03 – Τροποποίηση του άρθρου 61Α του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο με τίτλο, «Νόμος που τροποποιεί τους περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμους του 2007 έως 2023»
2. Το άρθρο 61Α του βασικού νόμου τροποποιείται ως ακολούθως:
(α) Με την διαγραφή της υποπαγράφου (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (6) αυτού,
(β) Με την διαγραφή της φράσης «στις παραγράφους (ii) και (iii) της παραγράφου (α)» στην παράγραφο (β) του εδαφίου (6) αυτού και την αντικατάστασή της με την φράση «στην υποπαράγραφο (ii) της παραγράφου (α) και στο εδάφιο 6α αυτού»
(γ) με την προσθήκη, αμέσως μετά του εδάφιο (6) αυτού, του ακόλουθου νέου εδαφίου (6α):
|
|||
«(6α) (1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (6), πρόσβαση στις πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο μέσω του Μητρώου έχει κάθε πρόσωπο ή οργανισμός ή Αρχή που έχει έννομο συμφέρον, το οποίο προκύπτει όταν το πρόσωπο, οργανισμός ή Αρχή αποδεικνύει ότι: | |||
(α) | (i) | Συνδέεται με την πρόληψη και την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, ή | |
(ii) | Ενδέχεται να συνάψει επιχειρηματική σχέση ή να διενεργήσει συναλλαγή με νομικό πρόσωπο και επιθυμεί να διασφαλίσει ότι αυτή η επιχειρηματική σχέση ή συναλλαγή δεν συνδέεται με την νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας ή συναφή με αυτά αδικήματα, ή | ||
(iii) | Εμπλέκεται στην καταπολέμηση αδικημάτων σχετικών με την νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας | ||
(β) | Η πρόσβαση του αυτή είναι απολύτως αναγκαία για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας: | ||
Νοείται ότι, κάθε πρόσωπο ή οργανισμός ή Αρχή που λαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τους πραγματικούς δικαιούχους μέσω του Μητρώου αφού ικανοποιήσει τα πιο πάνω κριτήρια των παραγράφων (α) και (β) τηρεί κατά πάντα χρόνο τις πρόνοιες του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου και του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679. | |||
(2) | Κάθε πρόσωπο ή οργανισμός ή Αρχή που αποδεικνύει ότι έχει έννομο συμφέρον, έχει πρόσβαση στο όνομα, στον μήνα και το έτος γέννησης και στην υπηκοότητα και χώρα διαμονής του πραγματικού δικαιούχου, καθώς επίσης και το είδος και την έκταση των δικαιωμάτων που κατέχει. Αρχή που αποδεικνύει την ανάγκη πρόσθετων στοιχείων ταυτοποίησης προσώπου προς εφαρμογή νομοθεσίας που αφορά αδικήματα καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, ή συναφή με αυτά αδικήματα, έχει πρόσθετα πρόσβαση στην ημέρα γέννησης καθώς και στον αριθμό ταυτότητας ή άλλο διαθέσιμο αριθμό ταυτοποίησης του πραγματικού δικαιούχου. |
Τέλος
Περιεχόμενα
01-Προοίμιο. |
02 - Συνοπτικός τίτλος. |
03 - Τροποποίηση του άρθρου 61Α του βασικού νόμου. |
04 - Τροποποίηση του άρθρου 61Β του βασικού νόμου. |
Σχόλιο 1: Εισήγηση του CYFA είναι ότι όπως η παροχή στοιχείων στις περιπτώσεις όπου η αίτηση για πρόσβαση στο μητρώο προέρχεται από α) αρμόδιους αξιωματούχους ή/και εξουσιοδοτημένα πρόσωπα εκ μέρους της ίδιας της οντότητας/εταιρίας και β) από άλλες αρμόδιες εποπτικές/διοικητικές/κυβερνητικές αρχές της Κύπρου ή του εξωτερικού, να γίνεται απρόσκοπτα και χωρίς την οποιαδήποτε υποχρέωση απόδειξης έννομου συμφέροντος.
Σχόλιο 2: Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση αιτήματος πρόσβασης άλλου προσώπου/οντότητας/οργανισμού πέραν των πιο πάνω, ο Σύνδεσμος θεωρεί ορθή την εισήγηση του ΠΔΣ όπως μη εισαχθεί δυνατότητα πρόσβασης για τους λόγους που έχουν ήδη αναλυθεί εκτενέστατα.
