105 – Απαράδεκτες αιτήσεις.
105.- (1) Με την επιφύλαξη της Σύμβασης, ο Προϊστάμενος με απόφασή του, απορρίπτει αίτηση διεθνούς προστασίας ως απαράδεκτη, εάν συντρέχει κάποιος από τους ακόλουθους λόγους:
(α) άλλο κράτος μέλος έχει χορηγήσει στον αιτητή καθεστώς διεθνούς προστασίας,
(β) μία χώρα που δεν είναι κράτος μέλος, θεωρείται ως πρώτη χώρα ασύλου για τον αιτητή, σύμφωνα με το άρθρο 106 εκτός αν είναι σαφές ότι ο αιτητής δεν θα τύχει εισδοχής η επανεισδοχής στην εν λόγω χώρα,
(γ) μία χώρα που δεν είναι κράτος μέλος, θεωρείται ως ασφαλής τρίτη χώρα για τον αιτητή, σύμφωνα με το άρθρο 107 εκτός αν είναι σαφές ότι ο αιτητής δεν θα τύχει εισδοχής η επανεισδοχής στην εν λόγω χώρα,
(δ) η αίτηση αποτελεί μεταγενέστερη αίτηση του αιτητή και η προκαταρκτική εξέταση, σύμφωνα με το εδάφιο (3) του άρθρου 110, δεν κατέδειξε την ύπαρξη νέων ουσιωδών στοιχείων για να χαρακτηριστεί ο αιτητής ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας,
(ε) διεθνές ποινικό δικαστήριο έχει παράσχει ασφαλή μετεγκατάσταση για τον αιτητή σε κράτος μέλος ή τρίτη χώρα, ή αναλαμβάνει ανεπιφύλακτα μέτρα για τον σκοπό αυτό, εκτός εάν έχουν προκύψει νέες σχετικές περιστάσεις οι οποίες δεν έχουν ληφθεί υπόψη από το δικαστήριο ή σε περίπτωση που δεν υπήρχε νομική δυνατότητα να προβληθούν περιστάσεις σχετικές με τα διεθνώς αναγνωρισμένα πρότυπα για τα ανθρώπινα δικαιώματα ενώπιον του εν λόγω διεθνούς ποινικού δικαστηρίου,
(στ) για τον συγκεκριμένο αιτητή έχει εκδοθεί απόφαση επιστροφής και αυτός υπέβαλε την αίτησή του μόνο μετά από επτά εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία κατά την οποία ο αιτητής έλαβε την απόφαση επιστροφής, υπό την προϋπόθεση ότι είχε ενημερωθεί για τις συνέπειες της μη υποβολής αίτησης εντός της εν λόγω προθεσμίας και ότι δεν προέκυψαν νέα συναφή στοιχεία μετά τη λήξη της εν λόγω περιόδου.
(2) Η εξέταση για να καθοριστεί εάν μια αίτηση είναι απαράδεκτη σύμφωνα με το παρόν άρθρο εδάφιο (1) παραγράφους (α) εώς (στ), ολοκληρώνεται το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο έως δύο (2) μήνες από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης.
Στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο (στ) η Υπηρεσία Ασύλου ολοκληρώνει την εξέταση εντός δέκα εργάσιμων ημερών.
Νοείται ότι, η αίτηση δεν θεωρείται παραδεκτή με μοναδικό κριτήριο το γεγονός ότι δεν έχει ληφθεί απόφαση επί του απαραδέκτου εντός των προθεσμιών που ορίζονται στο παρόν εδάφιο.
(3) Ο Προϊστάμενος δύναται να παρατείνει την προθεσμία των δύο μηνών που προβλέπεται στο εδάφιο (2) το πολύ κατά δύο (2) μήνες, εφόσον:
(α) δυσαναλογα μεγάλος αριθμός υπηκόων τρίτων χωρών ή ανιθαγενών υποβάλλει εντός της ίδιας χρονικής περιόδου αίτηση διεθνούς προστασίας, καθιστώντας πρακτικώς αδύνατη την ολοκλήρωση της διαδικασίας περί παραδεκτού εντός των καθορισμένων προθεσμιών·
(β) ανακύπτουν περίπλοκα πραγματικά ή νομικά ζητήματα
(γ) η καθυστέρηση μπορεί να αποδοθεί ξεκάθαρα και αποκλειστικά στη μη συμμόρφωση του αιτητή με τις υποχρεώσεις του δυνάμει του άρθρου 96.
(4) (α) Με την επιφύλαξη του άρθρου 110, Πριν από τη λήψη απόφασης σχετικά με το μη παραδεκτό αίτησης σύμφωνα με το παρόν άρθρο, δίνεται στον αιτητή δυνατότητα προσωπικής συνέντευξης επί του παραδεκτού.
Στο πλαίσιο της συνέντευξης επί του παραδεκτού, δίνεται στον αιτητή η δυνατότητα να παράσχει εξηγήσεις σχετικά με το γιατί οι λόγοι απόρριψης της αίτησης ως απαράδεκτης, όπως προβλέπονται στο εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου, δεν ισχύουν για την περίπτωσή του.
Τέλος