04 – Ερμηνεία
3. (1) Για σκοπούς του παρόντος Νόμου, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια:
Αδειοδοτημένο Πιστωτικό Ίδρυμα” ή ”ΑΠΙ” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου·
«αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας» σημαίνει την αξιολόγηση της προοπτικής να εξοφληθούν οι δανειακές υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σύμβαση πίστωσης·
«αρμόδια αρχή» σημαίνει την αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας όπως ορίζεται από τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 40·
«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·
«διαφήμιση» σημαίνει κάθε ανακοίνωση που γίνεται στα πλαίσια εμπορικής, βιομηχανικής, βιοτεχνικής ή επαγγελματικής δραστηριότητας με στόχο την προώθηση της προμήθειας αγαθών ή υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένης της μεταβίβασης ή άλλης διάθεσης ακινήτων, δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων·
«δικαστήριο» σημαίνει δικαστήριο αρμόδιας δικαιοδοσίας·
«Έντυπο τυποποιημένων ευρωπαϊκών πληροφοριών καταναλωτικής πίστης» σημαίνει το τυποποιημένο δελτίο πληροφοριών που παρατίθεται στο Παράρτημα Ι”
«Έντυπο τυποποιημένων ευρωπαϊκών πληροφοριών καταναλωτικής πίστης προσφερόμενης από ορισμένους πιστωτικούς οργανισμούς» σημαίνει το τυποποιημένο δελτίο πληροφοριών που παρατίθεται στο Παράρτημα ΙΙ”
«επιγραμμική διεπαφή» σημαίνει κάθε λογισμικό, περιλαμβανομένου του δικτυακού τόπου, μέρους αυτού ή μιας εφαρμογής, το οποίο διαχειρίζεται πιστωτής ή μεσίτης πιστώσεων ή άλλος εξ ονόματος αυτών και χρησιμεύει για να δοθεί στους καταναλωτές πρόσβαση στα αγαθά ή τις υπηρεσίες τους·
“επιτόκιο υπερημερίας” σημαίνει το επιτόκιο που λογίζεται στο ποσό των δόσεων δανείου που είναι καθυστερημένες ή στο ποσό της υπέρβασης λογαριασμού υπεραναλήψεως ή στο ποσό υπέρβασης του ορίου της πιστωτικής κάρτας ή σε οποιοδήποτε ποσό καθυστέρησης ή υπέρβασης ορίου οποιασδήποτε άλλης μορφής σύμβασης πιστωτικής διευκόλυνσης ή στο καθυστερημένο οφειλόμενο ποσό πληρωμής της πιστωτικής κάρτας·
«Επιτροπή» σημαίνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή·
«Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς» σημαίνει την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου που διέπεται από τον περί της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου Νόμο·
«Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 2016/679» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων)»·
«Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012»∙
«Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 2016/1011» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016 σχετικά με τους δείκτες που χρησιμοποιούνται ως δείκτες αναφοράς σε χρηματοπιστωτικά μέσα και χρηματοπιστωτικές συμβάσεις ή για τη μέτρηση της απόδοσης επενδυτικών κεφαλαίων, και για την τροποποίηση των οδηγιών 2008/48/ΕΚ και 2014/17/ΕΕ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014»∙
«Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 2017/2394» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2394 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2017, σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών και με την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004»∙
«καταναλωτής» σημαίνει κάθε φυσικό πρόσωπο το οποίο ενεργεί για σκοπούς που δεν εμπίπτουν στο πλαίσιο της εμπορικής, επιχειρηματικής ή επαγγελματικής δραστηριότητάς του:
Νοείται ότι, σε περιπτώσεις συμβάσεων διττού σκοπού, όπου η σύμβαση συνάπτεται για σκοπούς κείμενους εν μέρει εντός και εν μέρει εκτός των εμπορικών δραστηριοτήτων, της επιχειρηματικής δραστηριότητας ή του επαγγέλματος του προσώπου και η δε εμπορική, επιχειρηματική ή επαγγελματική σκοπιμότητα είναι τόσο περιορισμένη, ώστε να μην έχει εξέχουσα θέση στο γενικό πλαίσιο της σύμβασης, το εν λόγω πρόσωπο θεωρείται καταναλωτής.