Σχόλιο 3: Στην περίπτωση μη αποδοχής της πιο πάνω εισήγησης, και εφόσον το αίτημα πρόσβασης δεν αφορά α) εξουσιοδοτημένα πρόσωπα εκ μέρους της ίδιας της οντότητας/εταιρίας και β) από άλλες αρμόδιες εποπτικές/διοικητικές/κυβερνητικές αρχές της Κύπρου ή του εξωτερικού αλλά προέρχεται από οποιονδήποτε άλλο τρίτο μέρος, τότε εισήγηση είναι όπως απαιτείται απόδειξη έννομου συμφέροντος με την προσθήκη παρουσίασης από το ενδιαφερόμενο τρίτο μέρος έγγραφης συγκατάθεσης/συναίνεσης εκ μέρους της οντότητας για την οποία ζητούνται τα στοιχεία. Στην απουσία έγγραφης συγκατάθεσης, εισήγηση είναι όπως το ενδιαφερόμενο μέρος παρουσιάσει σχετική απόφαση δικαστηρίου. Σημειώνεται ότι από την πιο πάνω πρόνοια δεν θα πρέπει να εξαιρούνται ιδιωτικοί οργανισμοί συμπεριλαμβανομένων και τραπεζικών ιδρυμάτων.
Σχόλιο 4: Σημαντικός θα πρέπει να είναι ο καθορισμός του μηχανισμού ο οποίος θα διασφαλίζει και θα ελέγχει την διαδικασία απόδειξης έννομου συμφέροντος όσο και την μετέπειτα χρήση των δεδομένων.
13.1 Αποτελεί θέση του Συμβουλίου του ΠΔΣ ότι με τη διαγραφή του Άρθρου 61Α(6)(α)(iii) του Βασικού Νόμου, η Κυπριακή Δημοκρατία θα συμμορφωθεί πλήρως με τις γενικές αρχές δικαίου και το διατακτικό μέρος της Απόφασης ΔΕΕ 22/11/2022.
13.2 Υποβάλλεται εισήγηση όπως μή εισαχθεί κριτήριο αναφορικά με την υποχρέωση απόδειξης ύπαρξης έννομου συμφέροντος για πρόσβαση των αρμοδίων Εποπτικών Αρχών και των Υπόχρεων Οντοτήτων στο Κεντρικό μητρώο πραγματικών δικαιούχων εταιρειών και άλλων νομικών οντοτήτων αλλά, αντιθέτως, υποβάλλεται εισήγηση για διατήρηση του Άρθρου 61Α(6)(α)(i) και (ii) του Βασικού Νόμου, ως οι εν λόγω πρόνοιες υφίστανται.
13.3.1 ιδωμένες υπό το πρίσμα της Αιτιολογικής Σκέψης 121 της Απόφασης του ΔΕΕ ημερομηνίας 01/08/2022 στην Υπόθεση C‑184/20 OT κατά Vyriausioji tarnybinės etikos komisija.
13 .3.2 στην πρόνοια του Άρθρου 1(15)(γ) της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/843 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 30ής Μαΐου 2018 για την τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, και για την τροποποίηση των οδηγιών 2009/138/ΕΚ και 2013/36/ΕΕ, γνωστής και ως η 5η Οδηγία AML, σύμφωνα με το οποίο το Άρθρο 30(5) της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/849, γνωστής και ως η 4η Οδηγία AML, αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο, το οποίο αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι:
«5. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι στις πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο έχουν πρόσβαση σε κάθε περίπτωση:
α) οι αρμόδιες αρχές και οι ΜΧΠ [βλ. σχετικά παράγραφο 11 του Προοιμίου της 4ης Οδηγίας AML, όπου αναφέρεται ότι ο όρος ‘ΜΧΠ’ σημαίνει ‘Μονάδες Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών (ΜΧΠ)’],χωρίς κανένα περιορισμό·
β) οι υπόχρεες οντότητες, στο πλαίσιο των μέτρων δέουσας επιμέλειας για τον πελάτη σύμφωνα με το κεφάλαιο II· …», και
13.3.3 στην πρόνοια του Άρθρου 1(15)(ε) της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/843, σύμφωνα με το οποίο το Άρθρο 30(5) της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«6. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές και οι ΜΧΠ διαθέτουν έγκαιρη και απεριόριστη πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες που διατηρούνται στο κεντρικό μητρώο της παραγράφου 3, χωρίς να ειδοποιείται η οικεία οντότητα. Τα κράτη μέλη επιτρέπουν επίσης την ταχεία πρόσβαση των υπόχρεων οντοτήτων, όταν λαμβάνονται μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη σύμφωνα με το κεφάλαιο II.
