1. ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ (Α): 03 – ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ – ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΕΜΕΚ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 – ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΕΜΕΚ
Αρμοδιότητες της ΕΜΕΚ:
9.-(1) H EMEK ασκεί όλες τις αρμοδιότητες που είναι αναγκαίες για την επίτευξη των σκοπών της.
(2) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (1), οι βασικές αρμοδιότητες της ΕΜΕΚ είναι οι ακόλουθες:
(α) η εφαρμογή των οικονομικών κυρώσεων στη Δημοκρατία
(β) ο συντονισμός όλων των αρχών και κρατικών υπηρεσιών, για την εφαρμογή των Κυρώσεων στη Δημοκρατία∙
(γ) η διασφάλιση κοινών προτεραιοτήτων ανάμεσα στις αρχές επιβολής του νόμου και τις αρχές που είναι επιφορτισμένες με την εφαρμογή των Ευρωπαϊκών Κυρώσεων, και η κατανόηση της σχέσης μεταξύ ποινικής και διοικητικής επιβολής∙
Οποιαδήποτε αναφορά στην παρούσα παράγραφο σε «αρχές που είναι επιφορτισμένες με την εφαρμογή των Ευρωπαϊκών Κυρώσεων» περιλαμβάνει και τη ΜΟΚΑΣ.
(δ) η συλλογή πληροφοριών, η συνεργασία με άλλες κρατικές αρχές και φορείς στη Δημοκρατία, με αρμόδιες αρχές του εξωτερικού και με άλλους οργανισμούς κατά τα προβλεπόμενα στις διατάξεις του παρόντος Νόμου, και η ανταλλαγή στοιχείων και πληροφοριών με αυτούς (περιλαμβανομένης, χωρίς περιορισμό, της ανταλλαγής πληροφοριών για στρατηγικούς σκοπούς, εντός των ορίων που καθορίζονται στο εφαρμοστέο ενωσιακό και εθνικό δίκαιο)∙
(ε) η διαβούλευση κατά τη διεξαγωγή ερευνών, εντός του πλαισίου που καθορίζεται στο εφαρμοστέο ενωσιακό και εθνικό δίκαιο∙
(στ) η ανάληψη και εκτέλεση ενεργειών ως αρμόδια αρχή για σκοπούς εφαρμογής πράξεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης∙
(ζ) η εξέταση και λήψη απόφασης σε σχέση με αιτήματα για χορήγηση αδειών ή παρεκκλίσεων σύμφωνα με τις πρόνοιες των Κανονισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Περιοριστικά Μέτρα) και/ή των Ψηφισμάτων ή Αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας (Κυρώσεις), όσον αφορά οικονομικές κυρώσεις∙
(η) η λήψη αναφορών, κατά τα οριζόμενα στους Κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Περιοριστικά Μέτρα) και/ή στα Ψηφίσματα ή Αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας (Κυρώσεις) για τις οποίες η ΕΜΕΚ έχει οριστεί ως η αρμόδια αρχή∙
(θ) η επιβολή των προβλεπόμενων στον παρόντα Νόμο, ή σε οποιοδήποτε άλλο νόμο βάσει του οποίου ανατίθενται εξουσίες και αρμοδιότητες στην ΕΜΕΚ, διοικητικών προστίμων∙
(ι) η εκπροσώπηση της Δημοκρατίας σε εγχώρια, ευρωπαϊκά και διεθνή όργανα∙
(ια) η αξιολόγηση υποθέσεων ενδεχόμενης παράβασης των Κυρώσεων∙
(ιβ) η κατάρτιση εκθέσεων σε σχέση με το έργο της, εκθέσεων με στατιστικά στοιχεία και εκθέσεων αναφοράς∙
(ιγ) συντονισμός για τον προσδιορισμό και εντοπισμό, κατά περίπτωση, κεφαλαίων και οικονομικών πόρων τα οποία ανήκουν σε κατονομαζόμενα πρόσωπα, οντότητες ή φορείς∙
(ιδ) η διατύπωση γνώμης, εισηγήσεων, προτάσεων και πολιτικών προς τον Υπουργό, τη Βουλή των Αντιπροσώπων, τις Αρμόδιες Αρχές, τις Εποπτικές Αρχές ή/και άλλες κρατικές υπηρεσίες για θέματα σχετικά με την εφαρμογή των Κυρώσεων στη Δημοκρατία∙
(ιε) η έκδοση οδηγιών, εγκυκλίων, κατευθυντήριων γραμμών, διευκρινήσεων και καθοδήγησης για θέματα σχετικά με την εφαρμογή των Κυρώσεων στη Δημοκρατία∙
(ιστ) η υποβολή προτάσεων για κανονισμούς και νομοσχέδια για ρύθμιση τυχόν θεμάτων που αφορούν το πλαίσιο των Κυρώσεων∙
(ιζ) η εισήγηση και/ή η προώθηση της σύναψης πρωτοκόλλων συνεργασίας ή άλλων συμφωνιών με αρμόδιες αρχές και οργανισμούς του εξωτερικού, που να προβλέπουν την ανταλλαγή πληροφοριών∙
(ιη) η διοργάνωση εκπαιδευτικών ή επιμορφωτικών σεμιναρίων ή συνεδρίων και η έκδοση και διανομή επιμορφωτικού υλικού για θέματα σχετικά με την εφαρμογή των Κυρώσεων στη Δημοκρατία∙
(ιθ) η άσκηση των αρμοδιοτήτων που της παρέχει οποιοδήποτε νόμος ή/και κανονιστική διοικητική πράξη ή/και διάταγμα Υπουργικού Συμβουλίου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 – ΑΙΤΗΜΑΤΑ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
Υποβολή αιτήματος:
10.-(1) Για την χορήγηση άδειας ή παρέκκλισης σε σχέση με οικονομικές κυρώσεις, απαιτείται η προηγούμενη υποβολή αιτήματος προς την ΕΜΕΚ.
(2) Ο αιτητής αναφέρει στο αίτημα του την ανάγκη για τη χορήγηση της άδειας ή παρέκκλισης καθώς και τη νομική βάση αυτού. Το αίτημα πρέπει να συνοδεύεται από όλες τις πληροφορίες, ως καθορίζονται σε έντυπο που εκδίδεται από την ΕΜΕΚ.
(3) Το αίτημα υποβάλλεται σε επίσημη γλώσσα της Δημοκρατίας ή στην αγγλική γλώσσα.
(4) Τα έγγραφα και στοιχεία που συνοδεύουν το αίτημα, πρέπει να είναι πρωτότυπα ή πιστά αντίγραφα αυτών, ή όπου αυτό είναι αδύνατο, αντίγραφα των πρωτοτύπων. Σε περίπτωση που τα συγκεκριμένα έγγραφα και στοιχεία έχουν συνταχθεί σε γλώσσα άλλη από επίσημη γλώσσα της Δημοκρατίας ή την Αγγλική, τότε υποβάλλονται στην ΕΜΕΚ και πιστές μεταφράσεις αυτών.
(5) Η ΕΜΕΚ κατά την εξέταση του αιτήματος δύναται να ζητά διευκρινίσεις και πρόσθετα στοιχεία, έγγραφα ή πληροφορίες τα οποία είναι, κατά την κρίση της, απαραίτητα για τον πληρέστερο έλεγχο του αιτήματος.
