10 – Τροποποιητικός Νόμος (Β)

Δέσμη Τροποποιητικών Νόμων με τίτλους: (Α) «Ο Περί Ιδιωτικών Νοσηλευτηρίων (Έλεγχος Ίδρυσης και Λειτουργίας) Νόμος του 2024», (Β) «Ο περί Ίδρυσης Οργανισμού Κρατικών Υπηρεσιών Υγείας (Τροποποιητικός) Νόμος του 2024»

ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΙΔΡΥΣΗΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΚΡΑΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2017 (Ν. 73(I)/2017)

 

 

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

 

  1. O παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Ίδρυσης Οργανισμού Κρατικών Υπηρεσιών Υγείας (Τροποποιητικός) Νόμος του 2024 και θα διαβάζεται μαζί με τον περί Ίδρυσης Οργανισμού Κρατικών Υπηρεσιών Υγείας Νόμο του 2017 (Ν. 73(I)/2017).

 

  1. Το άρθρο 2 του βασικού νόμου τροποποιείται με την προσθήκη στην κατάλληλη αλφαβητική σειρά των ακόλουθων νέων όρων και των ορισμών τους:

 

«”εντεταλμένος επιθεωρητής” σημαίνει κάθε εξουσιοδοτημένο λειτουργό του Τμήματος Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας δυνάμει το άρθρου 31Γ του παρόντος Νόμου, ο οποίος ασκεί καθήκοντα και εξουσίες για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών·.

 

“Επιτροπή” ή “Συμβουλευτική Επιτροπή” σημαίνει τη Συμβουλευτική Επιτροπή Δημοσίων Νοσηλευτηρίων που εγκαθιδρύεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 31Β του παρόντος Νόμου·

 

“Έφορος Νοσηλευτηρίων” ή “Έφορος” σημαίνει τον Διευθυντή των Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας του Υπουργείου Υγείας.»

 

           

  1. Ο βασικός νόμος τροποποιείται με την προσθήκη, αμέσως μετά το άρθρο 31 αυτού, του ακόλουθου νέου Μέρους:

 

«ΜΕΡΟΣ VI A – ΕΛΕΓΧΟΣ ΚΑΙ ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΝΟΣΗΛΕΥΤΗΡΙΩΝ

 

Εξουσίες Εφόρου

31 Α.—(1) Για σκοπούς ελέγχου και εποπτείας των δημόσιων νοσηλευτηρίων που ιδρύονται και λειτουργούν στην Κυπριακή Δημοκρατία, διά του παρόντος ο Έφορος δυνάμει του παρόντος Νόμου, των Κανονισμών και των εκάστοτε εκδιδόμενων διαταγμάτων ασκεί τις ακόλουθες εξουσίες και καθήκοντα:

(α) Ασκεί έλεγχο και εποπτεία σε κάθε δημόσιο νοσηλευτήριο που λειτουργεί στην Κυπριακή Δημοκρατία, με σκοπό τη διασφάλιση συνεχούς συμμόρφωσης προς τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών και εξουσιοδοτεί για τον σκοπό αυτό εντεταλμένους επιθεωρητές,

(β) Εκδίδει τις αναγκαίες, κατά την κρίση του, εγκύκλιες οδηγίες ή αποφάσεις ή κατευθυντήριες γραμμές προς τα δημόσια νοσηλευτήρια, αναφορικά με την ορθή εφαρμογή και ερμηνεία των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών που εκδίδονται βάσει αυτού,

(γ)  Συμβουλεύει τον Υπουργό, είτε αυτεπάγγελτα είτε κατόπιν αιτήματος του Υπουργού, για κάθε θέμα που αφορά ή σχετίζεται με την εφαρμογή, καθώς και με τις επιθυμητές ή αναγκαίες αλλαγές ή τροποποιήσεις των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων  Κανονισμών.

(δ)  Διατηρεί Μητρώο Δημόσιων Νοσηλευτηρίων.

(ε) Δέχεται, διερευνά και επιλαμβάνεται αυτεπαγγέλτως ή μετά από καταγγελίες ή παράπονα από οιοδήποτε πρόσωπο, διά των εντεταλμένων επιθεωρητών, περιπτώσεις αναφορικά με παραβιάσεις του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών.

 

(στ) Επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο προς τον Οργανισμό αναφορικά με οποιεσδήποτε παραβιάσεις του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών από δημόσια νοσηλευτήρια τις οποίες διαπιστώνει κατά την άσκηση του ελεγκτικού και εποπτικού του ρόλου.

 

(ζ) Λαμβάνει και εξετάζει γραπτές παραστάσεις, που του υποβάλλονται δυνάμει του άρθρου 31Β  ενώ  ζητά και λαμβάνει από τη Συμβουλευτική Επιτροπή την σχετική έκθεσή της επί του θέματος.

 

(η) Εκδίδει διάταγμα αναστολής λειτουργίας δημόσιου νοσηλευτηρίου δυνάμει του άρθρου 31 ΣΤ.

(θ) Εκδίδει τα ως εκάστοτε αναγκαία διατάγματα και αποφάσεις αναφορικά με την εποπτεία και έλεγχο των δημόσιων νοσηλευτηρίων

Νοείται ότι, αναφορικά με τα περιφερειακά νοσοκομεία, σε περίπτωση αδυναμίας συμμόρφωσης με τις ελάχιστες απαιτήσεις ως προς το Τέταρτο Παράρτημα του Περί Ιδιωτικών Νοσηλευτηρίων (Έλεγχος Ίδρυσης και Λειτουργίας) Νόμου, ο Υπουργός δύναται να εκδώσει σχετικό διάταγμα, με το οποίο να χορηγείται εξαίρεση συμμόρφωσης για λόγους δημοσίου συμφέροντος.

