1. ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ (Α): 04 – ΜΕΡΟΣ IV – ΥΠΟΧΡΕΕΣ ΟΝΤΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΕΠΟΠΤΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ
Αξιολόγηση κινδύνου
25.-(1) Κάθε υπόχρεη οντότητα οφείλει να θεσπίζει και να εφαρμόζει επαρκείς και κατάλληλες πολιτικές, ελέγχους, συστήματα και διαδικασίες, ώστε –
(α) να μετριάζει και να διαχειρίζεται αποτελεσματικά τους κινδύνους παράβασης των Κυρώσεων, και
(β) να εντοπίζει πράξεις ή παραλείψεις, οι οποίες σχετίζονται με τις επαγγελματικές της δραστηριότητες, και οι οποίες παραβαίνουν ή ενδεχομένως να παραβαίνουν τις Κυρώσεις.
(2) Οι πολιτικές, οι έλεγχοι, τα συστήματα και οι διαδικασίες πρέπει να είναι ανάλογα με τα χαρακτηριστικά και τη δραστηριότητα της υπόχρεης οντότητας.
(3) Για σκοπούς εφαρμογής του παρόντος άρθρου, κάθε Εποπτική Αρχή εκδίδει οδηγίες με τις οποίες καθορίζονται οι λεπτομέρειες και εξειδικεύεται ο τρόπος εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου από τα πρόσωπα που υπόκεινται στην εποπτεία της.
(4) Για σκοπούς συντονισμού, οι Εποπτικές Αρχές ενημερώνουν την ΕΜΕΚ για τις οδηγίες που εκδίδουν δυνάμει του εδαφίου (3).
(5) Κάθε Εποπτική Αρχή παρακολουθεί, αξιολογεί και εποπτεύει την εφαρμογή του παρόντος άρθρου και των οδηγιών του εδαφίου (3) που η ίδια έχει εκδώσει, από τις υπόχρεες οντότητες που υπόκεινται στην εποπτεία της.
Διαβίβαση πληροφοριών στην ΕΜΕΚ από υπόχρεες οντότητες
26.-(1) Οι υπόχρεες οντότητες διαβιβάζουν στην ΕΜΕΚ οποιεσδήποτε πληροφορίες δυνατό να έχουν περιέλθει στην κατοχή ή την αντίληψή τους σχετικά με πιθανή παραβίαση Κυρώσεων στο πλαίσιο άσκησης των δραστηριοτήτων τους.
(2) H ΕΜΕΚ δύναται να ζητήσει και να λάβει οποιεσδήποτε επιπρόσθετες πληροφορίες κρίνει αναγκαίες και τις οποίες οι υπόχρεες οντότητες προσκομίζουν σε εύθετο χρόνο.
Επιβολή διοικητικών μέτρων από Εποπτική Αρχή
27.-(1) Εποπτική Αρχή δύναται να λάβει όλα ή οποιαδήποτε από τα μέτρα που αναφέρονται πιο κάτω, σε περίπτωση κατά την οποία υπόχρεη οντότητα που υπόκειται στην εποπτεία της παραλείπει να συμμορφωθεί με το άρθρο 25 και τις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες οδηγίες της Εποπτικής Αρχής, αφού δώσει την ευκαιρία στην υπόχρεη οντότητα να ακουστεί:
(α) να απαιτεί από την υπόχρεη οντότητα να λάβει τέτοια μέτρα εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος, ως η Εποπτική Αρχή ήθελε καθορίσει για τη θεραπεία της κατάστασης∙
(β) να επιβάλει –
(i) διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ (€500.000) και,
(ii) σε περίπτωση που η παράβαση συνεχίζεται, διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τα πεντακόσια ευρώ (€500) για κάθε μέρα συνέχισης της παράβασης∙
(γ) να τροποποιήσει ή αναστείλει ή ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας ή την άδεια εξασκήσεως επαγγέλματος υπόχρεης οντότητας, ανάλογα με την περίπτωση∙
(δ) να απαγορεύσει προσωρινά ή μόνιμα σε πρόσωπα που ασκούν διοικητικά καθήκοντα σε υπόχρεη οντότητα, ή σε άλλο φυσικό πρόσωπο που θεωρείται υπαίτιο για την παράβαση, την άσκηση διοικητικών καθηκόντων σε υπόχρεη οντότητα·
(ε) να επιβάλει το διοικητικό πρόστιμο που αναφέρεται στην παράγραφο (β) σε πρόσωπο που ασκεί διοικητικά καθήκοντα σε υπόχρεη οντότητα ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι η παράβαση οφειλόταν σε δική του υπαιτιότητα, εσκεμμένη παράλειψη ή αμέλεια·
(στ) να υποχρεώσει φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο θεωρείται υπαίτιο για παράβαση, να διακόψει τη συμπεριφορά του και να μην την επαναλάβει.