(6) Η ΕΜΕΚ δύναται, με οδηγία της, να ρυθμίζει κάθε ζήτημα που αφορά την υποβολή αιτήματος, εξειδικεύοντας τις σχετικές λεπτομέρειες.
Έγκριση και απόρριψη αιτήματος:
11.-(1) Η ΕΜΕΚ δύναται κατά την κρίση της να εγκρίνει ή να απορρίψει το αίτημα που υποβάλλεται δυνάμει του άρθρου 10. Η ΕΜΕΚ εγκρίνει το αίτημα και χορηγεί άδεια ή παρέκκλιση σε σχέση οικονομικές κυρώσεις, εφόσον διαπιστώσει ότι πληρούνται οι σχετικοί όροι και προϋποθέσεις που προβλέπονται στο Πλαίσιο Κυρώσεων:
Νοείται ότι η ΕΜΕΚ δύναται να χορηγήσει άδεια ή παρέκκλιση υπό τέτοιους όρους και προϋποθέσεις, ως κρίνει αναγκαίο.
(2) Η ΕΜΕΚ δύναται να χορηγεί γενικές ή ειδικές άδειες, σύμφωνα με τα όσα προβλέπονται στο Πλαίσιο Κυρώσεων.
(3) Η ΕΜΕΚ εξετάζει το αίτημα και γνωστοποιεί την απόφασή της στον αιτητή.
(4) Η απόρριψη του αιτήματος αιτιολογείται κατάλληλα.
Τροποποίηση, αναστολή και ανάκληση άδειας ή παρέκκλισης:
12.-(1) H χορήγηση άδειας ή παρέκκλισης δυνάμει του άρθρου 11(1) του παρόντος Νόμου δύναται να τροποποιηθεί, να ανασταλεί και/ή να ανακληθεί οποτεδήποτε, κατόπιν σχετικής απόφασης της ΕΜΕΚ.
(2) Η ΕΜΕΚ ενημερώνει γραπτώς τον αιτητή για την απόφαση της να τροποποιήσει, αναστείλει και/ή να ανακαλέσει την άδεια ή την παρέκκλιση και κοινοποιεί τυχόν αναθεωρημένη άδεια ή παρέκκλιση στον αιτητή.
Ιεραρχική προσφυγή:
13.-(1) Αιτητής ο οποίος δεν ικανοποιείται από απόφαση της ΕΜΕΚ δύναται, εντός είκοσι (20) ημερών από την ημερομηνία που κοινοποιείται σε αυτόν η απόφαση της ΕΜΕΚ, να προσβάλει την απόφαση με γραπτή ένσταση του στον Υπουργό, στην οποία να εκθέτει τους λόγους προς υποστήριξή της.
(2) Ο Υπουργός εξετάζει κάθε ένσταση που υποβάλλεται σ’ αυτόν και αν, σε οποιαδήποτε συγκεκριμένη περίπτωση ήθελε θεωρήσει αυτό αναγκαίο ή σκόπιμο, ακούει ή με άλλο τρόπο δίνει την ευκαιρία στον προσφεύγοντα να υποστηρίξει τους λόγους στους οποίους στηρίζεται η ένσταση.
(3) Ο Υπουργός αποφασίζει σε σχέση με κάθε ένσταση το ταχύτερο και κοινοποιεί την απόφαση του στον προσφεύγοντα εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία άσκησης της ένστασης:
Νοείται ότι ο Υπουργός, δύναται να αναθέσει σε ένα ή περισσότερους λειτουργούς του Υπουργείου Οικονομικών την εξέταση θεμάτων που προβάλλονται στην ένσταση, οι οποίοι υποβάλλουν σ’ αυτόν σχετικό πόρισμα προτού ο Υπουργός εκδώσει την απόφαση του για την ένσταση.
(4) Ο Υπουργός δύναται –
(α) να επικυρώσει την προσβλησθείσα απόφαση∙
(β) να ακυρώσει την προσβλησθείσα απόφαση∙
(γ) να τροποποιήσει την προσβλησθείσα απόφαση∙
(δ) να προβεί στην έκδοση νέας απόφασης σε αντικατάσταση της προσβλησθείσας.
(5) Πρόσωπο που δεν ικανοποιείται από την απόφαση του Υπουργού δύναται να καταχωρήσει προσφυγή στο διοικητικό δικαστήριο δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 – ΣΥΛΛΟΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ, ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΑΛΛΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΣ
Εξουσία προς συλλογή στοιχείων και πληροφοριών:
14.-(1) Η ΕΜΕΚ, στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων της, δύναται, με γραπτό αίτημά της –
(α) να ζητεί και να συλλέγει πληροφορίες, και
(β) να απαιτεί μέσα σε ταχθείσα προθεσμία, την παροχή των εν λόγω πληροφοριών
από οποιοδήποτε πρόσωπο που η ΕΜΕΚ, κατά την απόλυτή της κρίση, θεωρεί ότι είναι σε θέση να δώσει τις αιτούμενες πληροφορίες.
(2) Στο γραπτό αίτημα της ΕΜΕΚ καθορίζεται ο σκοπός της συλλογής πληροφοριών, η διάταξη στην οποία βασίζεται η εξουσία της, η τασσόμενη προς παροχή των πληροφοριών προθεσμία και τα ενδεχόμενα πρόστιμα σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με την προβλεπόμενη στο εδάφιο (1), υποχρέωση παροχής πληροφοριών.
(3) Οποιοδήποτε πρόσωπο, στο οποίο απευθύνεται το αίτημα της ΕΜΕΚ για συλλογή πληροφοριών, έχει υποχρέωση για έγκαιρη, πλήρη και ακριβή παροχή των ζητούμενων πληροφοριών.
(4) Ανεξαρτήτως των προνοιών του εδαφίου (1), δικηγόρος που ασκεί το επάγγελμα δεν έχει υποχρέωση να αποκαλύψει πληροφορίες που καλύπτονται από το αναγνωρισμένο κατά το νόμο επαγγελματικό απόρρητο του δικηγόρου.
(5) Σε περίπτωση άρνησης οποιουδήποτε προσώπου να συμμορφωθεί με αίτημα για συλλογή πληροφοριών μέσα στην ταχθείσα προθεσμία ή σε περίπτωση που αυτό αρνείται να δώσει οποιεσδήποτε πληροφορίες ή επιδεικνύει ή προσκομίζει ελλιπείς, ψευδείς ή παραποιημένες πληροφορίες, η ΕΜΕΚ δύναται να του επιβάλει –
(α) διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες ευρώ (€100.000), αφού προηγουμένως δώσει το δικαίωμα ακρόασης στο επηρεαζόμενο πρόσωπο και,
(β) σε περίπτωση που η παράβαση συνεχίζεται, διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει το ποσό των εκατό ευρώ (€100) για κάθε ημέρα συνέχισης της άρνησης συμμόρφωσης ή άλλης παράβασης.
(6) Οι πληροφορίες που παρέχονται στην ΕΜΕΚ βάσει του άρθρου αυτού είναι εμπιστευτικής φύσεως και δύναται να χρησιμοποιηθούν μόνο στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων της:
Νοείται ότι, αν κατά τη συλλογή και αξιολόγηση των πληροφοριών προκύψουν οποιαδήποτε στοιχεία, τα οποία δυνατό να συνιστούν ενδεχόμενη παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των Κυρώσεων, η ΕΜΕΚ διαβιβάζει τα στοιχεία αυτά στο Γενικό Εισαγγελέα για διερεύνηση της υπόθεσης κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 29(α), χωρίς να ενημερώνει οποιοδήποτε πρόσωπο, περιλαμβανομένου και αυτού που υπέβαλε τις πληροφορίες.