Νοείται περαιτέρω ότι η προαναφερόμενη διαδικασία εξαίρεσης για τα περιφερειακά νοσοκομεία δεν θα εφαρμόζεται σε αναφορικά με την υποχρέωση συμμόρφωσης με τους κανόνες πυρασφάλειας και/ή τα πρωτόκολλα ασφαλείας με τα οποία οφείλουν να συμμορφώνονται εντός χρονικού διαστήματος ενός έτους από τη θέση σε ισχύ του παρόντος Νόμου.

Νοείται έτι περαιτέρω ότι, αναφορικά με τις εξειδικευμένες νοσηλευτικές μονάδες, τον ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό και το νοσηλευτικό και λοιπό προσωπικό, τα δημόσια νοσηλευτήρια θα πρέπει να πληρούν τις σχετικές απαιτήσεις του Πρώτου Παραρτήματος του περί Ιδιωτικών Νοσηλευτηρίων (Έλεγχος Ίδρυσης και Λειτουργίας) Νόμου, καθώς και των εκάστοτε εκδιδόμενων βάσει του παρόντος Νόμου κανονισμούς.

(ι) Παραπέμπει υποθέσεις παραβιάσεων των διατάξεων του παρόντος Νόμου προς την Αστυνομία ή την Γενική Εισαγγελία για να διερευνήσουν τυχόν διάπραξη  ποινικών αδικημάτων.

(ια) Ασκεί οποιαδήποτε άλλη εξουσία ή αρμοδιότητα που ανατίθεται ρητά σε αυτόν από τον παρόντα Νόμο ή τους δυνάμει αυτού εκδιδόμενους Κανονισμούς.

(ιβ) Χρησιμοποιεί, όποτε κρίνει απαραίτητο για σκοπούς ορθής εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των εκδιδόμενων βάσει αυτού Κανονισμών και σε συνεργασία με άλλα κυβερνητικά τμήματα, τις υπηρεσίες οποιουδήποτε προσώπου με ανώτερη κατάρτιση και εμπειρία σε συγκεκριμένο τομέα ανάλογα με τη φύση και την αποστολή κάθε εργασίας, ώστε να τον υποβοηθά στον εποπτικό και εκτελεστικό του ρόλο.

Νοείται ότι ο Έφορος για την αξιοποίηση των ως άνω προσώπων λαμβάνει υπόψη τα ακαδημαϊκά ή άλλα επαγγελματικά προσόντα τους και την ακεραιότητά τους.

(ιγ) Αποφασίζει ή υιοθετεί ή καθορίζει διαπιστεύσεις, πρότυπα ποιότητας, εφαρμογής και βέλτιστης πρακτικής, αναφορικά με την διασφάλιση της παρεχόμενης ποιότητας των υπηρεσιών των Νοσηλευτηρίων, είτε αυτά είναι εθνικά είτε διεθνή.

(ιδ) Εγκρίνει αιτήσεις για κτηριακές μεταβολές σε υφιστάμενα δημόσια νοσηλευτήρια.

(2) Σε περίπτωση απουσίας ή ανικανότητας του Εφόρου να ασκήσει τα καθήκοντά του για περίοδο πέραν των τριάντα (30) ημερών, ο Υπουργός δύναται να ορίσει άλλο πρόσωπο το οποίο θα ασκεί τα καθήκοντα του Εφόρου προσωρινά μέχρις ότου ο Έφορος επανέλθει ή η θέση του πληρωθεί.

 

Συμβουλευτική Επιτροπή Δημοσίων Νοσηλευτηρίων

31 Β.—(1) Για την καλύτερη εφαρμογή και επίτευξη των σκοπών και στόχων του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών, εγκαθιδρύεται Επιτροπή, καλούμενη Συμβουλευτική Επιτροπή Δημόσιων Νοσηλευτηρίων.

(2) Η Επιτροπή κέκτηται αρμοδιότητα και καθήκον—

(α) Να συμβουλεύει απευθείας τον Έφορο για θέματα που σχετίζονται με τον παρόντα Νόμο ή τους  δυνάμει αυτού εκδιδόμενους Κανονισμούς και τα καθήκοντα και τις εξουσίες αυτού, όπως αυτά αποφασίζονται από την Επιτροπή ή παραπέμπονται σε αυτή από τον Έφορο,

(β) να γνωμοδοτεί όσον αφορά την κήρυξη νοσηλευτηρίου ως δημοσίου νοσηλευτηρίου ή κέντρου πρωτοβάθμιας φροντίδας σύμφωνα με το άρθρο 15 του παρόντος Νόμου,

Νοείται ότι η Επιτροπή θα γνωμοδοτεί προς τον Έφορο σχετικά και με εγκρίσεις κτηριακών μεταβολών υφιστάμενων δημοσίων νοσηλευτηρίων.

Νοείται περαιτέρω ότι η διαδικασία έγκρισης κτηριακών μεταβολών σε δημόσια νοσηλευτήρια θα πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Ιδιωτικών Νοσηλευτηρίων Νόμου, κατόπιν της ως άνω γνωμοδότησης από την Επιτροπή και της μετέπειτα έγκρισης από τον Έφορο, σύμφωνα με το εδάφιο (ιδ) του άρθρου 31Α του παρόντος Νόμου.

Νοείται έτι περαιτέρω ότι ο Υπουργός δύναται να ορίσει μέσω διατάγματός του τις ελάχιστες απαιτήσεις για τα υφιστάμενα περιφερειακά νοσηλευτήρια, στις περιπτώσεις που απαιτούνται ειδικές ρυθμίσεις λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους, σε αναλογία με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο Τέταρτο Παράρτημα του Περί Ιδιωτικών Νοσηλευτηρίων (Έλεγχος Ίδρυσης και Λειτουργίας) Νόμου κατόπιν σχετικής γνωμοδότησης της Επιτροπής.

