062 – Απασχόληση.
62.-(1) Ο αιτητής, μετά την πάροδο έξι (6) μηνών από την ημερομηνία καταχώρισης της αίτησης διεθνούς προστασίας σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, εφόσον δεν έχει εκδοθεί πρωτοδίκως απόφαση επί της αίτησης από τον Προϊστάμενο και η καθυστέρηση δεν μπορεί να αποδοθεί στον αιτήτη, έχει δικαίωμα ουσιαστικής πρόσβασης στην αγορά εργασίας:
Νοείται ότι, το Υπουργικό Συμβούλιο, με απόφασή του η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, δύναται να ορίσει ότι η εν λόγω χρονική περίοδος λήγει σε διάστημα συντομότερο των έξι (6) μηνών από την ημερομηνία καταχώρισης της αίτησης.
Νοείται περαιτέρω ότι, όταν η αίτηση εξετάζεται με την ταχύρρυθμη διαδικασία σύμφωνα με το άρθρο 104, δεν παρέχεται δικαίωμα πρόσβασης στην αγορά εργασίας, ή εάν έχει ήδη παρασχεθεί, ανακαλείται.
(2)(α) Ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, με διάταγμά του το οποίο –
(i) εκδίδει μετά από διαβούλευση με τον Υφυπουργό,
(ii) που συνιστά κανονιστική διοικητική πράξη, και
(iii) που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας,
δύναται να θέτει όρους και προϋποθέσεις στο προβλεπόμενο στο εδάφιο (1) δικαίωμα για λόγους σχετικούς με πολιτικές που αφορούν στην αγορά εργασίας.
(3) Οι αιτητές που έχουν πρόσβαση στην αγορά εργασίας σύμφωνα με το εδάφιο (1) απολαύουν ίσης μεταχείρισης με τους υπηκόους της Δημοκρατίας όσον αφορά:
(α) τους όρους απασχόλησης, την ελάχιστη ηλικία εργασίας και τις συνθήκες εργασίας, συμπεριλαμβανομένων της αμοιβής και της απόλυσης, των ωρών εργασίας, της άδειας και των διακοπών, καθώς και τις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας στον χώρο εργασίας·
(β) την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι, της προσχώρησης και συμμετοχής σε οργάνωση εργαζομένων ή εργοδοτών ή σε οποιαδήποτε οργάνωση τα μέλη της οποίας ασκούν συγκεκριμένο επάγγελμα, συμπεριλαμβανομένων των πλεονεκτημάτων που παρέχονται από τις οργανώσεις αυτές, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 21 του Συντάγματος ·
Νοείται ότι, αιτητές εξαιρούνται από τη συμμετοχή στη διοίκηση φορέων δημόσιου δικαίου και από την άσκηση λειτουργήματος δημόσιου δικαίου.
(γ) την εκπαίδευση και επαγγελματική κατάρτιση, συμπεριλαμβανομένων των μαθημάτων κατάρτισης για τη βελτίωση των δεξιοτήτων, της πρακτικής εμπειρίας στον χώρο εργασίας και των υπηρεσιών επαγγελματικού προσανατολισμού·
Νοείται ότι, αιτητές δεν έχουν δικαίωμα σε:
(i) επιδοτήσεις και δάνεια σχετικά με την εκπαίδευση και την επαγγελματική κατάρτιση και την καταβολή διδάκτρων σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο όσον αφορά την πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση· και
(ii) εκπαίδευση και επαγγελματική κατάρτιση που δεν παρέχονται στο πλαίσιο υφιστάμενης σύμβασης εργασίας
(δ) την αναγνώριση των διπλωμάτων, πιστοποιητικών και λοιπών αποδεικτικών επίσημων τίτλων στο πλαίσιο των υφιστάμενων διαδικασιών αναγνώρισης αλλοδαπών τίτλων σπουδών· και
(ε) την πρόσβαση σε κατάλληλα συστήματα για την αξιολόγηση, επικύρωση και αναγνώριση των αποτελεσμάτων της προηγούμενης μάθησης και της πείρας των αιτούντων.
Νοείται ότι, για τις περιπτώσεις των παραγράφων (δ) και (ε) ο αιτητής δεν απολαύει ίση μεταχείριση με τους υπηκόους της Δημοκρατίας για τουλάχιστον τρεις (3) μήνες από την ημερομηνία καταχώρισης της αίτησης παροχής διεθνούς προστασίας.
(4) Το δικαίωμα ίσης μεταχείρισης του εδαφίου (3) δεν συνεπάγεται δικαίωμα διαμονής στις περιπτώσεις όπου ο αιτητής δεν έχει δικαίωμα παραμονής σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο.
(5) Ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, με διάταγμά του το οποίο –
(i) εκδίδει μετά από διαβούλευση με τον Υφυπουργό,
(ii) που συνιστά κανονιστική διοικητική πράξη, και
(iii) που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας,
δύναται να προβλέπει όρους και προϋποθέσεις που να διασφαλίζουν την προτεραιότητα πρόσβασης των ακόλουθων προσώπων στην αγορά εργασίας, έναντι των αιτητών:
(i) των υπηκόων της Δημοκρατίας
(ii) Των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
(iii) των υπηκόων τρίτων χωρών ή ανιθαγενών που διαμένουν νόμιμα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές.