Αρμόδιες αρχές που έχουν πρόσβαση στο κεντρικό μητρώο, όπως αναφέρονται στην παράγραφο 3, είναι οι δημόσιες αρχές με καθορισμένες αρμοδιότητες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς και οι φορολογικές αρχές, οι εποπτικές αρχές υπόχρεων οντοτήτων και οι αρχές που ασκούν καθήκοντα διερεύνησης ή δίωξης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, των συναφών βασικών αδικημάτων και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, εντοπισμού και κατάσχεσης ή δέσμευσης και δήμευσης περιουσιακών στοιχείων που προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες.»
13.3.4 στις Αιτιολογικές Σκέψεις 83 – 84 της Απόφασης ΔΕΕ 22/11/2022.
14.4. Υποβάλλεται, περαιτέρω, η εισήγηση όπως μή εισαχθεί δυνατότητα πρόσβασης στο Κεντρικό μητρώο πραγματικών δικαιούχων εταιρειών και άλλων νομικών οντοτήτων οποιουδήποτε προσώπου ή οργανισμού, εφόσον αποδείξει την ύπαρξη έννομου συμφέροντος, για τους πιο κάτω λόγους:
14.4.1 Καταρχάς, εννοιολογικά, και ως προς τον όρο «Οργανισμός», σημειώνεται ότι ούτε στο Άρθρο 2, περί της Ερμηνείας των Όρων – Εννοιών, του Βασικού Νόμου, ούτε στο Άρθρο 2 του περί Ερμηνείας Νόμο Κεφ. 1 με τίτλο ‘Ερμηνεία ορισμένων λέξεων και εκφράσεων’, ούτε σε άλλη Νομοθεσία της Κυπριακής Δημοκρατίας, υφίσταται ενιαίος ορισμός ως προς το τί σημαίνει ο εν λόγω όρος, ήτοι «Οργανισμός», στον οποίο γίνεται αναφορά εντός του Άρθρου 3 του Νομοσχεδίου. Άρα η περίληψη της εν λόγω έννοιας ως ενιαίου ορισμού δεν είναι οικείος με το Δίκαιο της Κυπριακής Δημοκρατίας. Επομένως, η εισαγωγή ενός τέτοιου όρου προσκρούει, στα πλαίσια του Δικαίου της Κυπριακής Δημοκρατίας ως έχει κατά την παρούσα ημερομηνία, στην Αρχή της Νομικής Σαφήνειας και στο πρώτο εδάφιο του Άρθρου 52.1 του Χάρτη, το οποίο ορίζει ότι «1. Κάθε περιορισμός στην άσκηση των δικαιωμάτων και ελευθεριών που αναγνωρίζονται στον παρόντα Χάρτη πρέπει να προβλέπεται από το νόμο και να σέβεται το βασικό περιεχόμενο των εν λόγω δικαιωμάτων και ελευθεριών.». Σημειώνεται ότι το Συμβούλιο του ΠΔΣ υποβάλλει την ως άνω θέση, χωρίς να εκφράζει την οποιαδήποτε άποψη, ως προς το ότι κατά πόσον υφίσταται ενιαίος ορισμός εντός Αλλοδαπού Δικαίου, δηλαδή είτε στο Δίκαιο άλλου Κράτους Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ως η σχετική αναφορά στον όρο «Οργανισμός» εντός της Αιτιολογικής Σκέψης 85 της Απόφασης ΔΕΕ 22/11/2022. είτε στο Δίκαιο Τρίτης Χώρας.
