16 – Εκτίμηση Κινδύνων από κρίσιμες οντότητες
34. Με την επιφύλαξη της προθεσμίας που ορίζεται στην παράγραφο 17, η αρμόδια αρχή διασφαλίζει ότι οι κρίσιμες οντότητες διενεργούν εκτίμηση κινδύνων εντός εννέα μηνών από τη λήψη της ειδοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο 17 όποτε είναι απαραίτητο και στην συνέχεια τουλάχιστον ανά 4 έτη με βάση τις εκτιμήσεις κινδύνων των κρατών μελών και άλλες συναφείς πηγές πληροφοριών, ώστε να εκτιμηθούν όλοι οι συναφείς κίνδυνοι που θα μπορούσαν να διαταράξουν την παροχή των βασικών υπηρεσιών («εκτίμηση κινδύνου κρίσιμης οντότητας»).
35. Οι εκτιμήσεις κινδύνων των κρίσιμων οντοτήτων καλύπτουν όλους τους συναφείς φυσικούς και ανθρωπογενείς κινδύνους οι οποίοι θα μπορούσαν να προκαλέσουν περιστατικό, συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων διατομεακού ή διασυνοριακού χαρακτήρα, ατυχημάτων, φυσικών καταστροφών, καταστάσεων έκτακτης ανάγκης για τη δημόσια υγεία και των υβριδικών απειλών και άλλων ανταγωνιστικών απειλών συμπεριλαμβανομένων των εγκλημάτων τρομοκρατίας όπως προβλέπεται στην οδηγία (ΕΕ) 2017/541. Η εκτίμηση κινδύνου μιας κρίσιμης οντότητας θα πρέπει να λάβει υπόψη τον βαθμό στον οποίο άλλοι τομείς όπως ορίζονται στο παράρτημα, εξαρτώνται από τη βασική υπηρεσία που παρέχει η κρίσιμη οντότητα και τον βαθμό στον οποίο η εν λόγω κρίσιμη οντότητα εξαρτάται από βασικές υπηρεσίες που παρέχονται από άλλες οντότητες σε άλλους τέτοιους τομείς συμπεριλαμβανομένων κατά περίπτωση γειτονικών κρατών μελών και τρίτων χωρών. Όταν μια κρίσιμη οντότητα έχει διενεργήσει άλλες εκτιμήσεις κινδύνου ή έχει συντάξει έγγραφα σύμφωνα με υποχρεώσεις που προβλέπονται σε άλλες νομοθετικές πράξεις που σχετίζονται με την εκτίμηση κινδύνου της κρίσιμης οντότητάς τους, μπορεί να χρησιμοποιεί τις εν λόγω εκτιμήσεις και τα εν λόγω έγγραφα προκειμένου να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο. Κατά την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της, η αρμόδια αρχή μπορεί να δηλώσει ότι υφιστάμενη εκτίμηση κινδύνου που διενεργήθηκε από μια κρίσιμη οντότητα και περιλαμβάνει τους κινδύνους και την έκταση της εξάρτησης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου συμμορφώνεται εν μέρει ή εν όλο με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το παρόν κανονισμό.
Τέλος