(2) Σε περίπτωση που, κατόπιν αξιολόγησης, Εποπτική Αρχή κρίνει ότι τίθεται ζήτημα δημόσιου συμφέροντος, δημοσιεύει στον επίσημο διαδικτυακό της τόπο το σύνολο ή μέρος της απόφασης που αφορά την παράβαση και τα διοικητικά μέτρα που επέβαλε δυνάμει του εδαφίου (1), η οποία μπορεί να περιλαμβάνει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα προσώπων που έχουν βρεθεί σε παράβαση μόνο σε δεόντως αιτιολογημένες εξαιρετικές περιπτώσεις.
(3) Κατά τον καθορισμό του είδους και του επιπέδου του διοικητικού μέτρου, η Εποπτική Αρχή λαμβάνει υπόψη όλες τις σχετικές περιστάσεις περιλαμβανομένων, κατά περίπτωση –
(α) της σοβαρότητας και διάρκειας της παράβασης,
(β) του βαθμού ευθύνης του υπαίτιου προσώπου,
(γ) της οικονομικής κατάστασης του υπαίτιου προσώπου, όπως προκύπτει από τον συνολικό κύκλο εργασιών του αν είναι νομικό πρόσωπο ή από το ετήσιο εισόδημα του αν είναι φυσικό πρόσωπο,
(δ) του κέρδους που το υπαίτιο πρόσωπο αποκόμισε από την παράβαση, στον βαθμό που μπορεί να προσδιοριστεί,
(ε) τις ζημιές τρίτων που προκλήθηκαν από την παράβαση, στον βαθμό που μπορούν να προσδιοριστούν,
(στ) του βαθμού συνεργασίας του υπαίτιου προσώπου με την αρμόδια Εποπτική Αρχή,
(ζ) προηγούμενες παραβάσεις του υπαίτιου προσώπου τις οποίες η Εποπτική Αρχή θεωρήσει σχετικές.
(4) Η Εποπτική Αρχή ασκεί τις προβλεπόμενες στον παρόντα Νόμο εξουσίες επιβολής διοικητικών μέτρων άμεσα ή/και σε συνεργασία με άλλες αρχές:
Νοείται ότι, κατά την άσκηση των εξουσιών επιβολής διοικητικών μέτρων, οι Εποπτικές Αρχές συνεργάζονται στενά προκειμένου να διασφαλίσουν ότι τα επιβληθέντα μέτρα θα φέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα και, σε περίπτωση διασυνοριακών υποθέσεων, συντονίζουν τις ενέργειές τους.
Διαβίβαση πληροφοριών στις διωκτικές αρχές
28. Σε περίπτωση που οποιαδήποτε Εποπτική Αρχή ή Αρμόδια Αρχή έχει εύλογη υποψία ότι πρόσωπο έχει διαπράξει ή διαπράττει πράξη ή παράληψη που παραβαίνει τις Κυρώσεις, αναφέρει την ενδεχόμενη παράβαση στον Γενικό Εισαγγελέα για σχετική διερεύνηση, ενώ ταυτόχρονα ενημερώνει και την ΕΜΕΚ.