14.4.2 Αναφορικά με το θέμα της εισαγωγής νομοθετικής πρόνοιας περί της δυνατότητας πρόσβασης στο Κεντρικό μητρώο πραγματικών δικαιούχων εταιρειών και άλλων νομικών οντοτήτων οποιουδήποτε προσώπου, εφόσον το πρόσωπο αυτό αποδείξει την ύπαρξη έννομου συμφέροντος, σημειώνονται τα ακόλουθα:
14.4.2.1 H Αιτιολογική Σκέψη 85 της Απόφασης ΔΕΕ 22/11/2022 δεν προσδίδει νομιμότητα στη δυνατότητα πρόσβασης στο εν λόγω Μητρώο οποιουδήποτε προσώπου, εφόσον το πρόσωπο αυτό αποδείξει την ύπαρξη έννομου συμφέροντος, με παράθεση ρητής αιτιολόγησης ως προς το ότι μία τέτοια πρόσβαση κρίνεται ως συμβατή και αναλογική ως προς τα δικαιώματα που διαφυλάσσονται με τα Άρθρα 7 και 8 του Χάρτη. Εκείνο που αποφάνθηκε το ΔΕΕ, στην εν λόγω Αιτιολογική Σκέψη είναι μόνον ότι η δημόσιο πρόσβαση στο εν λόγω Μητρώο από κάθε μέλος του Κοινού είναι περισσότερο δυσανάλογη και έκνομη σε σύγκριση με την πρόσβαση πρόσβασης στο εν λόγω Μητρώο οποιουδήποτε προσώπου ή οργανισμού, εφόσον το πρόσωπο αυτό ή οργανισμός αυτός αποδείξει την ύπαρξη έννομου συμφέροντος. Προς τεκμηρίωση της νομικής αυτής θέσης, παρατίθεται κατωτέρω αυτούσιο το κείμενο της Αιτιολογικής Σκέψης 85 της Απόφασης ΔΕΕ 22/11/2022:
14.4.2.2 Οι Αιτιολογικές Σκέψεις 70 – 72 της Απόφασης ΔΕΕ 22/11/2022 αναδεικνύουν με ξεκάθαρο τρόπο την αδυναμία ενιαίου ορισμού ως προς το τί συνιστά «έννομο συμφέρον» αναφορικά με την πρόσβαση στο Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων Νομικών Οντοτήτων και αδυναμίας ρητού προσδιορισμού των κριτηρίων που πρέπει να πληρούνται για να καταδειχθεί «έννομο συμφέρον» για την πρόσβαση αυτή, με τρόπο που δεν παραβιάζει τα Δικαιώματα που διασφαλίζονται από τα Άρθρα 7 και 8 του Χάρτη, την Αρχή της Αναλογικότητας δυνάμει του Άρθρου 52.1 του Χάρτη, το Άρθρο 16 της ΣΛΕΕ και τα Άρθρα 4, 5 και 6 του ΓΚΠΔ. Συγκεκριμένα, το ΔΕΕ, επί τούτου, ανέφερε εντός της Απόφασης ΔΕΕ 22/11/2022 τα ακόλουθα με ρητή παραπομπή:
14.4.2.2.1 στις θέσεις που υποβλήθηκαν ενώπιον του ΔΕΕ από την ίδια την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στα πλαίσια της εν λόγω Υπόθεσης, οι οποίες συνιστούσαν ρητές παραδοχές περί της κατ’ ουσίαν αδυναμίας έστω και υποβολής πρότασης για ενιαίο ορισμό της έννοιας του «έννομου συμφέροντος» ως προς την πρόσβαση σε Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων Νομικών Οντοτήτων, και οι οποίες θέσεις – παραδοχές έχουν ως ακολούθως:
«70 Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η Επιτροπή κλήθηκε να διευκρινίσει αν είχε λάβει υπόψη τη δυνατότητα να προτείνει ενιαίο ορισμό της έννοιας του «έννομου συμφέροντος», προκειμένου να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο η υποχρέωση κάθε προσώπου ή οργανισμού προς απόδειξη «έννομου συμφέροντος» –όπως προβλεπόταν αρχικά από την οδηγία 2015/849– να οδηγήσει, λόγω αποκλίσεων ως προς τον ορισμό της έννοιας αυτής στα κράτη μέλη, σε υπερβολικούς περιορισμούς της πρόσβασης στις πληροφορίες σχετικά με τους πραγματικούς δικαιούχους.
