16 – Συμβουλευτικές υπηρεσίες
15. (1) Ο πιστωτής και, κατά περίπτωση, ο μεσίτης πιστώσεων οφείλουν να ενημερώνουν ρητώς τον καταναλωτή, στο πλαίσιο συγκεκριμένης συναλλαγής, για το αν παρέχονται ή μπορούν να παρασχεθούν συμβουλευτικές υπηρεσίες στον καταναλωτή.
(2) Ο πιστωτής και, κατά περίπτωση, ο μεσίτης πιστώσεων, πριν από την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών ή τη σύναψη σύμβασης για την παροχή τέτοιων υπηρεσιών, παρέχουν στον καταναλωτή τις ακόλουθες πληροφορίες εγγράφως ή επί άλλου σταθερού μέσου που επιλέγει ο καταναλωτής:
α) αναφορά τού αν η σύσταση θα βασίζεται μόνο στο δικό τους φάσμα προϊόντων ή σε ευρύ φάσμα προϊόντων από ολόκληρη την αγορά σύμφωνα με το στοιχείο γ) του εδαφίου (3)·
β) κατά περίπτωση, αναφορά του ποσού της αμοιβής που πρέπει να καταβάλει ο καταναλωτής για τις συμβουλευτικές υπηρεσίες ή, αν το ποσό της εν λόγω αμοιβής δεν μπορεί να καθοριστεί κατά τον χρόνο της παροχής των πληροφοριών, αναφορά του τρόπου υπολογισμού του.
Νοείται ότι οι πληροφορίες που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο του παρόντος εδαφίου μπορούν να παρέχονται στον καταναλωτή με τη μορφή πρόσθετων προσυμβατικών πληροφοριών, σύμφωνα με την παράγραφο (γ) του εδαφίου (8) του άρθρου 9.
(3) Όταν παρέχονται συμβουλευτικές υπηρεσίες σε καταναλωτές, οι πιστωτές και, κατά περίπτωση, οι μεσίτες πιστώσεων οφείλουν:
(α) να λαμβάνουν τις αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με την οικονομική κατάσταση, τις προτιμήσεις και τους στόχους του καταναλωτή που σχετίζονται με τη σύμβαση πίστωσης, προκειμένου ο πιστωτής ή ο μεσίτης πιστώσεων να προτείνει συμβάσεις πίστωσης κατάλληλες για τον καταναλωτή·
(β) να αξιολογούν την οικονομική κατάσταση και τις ανάγκες του καταναλωτή με βάση τις πληροφορίες που αναφέρονται στο στοιχείο α), οι οποίες είναι επίκαιρες κατά τον χρόνο της αξιολόγησης, λαμβάνοντας υπόψη εύλογες παραδοχές όσον αφορά τους κινδύνους για την οικονομική κατάσταση του καταναλωτή κατά τη διάρκεια της προτεινόμενης σύμβασης πίστωσης·
(γ) να λαμβάνουν υπόψη επαρκώς μεγάλο αριθμό συμβάσεων πίστωσης στο φάσμα προϊόντων τους και, στη βάση αυτή, να προτείνουν μία ή περισσότερες συμβάσεις πίστωσης από το εν λόγω φάσμα προϊόντων που να είναι κατάλληλες για τις ανάγκες, την οικονομική και την προσωπική κατάσταση του καταναλωτή·
(δ) να ενεργούν προς το συμφέρον του καταναλωτή· και
(ε) να παρέχουν στον καταναλωτή αρχείο με καταγεγραμμένες τις προτάσεις που του υπέβαλαν, εγγράφως ή επί άλλου σταθερού μέσου που επιλέγει ο καταναλωτής και προσδιορίζεται στη σύμβαση σχετικά με την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών.
4. Απαγορεύεται η χρήση των όρων «ανεξάρτητες συμβουλές» ή «ανεξάρτητος σύμβουλος» από πιστωτή και μεσίτη πιστώσεων που παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες, εκτός σε περίπτωση που:
(α) ο πιστωτής και, κατά περίπτωση, ο μεσίτης πιστώσεων λαμβάνει υπόψη επαρκώς μεγάλο αριθμό συμβάσεων πίστωσης που διατίθενται στην αγορά, και
(β) ο μεσίτης πιστώσεων δεν αμείβεται για τις εν λόγω συμβουλευτικές υπηρεσίες από έναν ή περισσότερους πιστωτές:
Νοείται ότι, οι διατάξεις της παραγράφου (β) εφαρμόζονται μόνο όταν ο αριθμός των πιστωτών που έχουν ληφθεί υπόψη είναι μικρότερος από την πλειονότητα της αγοράς.
5. Η Κεντρική Τράπεζα, κατόπιν διαβούλευσης με την Υπηρεσία, δύναται, εάν το κρίνει σκόπιμο, να επιβάλει αυστηρότερες απαιτήσεις για τη χρήση των όρων «ανεξάρτητες συμβουλές» ή «ανεξάρτητος σύμβουλος» από αυτές που προβλέπονται στο εδάφιο (4).
6. Οι πιστωτές και, κατά περίπτωση, οι μεσίτες πιστώσεων προειδοποιούν τον καταναλωτή όταν μια σύμβαση πίστωσης ενδέχεται να προκαλέσει συγκεκριμένο κίνδυνο για τον καταναλωτή λαμβανομένης υπόψη της οικονομικής κατάστασης του καταναλωτή.
7. Οι συμβουλευτικές υπηρεσίες παρέχονται μόνο από:
(α) πιστωτή,
(β) μεσίτη πιστώσεων, και
(γ) πρόσωπο που ασκεί το επάγγελμα του δικηγόρου, εγκεκριμένου λογιστή ή εγγεγραμμένου ελεγκτή, νοουμένου ότι πληροί μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
i. παρέχει τις συμβουλευτικές υπηρεσίες παρεμπιπτόντως στο πλαίσιο της επαγγελματικής του δραστηριότητας, η οποία ρυθμίζεται από νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις ή από κώδικα δεοντολογίας που δεν απαγορεύουν την παροχή των υπηρεσιών αυτών·
ii. παρέχει τις συμβουλευτικές υπηρεσίες στο πλαίσιο της διαχείρισης υπαρχουσών οφειλών από διαχειριστές αφερεγγυότητας και όταν η εν λόγω δραστηριότητα διαχείρισης ρυθμίζεται από νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις·
iii. παρέχει τις συμβουλευτικές υπηρεσίες στο πλαίσιο της διαχείρισης υπαρχουσών οφειλών από δημόσιους ή εθελοντές παρόχους συμβουλευτικών υπηρεσιών για χρέη όπως αναφέρονται στο άρθρο 35 που δεν λειτουργούν σε εμπορική βάση·
iv. είναι εξουσιοδοτημένο και εποπτευόμενο από αρμόδια αρχή.
Τέλος
Άρθρο 15(5)- Αντιλαμβανόμαστε ότι θα πρέπει να εκδοθούν σχετικές οδηγίες σε περίπτωση επιβολής αυστηρότερων απαιτήσεων.