Τέλος
Άρθρο 25
Το άρθρο φαίνεται να περιορίζεται ή/και να έχει προνοεί αποσπασματικά μέτρα πρόληψης όπως την αξιολόγηση κινδύνου και να μην περιλαμβάνει σημαντικότατες διαδικασίες που επιτρέπουν τον εντοπισμό παραβάσεων των κυρώσεων όπως διαδικασίες ελέγχου των συναλλαγών και δραστηριοτήτων του πελάτη.
Εδάφιο (3)
Στο τέλος της πρότασης να προστεθεί η φράση «και οι οποίες είναι δεσμευτικές και υποχρεωτικές ως προς την εφαρμογή τους για τα πρόσωπα προς τα οποία απευθύνονται».
Άρθρο 26
Εδάφιο (1)
Ο ορισμός των «Κυρώσεων» που δίνεται στο άρθρο 2(1) περιλαμβάνει τις ευρωπαϊκές, τις εθνικές και τις κυρώσεις του ΟΗΕ, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι τομεακές κυρώσεις αφού δεν γίνεται οποιοσδήποτε διαχωρισμός τους στο νομοσχέδιο. Το άρθρο βρίσκεται σε αντιδιαστολή με τα άρθρα 3 και 9 που αναφέρουν ότι η αρμοδιότητα της ΕΜΕΚ είναι οι οικονομικές κυρώσεις μόνο. Περαιτέρω, εάν η υποχρέωση αναφοράς υφίσταται μόνο προς την ΕΜΕΚ, τότε πρέπει να γίνει ρητή αναφορά στο νομοσχέδιο ότι η υποχρέωση εκπληρώνεται με την διαβίβαση των πληροφοριών στην ΕΜΕΚ και οι υπόχρεες οντότητες δεν υπέχουν υποχρέωση υποβολής καταγγελίας και στην Αστυνομία. Επίσης, αφού το νομοσχέδιο δεν δίδει αρμοδιότητα της ΕΜΕΚ επί των τομεακών κυρώσεων, τότε δεν γίνεται αντιληπτός ο λόγος υποχρέωσης διαβίβασης πληροφοριών που πιθανώς να περιλαμβάνουν και προσωπικά δεδομένα, σε αναρμόδια αρχή. Επιπλέον, το άρθρο δεν φαίνεται να περιλαμβάνει πιθανές προσπάθειες παράκαμψης των κυρώσεων.
Εδάφιο (2)
Ο εύθετος χρόνος αποτελεί γενική αναφορά που δεν δημιουργεί συγκεκριμένη εφαρμόσιμη υποχρέωση. Εισήγηση όπως αντικατασταθεί με την φράση «σε χρόνο που θα καθορίζεται από την ΕΜΕΚ».
Άρθρο 27
Εδάφιο 1
Τα διοικητικά πρόστιμα που προνοούνται ενδεχομένως να μην ακολουθούν την αρχή της αναλογικότητας αφού φαίνεται να είναι δυσανάλογα της φύσης της παράβασης.
Εδάφιο 2
Το θέμα του δημοσίου συμφέροντος καθορίζεται από το άρθρο 22(5) με το οποίο αποκλείεται η όποια διακριτική ευχέρεια σε εποπτική αρχή για καθορισμό του. Περαιτέρω, το πλαίσιο δημοσιοποίησης είναι δυσανάλογα αυστηρό σε σύγκριση και με άλλες νομοθεσίες όπως αυτή του ΞΠΧ/ΧΤ.
Άρθρο 25
Εδάφιο (1)
Στο άρθρο 25, ο πλαγιότιτλος που αναφέρεται στην “Αξιολόγηση Κινδύνου” δεν αντικατοπτρίζει το περιεχόμενο του άρθρου 25, το οποίο αφορά κυρίως την εφαρμογή πολιτικών και διαδικασιών για τη διαχείριση κινδύνων παράβασης Κυρώσεων και τον εντοπισμό παραβάσεων.