(7) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, η «υποχρέωση παροχής πληροφοριών» περιλαμβάνει υποχρέωση για προσκόμιση –
(α) κάθε είδους γραπτών στοιχείων και πληροφοριών, όπως και πληροφοριών εναποθηκευμένων σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές,
(β) οποιωνδήποτε στοιχείων, τα οποία πρόσωπο κατέχει είτε προσωπικά είτε υπό την ιδιότητά του ως καταπιστευματοδόχος, περιλαμβανομένης και της πραγματικής ταυτότητας των πραγματικών δικαιούχων των κεφαλαίων και οικονομικών πόρων σχετικά με τα οποία, άμεσα ή έμμεσα, είναι καταπιστευματοδόχος.
(8) Πρόσωπο το οποίο λαμβάνει αίτημα της ΕΜΕΚ για παροχή πληροφοριών δυνάμει του παρόντος άρθρου οφείλει να το χειρίζεται με πλήρη εμπιστευτικότητα, περιλαμβανομένης της μη κοινοποίησής του.
Συνεργασία και ανταλλαγή πληροφοριών με κρατικές υπηρεσίες και άλλους φορείς της Δημοκρατίας:
15.-(1) H ΕΜΕΚ συνεργάζεται και ανταλλάσσει πληροφορίες με τις Αρμόδιες Αρχές και οποιαδήποτε κρατική υπηρεσία και άλλους φορείς της Δημοκρατίας, ως κρίνεται σκόπιμο.
(2) Η ΕΜΕΚ έχει εγκαίρως, άμεση ή έμμεση πρόσβαση, στις πληροφορίες τις οποίες χρειάζεται προκειμένου να ασκήσει τις αρμοδιότητες της. Για το σκοπό αυτό, η ΕΜΕΚ δύναται να απευθύνει γραπτό αίτημα προς τα πρόσωπα του εδαφίου (1).
(3) Τα πρόσωπα του εδαφίου (1) υποχρεούνται να απαντούν σε εύλογο χρόνο σε αιτήματα παροχής και/ή ανταλλαγής πληροφοριών τα οποία υποβάλλονται από την ΕΜΕΚ.
Συνεργασία της ΕΜΕΚ με αρμόδιες αρχές και οργανισμούς του εξωτερικού:
16.-(1)(α) Τηρουμένων των προνοιών του εδαφίου (2), η ΕΜΕΚ δύναται κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της, να συνεργάζεται με αρμόδιες αρχές και οργανισμούς του εξωτερικού και να ανταλλάζει πληροφορίες, ως κρίνει αναγκαίες για το σκοπό αυτό.
(2) Η ΕΜΕΚ δύναται να εισηγείται και/ή να προωθεί τη σύναψη μνημονίων συνεργασίας ή άλλες συμφωνίες με αρμόδιες αρχές και οργανισμούς του εξωτερικού, που να προβλέπουν την ανταλλαγή πληροφοριών.
Διαβίβαση πληροφοριών στην ΕΜΕΚ από την ΜΟΚΑΣ:
17. Η ΜΟΚΑΣ δύναται να διαβιβάζει στην ΕΜΕΚ οποιεσδήποτε πληροφορίες δυνατόν να έχουν περιέλθει στην κατοχή ή την αντίληψή της στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων της, περιλαμβανομένων πληροφοριών που λαμβάνει στο πλαίσιο αναφοράς ύποπτων συναλλαγών ή/και πληροφοριών που συλλέγει στο πλαίσιο αξιολόγησης τέτοιων αναφορών ή άλλως πως, οι οποίες δυνατόν να σχετίζονται με πιθανή παράβαση Κυρώσεων.
Νοείται ότι η ΕΜΕΚ δύναται να ζητήσει και λάβει οποιεσδήποτε επιπρόσθετες πληροφορίες κρίνει αναγκαίες και τις οποίες η ΜΟΚΑΣ δύναται να προσκομίζει σε εύθετο χρόνο μετά από αιτιολογημένο αίτημα που υποβάλλεται από την ΕΜΕΚ και το οποίο σχετίζεται με πιθανή παράβαση Κυρώσεων.
Συντονισμός και παρακολούθηση:
18.-(1) Η ΕΜΕΚ διασφαλίζει το συντονισμό και τη συνεργασία μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου και των αρχών που είναι επιφορτισμένες με την εφαρμογή των Ευρωπαϊκών Κυρώσεων, σε σχέση με τις εγκληματικές δραστηριότητες που καλύπτονται από τον περί της Ποινικοποίησης της Παραβίασης των Περιοριστικών Μέτρων Νόμο.
(2) Ανεξαρτήτως του εδαφίου (1), η ΕΜΕΚ δύναται να απευθύνεται σε κάθε Αρμόδια Αρχή με σκοπό να:
(α) λαμβάνει ενημέρωση για τα μέτρα που εφαρμόζουν και/ή λαμβάνουν για τη διασφάλιση της εφαρμογής στη Δημοκρατία των Κυρώσεων που εμπίπτουν στο πλαίσιο της αρμοδιότητας τους,
(β) λαμβάνει ενημέρωση σε σχέση με τα δεσμευμένα κεφάλαια και τους δεσμευμένους οικονομικούς πόρους στη Δημοκρατία (περιλαμβανομένων τους πραγματικούς δικαιούχους αυτών) καθώς και οποιονδήποτε άλλων πληροφοριών κρίνει αναγκαίες είτε αυτές αφορούν δεσμευμένα κεφάλαια και δεσμευμένους οικονομικούς πόρους και πραγματικούς δικαιούχους αυτών είτε οποιαδήποτε άλλα περιουσιακά στοιχεία ή πρόσωπα,
(γ) ζητά στατιστικά στοιχεία σε σχέση με τα θέματα των Κυρώσεων που εμπίπτουν στο πλαίσιο αρμοδιότητας τους,
(δ) αποστέλλει οποιαδήποτε στοιχεία που αφορούν αδειοδοτήσεις ή/και παρεκκλίσεις στο Υπουργείο Εξωτερικών, για ενημέρωση των θεσμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των υπόλοιπων Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
(ε) ενημερώνει την σχετική Αρμόδια Αρχή, αναλόγως της θεματικής, για την υποχρέωση υποβολής στοιχείων σε σχετικές Ευρωπαϊκές πλατφόρμες βάσης δεδομένων ή διασφαλίζει ότι τα στοιχεία υποβάλλονται στη σχετική βάση δεδομένων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 – ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ
Υποχρεώσεις αναφοράς προς την ΕΜΕΚ:
19.-(1) Ανεξαρτήτως τυχόν υποχρεώσεων αναφοράς που δύνανται να υπέχουν οι υπόχρεες οντότητες προς τις οικείες Εποπτικές Αρχές ή τις Αρμόδιες Αρχές, και υπό την επιφύλαξη των εφαρμοστέων κανόνων σχετικά με την υποβολή στοιχείων, την εμπιστευτικότητα και το επαγγελματικό απόρρητο, κάθε φυσικό και νομικό πρόσωπο, οντότητα και φορέας –
(α) παρέχει στην EMEK πληροφορίες σχετικά με δεσμευμένα κεφάλαια και δεσμευμένους οικονομικούς πόρους ή πληροφορίες που κατέχουν σχετικά με κεφάλαια και οικονομικούς πόρους σε έδαφος της Ένωσης που βρίσκονται στην ιδιοκτησία, στην κατοχή ή υπό τον έλεγχο κατονομαζόμενων προσώπων, οντοτήτων ή φορέων και τα οποία δεν έχουν αντιμετωπιστεί ως δεσμευμένα από τα φυσικά και νομικά πρόσωπα, τις οντότητες και τους φορείς που υποχρεούνται να τα δεσμεύσουν, εντός δύο (2) εβδομάδων από την απόκτηση αυτών των πληροφοριών,
(β) παρέχει στην ΕΜΕΚ πληροφορίες που κατέχουν σχετικά με κεφάλαια και οικονομικούς πόρους σε έδαφος της Ένωσης που βρίσκονται στην ιδιοκτησία, στην κατοχή ή υπό τον έλεγχο κατονομαζόμενων προσώπων, οντοτήτων ή φορέων και έχουν αποτελέσει αντικείμενο οποιασδήποτε μετακίνησης, μεταβίβασης, μεταβολής, χρήσης, πρόσβασης ή διαπραγμάτευσης που αναφέρεται στον ορισμό «δέσμευση κεφαλαίων» ή «δέσμευση οικονομικών πόρων» κατά τις δύο (2) εβδομάδες που προηγούνται της καταχώρισης των εν λόγω κατονομαζόμενων φυσικών ή νομικών προσώπων, οντοτήτων ή φορέων στις Κυρώσεις, εντός δύο (2) εβδομάδων από την απόκτηση αυτών των πληροφοριών,
(γ) συνεργάζεται με την ΕΜΕΚ σε κάθε έλεγχο των εν λόγω πληροφοριών.
