20 – Τροποποίηση του άρθρου 47 του βασικού νόμου
Το άρθρο 47 του βασικού νόμου τροποποιείται ως ακολούθως:
(α) Με τη διαγραφή της υπό παραγράφου (iv) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1).
(β) την προσθήκη της ακόλουθης υπό παραγράφου (viii) της παραγράφου (β):
«(viii) παραλείπουν να συμμορφωθούν, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, με υποχρέωση η οποία επιβάλλεται από οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου για παροχή αιτούμενων πληροφοριών.»
(γ) με την προσθήκη των εδαφίων (7) και (8), ως ακολούθως:
(7) Τηρουμένων των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος, για σκοπούς ενάσκησης της δικαιοδοσίας του Διοικητικού Δικαστηρίου επί απόφασης της Επιτροπής αφορώσης την επιβολή διοικητικού προστίμου σε επιχείρηση ή ένωση επιχειρήσεων ή φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή ιδιωτικούς φορείς, δυνάμει των Άρθρων 29 και 47, το Διοικητικό Δικαστήριο προβαίνει σε έλεγχο της νομιμότητας και ορθότητας της εν λόγω απόφασης ή πράξης ακυρώνοντας αυτήν, εν όλω ή εν μέρει ή ακυρώνοντας και τροποποιώντας αυτή, εν όλω ή εν μέρει.
(8) Τηρουμένων του εδαφίου 7, το Διοικητικό Δικαστήριο κατά την άσκηση της δικαιοδοσίας του, τροποποιεί την προσβαλλόμενη πράξη και/ ή απόφαση, όταν η Επιτροπή, ασκώντας δέσμια αρμοδιότητα, προέβη σε λανθασμένη εκτίμηση των σχετικών πραγματικών περιστατικών:
Νοείται ότι, η τροποποίηση της προσβαλλόμενης πράξης και/ή απόφασης από το Διοικητικό Δικαστήριο δεν δύναται να εκφεύγει των ορίων των αιτημάτων που υποβάλλονται με την προσφυγή·
Νοείται περαιτέρω ότι, το Διοικητικό Δικαστήριο δεν δύναται να τροποποιήσει την προσβαλλόμενη πράξη και/ή απόφαση εις βάρος του προσφεύγοντος.
Τέλος