71 Απαντώντας στην ως άνω ερώτηση, η Επιτροπή επισήμανε ότι το κριτήριο του «έννομου συμφέροντος» ήταν έννοια που δύσκολα μπορούσε να οριστεί νομικά και ότι, μολονότι εξέτασε τη δυνατότητα να προτείνει ενιαίο ορισμό του κριτηρίου αυτού, εν τέλει δεν το έπραξε, διότι, ακόμη και αν είχε δοθεί ο σχετικός ορισμός, η εφαρμογή του κριτηρίου θα εξακολουθούσε να είναι δύσκολη και θα μπορούσε να οδηγήσει σε αυθαίρετες αποφάσεις.
72 Συναφώς, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η ενδεχόμενη ύπαρξη δυσκολιών ως προς τον ακριβή καθορισμό των περιπτώσεων και των προϋποθέσεων υπό τις οποίες το κοινό δύναται να έχει πρόσβαση στις πληροφορίες σχετικά με τους πραγματικούς δικαιούχους δεν μπορεί να δικαιολογήσει την εκ μέρους του νομοθέτη της Ένωσης πρόβλεψη της πρόσβασης του ευρύτερου κοινού στις πληροφορίες αυτές (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 5ης Απριλίου 2022, Commissioner of An Garda Síochána κ.λπ., C‑140/20, EU:C:2022:258, σκέψη 84).
14.4.2.2.2 στην προηγούμενη Νομολογία του ΔΕΕ, μέσω της αναφοράς που έγινε στην ως άνω αναφερόμενη Αιτιολογική Σκέψη 72 της Απόφασης ΔΕΕ 22/11/2022. Συγκεκριμένα, στην Αιτιολογική Σκέψη 84 της Απόφασης του ΔΕΕ ημερομηνίας 05/04/2022 στην Υπόθεση C‑140/20, G.D. κατά Commissioner of An Garda Síochána, Minister for Communications, Energy and Natural Resources, Attorney General, σημειώθηκαν τα ακόλουθα, ως προς την ύπαρξη δυσχερειών στο να τεθούν συγκεκριμένοι νομοθετικοί περιορισμοί στην άσκηση νομικών δικαιωμάτων:
14.4.2.2.3 ως προς την ως άνω αναφορά εντός της Αιτιολογικής Σκέψης 84 της Απόφασης του ΔΕΕ ημερομηνίας 05/04/2022 στην Υπόθεση C‑140/20 στις, μη νομικά δεσμευτικές, αλλά, καθοδηγητικές, Προτάσεις ημερομηνίας 18/11/2021 του Γενικού Εισαγγελέα του ΔΕΕ κ. Manuel Campos Sánchez‑Bordona στις Συνεκδικασθείσες Υποθέσεις C‑793/19 και C‑794/19 Bundesrepublik Deutschland κατά SpaceNet AG (C‑793/19) και Telekom Deutschland GmbH (C‑794/19), παραπομπή γίνεται στις Προτάσεις με αριθμούς 48 – 50, όπου λέχθηκαν τα ακόλουθα:
14.4.2.2.4 Ιδιαίτερα υποβοηθητική για την κατανόηση των ανωτέρω νομικών αρχών, είναι η αναφορά που γίνεται στην Απόφαση ΔΕΕ 22/11/2022 στις σελίδες 233 – 234 του νομικού άρθρου του Zigo, D. (2023). CJEU: WM and Sovim SA v. Luxembourg Business Registers (Joined Cases C-37/20 and C-601/20): Rethinking Transparency of Ultimate Beneficial Owners Registers. Bratislava Law Review, 7(2), 227-240, προσβάσιμο μέσω της ιστοσελίδας με ηλεκτρονική διεύθυνση https://doi.org/10.46282/blr.2023.7.2.725.