(6) Οι εργοδότες που απασχολούν αιτητές υποχρεούνται να ενημερώνουν το Πληροφοριακό Σύστημα «ΕΡΓΑΝΗ» του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων με βάση το οποίο, ο κάθε εργοδότης οφείλει να τηρεί μητρώο προσλήψεων, στο οποίο θα πρέπει να καταχωρεί, κατά σειρά ημερομηνίας πρόσληψης, προσωπικά στοιχεία για κάθε μισθωτό (αύξοντα αριθμό, ονοματεπώνυμο, Αριθμό Δελτίου Ταυτότητας, Αριθμό Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ημερομηνία πρόσληψης και ημερομηνία έναρξης της απασχόλησης).
(7) Το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ενημερώνει την Υπηρεσία Ασύλου και τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερία για κάθε νέα καταχώριση εργοδότησης στο σύστημα «ΕΡΓΑΝΗ». Ο αιτητής οφείλει να ενημερώνει την Υπηρεσία Ασύλου για κάθε έναρξη επαγγέλματος ή για κάθε σύμβαση εξαρτημένης εργασίας που συνάπτει, για σκοπούς διαχείρισης από την Υπηρεσία Ασύλου (ή τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας) των υλικών συνθηκών διαβίωσης και λήψης σχετικής απόφασης. Η Υπηρεσία Ασύλου δύναται να ανταλλάσσει στοιχεία με το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερία για την εργοδότηση και το καθεστώς αιτητών και γενικά για την πορεία της αίτησης διεθνούς προστασίας.
(8) Το προβλεπόμενο στο εδάφιο (1) δικαίωμα πρόσβασης στην αγορά εργασίας:
(α) Δεν επηρεάζεται από την καταχώριση, δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, προσφυγής κατά αρνητικής απόφασης του Προϊσταμένου, η οποία προσφυγή έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα και όπου ο αιτητής έχει δικαίωμα παραμονής στην Δημοκρατία·
(β) τερματίζεται –
(i) με την άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας για άσκηση προσφυγής δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, κατά αρνητικής απόφασης του Προϊσταμένου, ή
(ii) με την κοινοποίηση στον αιτητή απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου η οποία απορρίπτει τυχόν προσφυγή του δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος κατά αρνητικής απόφασης του Προϊσταμένου.
(9)(α) Διαπράττει ποινικό αδίκημα αιτητής που απασχολείται κατά παράβαση του παρόντος άρθρου ή/και διατάγματος που εκδίδεται δυνάμει του παρόντος άρθρου και υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες ευρώ (€2.000) ή σε αμφότερες τις ποινές.
(β) Διαπράττει ποινικό αδίκημα εργοδότης που απασχολεί αιτητή κατά παράβαση του παρόντος άρθρου ή/και διατάγματος που εκδίδεται δυνάμει του παρόντος άρθρου και υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις είκοσι χιλιάδες ευρώ (€20.000) ή σε αμφότερες τις ποινές.
(10) Σε περίπτωση παράβασης του παρόντος άρθρου ή/και διατάγματος που εκδίδεται δυνάμει του παρόντος άρθρου, ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Επιθεωρήσεων του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων δύναται να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο ή/και άλλες διοικητικές κυρώσεις στον εργοδότη του αιτητή ως ακολούθως:
(α) σε περίπτωση πρώτης παράβασης, διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τα χίλια πεντακόσια ευρώ (€1.500) και στέρηση του δικαιώματος απασχόλησης αιτητή στον εργοδότη για διάστημα που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες·
(β) σε περίπτωση δεύτερης παράβασης, διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες ευρώ (€3.000) και στέρηση του δικαιώματος απασχόλησης αιτητή στον εργοδότη για διάστημα που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες·
(γ) σε περίπτωση οποιασδήποτε μεταγενέστερης παράβασης, διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες ευρώ (€3.000) επί του αριθμού των παραβάσεων και μόνιμη στέρηση του δικαιώματος απασχόλησης αιτητή στον εργοδότη.
(11) Προτού επιβάλει διοικητικό πρόστιμο ή/και άλλες διοικητικές κυρώσεις δυνάμει του εδαφίου (8), ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Επιθεωρήσεων του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ειδοποιεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο για την πρόθεσή του να επιβάλει το διοικητικό πρόστιμο ή/και τις άλλες διοικητικές κυρώσεις, ενημερώνοντάς το για τους λόγους για τους οποίους προτίθεται να ενεργήσει τοιουτοτρόπως και παρέχοντας σε αυτό το δικαίωμα υποβολής παραστάσεων εντός προθεσμίας δεκαπέντε ημερών από την ημερομηνία ειδοποίησης.
(12) Σε περίπτωση άρνησης ή παράλειψης πληρωμής διοικητικού προστίμου το οποίο επιβλήθηκε δυνάμει του εδαφίου (8), ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Επιθεωρήσεων του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων δύναται να λάβει δικαστικά μέτρα με σκοπό την είσπραξη του οφειλόμενου ποσού ως αστικού χρέους οφειλόμενου στη Δημοκρατία.
Τέλος