«κατάρτιση προφίλ» σημαίνει κατάρτιση προφίλ όπως ορίζεται στο άρθρο 4 σημείο 4 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679·
«Κεντρική Τράπεζα» σημαίνει την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου∙
«Κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συμβαλλόμενο μέρος της Συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο·
«Κώδικας συμπεριφοράς» σημαίνει τον Κώδικα Συμπεριφοράς για το Χειρισμό Δανειοληπτών που αντιμετωπίζουν Οικονομικές Δυσκολίες της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου·
«μεσίτης πιστώσεων» σημαίνει φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο δεν ενεργεί ως πιστωτής ή συμβολαιογράφος και δεν συστήνει απλώς, άμεσα ή έμμεσα, έναν καταναλωτή σε έναν πιστωτή και το οποίο, στο πλαίσιο της εμπορικής, επιχειρηματικής ή επαγγελματικής του δραστηριότητας, έναντι αμοιβής, η οποία μπορεί να είναι χρηματική ή να έχει οποιαδήποτε άλλη συμφωνημένη μορφή οικονομικού ανταλλάγματος:
α) προτείνει ή προσφέρει συμβάσεις πίστωσης σε καταναλωτές·
β) βοηθά τους καταναλωτές αναλαμβάνοντας προπαρασκευαστικές εργασίες ή άλλες προσυμβατικές διοικητικές διαδικασίες για τη σύναψη συμβάσεων πίστωσης πέραν των αναφερόμενων στο στοιχείο α)· ή
γ) συνάπτει συμβάσεις πίστωσης με καταναλωτές για λογαριασμό του πιστωτή·
«Οδηγία 2009/110/ΕΚ» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Οδηγία 2009/110/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Σεπτεμβρίου 2009 για την ανάληψη, άσκηση και προληπτική εποπτεία της δραστηριότητας ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος, την τροποποίηση των οδηγιών 2005/60/ΕΚ και 2006/48/ΕΚ και την κατάργηση της οδηγίας 2000/46/ΕΚ»·
«Οδηγία (ΕΕ) 2015/2366» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Οδηγία (ΕΕ) 2015/2366 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Νοεμβρίου 2015 σχετικά με υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά, την τροποποίηση των οδηγιών 2002/65/ΕΚ, 2009/110/ΕΚ και 2013/36/ΕΕ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 και την κατάργηση της οδηγίας 2007/64/ΕΚ»·
«Οδηγία (ΕΕ) 2023/2225» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Οδηγία (ΕΕ) 2023/2225 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 18ης Οκτωβρίου 2023 σχετικά με τις συμβάσεις πίστωσης για καταναλωτές και την κατάργηση της οδηγίας 2008/48/ΕΚ»·
«όριο υπερανάληψης» σημαίνει ρητή σύμβαση πίστωσης με την οποία πιστωτής καθιστά διαθέσιμα σε καταναλωτή κεφάλαια που υπερβαίνουν το τρέχον υπόλοιπο του τρέχοντος λογαριασμού του καταναλωτή·
«παράπονο» σημαίνει δήλωση, η οποία υποστηρίζεται από εύλογα αποδεικτικά στοιχεία, ότι πιστωτής ή/και μεσίτης πιστώσεων διέπραξε, διαπράττει ή ενδέχεται να διαπράξει παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου·