14.4.2.3 Ως προς τις παραδοχές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σχετικά με την αδυναμία υποβολής γενικού ορισμού σχετικά με το τί συνιστά «έννομο συμφέρον» ως προς την πρόσβαση σε Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων Νομικών Οντοτήτων, ιδιαίτερα σημαντικές είναι και οι προγενέστερες σχετικές παραδοχές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ως είχαν συμπεριληφθεί στις σελίδες 99 – 101 του Εγγράφου Εργασίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ως προς την Εκτίμηση Αντικτύπου που αφορούσε την τότε προτεινόμενη 4η Οδηγία AML, με τίτλο ‘Commission Staff Working Document – Impact Assessment Accompanying the document ‘Proposal for a Directive of the European Parliament and the Council amending Directive (EU) 2015/849 on the prevention of the use of the financial system for the purposes of money laundering or terrorist financing and amending Directive 2009/101/EC’, Strasbourg, 5.7.2016, {COM(2016) 450 final}, {SWD(2016) 224 final}’, και οι οποίες είχαν ως ακολούθως:
14.4.2.4 Αναφορικά με την ανάγκη τήρησης της Αρχής της Αναλογικότητας, και ιδιαιτέρως σε σχέση με τα κριτήρια που θέτει το Άρθρο 3 του Νομοσχεδίου, υπό το προτεινόμενο εδάφιο 6(α)(1)(i) – (iii) και (β), σημειώνονται τα ακόλουθα, τα οποία ευσεβάστως υποβάλλεται ότι θεμελιώνουν την θέση και εισήγηση του Συμβουλίου του ΠΔΣ για διαγραφή των εν λόγω εδαφίων μαζί με το εδάφιο 6(α)(2) από το προτεινόμενο κείμενο του Νομοσχεδίου για σκοπούς υποβολής του ενώπιον της Βουλής των Αντιπροσώπων:
14.4.2.4.1 το περιεχόμενο των Αιτιολογικών Σκέψεων 41 – 42, της, δεσμευτικής για τα Κράτη Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Απόφασης ημερομηνίας 08/12/2022 του ΔΕΕ (Τμήματος Μείζονος Συνθέσεως), στην Υπόθεση C‑694/20 Orde van Vlaamse Balies, IG, Belgian Association of Tax Lawyers, CD, JU κατά Vlaamse Regering, επιβεβαίωσε σημαίνουσες αρχές δικαίου, όπως αυτές είχαν τεθεί λίγες ημέρες νωρίτερα μέσω της Απόφασης ΔΕΕ 22/11/2022.
14.4.2.4.2 σχετική είναι και η θέση του ΔΕΕ, όπως εκφράστηκε στην Απόφαση ΔΕΕ 22/11/2022, όσον αφορά τα επιχειρήματα που σχετίζονται, πρώτον, με την Αρχή της Διαφάνειας, και, δεύτερον, με το ρόλο που διαδραματίζουν άλλα πρόσωπα πέραν των αρμοδίων Αρχών στην καταπολέμηση του ξεπλύματος παράνομου χρήματος μέσω της πρόσβασης στο Μητρώο και της χρησιμοποίησης των στοιχείων που βρίσκονται σε αυτό ως προς τους Τελικούς Πραγματικούς Δικαιούχους Νομικών Οντοτήτων:
14.4.2.4.2.1 το ΔΕΕ, ανέφερε τα πιο κάτω, εντός των Αιτιολογικών Σκέψεων 60 – 62 και 74 – 75 της Απόφασης ΔΕΕ 22/11/2022, τα οποία, ευσεβάστως, υποβάλλεται, δεν έχουν ληφθεί υπόψην από το Νομοσχέδιο, ως συνάγεται από το Προοίμιο και τα Άρθρα 3 και 4 του Νομοσχεδίου.
14.4.2.4.2.2 ιδιαίτερα υποβοηθητική για την κατανόηση των ανωτέρω νομικών αρχών, είναι η αναφορά που γίνεται στην Απόφαση ΔΕΕ 22/11/2022 στη σελίδα 235 του προαναφερθέντος νομικού άρθρου του Zigo, D. (2023). ‘CJEU: WM and Sovim SA v. Luxembourg Business Registers (Joined Cases C-37/20 and C-601/20): Rethinking Transparency of Ultimate Beneficial Owners Registers.’ Bratislava Law Review, 7(2), 227-240.
