την επίβλεψη τους τα αρμόδια άτομα. Ευχαριστώ.
ΕΔΩ ΚΑΙ 40 ΧΡΟΝΙΑ ΤΟ ΑΝΑΠΗΡΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΖΗΤΑ ΙΑΤΡΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗΣ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΣΡΟΧΗΣ ΠΟΣΟΣΤΟΥ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ ΩΣΤΕ ΟΙ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΝΑ ΜΗΝ ΖΗΤΟΥΝ ΚΑΘΕ ΧΡΟΝΟ ΤΑ ΙΔΙΑ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΑ – Π.Χ. ΔΗΜΟΙ
• Επικίνδυνη διάταξη: η αρμόδια αρχή μπορεί αυτεπάγγελτα να αποφασίσει αφαίρεση υπηρεσιών ή παροχώνΆρθρο 28 της Σύμβασης (δικαίωμα σε επαρκές βιοτικό επίπεδο χωρίς αυθαίρετες περικοπές).ΒΛΕΠΟΜΕ ΕΔΩ ΤΟΝ ΙΔΙΟ ΤΟΝ ΦΟΡΕΑ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΤΗΝ “ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ” ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ , ΝΑ ΔΕΧΕΤΑΙ ΚΑΙ ΝΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΖΕΤΑΙ ΕΝΣΤΑΣΕΙΣ – Άρθρο 10 – Υποβολή ένστασηςΔΗΛΑΔΗ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΤΑ ΝΑΝΕΙ ΟΛΑ
Παραβίαση του Αρ. 12 της Σύμβασης. Δίνονται ευρείες εξουσίες στο Τμήμα μονομερώς χωρίς διάταγμα Δικαστηρίου για να αποφασίζει για την δικαιοπρακτική ικανότητα των ατόμων. Οποιαδήποτε ρύθμιση που επιτρέπει σε διοικητικό όργανο να αποφασίζει για το άτομο χωρίς διάταγμα δικαστηρίου ουσιαστικά του στερεί την αναγνωρισμένη δικαιοπρακτική του ικανότητα.
Άρθρο 14 – Ρύθμιση δικαιωμάτων άσκησης δικαιοπρακτικής ικανότητας
• Πρόκειται για μία από τις πιο ανησυχητικές διατάξεις. Δίνει στην αρμόδια αρχή εξουσία να ρυθμίζει «για το καλό του δικαιούχου» την άσκηση των δικαιωμάτων του, χωρίς δικαστική διαδικασία.
• Αυτό παραβιάζει ευθέως το Άρθρο 12 της Σύμβασης, που διασφαλίζει την ίση αναγνώριση ενώπιον του νόμου και προβλέπει υποστηριζόμενη λήψη αποφάσεων, όχι αντικατάσταση αποφάσεων από το κράτος.
• Η δικαιοπρακτική ικανότητα μπορεί να περιορίζεται μόνο με απόφαση δικαστηρίου, όχι με διοικητική απόφαση.
Εθνικό Μητρώο Ατόμων με Αναπηρίες.
Να προστεθεί:
125(Ι)/2018 11. (1) Κάθε άτομο με αναπηρία που καθίσταται δικαιούχο Υπηρεσιών και Παροχών Ανεξάρτητης Διαβίωσης εγγράφεται αυτόματα στο Εθνικό Μητρώο Ατόμων με Αναπηρίες που τηρείται από την αρμόδια αρχή σε γραπτή ή/και σε ηλεκτρονική μορφή, σύμφωνα με τον περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων έναντι της Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμο του 2018 [Νόμος 125(Ι)/2018] και τον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Προστέθηκε ρητή αναφορά στον Νόμο 125(Ι)/2018 και στον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 (GDPR) για πλήρη νομική συμμόρφωση. Βελτιώθηκε η σύνταξη («έντυπη και/ή ηλεκτρονική μορφή») για σαφήνεια και νομοτεχνική ομοιομορφία.
Ενισχύεται η νομική βάση για την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων στο πλαίσιο του Μητρώου.
125(Ι)/2018
26(Ι)/2022 (2) Άτομα με αναπηρίες που ήταν ήδη δικαιούχοι υπηρεσιών και παροχών και καταχωρημένοι στο πληροφοριακό σύστημα του Τμήματος Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίες κατά την ημερομηνία ψήφισης του παρόντος νόμου, εντάσσονται αυτόματα και ενσωματώνονται στο Εθνικό Μητρώο Ατόμων με Αναπηρίες.Η φράση «είχαν καταχωρηθεί» αντικαθιστά το «ήταν καταχωρημένοι» για νομοτεχνική συνέπεια με τον χρόνο του ρήματος.
Προσδιορίζεται ρητά το Τμήμα Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίες ως αρμόδια αρχή, για απόλυτη σαφήνεια και συνέπεια με τα προηγούμενα άρθρα.
(3) Η πρόσβαση στα δεδομένα του Εθνικού Μητρώου περιορίζεται αποκλειστικά σε εξουσιοδοτημένα πρόσωπα και μόνο για σκοπούς εφαρμογής του παρόντος Νόμου, με πλήρη σεβασμό στο άρθρο 22 της Σύμβασης CRPD και στο άρθρο 8 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τα δεδομένα του Εθνικού Μητρώου διατηρούνται μόνο για όσο χρόνο απαιτείται για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου και διαγράφονται με ασφάλεια μετά τη λήξη της περιόδου τήρησης. Νέα προσθήκη για την ενίσχυση της προστασίας ιδιωτικότητας και του περιορισμού πρόσβασης στα δεδομένα του Μητρώου.
Ρητή εναρμόνιση με το άρθρο 22 CRPD (σεβασμός της ιδιωτικής ζωής) και το άρθρο 8 Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων ΕΕ (προστασία προσωπικών δεδομένων).
Ο όρος «δεόντως εξουσιοδοτημένα πρόσωπα» διασφαλίζει την εφαρμογή του άρθρου 32 GDPR (ασφάλεια επεξεργασίας).
Εφαρμογή άρθρου 5(1)(ε) GDPR και άρθρου 22 CRPD (ιδιωτική ζωή).
(4) Η αρμόδια αρχή συλλέγει, επεξεργάζεται και αναλύει στατιστικά δεδομένα σχετικά με τα άτομα με αναπηρίες, σύμφωνα με το άρθρο 31 της Σύμβασης για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες, με στόχο τη χάραξη πολιτικών βασισμένων σε τεκμηρίωση. Τα δεδομένα δημοσιοποιούνται με ανωνυμοποιημένη μορφή.
Τα στατιστικά δεδομένα δημοσιοποιούνται σε προσβάσιμες μορφές (Braille, νοηματική, ηλεκτρονική εύκολης ανάγνωσης) και αναθεωρούνται ανά διετία.
Συμμόρφωση με το άρθρο 31 CRPD, ώστε να καλύπτεται η υποχρέωση τεκμηριωμένης χάραξης πολιτικής και η λογοδοσία προς ΕΕ και ΟΗΕ.
Εφαρμόζει άρθρο 31 CRPD (Συλλογή δεδομένων).
Προσθέτει υποχρέωση προσβάσιμης διάχυσης και ανανέωσης.
Πρόσβαση σε Υπηρεσίες Ανεξάρτητης Διαβίωσης.
12. (1) Ο δικαιούχος Υπηρεσιών Ανεξάρτητης Διαβίωσης με τη λήψη της απόφασης του αρμόδιου οργάνου για τα δικαιώματά του αποκτά το δικαίωμα πρόσβασης και λήψης των εγκεκριμένων υπηρεσιών από αντίστοιχους Αδειούχους Παροχής Υπηρεσιών Ανεξάρτητης Διαβίωσης, τους οποίους επιλέγει από τους επίσημους καταλόγους που τηρεί και δημοσιεύει το Τμήμα Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίες του Υφυπουργείου Κοινωνικής Πρόνοιας. Προστέθηκε ρητή αναφορά στην αρμόδια υπηρεσία και στο Υφυπουργείο για θεσμική πληρότητα και σαφήνεια.
Η προσθήκη της φράσης «επιλέγει ελεύθερα» ενισχύει το δικαίωμα ελεύθερης επιλογής παρόχου (άρθρο 19 CRPD) και αποτρέπει ενδεχόμενες διακρίσεις ή αυθαίρετους περιορισμούς πρόσβασης.
Εξασφαλίζεται η διαφάνεια και η προσβασιμότητα των καταλόγων μέσω δημοσίευσης.
(2) Η αρμόδια αρχή καταβάλλει απευθείας στους Αδειούχους Παροχής Υπηρεσιών Ανεξάρτητης Διαβίωσης τις αμοιβές τους, αφού διενεργήσει τους απαιτούμενους ελέγχους για την πιστοποίηση της παροχής των υπηρεσιών τους προς τους δικαιούχους, με πλήρη σεβασμό στις αρχές της διαφάνειας, της χρηστής διοίκησης και της λογοδοσίας. Η προσθήκη των αρχών διαφάνειας, χρηστής διοίκησης και λογοδοσίας ενισχύει τη συμβατότητα με το άρθρο 41 Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων ΕΕ και τις αρχές της δημόσιας λογοδοσίας.
Η πρόνοια διασφαλίζει ορθή οικονομική διαχείριση και εποπτεία στη χρηματοδότηση των υπηρεσιών, αποτρέποντας κατάχρηση πόρων.
Πρόσβαση σε Παροχές Ανεξάρτητης Διαβίωσης. 13.
(1) Μετά την έκδοση της απόφασής της για τις Παροχές Ανεξάρτητης Διαβίωσης που δικαιούται το άτομο με αναπηρία, καταβάλλονται οι εγκεκριμένες παροχές. Η ημερομηνία έναρξης του δικαιώματος λήψης μηνιαίων παροχών είναι η ημερομηνία διενέργειας της ανεξάρτητης αξιολόγησης και πιστοποίησης από το Τμήμα Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίες ή η ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου για άτομα που η ανεξάρτητη αξιολόγηση είχε ήδη διενεργηθεί και εξακολουθεί να ισχύει. Νομοτεχνική εξομάλυνση της πρώτης πρότασης για καλύτερη ροή και αποφυγή πλεονασμού.
Διατηρείται η ρητή αναφορά στην ημερομηνία αξιολόγησης ως αφετηρία για την καταβολή παροχών, σύμφωνα με την αρχή της διαφάνειας και ασφάλειας δικαίου.
(2) Οι παροχές καταβάλλονται στον τραπεζικό λογαριασμό του δικαιούχου. Εάν ο δικαιούχος είναι ανήλικος κάτω των δεκαοκτώ (18) ετών, οι παροχές καταβάλλονται στον τραπεζικό λογαριασμό των γονέων ή κηδεμόνων του ανήλικου ή ενός εξ αυτών, κατόπιν υπεύθυνης δήλωσης. Αν ο δικαιούχος είναι ενήλικας αλλά, λόγω της αναπηρίας του, δεν δύναται να διατηρεί και να διαχειρίζεται προσωπικό τραπεζικό λογαριασμό, τότε οι παροχές καταβάλλονται στον τραπεζικό λογαριασμό εκπροσώπου, ο οποίος αναλαμβάνει με υπεύθυνη του δήλωση να εισπράττει και να διαθέτει τις παροχές αποκλειστικά προς όφελος του δικαιούχου. Η αρμόδια αρχή δύναται να εξετάζει την καταλληλότητα του εκπροσώπου πριν ή κατά τη διάρκεια της καταβολής και να απορρίπτει ή να τερματίζει την εκπροσώπηση αν κρίνει ότι δεν είναι κατάλληλη. Το άτομο με αναπηρία έχει πάντοτε δικαίωμα να ζητήσει αλλαγή εκπροσώπου. Οι εκπρόσωποι υποχρεούνται να ενεργούν αποκλειστικά προς όφελος του δικαιούχου, χωρίς σύγκρουση συμφερόντων, σύμφωνα με το άρθρο 12 της Σύμβασης CRPD. Ενοποιήθηκαν επαναλαμβανόμενες φράσεις και διατηρήθηκε η δομή ανά εννοιολογική ενότητα (καταβολή, εκπρόσωπος, έλεγχος, αλλαγή, καθήκοντα).