(2) Ανεξαρτήτως των προνοιών του εδαφίου (1), δικηγόρος που ασκεί το επάγγελμα δεν έχει υποχρέωση να αποκαλύψει πληροφορίες που καλύπτονται από το αναγνωρισμένο κατά το νόμο επαγγελματικό απόρρητο του δικηγόρου.
(3) Οι πληροφορίες σχετικά με τα δεσμευμένα κεφάλαια και τους δεσμευμένους οικονομικούς πόρους που παρέχονται σύμφωνα με το εδάφιο (1), περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα εξής:
(α) πληροφορίες για την ταυτοποίηση των φυσικών ή νομικών προσώπων, οντοτήτων ή φορέων, στην ιδιοκτησία, στην κατοχή ή υπό τον έλεγχο των οποίων βρίσκονται τα δεσμευμένα κεφάλαια και οι δεσμευμένοι οικονομικοί πόροι, συμπεριλαμβανομένων του ονόματος, της διεύθυνσης και του αριθμού μητρώου ΦΠΑ ή του αριθμού φορολογικού μητρώου τους,
(β) το ποσό ή την αγοραία αξία των εν λόγω κεφαλαίων ή οικονομικών πόρων κατά την ημερομηνία αναφοράς και κατά την ημερομηνία δέσμευσης, και
(γ) τα είδη κεφαλαίων, με ανάλυση στις κατηγορίες που ορίζονται στις παραγράφους (α) – (ζ) του ορισμού «κεφάλαια» στον παρόντα Νόμο, καθώς και σε κρυπτοστοιχεία και άλλες σχετικές κατηγορίες, και σε μια πρόσθετη κατηγορία που αντιστοιχεί σε οικονομικούς πόρους κατά την έννοια του ορισμού «οικονομικοί πόροι» στον παρόντα Νόμο. Για καθεμία από τις εν λόγω κατηγορίες και εφόσον είναι διαθέσιμες, την ποσότητα, την τοποθεσία και άλλα σχετικά χαρακτηριστικά των κεφαλαίων ή των οικονομικών πόρων.
(4) Εποπτική Αρχή και Αρμόδια Αρχή που λαμβάνει πληροφόρηση σχετικά με δέσμευση κεφαλαίων και/ή δέσμευση οικονομικών πόρων, διαβιβάζει τη σχετική πληροφόρηση αυτούσια στην ΕΜΕΚ.
(5) Κατονομαζόμενο πρόσωπο, οντότητα ή φορέας:
(α) αναφέρει στην ΕΜΕΚ εντός έξι (6) εβδομάδων από την ημερομηνία καταχώρισής του στις Ευρωπαϊκές κυρώσεις, κεφάλαια ή οικονομικούς πόρους εντός της δικαιοδοσίας της Δημοκρατίας στην ιδιοκτησία, στην κατοχή ή υπό τον έλεγχό τους, και
(β) συνεργάζεται με την ΕΜΕΚ σε κάθε έλεγχο των εν λόγω πληροφοριών.
(6) Εποπτική Αρχή και Αρμόδια Αρχή που λαμβάνει πληροφόρηση σχετικά με κεφάλαια και/ή οικονομικούς πόρους στην ιδιοκτησία, στην κατοχή ή υπό τον έλεγχό κατονομαζόμενου προσώπου, οντότητας ή φορέα, διαβιβάζει την σχετική πληροφόρηση αυτούσια στην ΕΜΕΚ.
(7) Ανεξαρτήτως των εδαφίων (1) και (5), καθώς και τυχόν υποχρεώσεων αναφοράς που δύνανται να υπέχουν οι υπόχρεες οντότητες προς τις οικείες Εποπτικές Αρχές ή τις Αρμόδιες Αρχές, κάθε φυσικό και νομικό πρόσωπο, οντότητα και φορέας παρέχει στην ΕΜΕΚ οποιεσδήποτε πληροφορίες και/ή αναφορές οφείλει να υποβάλλει, που προκύπτουν από οποιανδήποτε πρόνοια του Πλαισίου Κυρώσεων για την οποία η ΕΜΕΚ καθορίζεται ως η αρμόδια αρχή.
Αξιολόγηση υποθέσεων:
20. Η ΕΜΕΚ δύναται να αξιολογεί υποθέσεις που σχετίζονται με παραβάσεις ή ενδεχόμενες παραβάσεις των Κυρώσεων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 – ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Συμβουλευτική Επιτροπή:
21.-(1) Η ΕΜΕΚ υποβοηθείται στο έργο της από την Συμβουλευτική Επιτροπή, η οποία απαρτίζεται από εκπροσώπους του Υπουργείου Εξωτερικών, του Υπουργείου Δικαιοσύνης, της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου, της Νομικής Υπηρεσίας, του Τμήματος Εφόρου Εταιρειών και Διανοητικής Ιδιοκτησίας, της Αστυνομίας και της ΜΟΚΑΣ. Της Συμβουλευτικής Επιτροπής προεδρεύει ο Προϊστάμενος της ΕΜΕΚ ή εκπρόσωπος του.
(2) Η Συμβουλευτική Επιτροπή συνεδριάζει όποτε κρίνεται σκόπιμο, για συζήτηση υποθέσεων που τίθενται ενώπιον της ΕΜΕΚ. Η Συμβουλευτική Επιτροπή παρέχει καθοδήγηση προς την ΕΜΕΚ σε θέματα που απαιτείται η τεχνογνωσία και εμπειρογνωμοσύνη των μελών της.
