30 – Υπολογισμός του συνολικού ετήσιου πραγματικού επιτοκίου
- (1) (α) Οι πιστωτές υπολογίζουν το συνολικό ετήσιο πραγματικό επιτόκιο σύμφωνα με τον μαθηματικό τύπο που παρατίθεται στο Μέρος Ι του Παραρτήματος ΙΙΙ.
(β) Το συνολικό ετήσιο πραγματικό επιτόκιο ισούται, σε ετήσια βάση, με την παρούσα αξία όλων των μελλοντικών ή τρεχουσών υποχρεώσεων (αναλήψεων, αποπληρωμών και επιβαρύνσεων) που συμφώνησαν ο πιστωτής και ο καταναλωτής.
(2) (α) Για σκοπούς υπολογισμού του συνολικού ετησίου πραγματικού επιτοκίου, οι πιστωτές προσδιορίζουν το συνολικό κόστος της πίστωσης για τον καταναλωτή, χωρίς να συνυπολογίζονται οιεσδήποτε καταβλητέες από τον καταναλωτή επιβαρύνσεις λόγω μη συμμόρφωσης με οποιαδήποτε από τις υποχρεώσεις του βάσει της σύμβασης πίστωσης και χωρίς να συνυπολογίζονται τα επιπλέον της τιμής αγοράς έξοδα που οφείλει να καταβάλει κατά την αγορά αγαθών ή υπηρεσιών, είτε αγοράζει με πίστωση είτε τοις μετρητοίς.
(β) Οι πιστωτές συμπεριλαμβάνουν στο συνολικό κόστος της πίστωσης για τον καταναλωτή, (i) τα έξοδα για την τήρηση λογαριασμού που καταγράφει τόσο τις καταβολές όσο και τις αναλήψεις, (ii) τα έξοδα για τη χρήση μέσου πληρωμής τόσο για τις καταβολές όσο και για τις αναλήψεις, καθώς και (iii) τα λοιπά έξοδα που σχετίζονται με τις καταβολές, εκτός αν το άνοιγμα του λογαριασμού είναι προαιρετικό και τα έξοδα του λογαριασμού έχουν προσδιοριστεί σαφώς και αυτοτελώς στη σύμβαση πίστωσης ή σε οποιαδήποτε άλλη σύμβαση που έχει συναφθεί με τον καταναλωτή.
(3) Οι πιστωτές υπολογίζουν το συνολικό ετήσιο πραγματικό επιτόκιο βάσει της παραδοχής ότι η σύμβαση πίστωσης θα παραμείνει σε ισχύ για ολόκληρη τη συμφωνημένη διάρκειά της και ότι ο πιστωτής και ο καταναλωτής θα εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους σύμφωνα με τους όρους και κατά τις ημερομηνίες που έχουν καθοριστεί στη σύμβαση πίστωσης.
(4) Στην περίπτωση συμβάσεων πίστωσης που περιέχουν ρήτρες οι οποίες επιτρέπουν διακυμάνσεις του χρεωστικού επιτοκίου ή διακυμάνσεις ορισμένων επιβαρύνσεων που περιλαμβάνονται στο συνολικό ετήσιο πραγματικό επιτόκιο το ύψος των οποίων δεν μπορεί να προσδιοριστεί επακριβώς κατά τον χρόνο του υπολογισμού, οι πιστωτές υπολογίζουν το συνολικό ετήσιο πραγματικό επιτόκιο βάσει της παραδοχής ότι το επιτόκιο και οι λοιπές επιβαρύνσεις θα παραμείνουν σταθερά σε σχέση με το αρχικό τους επίπεδο και θα παραμείνουν εφαρμοστέα έως τη λήξη της σύμβασης πίστωσης.
(5) Όταν είναι αναγκαίο, οι πιστωτές χρησιμοποιούν για τον υπολογισμό του συνολικού ετήσιου πραγματικού επιτοκίου τις πρόσθετες παραδοχές που καθορίζονται στο Μέρος II του Παραρτήματος III.
Τέλος