(γ) να γνωμοδοτεί προς τον Έφορο για θέματα που άπτονται της εύρυθμης λειτουργίας των νοσηλευτηρίων και της υγείας και ευημερίας των ασθενών,

(δ) να επιτελεί ή διεκπεραιώνει οποιοδήποτε άλλο συναφές έργο, περιλαμβανομένης της διεξαγωγής μελετών και ερευνών, το οποίο ανατίθεται σε αυτή από τον Έφορο ή τον Υπουργό,

(3) Κατά την εξέταση οποιουδήποτε θέματος, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη και εφαρμόζει τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών, καθοδηγούμενη κυρίως από το κριτήριο της εξυπηρέτησης πρωτίστως του συμφέροντος της δημόσιας υγείας και της διασφάλισης της υγείας και ευημερίας των ασθενών.

(4) Η Επιτροπή απαρτίζεται από δώδεκα μέλη, περιλαμβανομένου του προέδρου της, τα οποία ορίζονται από τον Υπουργό ως εξής:

(α) Έναν ιατρικό λειτουργό του Τμήματος Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας ως πρόεδρο, που υποδεικνύεται από το διευθυντή του τμήματος·

(β) έναν αρχιτέκτονα ή πολιτικό μηχανικό του Τμήματος Δημόσιων Έργων, που υποδεικνύεται από το διευθυντή του οικείου τμήματος·

(γ) έναν ηλεκτρολόγο μηχανικό της Ηλεκτρομηχανολογικής Υπηρεσίας, που υποδεικνύεται από το διευθυντή της υπηρεσίας·

(δ) έναν μηχανολόγο μηχανικό της Ηλεκτρομηχανολογικής Υπηρεσίας, που υποδεικνύεται από το διευθυντή της υπηρεσίας

(ε) έναν Υγειονομικό Επιθεωρητή ή Λειτουργό του Τμήματος Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας του Υπουργείου Υγείας, που υποδεικνύεται από το διευθυντή του τμήματος·

(στ) έναν εκπρόσωπο του Παγκύπριου Ιατρικού Συλλόγου, που υποδεικνύεται από τον πρόεδρο αυτού·

(ζ) έναν εκπρόσωπο του Παγκύπριου Συνδέσμου Νοσηλευτών και Μαιών, που υποδεικνύεται από τον πρόεδρο αυτού·

(η) έναν εκπρόσωπο του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που υποδεικνύεται από το διευθυντή του τμήματος.

(θ) έναν εκπρόσωπο του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως.

Νοείται σε περίπτωση απουσίας μέλους της Επιτροπής, αυτό θα αντικαθίσταται από άτομο που θα ορίζεται από τις αρμόδιες υπηρεσίες.

(5)(α) Η θητεία των μελών της Επιτροπής είναι τριετής, τα δε μέλη αυτής, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του εδαφίου (4), μπορούν να επαναδιορίζονται ως μέλη στη θέση για δύο (2) κατά μέγιστο όριο συνεχείς θητείες.

(β) η κένωση θέσεων στην Επιτροπή δεν επηρεάζει την έγκυρη διεξαγωγή των εργασιών της Επιτροπής, νοουμένου ότι ο αριθμός των μελών που παραμένουν δεν είναι μικρότερος από τον απαιτούμενο αριθμό απαρτίας.

(6) Κένωση θέσης στην Επιτροπή επέρχεται συνεπεία θανάτου, παραίτησης του μέλους ή παύσης αυτού ύστερα από αιτιολογημένη απόφαση του Υπουργού για σοβαρή αιτία.

(7) Η Επιτροπή συγκαλείται σε συνεδρία πάντοτε με πρόσκληση του προέδρου αυτής, η οποία πρέπει να αποστέλλεται στα μέλη τουλάχιστον επτά ημέρες πριν από την πραγματοποίηση της συνεδρίας, μαζί με την ημερήσια διάταξη των προς συζήτηση θεμάτων. Σε περίπτωση αναγκαίας συζήτησης θέματος επειγούσης  φύσεως, ο πρόεδρος δύναται να συγκαλέσει συνεδρίαση με πρόσκληση ελάχιστης προειδοποίησης 24 ωρών αφού στη πρόσκληση αιτιολογήσει πλήρως το κατεπείγον του θέματος.

Νοείται ότι οποιοδήποτε μέλος της Επιτροπής έχει το δικαίωμα, με επιστολή του προς τον πρόεδρο, να ζητήσει—

(α) Τη σύγκληση ειδικής συνεδρίας της Επιτροπής, για να συζητηθεί σημαντικό ή κατεπείγον ζήτημα που άπτεται της ορθής ή αποτελεσματικής εφαρμογής του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών, ή

(β) τη συμπερίληψη στην ημερήσια διάταξη της επόμενης συνεδρίας της Επιτροπής οποιουδήποτε θέματος ή ζητήματος το οποίο επιθυμεί να τεθεί προς συζήτηση.

(8)(α) Ο πρόεδρος της Επιτροπής προεδρεύει των συνεδριάσεων και υπογράφει τα πρακτικά όπως και τα εγκεκριμένα από την Επιτροπή αρχιτεκτονικά σχέδια του προς εξέταση δημοσίου νοσηλευτηρίου.

(β) σε περίπτωση απουσίας ή προσωρινού κωλύματος του προέδρου, καθήκοντα προέδρου ασκεί ένα από τα υπόλοιπα μέλη, το οποίο υποδεικνύεται κατά πλειοψηφία από τα μέλη.

(9)(α) Για την έγκυρη διεξαγωγή των συνεδριάσεων της Επιτροπής απαιτείται η παρουσία τουλάχιστον τεσσάρων μελών. Οι αποφάσεις της Επιτροπής λαμβάνονται κατά πλειοψηφία των παρόντων μελών και σε περίπτωση ισοψηφίας ο πρόεδρος ή ο προεδρεύων διαθέτει νικώσα ψήφο.

