18 – Παράταση άδειας ασθενείας ειδικού πυροσβέστη που τερματίζεται κατά την εκτέλεση καθήκοντος.
(1) Ανεξάρτητα από τις πρόνοιες του Κανονισμού 17, σε ειδικό πυροσβέστη ο οποίος τραυματίζεται σωματικά κατά την εκτέλεση του καθήκοντός του ή κατά τη μετάβασή του στον τόπο εργασίας του ή κατά την επιστροφή από τον τόπο εργασίας στον τόπο διαμονής του ή προσβάλλεται από επαγγελματική ασθένεια όπως αυτή καθορίζεται στον περί Γνωστοποιήσεων Ατυχημάτων και Επαγγελματικών Νόσων Νόμο, χωρίς δική του υπαιτιότητα ή αμέλεια, δύναται να χορηγηθεί παράταση άδειας ασθένειας με πλήρεις απολαβές για περίοδο έξι μηνών μετά τη λήξη της ετήσιας άδειας ασθένειας την οποία δικαιούται. Αν μετά τη λήξη της παράτασης αυτής ο ειδικός πυροσβέστης αδυνατεί να αναλάβει τα καθήκοντά του, δύναται να χορηγηθεί σ’ αυτόν περαιτέρω άδεια ασθένειας με πλήρεις απολαβές μέχρι έξι μήνες. Και οι δύο παρατάσεις άδειας ασθενείας δύναται να χορηγηθούν μόνο με τη σύσταση ειδικού Ιατροσυμβουλίου, αν ο ειδικός πυροσβέστης βρίσκεται στην Κύπρο. Αν ο ειδικός πυροσβέστης βρίσκεται εκτός της Κύπρου, όπου υπάρχει Πρεσβεία ή Προξενείο της Δημοκρατίας, οι παρατάσεις άδειας ασθένειας δύνανται να χορηγηθούν μόνο με τη σύσταση δύο τουλάχιστον ιατρών, που ορίζονται από τον υπεύθυνο της Διπλωματικής ή Προξενικής Αντιπροσωπίας της Κύπρου.
(2) Η πιο πάνω άδεια ασθένειας και οποιαδήποτε παράτασή της με πλήρεις απολαβές παραχωρούνται με τον όρο ότι θα αφαιρείται οποιοδήποτε ποσό που ο επηρεαζόμενος δικαιούται δυνάμει του εκάστοτε εν ισχύει περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου.
(3) Για τους σκοπούς του παρόντος Κανονισμού ο όρος “κατά την εκτέλεση καθήκοντος”’ σημαίνει την περίοδο κατά την οποία ο ειδικός πυροσβέστης ασχολείται με την εκτέλεση των συνήθων καθηκόντων της θέσης του ή άλλου ειδικού καθήκοντος που του ανατέθηκε.
(4) Σε ειδικό πυροσβέστη τραυματία πολέμου παραχωρείται άδεια ασθένειας μέχρι δύο ετών, με πλήρεις απολαβές ύστερα από σύσταση ειδικού ιατροσυμβουλίου.
Τέλος