«πιστωτής» σημαίνει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που χορηγεί ή υπόσχεται να χορηγήσει πίστωση στο πλαίσιο της εμπορικής, επιχειρηματικής ή επαγγελματικής δραστηριότητάς του·
«πρακτική δέσμευσης» σημαίνει την προσφορά ή την πώληση σύμβασης πίστωσης σε δέσμη με άλλα ξεχωριστά χρηματοπιστωτικά προϊόντα ή υπηρεσίες, όταν η σύμβαση πίστωσης δεν διατίθεται χωριστά στον καταναλωτή·
«πρακτική ομαδοποίησης» σημαίνει την προσφορά ή την πώληση σύμβασης πίστωσης σε δέσμη με άλλα ξεχωριστά χρηματοπιστωτικά προϊόντα ή υπηρεσίες, όταν η σύμβαση πίστωσης διατίθεται και χωριστά στον καταναλωτή, αλλά όχι κατ’ ανάγκη με τους ίδιους όρους ή προϋποθέσεις όπως όταν προσφέρεται ομαδοποιημένη με τα εν λόγω άλλα προϊόντα ή υπηρεσίες·
«προσυμβατικές πληροφορίες» σημαίνει τις πληροφορίες που παρέχονται πριν ο καταναλωτής δεσμευθεί από σύμβαση ή προσφορά πίστωσης ή, κατά περίπτωση, από την υποβολή δεσμευτικής προσφοράς και τις οποίες χρειάζεται ο καταναλωτής προκειμένου να είναι σε θέση να συγκρίνει διαφορετικές προσφορές πίστωσης και να λάβει τεκμηριωμένη απόφαση σχετικά με το αν θα συνάψει τη σύμβαση πίστωσης·
«πρόωρη εξόφληση» σημαίνει την πλήρη ή μερική εκπλήρωση των υποχρεώσεων του καταναλωτή που απορρέουν από σύμβαση πίστωσης, πριν από την ημερομηνία που έχει συμφωνηθεί στη σύμβαση πίστωσης·
«σταθερό μέσο» σημαίνει κάθε μέσο που επιτρέπει στον καταναλωτή να αποθηκεύει πληροφορίες απευθυνόμενες προσωπικά σε αυτόν, κατά τρόπο προσπελάσιμο για μελλοντική αναδρομή επί χρονικό διάστημα επαρκές για τους σκοπούς που εξυπηρετούν οι πληροφορίες, και το οποίο επιτρέπει την ακριβή αναπαραγωγή των αποθηκευμένων πληροφοριών·
«σταθερό χρεωστικό επιτόκιο» σημαίνει το χρεωστικό επιτόκιο το οποίο ο πιστωτής και ο καταναλωτής συμφωνούν στη σύμβαση πίστωσης για ολόκληρη τη διάρκεια της σύμβασης πίστωσης, ή τα διάφορα χρεωστικά επιτόκια τα οποία ο πιστωτής και ο καταναλωτής συμφωνούν στη σύμβαση πίστωσης για τμηματικές περιόδους για τις οποίες τα χρεωστικά επιτόκια καθορίζονται αποκλειστικά από συγκεκριμένο σταθερό ποσοστό· εάν η σύμβαση πίστωσης δεν ορίζει όλα τα χρεωστικά επιτόκια, το χρεωστικό επιτόκιο θεωρείται σταθερό μόνο για τις τμηματικές περιόδους για τις οποίες τα χρεωστικά επιτόκια καθορίζονται αποκλειστικά από συγκεκριμένο σταθερό ποσοστό που συμφωνήθηκε κατά τη σύναψη της σύμβασης πίστωσης·
«σύμβαση πίστωσης» σημαίνει σύμβαση δυνάμει της οποίας πιστωτής χορηγεί ή υπόσχεται να χορηγήσει σε καταναλωτή πίστωση υπό μορφή προθεσμιακής πληρωμής, δανείου ή οποιασδήποτε άλλης παρόμοιας χρηματοδοτικής διευκόλυνσης, με εξαίρεση τις συμβάσεις που συνάπτονται για την παροχή υπηρεσιών σε συνεχή βάση ή για την προμήθεια αγαθών του ίδιου είδους, σύμφωνα με τις οποίες ο καταναλωτής καταβάλλει με δόσεις το τίμημα για τις εν λόγω υπηρεσίες ή αγαθά κατά τη διάρκεια της παροχής τους·