(β) Κατά τα λοιπά η Επιτροπή ρυθμίζει με απόφασή της τις εσωτερικές της διαδικασίες.

(10) Κατά τη διεξαγωγή των συνεδριάσεων της Επιτροπής Εντεταλμένος Επιθεωρητής δύναται να είναι παρών και να καταθέτει έγγραφα και στοιχεία, αλλά υποχρεούται να αποχωρεί κατά τη διαδικασία της ψηφοφορίας και λήψης απόφασης.

(11) Οι συνεδριάσεις της Επιτροπής δύναται να πραγματοποιούνται και με τηλεδιασκέψεις εφόσον είναι δυνατή η χρήση της απαραίτητης υλικοτεχνικής υποδομής.

(12) Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Υγείας μεριμνά ώστε να παρέχεται στην Επιτροπή η αναγκαία γραμματειακή υποστήριξη για διεξαγωγή των εργασιών της και έχει την ευθύνη κάλυψης οποιωνδήποτε άλλων εξόδων λειτουργίας της Επιτροπής.

(13) Στα μέλη της Επιτροπής καταβάλλονται έξοδα παραστάσεως για κάθε συνεδρίαση της Επιτροπής, οδοιπορικά και οποιαδήποτε άλλα ωφελήματα αποφασίζει εκάστοτε το Υπουργικό Συμβούλιο κατά αναλογία αυτών που παρέχονται προς τα μέλη των ημικρατικών οργανισμών.

Εντεταλμένοι Επιθεωρητές 

 

31 Γ.—(1) Ο Έφορος μπορεί να εξουσιοδοτεί ως επιθεωρητές για τους σκοπούς τήρησης των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών τόσους λειτουργούς του Τμήματος Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας του Υπουργείου ή εκπαιδευμένους και διαπιστευμένους επιθεωρητές όπως αυτός θεωρεί αναγκαίο.

Νοείται ότι ως προς τις ελάχιστες απαιτήσεις για τα υφιστάμενα δημόσια νοσηλευτήρια θα εφαρμόζεται το Τέταρτο Παράρτημα του Περί Ιδιωτικών Νοσηλευτηρίων (Έλεγχος Ίδρυσης και Λειτουργίας) Νόμου.

Νοείται περαιτέρω ότι τα υφιστάμενα δημόσια νοσηλευτήρια οφείλουν, εντός προθεσμίας ενός έτους από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου, να υποβάλουν στον Έφορο όλα τα απαραίτητα έγγραφα που αφορούν το νοσηλευτικό, ιατρικό και λοιπό προσωπικό, καθώς και τον ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό και τα αρχιτεκτονικά σχέδια του νοσηλευτηρίου.

Νοείται έτι περαιτέρω ότι εντεταλμένος επιθεωρητής μπορεί να ορίζεται και με αγορά υπηρεσιών επιθεωρητών σε συμφωνία με τις πρόνοιες του περί της Ρύθμισης των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου.

Νοείται έτι έτι περαιτέρω ότι λειτουργός ο οποίος έχει διοριστεί μέλος της Επιτροπής δε δύναται να οριστεί ταυτόχρονα και εντεταλμένος επιθεωρητής.

(2) Αποτελεί καθήκον κάθε εντεταλμένου επιθεωρητή—

(α) να επισκέπτεται χώρους οι οποίοι χρησιμοποιούνται ή προορίζονται να χρησιμοποιηθούν ως δημόσια νοσηλευτήρια, για να ελεγχθεί και διαπιστωθεί κατά πόσο αυτά έχουν τις απαιτούμενες δυνάμει του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών άδειες και τηρούν τους απαραίτητους όρους και προϋποθέσεις λειτουργίας δυνάμει αυτών.

(β) να επισκέπτεται και ασκεί ετήσιους ή τακτικούς ή  έκτακτους ελέγχους σε δημόσια νοσηλευτήρια, για να διαπιστωθεί κατά πόσο αυτά συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών ή τηρούν τους διάφορους όρους της άδειας αυτών·

(γ) να αναφέρει στον Έφορο κάθε περίπτωση όπου οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών δεν έχει τηρηθεί ή δεν τηρείται, να συντάσσει σχετικές εκθέσεις και σημειώματα επί των εν λόγω παραβάσεων και να τις παραδίδει στον Έφορο και να τον συμβουλεύει για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την περίπτωση.

(δ) να διερευνά παράπονα και καταγγελίες από αποδέκτες των υπηρεσιών των νοσηλευτηρίων ή οιοδήποτε άλλο πρόσωπο, που του παραπέμπει ο Έφορος, αναφορικά με τυχόν παραβιάσεις του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών.

(3) Εντεταλμένος επιθεωρητής ο οποίος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του δυνάμει του περιεχομένου του παρόντος Νόμου λαμβάνει γνώση οποιασδήποτε πληροφορίας ή στοιχείου δεν επιτρέπεται να τα αποκαλύπτει σε τρίτους, εκτός για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών ή στα πλαίσια οποιασδήποτε δικαστικής διαδικασίας.

Νοείται ότι η ενημέρωση των αρμόδιων υπηρεσιών ή και υπηρεσιών της Δημοκρατίας στο πλαίσιο της εκτέλεσης των καθηκόντων του επιτρέπεται για την επίτευξη των εντεταλμένων του στόχων.

 

Εξουσία Εισόδου και επιθεώρηση

31 Δ.—(1) Ο Έφορος ή εντεταλμένος επιθεωρητής δύναται, κατά πάντα εύλογο χρόνο και αφού επιδείξει το αποδεικτικό της ιδιότητάς του, να ασκεί τις ακόλουθες εξουσίες:

(α) Να εισέρχεται, για σκοπούς διαπίστωσης της διάπραξης οποιουδήποτε αδικήματος ή παράβασης κατά τον παρόντα Νόμο, σε οποιοδήποτε υποστατικό ή χώρο, εκτός από χώρο που χρησιμοποιείται ως κατοικία, για τον οποίο έχει εύλογη υποψία ότι χρησιμοποιείται ή προορίζεται να χρησιμοποιηθεί ως δημόσιο νοσηλευτήριο κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών.