(3) Ανεξαρτήτως των εδαφίων (1) και (2), η ΕΜΕΚ δύναται με γραπτό αίτημα της, να ζητεί τις θέσεις και απόψεις των μελών της Συμβουλευτικής Επιτροπής, ή Αρμόδιας Αρχής που δεν συμμετέχει στην Συμβουλευτική Επιτροπή, και να ζητά τυχόν διευκρινίσεις είτε γραπτώς ή σε οποιαδήποτε άλλη μορφή.
(4) Η ΕΜΕΚ λαμβάνει υπόψη τις θέσεις, απόψεις, συμβουλές ή καθοδήγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, ή Αρμόδιας Αρχής, οι οποίες όμως δεν είναι δεσμευτικές προς την ΕΜΕΚ και η οποία αποφασίζει και επιλαμβάνεται οποιουδήποτε ζητήματος εμπίπτει στις αρμοδιότητές της κατά την απόλυτη κρίση της.
(5) Οι πρόνοιες του άρθρου 23 του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται σε όλα τα μέλη που συμμετέχουν στη Συμβουλευτική Επιτροπή.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 – ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΕΧΕΜΥΘΕΙΑ
Επεξεργασία δεδομένων και αναφορά παραβάσεων:
22.-(1) Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που διενεργείται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου υπόκειται στις διατάξεις του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου του 2018, του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και του περί της Προστασίας Προσώπων που Αναφέρουν Παραβάσεις του ενωσιακού και εθνικού Δικαίου Νόμου.
(2) Για σκοπούς του παρόντος Νόμου τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, υποβάλλονται σε επεξεργασία από την ΕΜΕΚ, την ΜΟΚΑΣ, την Αστυνομία Κύπρου, τις Αρμόδιες Αρχές και τις Εποπτικές Αρχές μόνο για σκοπούς των διατάξεων του παρόντος Νόμου και δεν υποβάλλονται σε οποιαδήποτε άλλη ασύμβατη επεξεργασία.
(3) Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για σκοπούς άλλους από αυτούς που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, όπως οι εμπορικοί σκοποί, απαγορεύεται.
(4) Με βάση το άρθρο 23 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 για την προστασία προσωπικών δεδομένων, ο παρών Νόμος αίρει το δικαίωμα πρόσβασης του υποκειμένου των δεδομένων στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν και στην επεξεργασία την οποία αυτά υποβάλλονται στις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) για σκοπούς εκπλήρωσης των καθηκόντων των αρχών με υποχρεώσεις για δημοσίευση ή υποβολή στοιχείων ή αναφορών προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ή άλλα όργανα, όπως αυτά απορρέουν από τον παρόντα Νόμο·,
(β) για να μην παρεμποδίζεται η διενέργεια επίσημων ή νομικών ερευνών, αναλύσεων ή διαδικασιών για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου και να εξασφαλίζεται ότι δεν διακυβεύονται η πρόληψη, η διερεύνηση και ο εντοπισμός παραβιάσεων των Κυρώσεων.
(5) Με σκοπό την πρόληψη, τη διερεύνηση και τον εντοπισμό παραβιάσεων των Κυρώσεων, η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, λογίζεται βάσει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ζήτημα δημόσιου συμφέροντος.
(6)(α) Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατ’ εφαρμογή των άρθρων 15, 16 και 17 ρυθμίζεται, κατά περίπτωση, από τις διατάξεις του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου του 2018 και του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα από Αρμόδιες Αρχές για τους Σκοπούς της Πρόληψης, Διερεύνησης, Ανίχνευσης ή Δίωξης Ποινικών Αδικημάτων ή της Εκτέλεσης Ποινικών Κυρώσεων και για την Ελεύθερη Κυκλοφορία των Δεδομένων αυτών Νόμου του 2019.
(β) Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την οποία αποκαλύπτεται η φυλετική ή εθνοτική καταγωγή, τα πολιτικά φρονήματα, οι θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις, η συμμετοχή σε συνδικαλιστική οργάνωση, δεδομένα που αφορούν την υγεία ή δεδομένα που αφορούν τη σεξουαλική ζωή ή τον γενετήσιο προσανατολισμό φυσικού προσώπου επιτρέπεται μόνο υπό την επιφύλαξη των κατάλληλων διασφαλίσεων για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του υποκειμένου των δεδομένων, σύμφωνα με τους πιο πάνω Νόμους:
Νοείται ότι, μόνο πρόσωπα ειδικά εκπαιδευμένα και τα οποία έχουν ειδικά εξουσιοδοτηθεί για το σκοπό αυτό από τον υπεύθυνο της επεξεργασίας μπορούν να έχουν πρόσβαση και να επεξεργάζονται τα δεδομένα που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο, υπό την καθοδήγηση του υπευθύνου προστασίας δεδομένων.
Υποχρέωση προς εχεμύθεια και τήρηση του επαγγελματικού απορρήτου:
23.-(1) Το προσωπικό που στελεχώνει την ΕΜΕΚ ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο λαμβάνει γνώση ένεκα της θέσης του ή κατά την άσκηση των καθηκόντων του, οποιωνδήποτε πληροφοριών σχετικών με την άσκηση των αρμοδιοτήτων της ΕΜΕΚ, έχει υποχρέωση προς εχεμύθεια και προς τήρηση του επαγγελματικού απορρήτου και οφείλει να χρησιμοποιεί τις πληροφορίες αυτές αποκλειστικά για την άσκηση των καθηκόντων του:
Νοείται ότι, οποιαδήποτε κοινοποίηση των πληροφοριών αυτών η οποία είναι αναγκαία βάσει νόμου ή κρίνεται αναγκαία στο πλαίσιο δικαστικής διαδικασίας δε συνιστά παράβαση της υποχρέωσης προς εχεμύθεια και τήρηση του επαγγελματικού απορρήτου.
(2) Το απόρρητο συνεπάγεται ότι οι εμπιστευτικές πληροφορίες που η ΕΜΕΚ ή πρόσωπο λαμβάνει κατά την άσκηση των καθηκόντων του δύναται να ανακοινωθούν μόνο σε άλλες αρμόδιες υπηρεσίες της Δημοκρατίας ή της αλλοδαπής ή σε οργανισμούς, εφόσον αναφέρονται σε θέματα που εμπίπτουν στις κατά νόμο αρμοδιότητές τους.
Βεβαίωση πίστης και τήρηση εμπιστευτικότητας:
24. Πρόσωπο το οποίο αναλαμβάνει καθήκοντα Προϊστάμενου, υπαλλήλου, συμβούλου, ή που του ανατίθενται εργασίες ως εμπειρογνώμονα της ΕΜΕΚ, οφείλει, προτού αναλάβει τα καθήκοντά του, να υπογράψει και να δώσει προς την ΕΜΕΚ βεβαίωση πίστης και τήρησης εμπιστευτικότητας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του.
