29 – Πρόωρη εξόφληση
28. (1) Ο καταναλωτής δύναται οποτεδήποτε να προβεί σε πρόωρη εξόφληση.
(2) Σε περίπτωση που ασκηθεί το προβλεπόμενο στο εδάφιο (1) δικαίωμα, ο καταναλωτής δικαιούται μείωση του συνολικού κόστους της πίστωσης για το εναπομένον διάστημα της σύμβασης. Κατά τον υπολογισμό της μείωσης αυτής, λαμβάνονται υπόψη όλα τα έξοδα που επιβάλλονται στον καταναλωτή από τον πιστωτή.
Νοείται ότι τα έξοδα που αναφέρονται στο εδάφιο (2) περιλαμβάνουν και τα έξοδα που δεν εξαρτώνται από τη διάρκεια της σύμβασης πίστωσης, συμπεριλαμβανομένων αυτών που έχουν απαντληθεί πλήρως κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης.
Νοείται περαιτέρω ότι, λαμβάνονται υπόψη τα τέλη που χρεώνει ο πιστωτής προς όφελος τρίτου, όχι όμως οι φόροι και τα τέλη που επιβάλλονται από τρίτους και καταβάλλονται απευθείας σε αυτούς.
(3) (α) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (4), σε περίπτωση πρόωρης εξόφλησης, ο πιστωτής δικαιούται εύλογη και αντικειμενικά δικαιολογημένη αποζημίωση για ενδεχόμενα έξοδα που συνδέονται άμεσα με την πρόωρη εξόφληση της πίστωσης, νοουμένου ότι η πρόωρη εξόφληση επέρχεται εντός χρονικού διαστήματος για το οποίο το χρεωστικό επιτόκιο είναι σταθερό.
(β) Σε περίπτωση που το χρονικό διάστημα μεταξύ της πρόωρης εξόφλησης και της συμφωνημένης ημερομηνίας κατά την οποία λήγει η σύμβαση πίστωσης υπερβαίνει το ένα (1) έτος, η αποζημίωση που αναφέρεται στην παράγραφο (α) δεν υπερβαίνει το ένα τοις εκατό (1%) του ποσού της πίστωσης που υπόκειται σε πρόωρη εξόφληση.
(γ) Σε περίπτωση που το χρονικό διάστημα μεταξύ της πρόωρης εξόφλησης και της συμφωνημένης ημερομηνίας κατά την οποία λήγει η σύμβαση πίστωσης δεν υπερβαίνει το ένα έτος, η αποζημίωση του πιστωτή δεν υπερβαίνει το 0,5% του ποσού της πίστωσης που υπόκειται σε πρόωρη εξόφληση.
(4) Ο πιστωτής δεν δικαιούται την αποζημίωση του εδαφίου (3), όταν πληρείται μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) η εξόφληση έχει πραγματοποιηθεί βάσει ασφαλιστικής σύμβασης προοριζόμενου να παρέχει εγγύηση εξόφλησης της πίστωσης·
β) η πίστωση χορηγείται με τη μορφή ορίου υπερανάληψης·
γ) η εξόφληση επέρχεται εντός χρονικού διαστήματος για το οποίο το χρεωστικό επιτόκιο δεν είναι σταθερό.
(5) (α) Παρά τις διατάξεις του εδαφίου (3), ο πιστωτής δύναται:
(i) να αξιώνει αποζημίωση μόνο όταν το ποσό της πρόωρης εξόφλησης δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) εντός οποιασδήποτε περιόδου δώδεκα (12) μηνών·
(ii) να αξιώνει, κατ’ εξαίρεση, μεγαλύτερη αποζημίωση, εάν μπορεί να αποδείξει ότι η ζημιά που υπέστη από την πρόωρη εξόφληση υπερβαίνει το ποσό που καθορίζεται στο εδάφιο (3).
(β) Σε περίπτωση που η αποζημίωση που αξιώνει ο πιστωτής υπερβαίνει τη ζημία που πράγματι υπέστη λόγω της πρόωρης εξόφλησης, ο καταναλωτής δικαιούται αντίστοιχη μείωση.
(γ) Για σκοπούς της παραγράφου (β), η ζημιά συνίσταται στη διαφορά μεταξύ του αρχικά συμφωνηθέντος χρεωστικού επιτοκίου και του επιτοκίου με το οποίο ο πιστωτής μπορεί να δανείσει στην αγορά το ποσό που υπόκειται σε πρόωρη εξόφληση κατά τον χρόνο της εν λόγω εξόφλησης, λαμβάνεται δε συναφώς υπόψη ο αντίκτυπος της πρόωρης εξόφλησης στα διοικητικά έξοδα.
(6) Η αποζημίωση που αναφέρεται στο εδάφιο (3) και στο στοιχείο ii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) δεν υπερβαίνει σε καμία περίπτωση το ποσό των τόκων που θα είχε καταβάλει ο καταναλωτής κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ της πρόωρης εξόφλησης και της συμφωνημένης ημερομηνίας λήξης της πιστωτικής σύμβασης.
Τέλος
Άρθρο 28(6) -Διαφωνούμε με τη διακριτική ευχέρεια για τους περιορισμούς στην πρόωρη αποπληρωμή