(β) Να εισέρχεται σε οποιοδήποτε  δημόσιο νοσηλευτήριο με σκοπό την άσκηση ετήσιου ή τακτικού ή έκτακτου ελέγχου ή επιθεώρησης, για να διαπιστωθεί κατά πόσο τηρούνται, οι διατάξεις του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών, όπως και οι διατάξεις του Τέταρτου Παραρτήματος του Περί Ιδιωτικών Νοσηλευτηρίων (Έλεγχος Ίδρυσης και Λειτουργίας) Νόμου.

(γ) Να απαιτεί από το καθ’ ύλην αρμόδιο προσωπικό ή άλλο υπεύθυνο κατά τη δεδομένη στιγμή πρόσωπο ή εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, κατά τον ετήσιο ή τακτικό ή έκτακτο έλεγχο ή επιθεώρηση, την παρουσίαση οποιωνδήποτε βιβλίων εγγραφής, πιστοποιητικών, αρχείων ή άλλων εγγράφων τα οποία απαιτείται να τηρούνται δυνάμει του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών ή δυνάμει άλλων νομοθεσιών που προβλέπουν την υποχρέωση τήρησής τους.

(δ) Να απαιτεί από το καθ’ ύλην αρμόδιο προσωπικό ή άλλο υπεύθυνο κατά τη δεδομένη στιγμή πρόσωπο ή εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο τη διενέργεια οποιουδήποτε επί τόπου δοκιμαστικού ελέγχου της λειτουργίας οποιασδήποτε συσκευής ή εξοπλισμού ή ελέγχου της τήρησης του αρχείου συντήρησης όλων των μηχανημάτων ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού, που απαιτείται να υπάρχει ή διατίθεται στο νοσηλευτήριο δυνάμει του παρόντος Νόμου των Κανονισμών ή δυνάμει του Τέταρτου Παραρτήματος του Περί Ιδιωτικών Νοσηλευτηρίων (Έλεγχος Ίδρυσης και Λειτουργίας) Νόμου ή δυνάμει άλλων νομοθεσιών που προβλέπουν την υποχρέωση τήρησής τους και, σε περίπτωση που διαπιστώνεται βλάβη ή κακή λειτουργία τους, να απαιτεί την άμεση αντικατάσταση ή επιδιόρθωση τους.

(2) Ο Έφορος ή εντεταλμένος επιθεωρητής ο οποίος εισέρχεται σε υποστατικό ή άλλο χώρο δυνάμει του εδαφίου (1) μπορεί να έχει μαζί του τέτοια άλλα πρόσωπα και τέτοιο εξοπλισμό όπως αυτός κρίνει αναγκαίο και, σε περίπτωση που εύλογα πιστεύει ότι στο χώρο αυτό έχει διαπραχθεί οποιοδήποτε αδίκημα ή παράβαση κατά τον παρόντα Νόμο, έχει εξουσία να κατάσχει και συλλέξει τέτοια αποδεικτικά στοιχεία που εύλογα πιστεύει ότι θα χρειαστούν σε μελλοντική ποινική δίωξη για το αδίκημα αυτό ή σε περίπτωση διαδικασίας επιβολής προστίμου δυνάμει της παραγράφου (στ) του εδαφίου (1) του άρθρου 31 Α του παρόντος.

(3) Το καθ’ ύλην αρμόδιο προσωπικό ή οποιοδήποτε άλλο υπεύθυνο κατά τη δεδομένη στιγμή πρόσωπο ή εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, στο οποίο διεξάγεται έλεγχος και επιθεώρηση, δυνάμει του παρόντος άρθρου, οφείλει να μεριμνά ώστε να παρέχεται κάθε δυνατή διευκόλυνση στον Έφορο ή εντεταλμένο επιθεωρητή για την ταχεία και απρόσκοπτη διεκπεραίωση του ελέγχου, της έρευνας ή της επιθεώρησης.

(4) Ο Έφορος ή εντεταλμένος επιθεωρητής κατά τη διενέργεια οποιασδήποτε επιθεώρησης, ελέγχου ή έρευνας συμπληρώνει δελτίο ελέγχου, στο οποίο αναγράφει τα ευρήματα της επιθεώρησης, του ελέγχου ή της έρευνας και τα στοιχεία διαπιστωθεισών παρατηρήσεων και το παραδίδει στο καθ’ ύλην αρμόδιο προσωπικό ή  οποιοδήποτε άλλο υπεύθυνο κατά τη δεδομένη στιγμή πρόσωπο ή εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο.

Επιβολή Διοικητικού Προστίμου 

 

31 Ε. (1) Ο Έφορος ή ο εντεταλμένος επιθεωρητής, ο οποίος είτε κατόπιν γενομένης επιθεώρησης δυνάμει του άρθρου 31 Δ είτε μετά από καταγγελία είτε άλλως πως, θεωρεί ότι στον χώρο του δημοσίου νοσηλευτηρίου, είτε λόγω πράξης είτε λόγω παράλειψης, έχει διαπραχθεί παράβαση στη βάση του παρόντος Νόμου και των εκδιδόμενων βάσει αυτού Κανονισμών συντάσσει και επιδίδει στον Εκτελεστικό Διευθυντή του Οργανισμού και/ή σε κάθε άλλο αρμόδιο πρόσωπο το οποίο ο Οργανισμός θα ορίσει με απόδειξη παραλαβής, αιτιολογημένη ειδοποίηση  διαπίστωση της παράβασης με την οποία θα ζητεί την άμεση παύση και μη επανάληψη της γενόμενης παράβασης, θέτοντας επιπροσθέτως την εντός ορισμένης προθεσμίας λήψη τέτοιων διορθωτικών μέτρων,  προς άρση της παράνομης κατάστασης που δημιούργησε η σχετική παράβαση και προς συμμόρφωση του Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών.

