093 – Αιτήσεις ασυνόδευτων ανηλίκων.
93.- (1) Ασυνόδευτος ανήλικος έχει δικαίωμα να υποβάλει και να καταθέσει αίτηση αυτοπροσώπως σύμφωνα με το άρθρο 83. Οι αρμόδιες αρχές, όταν υποβάλλεται αίτηση από ασυνόδευτο ανήλικο, ενεργούν σύμφωνα με το άρθρο 77.
(2) Ο Διευθυντής Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, δύναται να υποβάλλει και να καταθέτει αίτηση εξ’ ονόματος ασυνόδευτου ανηλίκου ενεργώντας ώς εκπρόσωπος του μέσω λειτουργού των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, εφόσον δεν είναι νομικά ικανός να συμμετέχει στις διαδικασίες σύμφωνα με το κυπριακό δίκαιο.
Νοείται ότι, σε περίπτωση που κατατίθεται τέτοια αίτηση απαιτείται η παρουσία του ασυνόδευτου ανηλίκου εκτός εάν αυτό είναι αδύνατο για λόγους ανωτέρας βίας που βεβαιώνονται σε σχετικό έγγραφο αρμόδιας αρχής.
(3) Τα εδάφια (1) και (2) εφαρμόζονται χωρίς να θίγεται το δικαίωμα ασυνόδευτου ανηλίκου σε νομική καθοδήγηση και σε νομική συνδρομή και εκπροσώπηση σύμφωνα με το άρθρο 90 του παρόντος Νόμου.
(4) Ο εκπρόσωπος ή ο νομικός σύμβουλος του ασυνόδευτου ανηλίκου, κατά περίπτωση, συνδράμει στην προετοιμασία της προσωπικής συνέντευξης, παρίσταται σε αυτήν και ενημερώνει τον ασυνόδευτο ανήλικο σχετικά με το σκοπό και τις πιθανές συνέπειες της προσωπικής συνέντευξης και σχετικά με τον τρόπο προετοιμασίας για την προσωπική συνέντευξη.
(5) Τηρουμένου του εδαφίου (8) του άρθρου 90, ο εκπρόσωπος ή/και ο νομικός σύμβουλος δύναται να υποβάλλουν ερωτήσεις ή παρατηρήσεις, εντός του πλαισίου που ορίζει ο αρμόδιος λειτουργός που διεξάγει τη συνέντευξη.
(6) Η Υπηρεσία Ασύλου δύναται να απαιτήσει την παρουσία του ασυνόδευτου ανήλικου στην προσωπική συνέντευξη ακόμη και αν ο εκπρόσωπός του ή νομικός του σύμβουλος είναι παρών.
(7) Ο Προϊστάμενος μεριμνά ώστε οι αρμόδιοι λειτουργοί που διεξάγουν τις προσωπικές συνεντεύξεις με ασυνόδευτο ανήλικο και ετοιμάζουν την εισήγηση προς τον αυτόν για λήψη της απόφασης επί της αίτησης, να διαθέτουν τις απαραίτητες γνώσεις για τις ειδικές ανάγκες των ανηλίκων και να διενεργούν με τέτοιον τρόπο τη συνέντευξη, ώστε να είναι απόλυτα αντιληπτή και φιλική από τον ασυνόδευτο ανήλικο, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη την ηλικία του και βαθμό ωριμότητας.
(8) Τα εδάφια (4) έως (7) εφαρμόζονται τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 95 του παρόντος Νόμου.
(9) Στον ασυνόδευτο ανήλικο και στον εκπρόσωπό του παρέχονται δωρεάν οι νομικές και διαδικαστικές πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 90, καθώς και οι πληροφορίες για τις διαδικασίες παύσης, παραίτησης και ανάκλησης του καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
(10) Όταν, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας διεθνούς προστασίας, προσδιοριστεί ένα πρόσωπο ως ασυνόδευτος ανήλικος, η Υπηρεσία Ασύλου δύναται-
(α) Να εξετάσει την αίτηση κατά την ταχύρρυθμη διαδικασία εξέτασης αιτήσεων μόνο εφόσον-
(i) O αιτητής προέρχεται από χώρα η οποία πληροί τα κριτήρια για το χαρακτηρισμό της ως ασφαλούς χώρας καταγωγής, κατά την έννοια του παρόντος Νόμου, ή
(ii) ο αιτητής έχει υποβάλει μεταγενέστερη αίτηση η οποία δεν είναι απαράδεκτη κατά την παράγραφο (δ) του εδαφίου (3) του άρθρου 110,
(iii) ο αιτητής μπορεί, εξαιτίας βάσιμων λόγων, να θεωρείται επικίνδυνος για την εθνική ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη της Δημοκρατίας, ή έχει υποβληθεί σε αναγκαστική απέλαση εξαιτίας σοβαρών λόγων εθνικής ασφάλειας ή δημόσιας τάξης, σύμφωνα με το κυπριακό δίκαιο∙
(iν) ο αιτητής, αφού του παρασχεθεί η πλήρης δυνατότητα να δώσει πειστικές εξηγήσεις, θεωρείται ότι παραπλάνησε σκοπίμως τις αρχές με την υποβολή ψευδών πληροφοριών ή εγγράφων ή με την απόκρυψη σχετικών πληροφοριών ή εγγράφων, ιδίως όσον αφορά την ταυτότητα ή την ιθαγένειά του, στοιχεία τα οποία θα μπορούσαν να έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην απόφαση ή υπάρχουν σαφείς λόγοι να θεωρείται ότι ο αιτητής έχει κακόπιστα καταστρέψει ή πετάξει ένα έγγραφο ταυτότητας ή ταξιδιωτικό έγγραφο προκειμένου να αποτραπεί η εξακρίβωση της ταυτότητας ή της ιθαγένειάς του·
(ν) ο αιτητής είναι υπήκοος τρίτης χώρας ή, στην περίπτωση ανιθαγενών, είχε προηγουμένως τη συνήθη διαμονή του σε τρίτη χώρα για την οποία το ποσοστό των αποφάσεων υπέρ της χορήγησης διεθνούς προστασίας της αποφαινόμενης αρχής ανέρχεται, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα ετήσια μέσα στοιχεία της Eurostat σε επίπεδο Ένωσης, σε ποσοστό 20 % ή χαμηλότερο, εκτός εάν η αποφαινόμενη αρχή εκτιμά ότι έχει επέλθει σημαντική αλλαγή στην οικεία τρίτη χώρα μετά τη δημοσίευση των σχετικών στοιχείων της Eurostat ή ότι ο αιτητής ανήκει σε κατηγορία προσώπων για τα οποία το ποσοστό του 20 % ή χαμηλότερο από αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί αντιπροσωπευτικό για τις ανάγκες προστασίας του, λαμβανομένων υπόψη, μεταξύ άλλων, των σημαντικών διαφορών μεταξύ των πρωτοβάθμιων και των τελικών αποφάσεων.
(β) να θεωρήσει την αίτηση απαράδεκτη, σύμφωνα με την παράγραφο (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 105, εάν μια χώρα άλλη από κράτος μέλος θεωρείται ασφαλής τρίτη χώρα για τον αιτητή σύμφωνα με το άρθρο 107, εφόσον αυτό εξυπηρετεί το βέλτιστο συμφέρον του ανηλίκου.
Τέλος