Προστέθηκε η φράση «με συμμετοχή του ίδιου του ατόμου με αναπηρία», που εξασφαλίζει ενεργή συμμετοχή και σεβασμό της αυτοδιάθεσης, όπως προβλέπεται από το άρθρο 12 της CRPD.
Η αναφορά σε κατάχρηση ή σύγκρουση συμφερόντων ενισχύει τη διαφάνεια και την προστασία του δικαιούχου.
Ενισχύεται η προστασία από κακοδιοίκηση και καταχρήσεις μέσω τακτικών ελέγχων και συμμετοχής του ίδιου του ατόμου.
Ενοποιήθηκε και διευρύνθηκε η παράγραφος για πλήρη προστασία του δικαιούχου.
– Εισήχθη διαδικασία συμμετοχής του ίδιου του ατόμου στη λήψη αποφάσεων για εκπροσώπηση.
– Προστέθηκε ρητή πρόνοια κατά της κατάχρησης.
– Ενισχύεται η εποπτεία και αναθεώρηση της εκπροσώπησης.
Σκοπός: Πλήρης εναρμόνιση με το άρθρο 12 CRPD για ίση αναγνώριση ενώπιον του νόμου
Η αρμόδια αρχή δύναται να εξετάζει με οποιοδήποτε πρόσφορο τρόπο την καταλληλότητα του εκπροσώπου, είτε πριν την έναρξη καταβολής της παροχής είτε κατά τη διάρκεια της, και να απορρίπτει ή να τερματίζει την εκπροσώπηση εφόσον κρίνει ότι δεν είναι κατάλληλη για την είσπραξη και διάθεση των παροχών προς όφελος του δικαιούχου.
Το άτομο με αναπηρία έχει πάντοτε το δικαίωμα να ζητήσει αλλαγή εκπροσώπου. Η αρμόδια αρχή ελέγχει τακτικά την καταλληλότητα των εκπροσώπων και τερματίζει την εκπροσώπηση σε περιπτώσεις κατάχρησης. Κάθε απόφαση για τον ορισμό, την αλλαγή ή τον τερματισμό εκπροσώπου λαμβάνεται με τη συμμετοχή του ίδιου του ατόμου με αναπηρία. Οι εκπρόσωποι ενεργούν αποκλειστικά προς όφελος του δικαιούχου και υποχρεούνται να αποφεύγουν κάθε σύγκρουση συμφερόντων, σύμφωνα με το άρθρο 12 της Σύμβασης για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες.
Ρύθμιση δικαιωμάτων άσκησης δικαιοπρακτικής ικανότητας δικαιούχων.
14. (1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των άρθρων 12 και 13 του παρόντος Νόμου, η αρμόδια αρχή δύναται, με απόφασή της, να ρυθμίζει ζητήματα που προκύπτουν σε σχέση με την άσκηση των δικαιωμάτων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, πάντοτε προς όφελος του δικαιούχου παροχών ή υπηρεσιών. Η διατύπωση «με απόφασή της» αντικαθιστά το «με απόφαση της» για τυπογραφική συνέπεια και νομοτεχνική ακρίβεια. Επίσης, το «τυχόν θέματα» αντικαταστάθηκε από «ζητήματα» για μεγαλύτερη καθαρότητα και ομοιομορφία όρων.
Η προσθήκη της φράσης «προς όφελος του δικαιούχου» θεσπίζει ρητά την αρχή του ευνοϊκότερου μέτρου, όπως επιβάλλει το άρθρο 3 της CRPD (σεβασμός της ατομικής αυτονομίας και συμμετοχής).
(2) Η αρμόδια αρχή λαμβάνει μέτρα υποστήριξης για την άσκηση δικαιωμάτων από το ίδιο το άτομο με αναπηρία, χωρίς να περιορίζει ή να αφαιρεί τη δικαιοπρακτική του ικανότητα. Τα μέτρα στήριξης είναι αναλογικά, εξατομικευμένα και αναθεωρούνται τακτικά, σύμφωνα με το άρθρο 12 της Σύμβασης CRPD. Προστέθηκε ρητή αναφορά στο άρθρο 12 της Σύμβασης για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες (ίση αναγνώριση ενώπιον του νόμου).
Διασφαλίζεται ότι η υποστήριξη δεν περιορίζει τη δικαιοπρακτική ικανότητα, αλλά ενισχύει την αυτοδιάθεση του ατόμου.
Οι όροι «αναλογικά», «εξατομικευμένα» και «αναθεωρούνται τακτικά» προσδίδουν νομική ασφάλεια και εξασφαλίζουν συνεχή προσαρμογή στις ανάγκες του ατόμου
(3) Οποιαδήποτε διαφορά σχετική με την εκπροσώπηση ή με τα μέτρα στήριξης μπορεί να προσβληθεί ενώπιον ανεξάρτητου και αμερόληπτου δικαστηρίου ή άλλου αρμόδιου οργάνου, σύμφωνα με το άρθρο 13 της Σύμβασης CRPD, το άρθρο 30 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας και το άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Προστέθηκε πρόβλεψη για δικαστική προστασία και αποτελεσματικό ένδικο μέσο, σύμφωνα με το άρθρο 13 της CRPD, το άρθρο 30 του Συντάγματος, και το άρθρο 6 ΕΣΔΑ.
Κατοχυρώνεται έτσι το δικαίωμα προσφυγής και δίκαιης διαδικασίας, σε περίπτωση διαφωνίας με αποφάσεις σχετικά με εκπροσώπηση ή μέτρα υποστήριξης.
Να προστεθεί στο σημείο 7
7. (2) Σε περίπτωση που το άτομο με αναπηρία είναι παιδί ηλικίας κάτω των δεκαοκτώ (18) ετών ή δεν έχει ικανότητα για δικαιοπραξία αδυνατεί λόγω της αναπηρίας του να υποβάλει προσωπικά αίτηση, η αίτηση μπορεί να υποβληθεί από τον νόμιμο κηδεμόνα ή τον εκπρόσωπό του εκ μέρους του από τον γονέα, κηδεμόνα, εκπρόσωπο ή υποστηρικτικό πρόσωπο της επιλογής του, με γνώμονα το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού, σύμφωνα με το άρθρο 7 της Σύμβασης για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες και τη Σύμβαση CRC (Ν. 243/1990).
Εισήγησή να προστεθεί το:
Εδάφιο (3)
(3) Η αίτηση υποβάλλεται γραπτώς ή ηλεκτρονικά & υποβάλλεται με τρόπους πλήρως προσβάσιμους, περιλαμβανομένων μορφών Braille, εύκολης ανάγνωσης, Κυπριακής Νοηματικής Γλώσσας και ηλεκτρονικών πλατφορμών, με σεβασμό στην αυτονομία του ατόμου και με τη βοήθεια άλλου προσώπου αν το ζητήσει και με δυνατότητα παροχής υποστήριξης στη διαδικασία, σύμφωνα με τις αρχές του άρθρου 7Α του παρόντος Νόμου και σύμφωνα με το άρθρο 12 και το άρθρο 9 της Σύμβασης CRPD.
Εδάφιο (4)
(4)Όλα τα πληροφοριακά συστήματα, οι ιστοσελίδες, τα έντυπα και τα μέσα επικοινωνίας που χρησιμοποιούνται για την εφαρμογή του παρόντος Νόμου σχεδιάζονται και λειτουργούν με βάση τις αρχές του καθολικού σχεδιασμού και είναι πλήρως συμβατά με τα πρότυπα WCAG 2.2 και EN 301 549.
Εισήγηση να προστεθεί:
7.Α Όλες οι δημόσιες πολιτικές, προγράμματα και διαδικασίες σχεδιάζονται και εφαρμόζονται με βάση τις αρχές του καθολικού σχεδιασμού, σε διαβούλευση με αντιπροσωπευτικές οργανώσεις ατόμων με αναπηρίες, ώστε να διασφαλίζεται η ισότιμη συμμετοχή τους σε όλους τους τομείς της ζωής.
Οι αρχές του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται σε όλες τις υπηρεσίες και παροχές που προβλέπονται στα άρθρα 4 και 6 του παρόντος Νόμου.
7.Β Η Δημοκρατία λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για τη συμπεριληπτική εκπαίδευση παιδιών με αναπηρίες, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 24 της Σύμβασης CRPD και το άρθρο 23 της Σύμβασης CRC, διασφαλίζοντας τις απαραίτητες προσαρμογές, υποστήριξη και αποφυγή διαχωρισμού σε συνάρτηση με τις αρχές του άρθρου 3Α(2)(στ) του παρόντος Νόμου.
Έκθεση αξιολόγησης από τον Σύμβουλο Υποστήριξης Λήψης Αποφάσεων του αιτητή, εάν το επιθυμεί και εάν ο αιτητής υποστηρίζεται από Σύμβουλο,
(β) έκθεση αξιολόγησης από τον Σύμβουλο Υποστήριξης Λήψης Αποφάσεων του αιτητή, εφόσον το επιθυμεί και εφόσον ο αιτητής υποστηρίζεται από Σύμβουλο.
(γ) ανεξάρτητη αξιολόγηση και πιστοποίηση των εξατομικευμένων αναγκών και δικαιωμάτων του αιτητή, που διενεργείται από το Τμήμα, μέσω επιστημονικών, αντικειμενικών και αξιόπιστων μηχανισμών, μεθόδων και πόρων που καθορίζει με Γνωστοποίηση της που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας η αρμόδια αρχή:
(γ) ανεξάρτητη αξιολόγηση και πιστοποίηση των εξατομικευμένων αναγκών και δικαιωμάτων του αιτητή, η οποία διενεργείται από το Τμήμα Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίες, μέσω επιστημονικών, αντικειμενικών και αξιόπιστων μηχανισμών, μεθόδων και πόρων οι οποίοι καθορίζονται με Γνωστοποίηση της αρμόδιας αρχής που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
Η αξιολόγηση καταλήγει σε εξατομικευμένο σχέδιο στήριξης, το οποίο συμφωνείται με το ίδιο το άτομο και αναθεωρείται περιοδικά σύμφωνα με το άρθρο 7 του παρόντος Νόμου.
Δεν απαιτείται νέα αξιολόγηση για άτομα που, κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου, διαθέτουν μόνιμης ισχύος αξιολόγηση και πιστοποίηση αναπηρίας· νέα αξιολόγηση διενεργείται μόνο για νέες ή επιπρόσθετες υπηρεσίες ή παροχές που προβλέπονται από τον παρόντα Νόμο.
Να διαγραφεί εξ’ ολοκλήρου η διάταξη (2) που ορίζει ότι «Σε αιτιολογημένες περιπτώσεις … πληροφορίες.