Συνεπώς, εισηγούμαστε όπως (α) ο Πλαγιότιτλος αντικατασταθεί με την ακόλουθη φράση: “Αξιολόγηση και Διαχείριση Κινδύνων” και (β) το άρθρο 25 τροποποιηθεί με την προσθήκη της φράσης «να εντοπίζει, να αξιολογεί,» μετά την αρίθμηση (α) και πριν τη φράση «να μετριάζει».
Εδάφιο (3)
Να προστεθεί η φράση «οι οποίες είναι δεσμευτικές και υποχρεωτικές ως προς την εφαρμογή τους» μετά τη λέξη οδηγίες.
Άρθρο 26
Σύμφωνα με το άρθρο 26.-(1) Οι υπόχρεες οντότητες διαβιβάζουν στην ΕΜΕΚ οποιεσδήποτε πληροφορίες δυνατό να έχουν περιέλθει στην κατοχή ή την αντίληψή τους σχετικά με πιθανή παραβίαση Κυρώσεων στο πλαίσιο άσκησης των δραστηριοτήτων τους.
Να διευκρινιστεί κατά πόσον η παροχή πληροφοριών προς την ΕΜΕΚ θα πρέπει να καλύπτει κάθε μορφή κυρώσεων ή μόνο οικονομικές κυρώσεις (πχ χρήματα που έπρεπε να είναι δεσμευμένα ή τομεακές κυρώσεις).
Περαιτέρω, να διευκρινιστεί κατά πόσον οι υπόχρεες οντότητες θα πρέπει να υποβάλλουν αναφορά υποψίας και στη ΜΟΚΑΣ/Αστυνομία.
Άρθρο 28
Σύμφωνα με το άρθρο 28, σε περίπτωση που οποιαδήποτε Εποπτική Αρχή ή Αρμόδια Αρχή έχει εύλογη υποψία ότι πρόσωπο έχει διαπράξει ή διαπράττει πράξη ή παράληψη που παραβαίνει τις Κυρώσεις, αναφέρει την ενδεχόμενη παράβαση στον Γενικό Εισαγγελέα για σχετική διερεύνηση, ενώ ταυτόχρονα ενημερώνει και την ΕΜΕΚ. Να διευκρινιστεί κατά πόσον οποιαδήποτε υποψία θα υποβάλλεται στον Γενικό Εισαγγελέα ή μόνο τα ποινικά αδικήματα όπως ορίζονται στο Νομοσχέδιο O ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΟΡΙΣΜΟΥ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΑΔΙΚΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΚΥΡΩΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ
Άρθρο 27(2) Εισηγούμαστε να ακολουθηθεί η προσέγγιση του Άρθρου 59(6Α) του Νόμου AML/CFT.
Προτείνεται νομοσχέδιο με τίτλο “ο περί της Εφαρμογής των Κυρώσεων Νόμος του [2025]” ο οποίος προνοεί τη σύσταση της Εθνικής Μονάδας Εφαρμογής Κυρώσεων “ΕΜΕΚ”. Η σύσταση μιας εξειδικευμένης μονάδας θα εποπτεύει την εφαρμογή των κυρώσεων και άλλων περιοριστικών μέτρων που λαμβάνονται είτε σε επίπεδο Ηνωμένων Εθνών είτε σε επίπεδο ΕΕ, εφόσον η ΚΔ έχει προσυπογράψει τις σχετικές συμβάσεις για συμμόρφωσή της με τα μέτρα αυτά, συνδράμοντας τις προσπάθειες της διεθνούς και της ευρωπαϊκής κοινότητας σε θέματα διεθνούς δικαίου και εξωτερικής πολιτικής. Αφορά δέσμευση της ΚΔ για τη σύσταση ενός τέτοιου οργάνου το οποίο θα αναλάβει τις εργασίες που μέχρι τώρα διεκπεραίωναν δύο ad-hoc επιτροπές υπό την αιγίδα του Υπ. Οικονομικών.