 

(2) Σε περίπτωση που περάσει άπρακτη η τασσόμενη προθεσμία προς άρση προς παράβασης, η οποία σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να υπερβαίνει τον ένα (1) μήνα, ο Έφορος ή ο εντεταλμένος επιθεωρητής, συντάσσει επιτόπου και  επιδίδει στον παραβάτη με απόδειξη παραλαβής, αιτιολογημένη ειδοποίηση μη συμμόρφωσης προς άρση προς παράβασης.

 

Νοείται ότι με την παραλαβή προς ειδοποίησης μη συμμόρφωσης προς άρση προς παράβασης παρέχεται στον Οργανισμό η ευκαιρία να ακουστεί δια εκπροσώπου του δημοσίου νοσηλευτηρίου εντός δεκαπέντε (15) ημερών, ώστε να προβεί σε γραπτές παραστάσεις, είτε σε εξαιρετικές περιπτώσεις μετά από αιτιολογημένο αίτημα του παραβάτη εγκεκριμένο από τον Έφορο  σε προφορικές παραστάσεις, οι οποίες πρέπει να συνοδεύονται και να υποστηρίζονται από τα απαραίτητα στοιχεία, προκειμένου να αποδείξει ότι δεν διαπράχθηκε η προβλεπόμενη παράβαση.

 

Σε περίπτωση που η πιο πάνω προθεσμία παρέλθει άπρακτη ή σε περίπτωση που εντός προς προθεσμίας προς ο Οργανισμός αποτύχει να παρουσιάσει στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι δεν διαπράχθηκε η σχετική παράβαση, ο Έφορος συντάσσει αιτιολογημένη πράξη επιβολής προστίμου προς τον Οργανισμό.

 

Νοείται περαιτέρω ότι, ο Έφορος δεν υποχρεούται να δώσει ειδοποίηση προ έκδοσης αιτιολογημένης πράξης επιβολής προστίμου, σε περίπτωση επειγούσης, κατ’ απόλυτη κρίση, φύσεως, αλλά σε τέτοιες περιπτώσεις καλεί τον Οργανισμό να εκφράσει απόψεις εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την έκδοση προς πράξης επιβολής προστίμου  ως προς το γιατί η πράξη πρέπει να ανακληθεί ή να τροποποιηθεί.

 

(3) Η αιτιολογημένη πράξη επιβολής προστίμου κοινοποιείται στον Οργανισμό με γραπτή αιτιολογημένη απόφαση του Εφόρου.  Η πράξη επιβολής προστίμου πρέπει κατ’ ελάχιστον να:

 

(α) καθορίζει επακριβώς την παράβαση,

(β) καθορίζει το ύψος του προστίμου,

(γ) περιλαμβάνει πληροφορίες αναφορικά με το δικαίωμα για άσκηση ιεραρχικής προσφυγής στον Υπουργό σύμφωνα με το εδάφιο 6,   και

δ) περιλαμβάνει πληροφορίες για δικαίωμα προσφυγής στο Διοικητικό δικαστήριο σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Νοείται ότι το ύψος του προστίμου θα καθορίζεται από τους εκάστοτε εκδιδόμενους βάσει του παρόντος Νόμου Κανονισμούς.

 

(4) (α) Κατά της πράξης επιβολής προστίμου του εδαφίου 4, δύναται να ασκηθεί ιεραρχική προσφυγή ενώπιον του Υπουργού, εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης της απόφασης αυτής στον παραβάτη.

 

(β) Ο Υπουργός εξετάζει την ιεραρχική προσφυγή και, αφού  δώσει την ευκαιρία στον Οργανισμό να εκθέσει τις απόψεις του γραπτώς ή κατά την κρίση του και επιλογή του δώσει την ευκαιρία σ’ αυτόν να τον ακούσει, αποφασίζει το αργότερο εντός προθεσμίας εξήντα (60)  ημερών από την ημερομηνία λήψης της προσφυγής.

 

(γ) Ο Υπουργός δύναται να εκδώσει μια από τις ακόλουθες αποφάσεις και ενημερώνει γραπτώς τον προσφεύγοντα:

 

(i) Να επικυρώσει την προσβληθείσα απόφαση,

 

(ii) να ακυρώσει την προσβληθείσα απόφαση,

 

(iii) να τροποποιήσει την προσβληθείσα απόφαση,

 

(iv) να προβεί σε έκδοση νέας απόφασης σε αντικατάσταση της προσβληθείσας.

 

(5) Το ποσό του διοικητικού προστίμου εισπράττεται από τον Έφορο όταν περάσει άπρακτη η προς άσκηση προσφυγής, ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, προθεσμία των εβδομήντα πέντε (75) ημερών, η οποία αρχίζει να μετράται από την κοινοποίηση της απόφασης για επιβολή διοικητικού προστίμου ή, σε περίπτωση που ασκείται ιεραρχική προσφυγή ενώπιον του Υπουργού, σύμφωνα με το εδάφιο 6, από την κοινοποίηση της απόφασης του Υπουργού επί της ιεραρχικής προσφυγής εναντίον της απόφασης της αρμόδιας αρχής.

 

Νοείται σε περίπτωση άρνησης ή παράλειψης πληρωμής των κατά τον παρόντα Νόμο επιβαλλόμενων διοικητικών προστίμων, ο Έφορος δύναται να λάβει δικαστικά μέτρα με σκοπό την είσπραξη του οφειλόμενου ποσού ως αστικού χρέους οφειλόμενου στη Δημοκρατία.