Σημείο 9
9. (1) Η απόφαση που εκδίδεται από την αρμόδια αρχή για τις Υπηρεσίες και Παροχές Ανεξάρτητης Διαβίωσης τις οποίες δικαιούται το άτομο με αναπηρία γνωστοποιείται στον αιτητή με αιτιολογημένη απόφαση εγγράφως στο καθορισμένο από την αρμόδια αρχή έντυπο.
Η απόφαση για έγκριση ή απόρριψη της αίτησης εκδίδεται με δεόντως αιτιολογημένη πράξη του Διευθυντή του Τμήματος Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίες, η οποία κοινοποιείται γραπτώς στο ενδιαφερόμενο άτομο και περιλαμβάνει τους λόγους της απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 3Α του παρόντος Νόμου.
(2) Σε κατεπείγουσες περιπτώσεις … θεωρούνται νόμιμα ληφθείσες.
Σε κατεπείγουσες περιπτώσεις, και μέχρι να ολοκληρωθεί η ανεξάρτητη αξιολόγηση ή η εξέταση της αίτησης, δύναται να εκδοθεί προσωρινή απόφαση της αρμόδιας αρχής ως προέγκριση παροχής Υπηρεσιών και Παροχών Ανεξάρτητης Διαβίωσης.
Η προσωρινή απόφαση ισχύει μέχρι την ημερομηνία έκδοσης τελικής απόφασης.
Σε περίπτωση που η τελική απόφαση είναι αρνητική ή προβλέπει μειωμένη παροχή σε σχέση με την προσωρινή προέγκριση, οι παροχές που παρασχέθηκαν βάσει της προέγκρισης θεωρούνται νόμιμα ληφθείσες.
(3) Η προσωρινή παροχή θεωρείται νόμιμη ακόμη και αν η τελική απόφαση είναι αρνητική ή περιοριστική, χωρίς να γεννάται αναδρομική υποχρέωση επιστροφής.
Να προστεθεί στο εδάφιο 10. (1) που διαλαμβάνει ότι «Κάθε άτομο με αναπηρία που διαφωνεί με απόφαση της αρμόδιας αρχής, δύναται να υποβάλει ένσταση εντός εξήντα (60) ημερών από τη γνωστοποίηση της απόφασης και λαμβάνει έγγραφη, αιτιολογημένη απάντηση εντός ενενήντα (90) ημερών από την παραλαβή της ένστασης του ως ακολούθως:
«Η ένσταση υποβάλλεται είτε γραπτώς είτε μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας προσβάσιμης σε άτομα με αναπηρίες.
Να διαφοροποιηθεί το εδάφιο (3) ως ακολούθως:
«Η παρέλευση των προθεσμιών δεν συνεπάγεται την απώλεια δικαιωμάτων. Σε περίπτωση καθυστέρησης, οι παροχές χορηγούνται αναδρομικά και το άτομο με αναπηρία δικαιούται αποζημίωση για τυχόν ζημία που υπέστη από την καθυστέρηση, σύμφωνα με τις γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου και το σύνταγμα της χώρας μας».
Να προστεθεί το εδάφιο (4) «Τα άτομα με αναπηρίες έχουν πρόσβαση σε ανεξάρτητους μηχανισμούς παρακολούθησης και προσφυγής, συμπεριλαμβανομένου του Εθνικού Μηχανισμού για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες και της Επιτρόπου Διοικήσεως και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, σύμφωνα με το άρθρο 33(2) της Σύμβασης
Να προστεθεί το εδάφιο 10.(α):
10.Α Τα άτομα με αναπηρίες έχουν δικαίωμα δωρεάν ή επιδοτούμενης νομικής βοήθειας, διερμηνείας και προσβάσιμων διαδικασιών σε κάθε στάδιο προσφυγής ή ένστασης που αφορά δικαιώματα του παρόντος Νόμου, σύμφωνα με το άρθρο 13 της Σύμβασης CRPD.
Όσον αφορά το άρθρο 13(2) ο Σύνδεσμος Τραπεζών Κύπρου παραθέτει τα ακόλουθα σχόλια:
Ανήλικος: Εξ’ όσων αντιλαμβανόμαστε, στην περίπτωση ανηλίκου, η διαχείριση της παροχής θα γίνεται από τους δύο γονείς ή κηδεμόνες ή ένα εξ αυτών και η αρμόδια αρχή θα προχωρεί σε έμβασμα στο λογαριασμό που θα δηλωθεί στην αρμόδια αρχή μέσω της Υπεύθυνης Δήλωσης. Νοείται ότι η αρμόδια αρχή θα φέρει την ευθύνη της διασφάλισης ότι το πρόσωπο/α που θα λαμβάνουν το έμβασμα στον τραπεζικό λογαριασμό τους για τον ανήλικο θα είναι δεόντως εξουσιοδοτημένα πρόσωπα. Νοείται περαιτέρω ότι η αρμόδια αρχή θα φέρει την ευθύνη της ορθότητας των στοιχείων του εμβάσματος π.χ. όνομα δικαιούχου και αριθμό IBAN.
Εισήγηση του Συνδέσμου Τραπεζών Κύπρου είναι όπως η αρμόδια αρχή παραχωρεί Βεβαίωση στους γονείς ή κηδεμόνες ή σε ένα εξ αυτών, ανάλογα με την περίπτωση, με την οποία θα βεβαιώνει, μεταξύ άλλων, το ποσό της παροχής και το σκοπό της παροχής. Η εν λόγω Βεβαίωση θα πρέπει να προσκομίζεται στο πιστωτικό ίδρυμα για σκοπούς εξακρίβωσης της πηγής των εισοδημάτων, ως απαιτείται από το νομοθετικό και κανονιστικό πλαίσιο που αφορά τη διαχείριση και καταπολέμηση του κινδύνου ξεπλύματος παράνομου χρήματος (AML).
Ενήλικας με αναπηρία που δεν του επιτρέπει να διατηρεί και να διαχειρίζεται τραπεζικό λογαριασμό: Αναφορικά με αυτές τις περιπτώσεις, θα θέλαμε να θέσουμε υπόψη σας τα ακόλουθα:
Για την καταβολή παροχών σε τραπεζικό λογαριασμό προσώπου που θα ενεργεί υπό την ιδιότητα εκπροσώπου/διαχειριστή για άτομο που λόγω αναπηρίας δεν δύναται να διαχειριστεί λογαριασμό/παροχές απαιτείται από την κυπριακή Νομοθεσία η προσκόμιση διατάγματος διαχείρισης περιουσίας με βάση τον Περί Διαχείρισης της Περιουσίας Ανίκανων Προσώπων Νόμο (Ν. 23(I)/1996). Όπως αντιλαμβάνεστε, πέρα από νομική υποχρέωση, τα πιο πάνω αποτελούν και ασφαλιστική δικλείδα κατά της απάτης/δόλου/κατάχρησης περιουσίας προσώπου με αναπηρία. Νοείται ότι η αρμόδια αρχή θα φέρει την ευθύνη της διασφάλισης ότι το πρόσωπο/α που θα λαμβάνουν το έμβασμα στον τραπεζικό λογαριασμό τους για το πρόσωπο με αναπηρία θα είναι δεόντως εξουσιοδοτημένα πρόσωπα. Νοείται περαιτέρω ότι η αρμόδια αρχή θα φέρει την ευθύνη της ορθότητας των στοιχείων του εμβάσματος π.χ. όνομα δικαιούχου και αριθμό IBAN.
Εισήγηση του Συνδέσμου Τραπεζών Κύπρου είναι όπως η αρμόδια αρχή παραχωρεί Βεβαίωση στους εκπροσώπους/διαχειριστές με την οποία θα βεβαιώνει, μεταξύ άλλων, το ποσό της παροχής και το σκοπό της παροχής. Η εν λόγω Βεβαίωση θα πρέπει να προσκομίζεται στο πιστωτικό ίδρυμα για σκοπούς εξακρίβωσης της πηγής των εισοδημάτων, ως απαιτείται από το νομοθετικό και κανονιστικό πλαίσιο που αφορά τη διαχείριση και καταπολέμηση του κινδύνου ξεπλύματος παράνομου χρήματος (AML).
Οι πιο κάτω σημειώσεις δεν αναφέρονται σε προηγούμενα σχόλια:
Κενά / Ρίσκα
• Εύλογες προσαρμογές & προσβασιμότητα διαδικασίας: Δεν διασφαλίζονται ρητά προσβάσιμες φόρμες/κανάλια (ψηφιακά προσβάσιμα αρχεία, απλοποιημένη γλώσσα, διερμηνεία, συνοδεία, ΥΒΤ), ούτε υποχρέωση άμεσης παροχής εύλογων προσαρμογών κατόπιν αιτήματος.
• Μητρώο (άρθρο 11): Κίνδυνος αυτόματης εγγραφής χωρίς ρητή ενημερωμένη συναίνεση και χωρίς αρχές ελαχιστοποίησης/σκοπού/διαγραφής παρωχημένων δεδομένων.
Προτεινόμενες βελτιώσεις
1. Προσβασιμότητα & προσαρμογές (άρθρο 7 – νέο εδάφιο)
«Η αρμόδια αρχή διασφαλίζει πλήρως προσβάσιμες διαδικασίες, έντυπα και επικοινωνίες (περιλαμβανομένων ψηφιακών προσβάσιμων μορφών, απλοποιημένης γλώσσας, διερμηνείας και υποστηρικτικών τεχνολογιών) και παρέχει εύλογες προσαρμογές χωρίς καθυστέρηση, κατόπιν αιτήματος του αιτητή.»
2. Υπέρβαση προθεσμιών → προσωρινή στήριξη (άρθρο 9 – στοχευμένη προσθήκη)
«Σε περίπτωση υπέρβασης της νόμιμης προθεσμίας έκδοσης απόφασης, χορηγείται αυτοδικαίως προσωρινή στήριξη τουλάχιστον στο ελάχιστο επίπεδο αναγκών, έως την έκδοση τελικής αιτιολογημένης απόφασης.»
3. Τυποποίηση αξιολογήσεων & δημοσιευμένα πρότυπα (άρθρο 8 – συμπλήρωση)
«Η αξιολόγηση είναι λειτουργική, διεπιστημονική και συμμετοχική, βάσει δημοσιευμένων προτύπων/κριτηρίων που θεσπίζονται με Κανονισμούς· λαμβάνονται ιδιαιτέρως υπόψη οι αυτο-αναφορές και οι εύλογες προσαρμογές. Η αποκλειστική χρήση ιατρικών τεκμηρίων δεν επαρκεί.»
4. Προστασία δεδομένων & συναίνεση στο Μητρώο (άρθρο 11 – προσθήκες)
«Η εγγραφή τελεί υπό ενημερωμένη συναίνεση (ή του νόμιμου εκπροσώπου), εφαρμόζονται αρχές ελαχιστοποίησης δεδομένων, περιορισμού σκοπού και ασφάλειας, αναγνωρίζεται δικαίωμα πρόσβασης/διόρθωσης και προβλέπεται περιοδική διαγραφή μη αναγκαίων στοιχείων.»
Σύγκριση/ευθυγράμμιση με προηγμένα πλαίσια
ADA / UK Equality Act: Ρητή υποχρέωση εύλογων προσαρμογών σε διοικητικές διαδικασίες (plain language, εναλλακτικά/ψηφιακά formats, διερμηνεία).
Canada (Accessible Canada Act): Τυποποιημένα Service Standards με προθεσμίες τύπου SLA και δημοσίευση δεικτών απόδοσης (transparency by default).