«συμβουλευτικές υπηρεσίες» σημαίνει προσωπικές συστάσεις προς καταναλωτή σε σχέση με μία ή περισσότερες συναλλαγές που σχετίζονται με συμβάσεις πίστωσης και που συνιστούν χωριστή δραστηριότητα από τη χορήγηση της πίστωσης και από τις δραστηριότητες μεσιτείας πιστώσεων, όπως ορίζονται στον ορισμό του «μεσίτη πιστώσεων» πιο πάνω·
«συμβουλευτικές υπηρεσίες για χρέη» σημαίνει εξατομικευμένη βοήθεια τεχνικής, νομικής ή ψυχολογικής φύσης που παρέχεται από ανεξάρτητους επαγγελματίες οι οποίοι δεν είναι, ιδίως, πιστωτές ή μεσίτες πιστώσεων, όπως ορίζονται στον παρόντα Νόμο, ή αγοραστές πιστώσεων ή διαχειριστές πιστώσεων, όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημεία 6 και 8 της οδηγίας (ΕΕ) 2021/2167 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, προς όφελος καταναλωτών που αντιμετωπίζουν ή ενδέχεται να αντιμετωπίσουν δυσκολίες στην εκπλήρωση των οικονομικών τους υποχρεώσεων·
«συμπληρωματική υπηρεσία» σημαίνει υπηρεσία που προσφέρεται στον καταναλωτή σε συνδυασμό με τη σύμβαση πίστωσης·
«συνδεδεμένη σύμβαση πίστωσης» σημαίνει σύμβαση πίστωσης στην οποία:
α) η οικεία πίστωση ή οι οικείες υπηρεσίες εξυπηρετούν αποκλειστικά τη χρηματοδότηση σύμβασης που αφορά την προμήθεια συγκεκριμένων αγαθών ή την παροχή συγκεκριμένης υπηρεσίας· και
β) οι δύο αυτές συμβάσεις συνιστούν αντικειμενικά μία οικονομική ενότητα· θεωρείται ότι υπάρχει οικονομική ενότητα όταν ο προμηθευτής αγαθών ή ο πάροχος υπηρεσιών χρηματοδοτεί ο ίδιος την πίστωση του καταναλωτή, ή, αν η πίστωση χρηματοδοτείται από τρίτον, όταν ο πιστωτής χρησιμοποιεί τις υπηρεσίες του προμηθευτή αγαθών ή του παρόχου υπηρεσιών για την εμπορία, τη σύναψη ή την προετοιμασία της σύμβασης πίστωσης, ή όταν τα συγκεκριμένα αγαθά ή η παροχή συγκεκριμένης υπηρεσίας καθορίζονται ρητώς στη σύμβαση πίστωσης ·
«συνολικό ετήσιο πραγματικό επιτόκιο» ή «ΣΕΠΕ» σημαίνει το συνολικό κόστος της πίστωσης για τον καταναλωτή, εκφραζόμενο ως ετήσιο ποσοστό του συνολικού ποσού της πίστωσης και υπολογιζόμενο όπως ορίζεται στο άρθρο 30·
«συνολικό κόστος της πίστωσης για τον καταναλωτή» σημαίνει το σύνολο των εξόδων, συμπεριλαμβανομένων των τόκων, των προμηθειών, των φόρων και των κάθε άλλου είδους αμοιβών, που καλείται να πληρώσει ο καταναλωτής σε σχέση με τη σύμβαση πίστωσης και τις οποίες γνωρίζει ο πιστωτής, πλην των συμβολαιογραφικών εξόδων· τα έξοδα που σχετίζονται με συμπληρωματικές υπηρεσίες σχετικές με τη σύμβαση πίστωσης, ιδίως τα ασφάλιστρα, περιλαμβάνονται επίσης στο συνολικό κόστος της πίστωσης για τον καταναλωτή όταν, επιπροσθέτως, η σύναψη σύμβασης για τις εν λόγω συμπληρωματικές υπηρεσίες είναι υποχρεωτική προκειμένου η πίστωση να εγκριθεί ή να χορηγηθεί υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που διαφημίζονται·
«συνολικό πληρωτέο από τον καταναλωτή ποσό» σημαίνει το άθροισμα του συνολικού ποσού της πίστωσης και του συνολικού κόστους της πίστωσης για τον καταναλωτή·
«συνολικό ποσό της πίστωσης» σημαίνει το ανώτατο όριο ή το σύνολο των ποσών που καθίστανται διαθέσιμα βάσει σύμβασης πίστωσης·
«Σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής» σημαίνει τη Σύσταση της Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων·
«υπέρβαση» σημαίνει σιωπηρά αποδεκτή υπερανάληψη στο πλαίσιο της οποίας πιστωτής καθιστά διαθέσιμα σε καταναλωτή κεφάλαια που υπερβαίνουν το τρέχον υπόλοιπο του τρέχοντος λογαριασμού του καταναλωτή ή το συμφωνημένο όριο υπερανάληψης·
«Υπηρεσία» σημαίνει την Υπηρεσία Προστασίας Καταναλωτή του Υπουργείου Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας, η οποία ενεργεί διά του Διευθυντή της και οποιουδήποτε λειτουργού γραπτώς εξουσιοδοτημένου από το Διευθυντή για να ενεργεί εκ μέρους αυτού·
«υπηρεσία συμμετοχικής χρηματοδότησης» σημαίνει τη σύζευξη των ενδιαφερόντων επενδυτών και κυρίων του έργου για τη χρηματοδότηση επιχείρησης μέσω της χρήσης πλατφόρμας συμμετοχικής χρηματοδότησης και η οποία περιλαμβάνει μία από τις εξής δραστηριότητες:
i) τη διευκόλυνση της χορήγησης δανείων·
ii) ii) την τοποθέτηση χωρίς δέσμευση ανάληψης, όπως αναφέρεται στο παράρτημα I, τμήμα Α σημείο 7 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, κινητών αξιών και εισηγμένων μέσων για σκοπούς συμμετοχικής χρηματοδότησης που εκδίδει ο κύριος του έργου ή εταιρεία ειδικού σκοπού και τη λήψη και διαβίβαση εντολών πελατών, όπως αναφέρεται στο σημείο 1 του εν λόγω τμήματος, σε σχέση με τις εν λόγω κινητές αξίες και τα εισηγμένα μέσα για σκοπούς συμμετοχικής χρηματοδότησης·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας·
«χρεωστικό επιτόκιο» σημαίνει το επιτόκιο, εκφραζόμενο ως σταθερό ή κυμαινόμενο ποσοστό, το οποίο εφαρμόζεται σε ετήσια βάση στο ποσό της πίστωσης που έχει αναληφθεί·
(2) Στον παρόντα Νόμο και στις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες οδηγίες, οποιαδήποτε αναφορά σε νομοθετική πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως Οδηγία, Κανονισμό ή Απόφαση, σημαίνει την εν λόγω πράξη όπως εκάστοτε διορθώνεται, τροποποιείται ή αντικαθίσταται, εκτός αν από το κείμενο του παρόντος Νόμου ή από τις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες οδηγίες προκύπτει διαφορετική έννοια.
(3) Στον παρόντα Νόμο και στις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες οδηγίες, οποιαδήποτε αναφορά σε νόμο ή κανονιστική διοικητική πράξη της Δημοκρατίας, σημαίνει τον εν λόγω νόμο ή την εν λόγω κανονιστική διοικητική πράξη όπως εκάστοτε διορθώνεται, τροποποιείται ή αντικαθίσταται, εκτός αν από το κείμενο του παρόντος Νόμου ή από τις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες οδηγίες προκύπτει διαφορετική έννοια.
Τέλος
Για σκοπούς πληρότητας του Νόμου, εισηγούμαστε να προστεθεί ορισμός για το «Ίδρυμα Πληρωμών» εκτός από τα ΑΠΙ.
Επίσης, στον ορισμό του ΑΠΙ να προστεθεί και το «Πιστωτικό Ίδρυμα» εφόσον σε όλο το νομοσχέδιο οι αναφορές είναι σε «Πιστωτικό Ίδρυμα».