Τέλος
Άρθρο 21 του Νομοσχεδίου ΕΜΕΚ
26. Το Άρθρο 21 εδάφιο (1) του Νομοσχεδίου ΕΜΕΚ, υπό τον τίτλο ‘Συμβουλευτική Επιτροπή’, αναφέρει τα ακόλουθα:
‘21.-(1) Η ΕΜΕΚ υποβοηθείται στο έργο της από την Συμβουλευτική Επιτροπή, η οποία απαρτίζεται από εκπροσώπους του Υπουργείου Εξωτερικών, του Υπουργείου Δικαιοσύνης, της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου, της Νομικής Υπηρεσίας, του Τμήματος Εφόρου Εταιρειών και Διανοητικής Ιδιοκτησίας, της Αστυνομίας και της ΜΟΚΑΣ. Της Συμβουλευτικής Επιτροπής προεδρεύει ο Προϊστάμενος της ΕΜΕΚ ή εκπρόσωπος του.’
27. Η μη συμπερίληψη του ΠΔΣ στην Συμβουλευτική Επιτροπή αναφορικά με την εφαρμογή Κυρώσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών καθώς και των Αποφάσεων και Κανονισμών του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Περιοριστικών Μέτρων), έρχεται σε πλήρη αντιδιαστολή με την συμπερίληψη του ΠΔΣ στην Συμβουλευτική Αρχή, δυνάμει του Άρθρου 56(1)(ιβ) των περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμων του 2007 έως 2024 (Ν. 188(I)/2007 ως αυτός έχει τροποποιηθεί), ιδιαιτέρως λαμβάνοντας υπόψην, όπως έχει ήδη λεχθεί ανωτέρω, ότι εκ του ως άνω προσφάτως, κατά τον Ιούνιο 2024, δημοσιευμένου νέου Νομοθετικού Πλαισίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υφίσταται ρητή αναγνώριση της απαίτησης για εφαρμογή από τις ίδιες Αρχές των προνοιών περί Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες, Καταπολέμησης της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας, αλλά, ταυτόχρονα, και Εφαρμογής (α) Περιοριστικών Μέτρων που εκδίδονται από τα αρμόδια Όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και (β) Κυρώσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών μέσω, μεταξύ άλλων, των προνοιών:
27.1 του Προοιμίου του Κανονισμού (ΕΕ) 2024/1624, και συγκεκριμένα των Αιτιολογικών Σκέψεων (8) και (33) έως (37), καθώς και των Άρθρων 2(49) έως (51), και 9(1)(β), 10(1), 11(2), 20(1)(δ), 27, 29(2)(β), 30(2)(β), 33(5)(ε), και Παραρτήματος ΙΙΙ εδάφιο 3(δ) περί Γεωγραφικών Παραγόντων Υψηλού Κινδύνου, του εν λόγω Κανονισμού, και
27.2 του Προοιμίου της Οδηγίας (ΕΕ) 2024/1640, και συγκεκριμένα των Αιτιολογικών Σκέψεων (13), (14), (22),(63), (87), (111) και (136), καθώς και των Άρθρων 37(5)(ε) και 37(6)(α), της εν λόγω Οδηγίας.
Άρθρο 9 του Νομοσχεδίου ΕΜΕΚ
23. Το Άρθρο 9 του Νομοσχεδίου ΕΜΕΚ, υπό τον τίτλο ‘Αρμοδιότητες της ΕΜΕΚ’, αναφέρει, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:
‘9.-(1) H EMEK ασκεί όλες τις αρμοδιότητες που είναι αναγκαίες για την επίτευξη των σκοπών της.
(2) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (1), οι βασικές αρμοδιότητες της ΕΜΕΚ είναι οι ακόλουθες:
(δ) η συλλογή πληροφοριών, η συνεργασία με άλλες κρατικές αρχές και φορείς στη Δημοκρατία, με αρμόδιες αρχές του εξωτερικού και με άλλους οργανισμούς κατά τα προβλεπόμενα στις διατάξεις του παρόντος Νόμου, και η ανταλλαγή στοιχείων και πληροφοριών με αυτούς (περιλαμβανομένης, χωρίς περιορισμό, της ανταλλαγής πληροφοριών για στρατηγικούς σκοπούς, εντός των ορίων που καθορίζονται στο εφαρμοστέο ενωσιακό και εθνικό δίκαιο)∙
(ιε) η έκδοση οδηγιών, εγκυκλίων, κατευθυντήριων γραμμών, διευκρινήσεων και καθοδήγησης για θέματα σχετικά με την εφαρμογή των Κυρώσεων στη Δημοκρατία∙’.
24. Οι ως άνω πρόνοιες του Άρθρου 9 εδαφίων (1) και (2) του Νομοσχεδίου ΕΜΕΚ θα πρέπει να απαλειφθούν, καθώς:
24.1 ουσιωδώς απαλείφουν τον ρόλο που διαδραματίζει σήμερα ο ΠΔΣ ως Εποπτική Αρχή των Μελών του ΠΔΣ, δυνάμει των προνοιών του Άρθρου 3 του περί Εφαρμογής των Διατάξεων των Ψηφισμάτων ή Αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (Κυρώσεις) και των Αποφάσεων και Κανονισμών του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Περιοριστικά Μέτρα) Νόμος του 2016 (Ν. 58(I)/2016),
24.2 έρχονται σε αντίθεση με την Αρχή του Δικηγορικού Επαγγελματικού Απορρήτου, όπως έχει αποτυπωθεί, μεταξύ άλλων, από το ΔΕΕ στις Αποφάσεις του επί των Υποθέσεων C-432/23 ημερομηνίας 26 Σεπτεμβρίου 2024, και C‑694/20 ημερομηνίας 08 Δεκεμβρίου 2022, οι οποίες είχαν αναλυθεί και στην προαναφερθείσα Επιστολή του ΠΔΣ προς τον εξοχότατο Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Νίκο Χριστοδουλίδη ημερομηνίας 07 Οκτωβρίου 2024.
24.3 έρχονται σε αντίθεση με τον ρόλο του ΠΔΣ δυνάμει του Άρθρου 59(1)(ε) των περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμων του 2007 έως 2024 (Ν. 188(I)/2007 ως αυτός έχει τροποποιηθεί), ως Αρμόδια Εποπτική Αρχή των Μελών του ΠΔΣ, και
24.4 έρχονται σε αντίθεση με τον ρόλο του ΠΔΣ, δυνάμει των εδαφίων του Άρθρου 2(1) και του Άρθρου 25(3) του Νομοσχεδίου ΕΜΕΚ, τα οποία διαλαμβάνουν τα ακόλουθα (δική μας έμφαση):
‘2(1) «Εποπτική Αρχή» σημαίνει κάθε αρχή που καθορίζεται στο άρθρο 59(1) του περί Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου καθώς και κάθε αρχή που ορίζει το Υπουργικό Συμβούλιο κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 59(3) του ίδιου νόμου∙’.
‘25(3) Για σκοπούς εφαρμογής του παρόντος άρθρου, κάθε Εποπτική Αρχή εκδίδει οδηγίες με τις οποίες καθορίζονται οι λεπτομέρειες και εξειδικεύεται ο τρόπος εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου από τα πρόσωπα που υπόκεινται στην εποπτεία της.’.