Σουηδία (LSS): Λειτουργική, εξατομικευμένη αξιολόγηση πέρα από αποκλειστικά ιατρικά κριτήρια· δυνατότητα προσωπικών προϋπολογισμών/άμεσων πληρωμών και φορητότητα υπηρεσιών.
8.1 (γ) Η αξιολόγηση να γίνεται και κατ`οίκον από Κοινωνικούς Λειτουργούς που θα έχουν τύχει εξειδικευμένης εκπαίδευσης και θα αξιολογούν συνολικά για μια σειρά από παραμέτρους:
Σύνθεση οικογένειας, προβλήματα υγείας άλλων μελών της οικογένειας, συνθήκες διαβίωσης, υποστηρικτικό περιβάλλον, προσβασιμότητα στο χώρο, απουσία οικογενειακού περιβάλλοντος, κοινωνική απόσυρση, κτλ
10) Να μειωθεί η ημερομηνία εξέτασης της ένστασης σε 60 μέρες από την ημερομηνία παραλαβής της ένστασης. Στις επιτροπές των ενστάσεων όπως και στις επιτροπές των αξιολογήσεων χρειάζεται να είναι παρόντες και εκπρόσωποι των ασθενών π.χ. οργανώσεις, σύνδεσμοι. Εναλλακτικά, μπορεί να υπάρχει σ αυτή την επιτροπή μόνιμος εκπρόσωπος ο οποίος θα είναι ο συνήγορος του ατόμου-αιτητή και θα διασφαλίζει ότι προστατεύονται τα δικαιώματα του ατόμου με βάση τις διεθνής συμβάσεις
13.2 Το άρθρο αυτό καταργεί την δικαιοπρακτική ικανότητα του ατόμου. Ποιος αποφασίζει ότι το ενήλικο άτομο δεν μπορεί να χειρίζεται τις υποθέσεις του; Να υπάρχει και σ αυτή την περίπτωση- Σύμβουλος υποστήριξης λήψης αποφάσεων. Σε περίπτωση που το άτομο έχει χάσει εντελώς την νοητική του ικανότητα χρειάζεται να υπάρχει μηχανισμός που θα προστατεύει τα δικαιώματα τους ατόμου για παράδειγμα να υπάρχει επιτροπή διαχείρισης και στην επιτροπή αυτή να συμμετέχουν εκπρόσωπος της οικογένειας, σύμβουλος για προάσπιση των δικαιωμάτων του ασθενή και εκπρόσωπος ΤΚΕΑΑ
Το άρθρο 13.1: του προτεινόμενου νομοσχεδίου «Πρόσβαση σε Παροχές Ανεξάρτητης Διαβίωσης»: ορίζει ότι «ημερομηνία έναρξης του δικαιώματος μηνιαίων παροχών είναι η ημερομηνία διεξαγωγής από το Τμήμα της ανεξάρτητης αξιολόγησης και πιστοποίησης των δικαιωμάτων για μηνιαίες παροχές ή η ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου για άτομα που η ανεξάρτητη αξιολόγηση και πιστοποίηση δικαιωμάτων σε μηνιαίες παροχές έχει διαταχθεί πριν και εξακολουθεί να ισχύει κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου».
Μετά την έκδοση της απόφασης της για τις Παροχές Ανεξάρτητης Διαβίωσης που δικαιούται το άτομο με αναπηρία, η αρμόδια αρχή καταβάλλει τις εγκεκριμένες παροχές. Η ημερομηνία έναρξης του δικαιώματος μηνιαίων παροχών είναι η ημερομηνία διεξαγωγής από το Τμήμα της ανεξάρτητης αξιολόγησης και πιστοποίησης των δικαιωμάτων για μηνιαίες παροχές ….»
Το πρώτο μέρος της πρόνοιας αυτής είναι αντισυνταγματικό, παραβιάζει τη σύμβαση των Ηνωμένων εθνών (CRPD), τις αρχές του διοικητικού δικαίου, είναι υποδεέστερη των υφιστάμενων νομοθεσιών και θα συμβάλει στη στέρηση από τα άτομα με αναπηρίες παροχών και επιδομάτων που θα δικαιούνται με κριτήριο την εξοικονόμηση πόρων από το κράτος, λαμβάνοντας υπόψη τις μεγάλες και διαχρονικές καθυστερήσεις εξέτασης των αιτημάτων των ατόμων με αναπηρίες. Οι προτεινόμενες διατάξεις θα λειτουργήσουν τιμωριτικά και αυθαίρετα κατά των ατόμων με αναπηρίες και των δικαιωμάτων τους, χωρίς αυτά να ευθύνονται για τις καθυστερήσεις που θα σημειώνονται, ενώ μέχρι τώρα ισχύουν τα ακόλουθα, μετά μάλιστα και από νομολογίες του ανωτάτου δικαστηρίου:
Σύμφωνα με υφιστάμενες διατάξεις που με την ψήφιση του παρόντος νόμου δε θα τυγχάνουν εφαρμογής που ισχύουν μέχρι σήμερα:
(α) Άρθρο 4.(7) η περί ειδικής Χορηγίας σε Τυφλούς νομοθεσία προβλέπει, «Η καταβολή της αναφερόμενης στη περί ειδικής χορηγίας νομοθεσία στα εδάφια (1) και (5) η ειδική χορηγία αρχίζει την πρώτη του μηνός, μέσα στον οποίο υποβάλλεται η αίτηση και τερματίζεται την τελευταία ημέρα του μηνός, μέσα στον οποίο λήγει το δικαίωμα σε ειδική χορηγία.
(β) Παρόμοιες πρόνοιες, που βασίζονται και στην κυπριακή και διεθνή νομολογία περιλαμβάνονται στον Περί Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος και Γενικότερα περί Κοινωνικών Παροχών Νόμο του 2014 (109(Ι)/2014).
«Το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα καταβάλλεται σε δικαιούχο από την πρώτη ημέρα του δεύτερου μήνα που έπεται εκάστου μήνα κατά τον οποίο υπέβαλε αίτηση για ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, ανεξάρτητα από το αν έχει καταστεί δικαιούχος σε χρόνο μεταγενέστερο της πρώτης ημέρας του δεύτερου μήνα που έπεται εκάστου μήνα κατά τον οποίο υπέβαλε αίτηση για παροχή ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος:
Νοείται ότι, οι πιο πάνω διατάξεις εφαρμόζονται μόνο υπό την προϋπόθεση ότι ο αιτητής ήταν δικαιούχος για ολόκληρη την περίοδο για την οποία καταβάλλεται το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα».
αυτό-αξιολόγηση των αναγκών του από τον ίδιο τον αιτητή, εάν το επιθυμεί, η οποία υποβάλλεται είτε γραπτώς σε καθορισμένο από το Τμήμα έντυπο, είτε με προφορική συνέντευξη σε εξουσιοδοτημένο από την αρμόδια αρχή Λειτουργό,
Θα μπορούν οι γονείς/κηδεμόνες να πράξουν αυτό για το ανήλικο παιδί τους;
(2) Οι παροχές καταβάλλονται στον τραπεζικό λογαριασμό του δικαιούχου. Αν ο δικαιούχος είναι ανήλικος κάτω των 18 (δεκαοκτώ) ετών τότε οι παροχές καταβάλλονται στον τραπεζικό λογαριασμό των γονέων ή κηδεμόνων του ανήλικου ή ενός εξ αυτών μετά από υπεύθυνη τους δήλωση.
Θα πρεπει να διασφαλιστεί ότι οι παροχές που καταβάλλονται , όντως εξυπηρετούν τον σκοπό που τα λαμβάνει ο δικαιούχος.
Επίσης πως θα γίνεται η επιλογή να καταβάλλονται οι παροχές σε τραπεζικό λογαριασμό σε ενός εκ αυτών; Να δημιουργηθεί ενας μηχανισμός ελέγχουν οτι οι παροχές χρησιμοιποιούνται για τον σκοπό που δίνονται.
‘Αρθρο 14 ρύθμιση δικαιοπρακτικής Ικανότητας. Παραβίαση του Αρ. 12(4) της Σύμβασης του ΟΗΕ. Δίνονται ευρείες και ανεξέλεγκτες εξουσίες στο Τμήμα να αποφασίζουν μονομερώς χωρίς διάταγμα Δικαστηρίου για να αποφασίζει για την δικαιοπρακτική ικανότητα των ατόμων. Αυτό παραβιάζει κατάφορα την αρχή της ισότητας ενώπιον του Νόμου και των θεμελιωδών δικαιωμάτων του κάθε ατόμου, Οποιαδήποτε ρύθμιση που επιτρέπει σε διοικητικό όργανο να αποφασίζει για το άτομο χωρίς Διάταγμα Δικαστηρίου τότε αυτή η απόφαση δεν μπορεί να είναι αμερόληπτη.
Το Δικαστήριο είναι το μόνο θεσμικό όργανο που μπορεί να λαμβάνει δίκαιες και αντικειμενικές αποφάσεις.
Το άρθρο 12(4) υποδυκνεί να υπάρχει ανεξαρτησία και αμεροληψία για αυτό αναφέρεται ρητά σε ΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΟΡΓΑΝΟ.
Δεν μπορούν να αποκλειστούν τα Δικαστήρια και να αντικατασταθούν είτε με λειτουργούς του Τμήματος εότε με τους συμβούλους λήψης αποφάσεων ” υπαλλήλους της ΚΥΣΟΑ’. Οι σύμβουλοι αυτοί δεν μπορούν να είναι ανεξάρτητοι και αμερόλητοι καθότι υπάγονται σε οικονομική εξάρτηση από το Υφηπουργείο. Θα υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων καθότι έχουν υπογράψει συμφωνίαποθυ μπορεί να ανανεωθεί ή να ακυρωθεί.
Σοβαρές ανησυχίες σχετικά με τη διαφάνεια, τη συμμετοχή, τα δικαιώματα και τις διαδικαστικές εγγυήσεις στο υπό εξέταση νομοθετικό πλαίσιο για τα άτομα με αναπηρία.
Ανεξάρτητη αξιολόγηση (Άρθρο 9):
Η αξιολόγηση γίνεται αποκλειστικά από το Τμήμα, με δικές του μεθόδους, χωρίς συμμετοχή ανεξάρτητων φορέων ή οργανώσεων ΑμεΑ.
Αυτό περιορίζει τη διαφάνεια και παραβιάζει το Άρθρο 4(3) της Σύμβασης για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες (υποχρέωση συμμετοχής των οργανώσεων ΑμεΑ).
Επιπλέον, προβλέπεται ότι η αρμόδια αρχή μπορεί αυτεπάγγελτα να αφαιρεί υπηρεσίες ή παροχές, γεγονός που δημιουργεί ανασφάλεια δικαιωμάτων και αντίκειται στο Άρθρο 28 της Σύμβασης (δικαίωμα σε επαρκές βιοτικό επίπεδο χωρίς αυθαίρετες περικοπές).
Διαδικασία ενστάσεων (Άρθρο 10):
Οι ενστάσεις εξετάζονται από την ίδια αρχή ή τον Υφυπουργό, χωρίς ανεξάρτητο μηχανισμό ελέγχου, καθιστώντας τη διαδικασία αδύναμη και μη αντικειμενική.
Επιλογή υπηρεσιών (Άρθρο 12):
Προτείνεται να δίνεται στο ίδιο το άτομο η δυνατότητα να επιλέγει και να διαχειρίζεται τις υπηρεσίες ανεξάρτητης διαβίωσης, λαμβάνοντας απευθείας το ποσό έγκρισης.