 

(6) Τηρουμένου του περιεχομένου του εδαφίου 7 πιο πάνω, το επιβληθέν διοικητικό πρόστιμο καθίσταται άμεσα πληρωτέο και η διαδικασία είσπραξης του δεν αναστέλλεται λόγω της ενδεχόμενης άσκησης ιεραρχικής προσφυγής ενώπιον του Υπουργού, ούτε λόγω καταχώρησης προσφυγής στο Διοικητικό Δικαστήριο κατά της απόφασης του Εφόρου ή του Υπουργού αναλόγως της περιπτώσεως.

 

Νοείται ότι, σε περίπτωση τελεσίδικης επιτυχίας της ιεραρχικής προσφυγής, ή της προσφυγής του διοικούμενου ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, ο Οργανισμός δικαιούται την άμεση επιστροφή του καταβληθέντος διοικητικού προστίμου από την εντεταλμένη υπηρεσία της Δημοκρατίας.

 

 

Διάταγμα αναστολής σε επείγουσες περιπτώσεις 

31 ΣΤ.—(1) Σε περίπτωση που ο Έφορος θεωρεί κατεπειγόντως αναγκαία την άμεση αναστολή της  λειτουργίας οποιουδήποτε δημοσίου νοσηλευτηρίου ή τμήματος αυτού, ιδιαίτερα όταν διαπιστώνεται πρόβλημα που επηρεάζει άμεσα ή θέτει σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία, εκδίδει αμέσως και επιδίδει ως οι εξουσίες του βάσει της παραγράφου (η) της παραγράφου (1) του άρθρου 31 Α, προσωρινό διάταγμα αναστολής της λειτουργίας, η ισχύς του οποίου δεν μπορεί να υπερβαίνει τους τρεις μήνες.

Ετήσια έκθεση 

31 Ζ. Το καθ’ ύλην αρμόδιο προσωπικό κάθε δημόσιου νοσηλευτηρίου  αποστέλλει στον Έφορο μέχρι την 31η Μαρτίου κάθε έτους έκθεση, σύμφωνα με τον τύπο που ο Έφορος εκάστοτε καθορίζει, αναφορικά με τη λειτουργία του νοσηλευτηρίου κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους, στην οποία περιέχονται πληροφορίες αναφορικά με το σύνολο των τομέων λειτουργίας και δράσης του νοσηλευτηρίου, συμπεριλαμβανομένων των ασθενών που νοσηλεύτηκαν σε αυτό και το προσωπικό που εργοδοτείτο ή συνεργάζετο με αυτό.»

  1. Ο παρών Νόμος τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

Τέλος


7 Σχόλια

  1. Συμβουλευτική Επιτροπή Δημοσίων Νοσηλευτηρίων 31(4) αντικατάστασης της λέξης “δώδεκα” με “εννέα”.
    Εισήγηση όπως στην Επιτροπή να συμμετέχει εκπρόσωπος της Διεύθυνσης Νοσηλευτικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Υγείας (Ο εκάστοτε Διευθυντής ή εκπρόσωπος του)

  2. Να προστεθεί η ακόλουθη εξουσία:
    Να προστεθεί στο 31.Α(1) “(στ) να ενημερώνει τον Οργανισμό Ασφάλισης Υγείας, για παραβιάσεις του παρόντος νόμου καθώς και οποιεσδήποτε άλλες πληροφορίες εμπίπτουν στον τομέα αρμοδιοτήτων του ή/και οι οποίες δύνανται να συνιστούν παράβαση της σύμβασης παροχής υπηρεσιών φροντίδας υγείας του Οργανισμού με τον Οργανισμό Ασφάλισης Υγείας ή/και του περί Γενικού Συστήματος Υγείας Νόμου.”
    Αυτό το σημείο εισάγεται διότι ο Οργανισμός Ασφάλισης Υγείας πέραν από οποιεσδήποτε ενδεχόμενες παραβάσεις του νόμου ΟΚΥπΥ οι οποίες οδηγούν σε έκδοση διατάγματος αναστολής, είναι απαραίτητο να μπορεί να λάβει και άλλες συναφείς και σχετικές πληροφορίες με τη νομοθεσία του ΓεΣΥ και τη σύμβαση των παροχέων. Δηλαδή για ζητήματα που δεν αφορούν αμιγώς παραβάσεις. Αυτή η ανάγκη έχει ήδη προκύψει από την εφαρμογή του ΓεΣΥ μέχρι σήμερα τόσο από πλευράς του Υπουργείου όσο και από πλευράς του Οργανισμού. Συνεπώς είναι θεμιτό να ρυθμιστεί το θέμα αυτό στις νέες νομοθεσίες.

  3. Σχόλιο για το άρθρο 31Α(1) στο “Νοείται ότι, αναφορικά με τα περιφερειακά νοσοκομεία, σε περίπτωση αδυναμίας συμμόρφωσης με τις ελάχιστες απαιτήσεις ως προς το Τέταρτο Παράρτημα του Περί Ιδιωτικών Νοσηλευτηρίων (Έλεγχος Ίδρυσης και Λειτουργίας) Νόμου, ο Υπουργός δύναται να εκδώσει σχετικό διάταγμα, με το οποίο να χορηγείται εξαίρεση συμμόρφωσης για λόγους δημοσίου συμφέροντος.”: Το Τέταρτο Παράρτημα στο οποίο γίνεται αναφορά στη νομοθεσία περι Ιδιωτικών Νοσηλευτηρίων, δεν αναφέρεται σε απαιτήσεις αλλά στον εγκεκριμένο τύπο ειδοποίησης διαπίστωσης παράβασης. Αν η αναφορά είναι λανθασμένη, και το ορθό είναι το Πρώτο Παράρτημα, η εξαίρεση συμμόρφωσης από τον ΥΥ για λόγους δημοσίου συμφέροντος δεν θα πρέπει να περιλαμβάνει όλες τις προϋποθέσεις του παραρτήματος, αλλά κάποιες εξ αυτών.