25. Περαιτέρω, και επί πρακτικού επιπέδου, το Άρθρο 9(1)(ιε) του Νομοσχεδίου ΕΜΕΚ δεν προσδιορίζει ως ρητή αρμοδιότητα της ΕΜΕΚ να δίδει δεσμευτικές προς την ΕΜΕΚ, και επομένως προς την Κυπριακή Δημοκρατία, απαντήσεις σε συγκεκριμένα ερωτήματα συγκεκριμένων προσώπων, νομικών ή φυσικών, που θα υποβάλλονται ενώπιον της από τα εν λόγω πρόσωπα αναφορικά με την εφαρμογή των Κυρώσεων ή των Περιοριστικών Μέτρων σε σχέση με τα πρόσωπα αυτά ή με τις δραστηριότητες των εν λόγω προσώπων. Επομένως, εάν παρά τις πιο πάνω επιφυλάξεις μας ήθελε προωθηθεί το νομοσχέδιο, εισηγούμαστε όπως στην παράγραφο (ιε) της παραγράφου (2) του άρθρου 9 του Νομοσχεδίου ΕΜΕΚ προστεθεί, μετά την λέξη «εγκυκλιών,» η λέξη «γνωμοδοτήσεων,».
Άρθρο 9
Εδάφιο 2(γ)
Αναφορά αρμοδιότητας μόνο σε ευρωπαϊκές κυρώσεις με αποκλεισμό των κυρώσεων του ΟΗΕ και των εθνικών κυρώσεων.
Να αντικατασταθεί η φράση «αρχές που είναι επιφορτισμένες με την εφαρμογή των Ευρωπαϊκών Κυρώσεων» με τη φράση «αρχές που είναι επιφορτισμένες με την διασφάλιση της εφαρμογής των Κυρώσεων»
Εδάφιο 2(δ)
Να διευκρινιστεί κατά πόσο οι φορείς που αναφέρονται στο εν λόγω εδάφιο περιλαμβάνουν και φορείς ιδιωτικού δικαίου, όπως τον ΣΕΛΚ και τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο.
Εδάφιο 2(ε)
Να διευκρινιστεί τί περιλαμβάνει ο όρος «ερευνών». Εννοούνται οι έρευνες αξιολόγησης υποθέσεων που θα επιλαμβάνεται η ΕΜΕΚ ή περιλαμβάνονται και τυχόν ποινικές έρευνες;
Εδάφιο 2(η)
Μετά την φράση «(Περιοριστικά Μέτρα)» να προστεθεί η φράση «ή/και Αποφάσεις του Συμβουλίου»
Άρθρο 13
Για σκοπούς ασφάλειας, ανεξαρτησίας και αποφυγής σύγκρουσης αρμοδιοτήτων, η άσκηση του καθήκοντος εξέτασης ιεραρχικής προσφυγής θα ήταν καλύτερα να ανατίθετο σε ανεξάρτητο όργανο, αντί του Υπουργού Οικονομικών.
Περαιτέρω, και σε περίπτωση που δεν υιοθετηθεί η ανωτέρω εισήγηση, γίνεται εισήγηση όπως, στην παράγραφο «Νοείται ότι…» του εδαφίου 3, μετά την λέξη «λειτουργούς» να προστεθεί η φράση «άλλους από τους λειτουργούς της ΕΜΕΚ που έχουν εκδώσει την απόφαση» προς αποφυγή να αναφύονται ζητήματα ανεξαρτησίας ή/και σύγκρουσης συμφέροντος.
Άρθρο 14
Τα διοικητικά πρόστιμα που προνοούνται ενδεχομένως να μην ακολουθούν την αρχή της αναλογικότητας αφού φαίνεται να είναι δυσανάλογα της φύσης της παράβασης.
Άρθρο 18
Εδάφιο (1)
Να αντικατασταθεί η φράση «των αρχών που είναι επιφορτισμένες με την εφαρμογή των Ευρωπαϊκών Κυρώσεων» με τη φράση «των αρχών που είναι επιφορτισμένες με την διασφάλιση της εφαρμογής των Κυρώσεων»
Εδάφιο 2(β)
Η σχετική ενημέρωση βάσει των ευρωπαϊκών κυρώσεων γίνεται στην αρμόδια αρχή, ήτοι την ΕΜΕΚ βάσει του νομοσχεδίου (άρθρο 19) ενώ παράλληλα απουσιάζει η νομική υποχρέωση προς τις εποπτικές αρχές να συλλέξουν την πληροφόρηση αυτή. Ως εκ τούτου, οι εποπτικές αρχές δύναται να μην επιλέξουν να συλλέξουν την σχετική πληροφόρηση ή να μην την συλλέξουν για την συγκεκριμένη περίοδο που απαιτείται από την ΕΜΕΚ.
Περαιτέρω, τα στοιχεία των πραγματικών δικαιούχων φυλάσσονται σε κεντρικό μητρώο πραγματικών δικαιούχων, στο οποίο η ΕΜΕΚ μπορεί να αποκτήσει πρόσβαση, χωρίς να απαιτείται η διαμεσολάβηση των εποπτικών αρχών, που πιθανώς να καθυστερούσε τις έρευνες και τις εργασίες της ΕΜΕΚ. Τέλος, βάσει των προνοιών του νομοσχεδίου, η ΕΜΕΚ έχει εξουσία όπως ζητεί τέτοια πληροφόρηση κατευθείαν από το υπό αναφορά μέρος.
Εδάφιο 2(ε)
Οι αρμόδιες αρχές που έχουν υποχρέωση υποβολής στοιχείων σε Ευρωπαϊκές πλατφόρμες βάσης δεδομένων καθορίζονται στους σχετικούς Ευρωπαϊκούς Κανονισμούς και δεν περιλαμβάνουν εθνικές εποπτικές αρχές.
Άρθρο 19
i.
Εδάφιο 4
Εισήγηση όπως αποσταλεί στο Γραφείο Επιτρόπου Προσωπικών Δεδομένων για σχετική γνωμάτευση επί της υποχρέωσης διαβίβασης αυτούσιας της πληροφόρησης στην ΕΜΕΚ.
Εδάφιο 6
Εισήγηση όπως αποσταλεί στο Γραφείο Επιτρόπου Προσωπικών Δεδομένων για σχετική γνωμάτευση επί της υποχρέωσης διαβίβασης αυτούσιας της πληροφόρησης στην ΕΜΕΚ.
Άρθρο 21
Φαίνεται ότι υπηρεσίες που διαδραματίζουν καίριο ρόλο στην διασφάλιση της εφαρμογής των κυρώσεων καθώς και της διασφάλισης της δέσμευσης κεφαλαίων και οικονομικών πόρων, όπως ο ΣΕΛΚ, ο Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος, το Τμήμα Κτηματολόγιο και ο Έφορος Φορολογίας, δεν μετέχουν στην Συμβουλευτική Επιτροπή. Εισήγηση όπως μετέχουν, τουλάχιστον, όλοι οι φορείς που περιλαμβάνονται στο άρθρο 56 του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες και Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας Νόμου.
Άρθρο 22(4)(β)
Στο τέλος της πρότασης να προστεθεί η φράση «ή/και προσπαθειών παράκαμψης των κυρώσεων».
Άρθρο 9 -Εδάφιο (2)γ Σύμφωνα με το 9(γ), η ΕΜΕΚ διασφαλίζει κοινές προτεραιότητες ανάμεσα στις αρχές επιβολής του νόμου και τις αρχές που είναι επιφορτισμένες με την εφαρμογή των Ευρωπαϊκών Κυρώσεων. Κρίνεται αναγκαίο να αναφέρονται επιπλέον και οι Εθνικές Κυρώσεις και οι Κυρώσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας, και όχι μόνο οι Ευρωπαϊκές Κυρώσεις. Σημειώνεται ότι στο άρθρο 2 οι ‘Κυρώσεις’ ορίζονται ως περιλαμβάνουσες και τις τρεις κατηγορίες.