Διαφωνία με την ανάθεση υπηρεσιών σε νομικά πρόσωπα, καθώς αυτό περιορίζει την ελευθερία επιλογής και καθυστερεί την πρόσβαση των ατόμων στις υπηρεσίες.
Καθυστέρηση εξέτασης αιτήσεων (Άρθρο 13):
Δεν υπάρχει πρόνοια για αναδρομική καταβολή επιδομάτων σε περίπτωση καθυστέρησης από το Τμήμα, γεγονός που αφήνει τα άτομα χωρίς προστασία.
Δικαιοπρακτική ικανότητα (Άρθρο 14):
Η διάταξη επιτρέπει στην αρμόδια αρχή να ρυθμίζει την άσκηση δικαιωμάτων του δικαιούχου “για το καλό του”, χωρίς δικαστική διαδικασία.
Αυτό παραβιάζει το Άρθρο 12 της Σύμβασης, που κατοχυρώνει το δικαίωμα ίσης αναγνώρισης ενώπιον του νόμου και προβλέπει υποστηριζόμενη λήψη αποφάσεων, όχι αντικατάσταση από το κράτος.
Η περιορισμένη δικαιοπρακτική ικανότητα μπορεί να επιβληθεί μόνο με δικαστική απόφαση, όχι διοικητικά.
Το προτεινόμενο πλαίσιο παρουσιάζει σοβαρά ελλείμματα διαφάνειας, συμμετοχής και νομικής προστασίας. Απαιτούνται ανεξάρτητοι μηχανισμοί αξιολόγησης και ένστασης, σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων και συμμόρφωση με τις διατάξεις της Σύμβασης του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες.
Η διάταξη που δίνει στην αρμόδια αρχή τη δυνατότητα να περιορίζει τη δικαιοπρακτική ικανότητα των ατόμων «για το καλό τους» είναι απαράδεκτη. Μόνο τα δικαστήρια μπορούν να αποφασίσουν κάτι τέτοιο. Η Σύμβαση του ΟΗΕ προβλέπει στήριξη στη λήψη αποφάσεων, όχι αφαίρεση δικαιωμάτων.
Δεν υπάρχει επίσης καμία πρόνοια για αναδρομικά, αν καθυστερήσει η εξέταση μιας αίτησης.
Είναι προβληματικό ότι η «ανεξάρτητη αξιολόγηση» γίνεται μόνο από το ίδιο το Τμήμα, με διαδικασίες που καθορίζει το ίδιο. Δεν υπάρχει καμία συμμετοχή ανεξάρτητων φορέων ή οργανώσεων ατόμων με αναπηρία, κάτι που μειώνει τη διαφάνεια και παραβιάζει τη Σύμβαση του ΟΗΕ.
Επίσης, η διάταξη που επιτρέπει στην αρμόδια αρχή να κόβει παροχές ή υπηρεσίες όποτε θέλει είναι επικίνδυνη. Δημιουργεί ανασφάλεια και παραβιάζει το δικαίωμα των ατόμων σε σταθερό και αξιοπρεπές βιοτικό επίπεδο.
Η νομοθεσία παρουσιάζει σοβαρά ζητήματα διαφάνειας και σεβασμού των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρίες. Η λεγόμενη «ανεξάρτητη αξιολόγηση» δεν μπορεί να θεωρηθεί τέτοια όταν διενεργείται αποκλειστικά από το ίδιο το Τμήμα, χωρίς τη συμμετοχή ανεξάρτητων φορέων ή οργανώσεων ΑμεΑ, κατά παράβαση του Άρθρου 4(3) της Σύμβασης. Ιδιαίτερα προβληματική είναι και η πρόνοια που επιτρέπει στην αρμόδια αρχή να αφαιρεί αυτεπάγγελτα υπηρεσίες ή παροχές, θέτοντας σε κίνδυνο το δικαίωμα σε επαρκές βιοτικό επίπεδο (Άρθρο 28). Η διαδικασία ένστασης δεν παρέχει ουσιαστικές εγγυήσεις, αφού εξετάζεται πάλι από την ίδια αρχή, χωρίς ανεξάρτητο μηχανισμό ελέγχου. Πρέπει επίσης να προβλεφθεί δυνατότητα για λήψη αναδρομικών όταν υπάρχουν καθυστερήσεις στις αιτήσεις, καθώς και ρητή επιλογή το ίδιο το άτομο να λαμβάνει το εγκεκριμένο ποσό για τις υπηρεσίες ανεξάρτητης διαβίωσης που επιλέγει, χωρίς μεσάζοντες ή υποχρεωτική ανάθεση σε νομικά πρόσωπα. Τέλος, η διάταξη του Άρθρου 14 που επιτρέπει στην αρμόδια αρχή να ρυθμίζει την άσκηση της δικαιοπρακτικής ικανότητας των ατόμων με αναπηρίες είναι επικίνδυνη και αντίθετη με το Άρθρο 12 της Σύμβασης· η δικαιοπρακτική ικανότητα μπορεί να περιοριστεί μόνο με δικαστική απόφαση, ποτέ με διοικητική πράξη.
04 – ΜΕΡΟΣ IV – ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΡΟΣΒΑΣΗΣ ΣΕ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΚΑΙ ΠΑΡΟΧΕΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΔΙΑΒΙΩΣΗΣ
Το άρθρο 7. «Υποβολή αίτησης για Υπηρεσίες και Παροχές Ανεξάρτητης Διαβίωσης». Να διαμορφωθεί ως εξής:
«7. Για την πρόσβαση του σε Υπηρεσίες και Παροχές Ανεξάρτητης Διαβίωσης, το άτομο με αναπηρίες υποβάλλει αίτηση συμπληρωμένη σε καθορισμένο από το Τμήμα έντυπο μαζί με οποιαδήποτε απαιτούμενα πιστοποιητικά και στοιχεία:
Νοείται ότι σε περίπτωση που το άτομο με αναπηρίες είναι παιδί ηλικίας κάτω των δεκαοκτώ (18) ετών η αίτηση θα υποβληθεί εκ μέρους του από τον γονέα ή κηδεμόνα του. Σε περίπτωση διαζευγμένων γονέων η αίτηση θα υποβληθεί εκ μέρους του παιδιού με αναπηρίες από τον γονέα ο οποίος έχει τη φροντίδα/φύλαξη του στη βάση ενόρκου δηλώσεως.
Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση που το άτομο με αναπηρία ή αδυνατεί λόγω της αναπηρίας του να υποβάλει προσωπικά αίτηση δύναται η αίτηση να υποβληθεί εκ μέρους του από τον γονέα ή του κηδεμόνα ή εκπρόσωπο του.
Το άρθρο 8. «Αξιολόγηση και πιστοποίηση των αναγκών και δικαιωμάτων σε Υπηρεσίες και Παροχές Ανεξάρτητης Διαβίωσης», ολόκληρο να διαμορφωθεί ως εξής:
«8(1) Η αξιολόγηση και πιστοποίηση των αναγκών και δικαιωμάτων του/της αιτητή/τριας για Υπηρεσίες και Παροχές Ανεξάρτητης Διαβίωσης, διενεργείται μέσω του συνδυασμού των πιο κάτω αξιολογήσεων –
(α) αυτό-αξιολόγηση των αναγκών του/της από τον/την ίδιο/α τον/την αιτητή/τρια, εάν το επιθυμεί, η οποία υποβάλλεται είτε γραπτώς σε καθορισμένο από το Τμήμα έντυπο, είτε με προφορική συνέντευξη σε εξουσιοδοτημένο από την αρμόδια αρχή Λειτουργό,
(β) έκθεση αξιολόγησης από τον Σύμβουλο Υποστήριξης Λήψης Αποφάσεων του αιτητή, εάν το επιθυμεί και εάν ο αιτητής υποστηρίζεται από Σύμβουλο,
(γ) ανεξάρτητη αξιολόγηση και πιστοποίηση των εξατομικευμένων αναγκών και δικαιωμάτων του αιτητή, που διενεργείται από το Τμήμα, μέσω επιστημονικών, αντικειμενικών και αξιόπιστων μηχανισμών, μεθόδων και πόρων που καθορίζει με Γνωστοποίηση της που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας η αρμόδια αρχή:
Να προστεθεί η ακόλουθη επιφύλαξη.
«Νοείται ότι λαμβάνονται υπόψη πιστοποιητικά από τους ιδιώτες ιατρούς και άλλους ειδικούς που παρακολουθούν το άτομο με αναπηρία.»
Νοείται ότι για λήπτες κοινωνικών υπηρεσιών και παροχών με μόνιμης ισχύος αξιολόγηση και πιστοποίηση αναπηρίας κατά την ημερομηνία ισχύος του παρόντος Νόμου δεν απαιτείται νέα αξιολόγηση παρά μόνο για νέες ή και επιπρόσθετες υπηρεσίες ή παροχές που καθορίζει ο παρόντας Νόμος και που θα αιτηθεί άτομο με αναπηρία.
(2) Σε αιτιολογημένες περιπτώσεις η ανεξάρτητη αξιολόγηση και πιστοποίηση των αναγκών και δικαιωμάτων δύναται να πραγματοποιηθεί αυτεπάγγελτα από την αρμόδια αρχή, χωρίς αίτηση του ατόμου με αναπηρία, ώστε να καταστεί δυνατή η παροχή Υπηρεσιών και Παροχών Ανεξάρτητης Διαβίωσης που πιστοποιούνται από το Τμήμα απαραίτητες ή να αφαιρεθούν Υπηρεσίες και Παροχές που δεν πιστοποιούνται πλέον απαραίτητες:
Νοείται ότι, σε περίπτωση που πρόσωπο κληθεί καλεστεί από την αρμόδια αρχή για σκοπούς ανεξάρτητης αξιολόγησης με βάση το παρόν εδάφιο και δεν προσέλθει, η αρμόδια αρχή δύναται να λάβει σχετική απόφαση με βάση τα διαθέσιμα ενώπιον του δεδομένα, στοιχεία ή πληροφορίες. Εάν ο λόγος της μη παρουσίας του προσώπου είναι εύλογα αιτιολογημένος τότε η Αρμόδια Αρχή υποχρεούται να καθορίσει νέα ημερομηνία για τη διενέργεια της αξιολόγησης, η οποία δεν θα επηρεάζεται από την αιτία η οποία υποχρέωσε εύλογα το άτομο με αναπηρία να μην παρουσιαστεί στην αξιολόγηση.»
Το άρθρο 9(1) «Έκδοση Απόφασης» να διαμορφωθεί ως εξής:
«9(1) Η απόφαση που εκδίδεται από την αρμόδια αρχή για τις Υπηρεσίες και Παροχές Ανεξάρτητης Διαβίωσης τις οποίες δικαιούται το άτομο με αναπηρίες γνωστοποιείται στον αιτητή με αιτιολογημένη απόφαση εγγράφως στο καθορισμένο από την αρμόδια αρχή έντυπο. Στο έντυπο πρέπει να καταγράφεται το δικαίωμα για ένσταση και το χρονικό περιθώριο για υποβολή ένστασης, σε ποιες περιπτώσεις πρέπει να υποβληθεί προς την Αρμόδια Αρχή ή/ και σε ποια άλλη αρχή ή όργανο.»