  4. Πρέπει να περιληφθεί πρόνοια για Σύσταση Επιτροπής Νοσοκομειακών Λοιμώξεων και θέσπιση των αρμοδιοτήτων της όπως περιλήφθηκε στο νομοσχέδιο για το νέο νόμο Ιδιωτικών Νοσηλευτηρίων.
    Επίσης, πρέπει να περιληφθεί αναφορά στη τήρηση συστήματος ISO 7101 όπως αυτό αναφέρεται στο σημείο 7 (κβ) του νομοσχεδίου για τα Ιδιωτικά Νοσηλευτήρια. Να καθοριστούν επίσης τα κριτήρια και οι ρόλοι του Διοικητικού και Επιστημονικού Διευθυντή με τον ίδιο τρόπο όπως και στο νομοσχέδιο για τα Ιδιωτικά Νοσηλευτήρια.

  5. Σελ. 1 – «εντεταλμένος επιθεωρητής» ο ορισμός θα πρέπει να τροποποιηθεί έτσι ώστε να περιλαμβάνει και άλλους επαγγελματίες υγείας του Υπουργείου Υγείας που δεν ανήκουν στις Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας, όπως π.χ. Νοσηλευτικούς Λειτουργούς οι οποίοι οργανικά ανήκουν στη διοίκηση του Υπουργείου Υγείας. Σήμερα αριθμός Νοσηλευτών είναι αποσπασμένοι στις Ιατρικές Υπηρεσίες και ασκούν καθήκοντα Επιθεωρητή.

    Σελ. 3 & 5 – Γίνεται αναφορά σε περιφερειακά νοσοκομεία. Προς αποφυγή μελλοντικών παρερμηνειών, εισηγούμαστε όπως καταγραφεί στο Άρθρο 2 – Ερμηνείες ο ορισμός του περιφερειακού νοσοκομείου.

    Σελ. 3, 5, 9, 10, 11 – Υπάρχει παραπομπή στις απαιτήσεις του Τέταρτου Παραρτήματος του περί Ιδιωτικών Νοσηλευτηρίων (Έλεγχος Ίδρυσης και Λειτουργίας) νόμου. Δεδομένου ότι το συγκεκριμένο παράρτημα αφορά έντυπα και ειδοποιήσεις του Εφόρου προς τα νοσηλευτήρια, να διευκρινιστεί αν η παραπομπή είναι ορθή.

    Σελ. 6 – Σημείο (4) (ε) – Ο όρος «Υγειονομικός Επιθεωρητής» θα πρέπει να αντικατασταθεί με τον όρο «Υγειονομικό Λειτουργό», αφού η θέση έχει αναβαθμιστεί και μετονομαστεί.

    Σελ. 8 – Άρθρο 31 Γ. (1) – το λεκτικό θα πρέπει να τροποποιηθεί έτσι ώστε να περιλαμβάνει και άλλους επαγγελματίες υγείας του Υπουργείου Υγείας που δεν ανήκουν στις Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας, όπως π.χ. Νοσηλευτικούς Λειτουργούς οι οποίοι οργανικά ανήκουν στη διοίκηση του Υπουργείου Υγείας. Σήμερα αριθμός Νοσηλευτών είναι αποσπασμένοι στις Ιατρικές Υπηρεσίες και ασκούν καθήκοντα Επιθεωρητή.

    Σελ. 12 – Άρθρο 31 Ε (1) – «Ο Έφορος ή ο εντεταλμένος επιθεωρητής…συντάσσει και επιδίδει στον Εκτελεστικό Διευθυντή του Οργανισμού…». Η λέξη «Εκτελεστικό» θα πρέπει να αντικατασταθεί με τη λέξη «Γενικό», αφού σύμφωνα με τη νομοθεσία (Άρθρο 17) «Ο Γενικός Διευθυντής προΐσταται του Οργανισμού, αποτελεί το ανώτατο εκτελεστικό όργανο αυτού…»

  6. Γενικό Σχόλιο – Ενώ αντιλαμβανόμαστε την ανάγκη ύπαρξης και τη χρησιμότητα του περί Ιδιωτικών Νοσηλευτηρίων (Έλεγχος Ίδρυσης και Λειτουργίας) νόμου, θεωρούμε ότι η περίπτωση των δημόσιων νοσηλευτηρίων διαφέρει και σε κάποιο βαθμό δεν μπορεί και δεν πρέπει να ακολουθήσει κάποιες από τις πρόνοιες της προτεινόμενης νομοθεσίας, ιδιαίτερα όσο αφορά τις αναλογίες προσωπικού. Θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η βαρύτητα και η φύση των περιστατικών που αντιμετωπίζουν και νοσηλεύουν τα κρατικά νοσηλευτήρια καθώς επίσης και η προσφορά υπηρεσιών δημόσιας υγείας που δεν προσφέρονται από τα ιδιωτικά νοσηλευτήρια. Η αυστηρή εφαρμογή των αναλογιών προσωπικού όπως αυτή αναφέρεται στη νομοθεσία θα επιφέρει προβλήματα στη ορθή λειτουργία των τμημάτων των δημόσιων νοσηλευτηρίων και θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στην εξυπηρέτηση και φροντίδα των ασθενών.

  7. Να διαγραφεί η παράγραφος (η) του εδαφίου (4) του Άρθρου 31Β του τροποιητικού Νόμου που αναφέρει ως ένα από τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής Δημόσιων Νοσηλευτηρίων «έναν εκπρόσωπο του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που υποδεικνύεται από το διευθυντή του τμήματος.».

Back to top button
Μετάβαση στο περιεχόμενο