Επιπρόσθετα, να διορθωθεί το κείμενο με την προσθήκη της λέξης «διασφάλιση» μετά την φράση «που είναι επιφορτισμένες με την»
Άρθρο 10- Εδάφιο (2) Μετά την φράση «συνοδεύεται από όλες τις πληροφορίες» να προστεθεί η φράση «και έγγραφα»
Άρθρο 15-Εδάφιο (2) Σύμφωνα με το άρθρο 15(2), η ΕΜΕΚ έχει εγκαίρως, άμεση ή έμμεση πρόσβαση, στις πληροφορίες τις οποίες χρειάζεται προκειμένου να ασκήσει τις αρμοδιότητές της. Για το σκοπό αυτό, η ΕΜΕΚ δύναται να απευθύνει γραπτό αίτημα προς τα πρόσωπα του εδαφίου (1) (αρμόδια αρχή). Σε περίπτωση που η ΕΜΕΚ πρέπει να έχει «άμεση» πρόσβαση σε βάσεις δεδομένων ή μητρώα, θα πρέπει να γίνουν σχετικές τροποποιήσεις σε άλλες νομοθεσίες (π.χ. στον περί της παρεμπόδισης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (188(Ι)/2007).
Άρθρο 18- Εδάφιο (1) Να διαγραφεί η λέξη Ευρωπαϊκές και να παραμείνει η λέξη Κυρώσεων που ερμηνεύεται ότι αφορά όλες τις κυρώσεις.
Άρθρο 9(1) Θεωρούμε ότι οι αρμοδιότητες της ΕΜΕΚ θα πρέπει να επαναπροσδιοριστούν στη βάση των σχολίων μας για περιορισμό των αρμοδιοτήτων των Εποπτικών Αρχών και την ανάληψη της αρμοδιότητας εφαρμογής των κυρώσεων μόνο από την ΕΜΕΚ.
Άρθρο 9(2)(γ)-(ε) Η αντίληψη μας είναι ότι οι παράγραφοι (γ)-(ε) αποτελούν μεταφορά του Άρθρου 15(2) της Οδηγίας 2024/1226 που αφορά «law enforcement authorities and authorities in charge of implementing Union restrictive measures”. Συνεπώς αντιλαμβανόμαστε ότι δεν αφορά την ΕΚΚ καθότι δεν εμπίπτει σε καμία εκ των δύο περιπτώσεων.
Άρθρο 9(2)(ζ) Η αναφορά σε σχέση με αιτήματα για χορήγηση αδειών περιλαμβάνει όλες τις υφιστάμενες αρμοδιότητες των ΜΕΚ και ΣΕΟΚ σύμφωνα με τις αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου; Κατά την άποψη μας η ΕΜΕΚ θα πρέπει να αναλάβει το ρόλο και της ΜΕΚ και της ΣΕΟΚ.
Άρθρο 11(1) Εισηγούμαστε όπως προστεθεί ότι η ΕΜΕΚ δύναται να απορρίψει αίτηση που κατά την κρίση της δεν είναι επαρκώς συμπληρωμένη. Σύμφωνα με την εμπειρία της ΕΚΚ ένα από τα πιο συχνά προβλήματα που αντιμετωπίζει η ΣΕΟΚ είναι η μη επαρκής / ελλιπής συμπλήρωση αιτήσεων.
Άρθρο 15(1) Η ανταλλαγή πληροφοριών θα πρέπει να είναι για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της ΕΜΕΚ και των Εποπτικών Αρχών ή άλλων φορέων της Δημοκρατίας. Περαιτέρω εισηγούμαστε όπως προστεθεί εδάφιο ότι η ανακοίνωση προς την ΕΜΕΚ πληροφοριών εμπιστευτικής φύσεως, δε συνιστά παραβίαση της υποχρέωσης προς εχεμύθεια που προβλέπεται από άλλο νόμο.
Άρθρο 15(2) Να εξεταστεί κατά πόσο η ΕΜΕΚ θα πρέπει να προστεθεί στα πρόσωπα που έχουν πρόσβαση στα μητρώα των πραγματικών δικαιούχων με βάση τον Νόμο AML/CFT για σκοπούς άμεσης πρόσβασης.
Άρθρο 16(1)(α) Η ανταλλαγη πληροφοριών θα πρέπει να περιορίζεται με αρμόδιες αρχές του εξωτερικού επιφορτισμένες με αντίστοιχες αρμοδιότητες με την ΕΜΕΚ και νοουμένου ότι οι πληροφορίες αυτές αφορούν θέματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες τους.
Άρθρο 18(1) Δείτε σχόλια στα Άρθρα 3 και 6.
Άρθρο 21(1) Η δημιουργία και η στελέχωση της ΕΜΕΚ θα πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα την ικανότητα αυτόνομης λειτουργίας χωρίς να επιβαρύνονται οι Εποπτικές Αρχές μέσω της συμμετοχής τους σε Συμβουλευτική Αρχή, ενόψει του ότι έχουν να επιτελέσουν διαφορετικό έργο από την ΕΜΕΚ. Η ΕΚΚ δύναται να παρέχει απόψεις σε συγκεκριμένες περιπτώσεις που κρίνεται απαραίτητο στη βάση του Άρθρου 21(3) του Νομοσχεδίου χωρίς να συμμετέχει στη Συμβουλευτική Αρχή.
Άρθρο 21(3) Για σκοπούς βελτιστοποίησης των διαδικασιών, επιτάχυνσης της επίλυσης των υποθέσεων και εποικοδομητικής ανταλλαγής απόψεων, το γραπτό αίτημα της ΕΜΕΚ θα πρέπει να περιλαμβάνει πλήρη περιγραφή του θέματος, τους λόγους για τους οποίους κρίνεται ως απαραίτητη η υποβολή αιτήματος και την προκαταρκτική αξιολόγηση και θέση της ΕΜΕΚ. Λαμβάνοντας υπόψη την εισήγηση μας για περιορισμό του όρου Αρμόδια Αρχή, ήτοι μόνο η ΕΜΕΚ (δείτε σχόλια μας στο Άρθρο 3 και 6), εισηγούμαστε την αναδιατύπωση της διάταξης αυτής προκειμένου η ΕΜΕΚ να δύναται να απευθύνεται σε οποιοδήποτε οργανισμό συμπεριλαμβανομένων των Εποπτικών Αρχών.
Στο άρθρο 9(2)(ζ) θα πρέπει να προστεθεί και η ενημέρωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, των κρατών μελών της ΕΕ και του Συμβουλίου Ασφαλείας αναφορικά με τέτοιες εκδοθείσες άδειες και παρεκκλίσεις όπου απαιτείται.
Στο άρθρο 9(2)(η) θα πρέπει να προστεθεί και η «υποβολή» αναφορών όπου απαιτείται.
Στα άρθρα 9 και 18 συναντάται η φράση «αρχές που είναι επιφορτισμένες με την εφαρμογή των Ευρωπαϊκών Κυρώσεων». Εάν εννοεί τις κατά το άρθρο 6 αρμόδιες αρχές θα πρέπει η φράση αυτή να αντικατασταθεί ή διαζευκτικά να οριστούν στο άρθρο 2 οι «αρχές που είναι επιφορτισμένες με την εφαρμογή των Ευρωπαϊκών Κυρώσεων».