Το άρθρο 10
Σημειώνεται ότι το περιεχόμενο του όπως είναι τώρα παρουσιάζει σοβαρές αδυναμίες σε σχέση με την εγκυρότητα της διαδικασίας ένστασης, ιδίως όσον αφορά την ανεξαρτησία του οργάνου που εξετάζει την ένσταση, την προσβασιμότητα και διαδικαστική υποστήριξη για τα άτομα με αναπηρία, την αιτιολόγηση και διαφάνεια της απόφασης, και τη δικαστική προστασία.
Για τους πιο πάνω λόγους, η Συνομοσπονδία προτείνει ειδικά τεκμηριωμένες εισηγήσεις τροποποίησης και προσθήκες, ώστε να διασφαλίζεται η εγκυρότητα, η αμεροληψία και η συμμόρφωση του άρθρου με τη Σύμβαση του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες (άρθρα 5, 12, 13, 21).
Δεν είναι ορθό η ένσταση να εξετάζεται από το ίδιο σώμα του οποίου η αρχική κρίση αμφισβητείται από τον αιτητή.
Είναι θέμα αρχής ότι κάθε απόφαση επί ένστασης οφείλει να είναι αιτιολογημένη, να βασίζεται σε αντικειμενικά στοιχεία και να αναφέρει ρητά τους λόγους αποδοχής ή απόρριψης, να κοινοποιείται στον ενιστάμενο με τρόπο προσβάσιμο και κατανοητό.
Η διαδικασία οφείλει να εξασφαλίζει ότι κανένα πρόσωπο που έλαβε μέρος στη λήψη της αρχικής απόφασης δεν συμμετέχει στην εξέταση της ένστασης και ότι, πριν από τη λήψη απόφασης, ο ενιστάμενος έχει δικαίωμα να ακουστεί ή να υποβάλει συμπληρωματικά στοιχεία, προφορικά ή γραπτώς, με την απαιτούμενη υποστήριξη.
Η ένσταση δύναται να αφορά μέρος της απόφασης της αρμόδιας αρχής, για τις παροχές και τις υπηρεσίες τις οποίες δεν ενέκρινε η αρμόδια αρχή. Σε αυτή την περίπτωση, η απόφαση είναι σε ισχύ για τις παροχές και τις υπηρεσίες τις οποίες η αρμόδια αρχή έχει εγκρίνει. Η ένσταση αφορά το μέρος των παροχών και ή υπηρεσιών οι οποίες δεν έχουν εγκριθεί.
Σε περίπτωση που η απόφαση επί της ένστασης δεν ικανοποιεί τον ενιστάμενο, αυτός διατηρεί το δικαίωμα προσφυγής στο Διοικητικό Δικαστήριο ή άλλο αρμόδιο δικαιοδοτικό όργανο, σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.
Το άρθρο 12(2) «Πρόσβαση σε Υπηρεσίες Ανεξάρτητης Διαβίωσης», να προστεθεί επιφύλαξη ως εξής:
«Νοείται ότι το σημείο αυτό δεν αφορά τους φροντιστές, καθώς δεν θεωρούνται αδειούχοι πάροχοι υπηρεσιών ανεξάρτητης διαβίωσης.»
Το άρθρο 13 «Πρόσβαση σε Παροχές Ανεξάρτητης Διαβίωσης», να διαμορφωθεί ως εξής:
«13(1) Η Αρμόδια Αρχή καταβάλλει τις εγκεκριμένες παροχές αμέσως μετά την έκδοση της απόφασης της ως προς τις Παροχές Ανεξάρτητης Διαβίωσης τις οποίες δικαιούται το άτομο με αναπηρία.
Η ημερομηνία έναρξης του δικαιώματος μηνιαίων παροχών είναι η ημερομηνία διεξαγωγής από το Τμήμα της ανεξάρτητης αξιολόγησης και πιστοποίησης των δικαιωμάτων για μηνιαίες παροχές, η οποία θα πραγματοποιείται όχι αργότερο των δύο (2) μηνών από την ημέρα υποβολής της αίτησης, ή την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου για άτομα που η ανεξάρτητη αξιολόγηση και πιστοποίηση δικαιωμάτων σε μηνιαίες παροχές έχει διεξαχθεί πριν από αυτή την ημερομηνία και εξακολουθεί να ισχύει κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου. Αν η αίτηση δεν είναι πλήρης (π.χ. έλειπαν στοιχεία ή έγγραφα) κατά την πρώτη υποβολή, η ημερομηνία έναρξης των δύο (2) μηνών από την ημέρα καταβολής της αίτησης για τη διενέργεια της αξιολόγησης, καθορίζεται από την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολούθησε την ημερομηνία κατά την οποία ο αιτητής προσκόμισε πλήρη και σωστά όλα τα απαιτούμενα στοιχεία.
(2) Οι παροχές καταβάλλονται στον τραπεζικό λογαριασμό του δικαιούχου.
(ι) Αν ο δικαιούχος είναι ανήλικος κάτω των 18 (δεκαοκτώ) ετών τότε οι παροχές καταβάλλονται στον τραπεζικό λογαριασμό των γονέων ή κηδεμόνων του ανήλικου. Σε περίπτωση διαζευγμένων γονέων οι παροχές θα καταβάλλονται στον γονέα ο/η οποίος/α έχει τη φροντίδα/φύλαξη του παιδιού στη βάση ενόρκου δηλώσεως.
(ιι) Αν ο δικαιούχος είναι ενήλικας, αλλά λόγω της αναπηρίας του χρειάζεται υποστήριξη για τη διαχείριση των οικονομικών του υποθέσεων, η αρμόδια αρχή μεριμνά για την καταβολή των παροχών μέσω ειδικού λογαριασμού διαχείρισης, ο οποίος τηρείται υπό την εποπτεία της αρμόδιας αρχής ή άλλου εγκεκριμένου δημόσιου φορέα.
Ο ειδικός αυτός λογαριασμός χρησιμοποιείται αποκλειστικά για τις ανάγκες και το όφελος του δικαιούχου και υπόκειται σε διαδικασίες διαφάνειας και λογοδοσίας, όπως καθορίζονται με κανονισμούς. Ο δικαιούχος συμμετέχει, στο μέτρο του δυνατού, στη λήψη αποφάσεων σχετικά με τη χρήση των παροχών του, με την υποστήριξη που χρειάζεται.
Η Αρμόδια Αρχή δύναται να εξετάζει, με οποιοδήποτε τρόπο κρίνει απαραίτητο, την καταλληλότητα του προσώπου υποστήριξης που δηλώνεται από το άτομο με αναπηρίες για τη διευκόλυνση της επικοινωνίας, της λήψης αποφάσεων ή της πρόσβασης σε υπηρεσίες, χωρίς το εν λόγω πρόσωπο να αποκτά δικαίωμα διαχείρισης ή διάθεσης των παροχών του δικαιούχου.
Η Αρμόδια Αρχή οφείλει να ολοκληρώνει τη διαδικασία ορισμού ή ενεργοποίησης του ειδικού λογαριασμού, καθώς και τον έλεγχο καταλληλότητας του προσώπου υποστήριξης, εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την έκδοση της σχετικής απόφασης.
Μέχρι την ολοκλήρωση των πιο πάνω διαδικασιών, οι παροχές δύνανται να καταβάλλονται προσωρινά μέσω του ειδικού λογαριασμού διαχείρισης, υπό την εποπτεία της Αρμόδιας Αρχής, με τρόπο που εξασφαλίζει τη διαφάνεια και το συμφέρον του δικαιούχου,
Σε περίπτωση που το πρόσωπο υποστήριξης κριθεί τελικά ακατάλληλο, η Αρμόδια Αρχή μεριμνά για τον ορισμό νέου κατάλληλου προσώπου υποστήριξης ή άλλου κατάλληλου μηχανισμού υποστηριζόμενης λήψης αποφάσεων (όπως την υπηρεσία των Συμβούλων), χωρίς τη διακοπή της καταβολής των παροχών προς το δικαιούχο.
Η Αρμόδια Αρχή διασφαλίζει ότι ο δικαιούχος ενημερώνεται πλήρως, με προσβάσιμο και κατανοητό τρόπο, για τη διαδικασία, τα δικαιώματά του και τα αποτελέσματα οποιουδήποτε ελέγχου ή ορισμού προσώπου υποστήριξης.»
Αναφορικά με το άρθρο 14 «Ρύθμιση δικαιωμάτων άσκησης δικαιοπρακτικής ικανότητας δικαιούχων»
Το άρθρο 14 «ρύθμιση δικαιωμάτων άσκησης δικαιοπρακτικής ικανότητας δικαιούχων», δεν συνάδει με τη Σύμβαση και θα πρέπει να διαγραφεί για τους λόγους που αναλύονται στο υπόμνημα που υποβάλλει η ΚΥΣΟΑ στο αρμόδιο Υφυπουργείο
Η ΚΥΣΟΑ αντιπροτείνει όπως ενσωματωθεί ρητά ο όρος που να αναφέρει ότι κάθε ρύθμιση ασκείται μόνο με τη ρητή, ελεύθερη και ενήμερη συναίνεση του δικαιούχου.
Είναι ουσιαστικής σημασίας για το αναπηρικό κίνημα, να αναγνωριστεί ότι το υπό συζήτηση νομοσχέδιο δεν θα έρθει σε αντίθεση με τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία. (στο εξής «η Σύμβαση»).
Είναι θέμα αρχής και βασικός άξονας ο οποίος οφείλει να διέπει τη φιλοσοφία του νέου νόμου.
Σύμφωνα με το άρθρο 12 της Σύμβασης τα άτομα με αναπηρίες έχουν δικαίωμα να αποφασίζουν οι ίδιοι για πράγματα που τους αφορούν όπως το πού θα ζουν, πώς θα ξοδεύουν τα χρήματά τους, αν θα παντρευτούν, αν θα εργαστούν κ.λπ. Το Κράτος οφείλει και πρέπει να τους παρέχει υποστήριξη παρέχοντας τους πρόσβαση σε υπηρεσίες υποστήριξης στη λήψη αποφάσεων (όπως το πρόγραμμα Συμβούλων στην Υποστήριξη Λήψης Αποφάσεων το οποίο θα αρχίσει άμεσα να υλοποιείται από την ΚΥΣΟΑ), για να μπορούν να παίρνουν αποφάσεις και όχι να αποφασίζει άλλος στη θέση τους.
Η Σύμβαση απορρίπτει τα παλιά/παρωχημένα συστήματα αντικατάστασης στη λήψη αποφάσεων, όπως η δικαστική συμπαράσταση ή η κηδεμονία, όπου κάποιος άλλος αποφασίζει για το άτομο με αναπηρία. Αντί για αυτά, προωθεί την υποστηριζόμενη λήψη αποφάσεων (supported decision-making) που βασίζεται στο σεβασμό της βούλησης και των προτιμήσεων του ίδιου του ατόμου, επαναλαμβάνουμε, όπως μέσα από το πρόγραμμα των Συμβούλων στην Υποστήριξη Λήψης Αποφάσεων.
Η Σύμβαση καταγράφει τη Δικαιοπρακτική Ικανότητα ως ένα έμφυτο δικαίωμα που έχουν όλοι οι άνθρωποι ανεξάρτητα από τη νοητική τους ικανότητα. Η Σύμβαση δεν επιτρέπει τα δικαστήρια να παρεμβαίνουν ή να αποφασίζουν στην θέση ενός ατόμου με αναπηρία, ακόμα και ως έσχατη λύση. Ο ρόλος των δικαστηρίων είναι να διασφαλίζουν ότι το άτομο έχει την αναγκαία υποστήριξη, ώστε να μπορεί να λαμβάνει το ίδιο τις αποφάσεις που το αφορούν, με πλήρη σεβασμό της βούλησης και των προτιμήσεών του, δηλαδή δεν πρέπει να αποφασίζουν αντί του ατόμου, αλλά να εγγυώνται ότι το άτομο έχει όλα τα μέσα υποστήριξης που χρειάζεται για να αποφασίζει το ίδιο.
Σε πολλά κράτη συμπεριλαμβανομένης της Κύπρου και της Ελλάδας, η ισχύουσα νομοθεσία επιτρέπει στα δικαστήρια να κηρύξουν ένα άτομο “ανίκανο” πλήρως ή μερικώς, να λαμβάνει αποφάσεις για τον εαυτό του, όταν θεωρείται ότι έχει νοητική ή ψυχοκοινωνική αναπηρία. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το δικαστήριο:
«διορίζει επίτροπο ή κηδεμόνα, και αυτός ο τρίτος λαμβάνει αντί του ατόμου αποφάσεις για ιατρικά, οικονομικά, προσωπικά ή άλλα ζητήματα.»
Είναι η θέση της ΚΥΣΟΑ ότι η συγκεκριμένη πρόνοια παραβιάζει τη Σύμβαση. Είναι αδιαπραγμάτευτη θέση της ΚΥΣΟΑ ότι το Άρθρο 12 της Σύμβασης πρέπει να αποτελέσει βασική αρχή και θεμέλιο του νέου νόμου.
Πρέπει να γίνει κατηγοριοποίηση των ατόμων τα οποία μπορούν να εκφράσουν τη βούληση τους και αυτών που αφού έχουν εξαντληθεί όλα τα μέσα και οι εύλογες προσαρμογές για την υποστήριξη του δικαιούχου και ο δικαιούχος δεν είναι σε θέση να εκφράσει τη βούληση του. Μόνο τότε η αρμόδια αρχή να δύναται να προχωρήσει σε λήψη μέτρων.
Η διάταξη του άρθρου 14 ως είναι σήμερα αναφέρει ότι «Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των άρθρων 12 και 13 … η αρμόδια αρχή δύναται να ρυθμίζει με απόφαση της προς όφελος δικαιούχου παροχών … οποιαδήποτε τυχόν θέματα … στην άσκηση των δικαιωμάτων του που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο».
Η πρόνοια του άρθρου 14 του νομοσχεδίου «Ο περί Κοινωνικής Συμμετοχής, Συμπερίληψης και Ανεξάρτητης Διαβίωσης Ατόμων με Αναπηρίες Νόμος του 2025» — που επιτρέπει στην «αρμόδια αρχή» να ρυθμίζει «με απόφασή της προς όφελος του δικαιούχου» ζητήματα σχετικά με την άσκηση των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρίες — αγγίζει άμεσα το πεδίο της δικαιοπρακτικής ικανότητας (legal capacity).
1. Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες (CRPD) [Convention on the Rights of Persons with Disabilities]
Το άρθρο 12 CRPD («Ίση αναγνώριση ενώπιον του νόμου») καθιερώνει ότι τα άτομα με αναπηρίες έχουν πλήρη νομική ικανότητα «σε ίση βάση με τους άλλους σε όλους τους τομείς της ζωής».
Επιτρέπει υποστηριζόμενη λήψη αποφάσεων (supported decision-making), αλλά όχι αντικατάσταση της βούλησης του ατόμου από κρατική αρχή ή τρίτο πρόσωπο. Σύμφωνα με Gooding (2015) και Dhanda (2006), οποιαδήποτε ρύθμιση που επιτρέπει σε διοικητική αρχή να αποφασίζει «αντί του ατόμου» ή να καθορίζει το πώς θα ασκεί τα δικαιώματά του έρχεται σε αντίθεση με το άρθρο 12 της Σύμβασης.
2. Ευρωπαϊκό Κεκτημένο και Δίκαιο της ΕΕ
Το Δικαστήριο της ΕΕ έχει αναγνωρίσει ότι η CRPD αποτελεί μέρος του ενωσιακού δικαίου (άρθρο 216(2) ΣΛΕΕ), και δεσμεύει τα κράτη μέλη.
Το άρθρο 26 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ προστατεύει την ένταξη και αυτονομία των ατόμων με αναπηρία.
Ο Ferri (2022) εξηγεί ότι κάθε κρατική ρύθμιση πρέπει να διασφαλίζει ελεύθερη βούληση και αυτοδιάθεση, όχι διοικητική υποκατάσταση.
Ο Chamon (2020) σημειώνει ότι τα κράτη μέλη δεν μπορούν να υιοθετούν εθνικές διατάξεις που «υπονομεύουν την αυτονομία του ατόμου» με το πρόσχημα προστασίας.
3. Δικαιώματα γονέων, κηδεμόνων και οικογενειακής ζωής
Το άρθρο 23 CRPD («Σεβασμός της οικιακής και οικογενειακής ζωής») και το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ κατοχυρώνουν το δικαίωμα του ατόμου με αναπηρία να διατηρεί προσωπικές σχέσεις και να λαμβάνει αποφάσεις για τη ζωή του.
Ο Fiala-Butora (2024) εξηγεί ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου απορρίπτει ρυθμίσεις που επιτρέπουν κρατική “αντικατάσταση” της βούλησης του ατόμου, ακόμα κι αν είναι καλοπροαίρετες.
Πιθανή νομική σύγκρουση
Η συγκεκριμένη πρόνοια του άρθρου 14 φαίνεται ευάλωτη σε κριτική ως προς τη συμβατότητά της με:
Πηγή Δικαίου και Ενδεχόμενη σύγκρουση
– Άρθρο 12 CRPD—Δυνατότητα κρατικής αρχής να αποφασίζει «προς όφελος του δικαιούχου» ενδέχεται να παραβιάζει την αρχή της αυτοδιάθεσης και ίσης νομικής ικανότητας.
– Άρθρο 26 Χάρτη ΕΕ & Άρθρο 8 ΕΣΔΑ —- Μπορεί να θεωρηθεί περιορισμός της προσωπικής αυτονομίας και οικογενειακής ζωής χωρίς σαφή αναλογικότητα ή δικαστική εποπτεία.
– Δικαιώματα γονέων/κηδεμόνων —- Αν η αρχή μπορεί να παρακάμπτει την απόφαση κηδεμόνα, τίθεται ζήτημα σύγκρουσης αρμοδιοτήτων και δικαιοπρακτικής ευθύνης.
4. Περιεχόμενο του Γενικού Σχολίου Νο.1 (CRPD/C/GC/1, 19 Μαΐου 2014)
Η Επιτροπή καθιστά σαφές ότι:
i. Η νομική ικανότητα (legal capacity)
• Περιλαμβάνει τόσο τη δυνατότητα να έχει κανείς δικαιώματα, όσο και τη δυνατότητα να τα ασκεί (παρ. 12–13).
• Όλα τα άτομα, ανεξαρτήτως αναπηρίας, έχουν το ίδιο δικαίωμα να λαμβάνουν αποφάσεις για τη ζωή τους.
• Οποιαδήποτε μορφή αντικατάστασης στη λήψη αποφάσεων (substitute decision-making) παραβιάζει το άρθρο 12.
Παράδειγμα: «Αν μια κρατική αρχή ή κηδεμόνας λαμβάνει αποφάσεις “προς το συμφέρον” του ατόμου, χωρίς τη ρητή και παρούσα συναίνεσή του, αυτό αποτελεί παραβίαση της CRPD» (παρ. 22–23).
ii. Υποστηριζόμενη έναντι αντικατάστασης λήψης αποφάσεων
• Το Κράτος υποχρεούται να δημιουργήσει μηχανισμούς υποστηριζόμενης λήψης αποφάσεων (supported decision-making), όπου το άτομο λαμβάνει αποφάσεις με τη βοήθεια άλλων, όχι αντ’ αυτού (παρ. 17–20). Όπως η Υπηρεσία των Συμβούλων στην Υποστήριξη Λήψης Αποφάσεων.
• Η αρχή της βούλησης και προτίμησης (“will and preferences”) υπερισχύει του “καλού συμφέροντος” (“best interests”), που θεωρείται πατερναλιστική προσέγγιση.
Παράθεση (παρ. 21): «Η αντικατάσταση της βούλησης και προτίμησης του ατόμου από την κρίση τρίτων για το “καλύτερο συμφέρον” του δεν είναι συμβατή με το άρθρο 12.»
iii. Ρόλος διοικητικών και δικαστικών αρχών
• Οποιαδήποτε εξουσία κρατικής αρχής να “ρυθμίζει” ή να “αποφασίζει” ζητήματα δικαιωμάτων ενός ατόμου με αναπηρία πρέπει να περιορίζεται αυστηρά σε διαδικαστικό πλαίσιο, και όχι να αντικαθιστά τη βούληση του ατόμου (παρ. 25–26).
• Τα κράτη δεν μπορούν να διατηρούν ρυθμίσεις όπου μια “αρμόδια αρχή” ή “κηδεμόνας” ενεργεί “προς όφελος του δικαιούχου” χωρίς την άμεση και τεκμηριωμένη συγκατάθεσή του (παρ. 27–28).
iv. Εφαρμογή σε οικογενειακό και κοινωνικό πλαίσιο
• Η υποστήριξη πρέπει να είναι προσωποκεντρική και αναλογική με τις ανάγκες του ατόμου, όχι γενικευμένη ή θεσμική (παρ. 29–30).
• Η άρνηση παροχής υποστήριξης ή η αντικατάσταση της λήψης αποφάσεων μπορεί να θεωρηθεί διάκριση λόγω αναπηρίας (παρ. 42).
5. Εφαρμογή στο Άρθρο 14 του Κυπριακού Νομοσχεδίου
Η φράση: «Η αρμόδια αρχή δύναται να ρυθμίζει με απόφασή της προς όφελος δικαιούχου παροχών ή υπηρεσιών οποιαδήποτε τυχόν θέματα προκύπτουν σε σχέση με την άσκηση των δικαιωμάτων του…» φαίνεται να:
• Επιτρέπει αντικατάσταση της λήψης αποφάσεων (“substitute decision-making”) από κρατικό φορέα,
• δεν διασφαλίζει ρητά τη βούληση και προτίμηση του ατόμου,
• εισάγει πατερναλιστική ρύθμιση («προς όφελος του δικαιούχου»), που αντίκειται στο Γενικό Σχόλιο Νο. 1, παρ. 21–24.
Συνολική εκτίμηση
Ζήτημα — Θέση του Γενικού Σχολίου — Συμβατότητα του Άρθρου 14 του προσχεδίου νομοσχεδίου
– Αρχή της αυτοδιάθεσης —- Απόλυτη προστασία της βούλησης και προτίμησης του ατόμου (παρ. 20–22) —- Πιθανή παραβίαση λόγω παρεμβατικής εξουσίας αρχής
– Υποστήριξη στη λήψη αποφάσεων — Υποχρέωση ανάπτυξης μηχανισμών υποστήριξης, όχι αντικατάστασης (παρ. 17–18) —Δεν προβλέπεται ρητά, άρα μη συμμόρφωση
– Αποφυγή πατερναλισμού — Ο όρος “προς όφελος του δικαιούχου” θεωρείται ασύμβατος με το άρθρο 12 (παρ. 21) — Σύγκρουση με το πνεύμα της CRPD
– Δικαίωμα συμμετοχής και αυτονομίας — Πλήρης συμμετοχή σε όλες τις αποφάσεις (παρ. 28–29) — Περιορίζεται από τη δυνατότητα της αρχής να “ρυθμίζει”.
Συμπέρασμα:
Η διάταξη του άρθρου 14, όπως είναι διατυπωμένη, δεν ευθυγραμμίζεται με το Γενικό Σχόλιο Νο. 1 (2014) και το άρθρο 12 της CRPD, διότι:
• επιτρέπει διοικητική αντικατάσταση της βούλησης του ατόμου με αναπηρία,
• δεν κατοχυρώνει υποστηριζόμενη λήψη αποφάσεων,
• και παραβιάζει την αρχή ότι το άτομο είναι φορέας δικαιωμάτων και αποφάσεων σε ίση βάση με τους άλλους.
Η ΚΥΣΟΑ αντιπροτείνει όπως ενσωματωθεί ρητά όρος που να αναφέρει ότι κάθε ρύθμιση ασκείται μόνο με τη ρητή, ελεύθερη και ενήμερη συναίνεση του δικαιούχου, σύμφωνα με το άρθρο 12 CRPD και το Γενικό Σχόλιο Νο. 1(2014).
Προβληματικό το ότι η «ανεξάρτητη αξιολόγηση» γίνεται αποκλειστικά από το Τμήμα με μεθόδους που το ίδιο καθορίζει. Δεν υπάρχει συμμετοχή ανεξάρτητων φορέων ή οργανώσεων ΑμεΑ. Αυτό περιορίζει τη διαφάνεια και παραβιάζει το Άρθρο 4(3) της Σύμβασης (υποχρέωση συμμετοχής των οργανώσεων των ατόμων με αναπηρίες).
• Επικίνδυνη διάταξη: η αρμόδια αρχή μπορεί αυτεπάγγελτα να αποφασίσει αφαίρεση υπηρεσιών ή παροχών. Αυτό δημιουργεί ανασφάλεια δικαιωμάτων και συγκρούεται με το Άρθρο 28 της Σύμβασης (δικαίωμα σε επαρκές βιοτικό επίπεδο χωρίς αυθαίρετες περικοπές).
Άρθρο 10 – Υποβολή ένστασης
• Η διαδικασία ένστασης είναι αδύναμη, αφού η εξέταση γίνεται πάλι από την αρμόδια αρχή ή τον Υφυπουργό. Δεν προβλέπεται ανεξάρτητος μηχανισμός ελέγχου ενστάσεων
Άρθρο 12 – Να υπάρχει επιλογή μετά από έγκριση υπηρεσιών ανεξάρτητης διαβίωσης το ίδιο το άτομο να απευθύνεται προς την αρμόδια αρχή για χρήση υπηρεσιών που το ίδιο το άτομο επιλέγει και καταβολή του ποσού έγκρισης στο ίδιο το άτομο. Δεν συμφωνούμε με την ανάθεση των υπηρεσιών σε νομικά πρόσωπα. Η πρόσβαση των ατόμων με αναπηρίες σε υπηρεσίες πρέπει να είναι άμεση και απρόσκοπτη χωρίς να έρχεται απαραίτητα με αδειούχους πάροχους υπηρεσιών.
Αρ.13 δεν υπάρχει πρόνοια για λήψη αναδρομικών σε περίπτωση που το Τμήμα καθυστερήσει στην εξέταση των Αιτήσεων.
Άρθρο 14 – Ρύθμιση δικαιωμάτων άσκησης δικαιοπρακτικής ικανότητας
• Πρόκειται για μία από τις πιο ανησυχητικές διατάξεις. Δίνει στην αρμόδια αρχή εξουσία να ρυθμίζει «για το καλό του δικαιούχου» την άσκηση των δικαιωμάτων του, χωρίς δικαστική διαδικασία.
• Αυτό παραβιάζει ευθέως το Άρθρο 12 της Σύμβασης, που διασφαλίζει την ίση αναγνώριση ενώπιον του νόμου και προβλέπει υποστηριζόμενη λήψη αποφάσεων, όχι αντικατάσταση αποφάσεων από το κράτος.
• Η δικαιοπρακτική ικανότητα μπορεί να περιορίζεται μόνο με απόφαση δικαστηρίου, όχι με διοικητική απόφαση.
Ένας συγκεχυμένος νόμος που ζητά από γονείς ανήλικου να προβαίνουν σε αίτηση για πρόσβαση σε υπηρεσιών και παροχών δήθεν ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ διαβίωσης, ενώ απαγορεύεται δια νόμου ανήλικοι να διαβιώνουν μόνοι τους. Θα έπρεπε να υπάρχει ξεχωριστή πρόνοια για ανήλικους.
Ένας συγκεχυμένος νόμος που ζητά από γονείς ανήλικου να προβαίνουν σε αίτηση για πρόσβαση σε υπηρεσιών και παροχών δήθεν ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ διαβίωσης, ενώ απαγορεύεται δια νόμου ανήλικοι να διαβιώνουν μόνοι τους. Θα έπρεπε να υπάρχει ξεχωριστή πρόνοια για ανήλικους.
Παραβίαση του Αρ. 12 της Σύμβασης. Δίνονται ευρείες εξουσίες στο Τμήμα μονομερώς χωρίς διάταγμα Δικαστηρίου για να αποφασίζει για την δικαιοπρακτική ικανότητα των ατόμων. Οποιαδήποτε ρύθμιση που επιτρέπει σε διοικητικό όργανο να αποφασίζει για το άτομο χωρίς διάταγμα δικαστηρίου ουσιαστικά του στερεί την αναγνωρισμένη δικαιοπρακτική του ικανότητα.
Άρθρο 9 (1): Να εισαχθεί πρόνοια ότι η αρμόδια αρχή έχει π.χ. 3 μήνες για έκδοση της απόφαση της μετά που υποβληθούν όλα τα απαραίτητα στοιχεια – να υπαρχει χρονοδιάγραμμα για να μην υπαρχουν καθυστερήσεις
Αρ.13 δεν υπάρχει πρόνοια για λήψη αναδρομικών σε περίπτωση που το Τμήμα καθυστερήσει στην εξέταση των Αιτήσεων.
Άρθρο 7 – Υποβολή αίτησης
• Η δυνατότητα να καταθέτει αίτηση ο γονέας ή ο κηδεμόνας σε περίπτωση ανηλίκου ή ατόμου που αδυνατεί είναι αναγκαία.
• Χρειάζεται όμως σαφής πρόβλεψη ότι το άτομο με αναπηρία θα συμμετέχει όσο το δυνατόν περισσότερο στη διαδικασία, σύμφωνα με το Άρθρο 12 της Σύμβασης (ισότητα στην αναγνώριση ενώπιον του νόμου).
Άρθρο 8 – Αξιολόγηση και πιστοποίηση
• Θετικό ότι περιλαμβάνεται και αυτοαξιολόγηση, δηλαδή η φωνή του ίδιου του ατόμου. Αυτό είναι σύμφωνο με το Άρθρο 3 και 19 της Σύμβασης (σεβασμός για την αυτονομία και τις επιλογές).
• Προβληματικό όμως ότι η «ανεξάρτητη αξιολόγηση» γίνεται αποκλειστικά από το Τμήμα με μεθόδους που το ίδιο καθορίζει. Δεν υπάρχει συμμετοχή ανεξάρτητων φορέων ή οργανώσεων ΑμεΑ. Αυτό περιορίζει τη διαφάνεια και παραβιάζει το Άρθρο 4(3) της Σύμβασης (υποχρέωση συμμετοχής των οργανώσεων των ατόμων με αναπηρίες).
• Επικίνδυνη διάταξη: η αρμόδια αρχή μπορεί αυτεπάγγελτα να αποφασίσει αφαίρεση υπηρεσιών ή παροχών. Αυτό δημιουργεί ανασφάλεια δικαιωμάτων και συγκρούεται με το Άρθρο 28 της Σύμβασης (δικαίωμα σε επαρκές βιοτικό επίπεδο χωρίς αυθαίρετες περικοπές).
Άρθρο 9 – Έκδοση απόφασης
• Η πρόνοια για προσωρινές εγκρίσεις είναι θετική, γιατί καλύπτει επείγουσες ανάγκες.
• Όμως, πρέπει να διασφαλιστεί ότι η καθυστέρηση του Τμήματος δεν θα στερεί στον δικαιούχο παροχές αναδρομικά. Διαφορετικά, παραβιάζεται το Άρθρο 28 της Σύμβασης.
Άρθρο 10 – Υποβολή ένστασης
• Η διαδικασία ένστασης είναι αδύναμη, αφού η εξέταση γίνεται πάλι από την αρμόδια αρχή ή τον Υφυπουργό. Δεν προβλέπεται ανεξάρτητος μηχανισμός ελέγχου.
• Αυτό δεν συνάδει με το Άρθρο 13 της Σύμβασης (πρόσβαση στη δικαιοσύνη). Χρειάζεται πρόνοια για ανεξάρτητο σώμα ή δικαστικό έλεγχο.
Άρθρο 11 – Εθνικό Μητρώο Ατόμων με Αναπηρίες
• Η δημιουργία μητρώου μπορεί να βοηθήσει στον σχεδιασμό πολιτικών.
• Χρειάζονται όμως σαφείς εγγυήσεις ότι δεν θα γίνεται κατάχρηση ή αποκλεισμός μέσω του μητρώου. Αυτό απαιτείται από το Άρθρο 22 της Σύμβασης (προστασία προσωπικών δεδομένων).
Άρθρα 12–13 – Πρόσβαση σε υπηρεσίες και παροχές
• Θετική πρόνοια ότι ο δικαιούχος επιλέγει από κατάλογο παρόχων. Αυτό στηρίζει το δικαίωμα επιλογής (Άρθρο 19 CRPD).
• Όμως, η πληρωμή γίνεται απευθείας στον πάροχο και όχι στον ίδιο τον δικαιούχο. Αυτό περιορίζει την αυτονομία του ατόμου και δημιουργεί σχέση εξάρτησης από την αρμόδια αρχή. Συγκρούεται με το Άρθρο 19 της Σύμβασης.
• Στην περίπτωση που οι παροχές καταβάλλονται σε εκπρόσωπο (γονέα, κηδεμόνα), χρειάζεται αυστηρός μηχανισμός διαφάνειας ώστε να αποφεύγονται καταχρήσεις, αλλά και παράλληλα να διασφαλίζεται η συμμετοχή του ίδιου του δικαιούχου στη διαχείριση.
Άρθρο 14 – Ρύθμιση δικαιωμάτων άσκησης δικαιοπρακτικής ικανότητας
• Πρόκειται για μία από τις πιο ανησυχητικές διατάξεις. Δίνει στην αρμόδια αρχή εξουσία να ρυθμίζει «για το καλό του δικαιούχου» την άσκηση των δικαιωμάτων του, χωρίς δικαστική διαδικασία.
• Αυτό παραβιάζει ευθέως το Άρθρο 12 της Σύμβασης, που διασφαλίζει την ίση αναγνώριση ενώπιον του νόμου και προβλέπει υποστηριζόμενη λήψη αποφάσεων, όχι αντικατάσταση αποφάσεων από το κράτος.
• Η δικαιοπρακτική ικανότητα μπορεί να περιορίζεται μόνο με απόφαση δικαστηρίου, όχι με διοικητική απόφαση.