14.4.2.4.3 περαιτέρω, υποβοηθητική είναι και η ακόλουθη αναφορά που γίνεται στην Απόφαση ΔΕΕ 22/11/2022 στις σελίδες 147 – 148 του νομικού άρθρου του Zigo, Daniel, Comenius University Bratislava, ‘Corporate transparency in the EU after the Wm and Sovim SA v. Luxembourg business registers judgment.’, January 2024, 15th International Scientific Conference Law in Business of Selected Member States of the European Union, Prague, προσβάσιμο στην ιστοσελίδα με ηλεκτρονική διεύθυνση https://www.researchgate.net/publication/377435420_Corporate_transparency_in_the_EU_after_the_Wm_and_Sovim_SA_v_Luxembourg_business_registers_judgment:
14.4.2.4.4 ιδιαιτέρως σημαντικές είναι και οι επισημάνσεις των παραγράφων 39, 58 – 63, καθώς και των υποσημειώσεων 41 – 42, της Γνωμοδότησης του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων σχετικά με πρόταση της Επιτροπής για την τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 και της οδηγίας 2009/101/ΕΚ – Πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο και συνέπειες για την προστασία των δεδομένων (2017/C 85/04), η οποία δημοσιεύθηκε στην Αγγλική γλώσσα με τίτλο ‘European Data Protection Supervisor (EDPS) Opinion 1/2017 on a Commission Proposal amending Directive (EU) 2015/849 and Directive 2009/101/EC: Access to beneficial ownership information and data protection implications, 2 February 2017’, και η οποία αφορούσε την προτεινόμενη 5η Οδηγία AML.
14.4.2.4.5 περαιτέρω, εντός της Συνοπτικής Παρουσίασης της, ως άνω αναφερόμενης, Γνωμοδότησης του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων σχετικά με πρόταση της Επιτροπής για την τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 και της οδηγίας 2009/101/ΕΚ – Πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο και συνέπειες για την προστασία των δεδομένων (2017/C 85/04), η οποία δημοσιεύθηκε, στην Ελληνική γλώσσα, στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά την 18/03/2017 (Τεύχος C 85/3), σημειώθηκαν, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα, εντός της παραγράφου με αριθμό 10 και των υποσημειώσεων (1) – (3) αυτής, και των παραγράφων 65 – 66.
14.5 Ως προς την αναφορά που γίνεται από το Υπουργείο Οικονομικών στη σελίδα 2 τέταρτη παράγραφο του Επεξηγηματικού Κειμένου για Διαβούλευση ως προς το Νομοσχέδιο, αναφορικά με Απόφαση του ΔΕΕ ημερομηνίας 04/03/2017 στην Υπόθεση C‑13/16, Valsts policijas Rīgas reģiona pārvaldes Kārtības policijas pārvalde κατά Rīgas pašvaldības SIA «Rīgas satiksme», ως μέρος της νομικής βάσης ή του νομικού υπόβαθρου της σύνταξης του Νομοσχεδίου, θα θέλαμε, ευσεβάστως, να επαναλάβουμε ότι αυτή η θέση είναι νομικά εσφαλμένη για τους ακόλουθους λόγους:
14.5.1 Είναι ξεκάθαρο από τα όσα αναφέρονται εντός των Αιτιολογικών Σκέψεων 1 – 2 της Απόφασης του ΔΕΕ ημερομηνίας 04/03/2017 στην Υπόθεση C‑13/16, ως αυτές παρατίθενται κατωτέρω, πως η εν λόγω Απόφαση του ΔΕΕ αφορούσε αίτημα αποκάλυψης πληροφοριών ή πρόσβασης σε πληροφορίες εντός των πλαισίων Δικαστικής Διαδικασίας, το οποίο αίτημα τέθηκε ενώπιον αρμοδίου Δικαστηρίου Κράτους Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και συγκεκριμένα της Λετονίας, και συγκεκριμένα αίτημα γνωστοποιήσεως των δεδομένων ταυτοποιήσεως του υπαιτίου ατυχήματος. Επομένως, η εν λόγω Απόφαση του ΔΕΕ δεν αφορούσε με οποιοδήποτε τρόπο την πρόσβαση σε δεδομένα που είχαν καταχωρηθεί σε Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων Νομικών Οντοτήτων Κράτους Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
14.5.2 Ακόμη και εάν η Απόφαση του ΔΕΕ ημερομηνίας 04/03/2017 στην Υπόθεση C‑13/16 ήταν σχετική με το θέμα της πρόσβασης σε δεδομένα που είχαν καταχωρηθεί σε Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων Νομικών Οντοτήτων Κράτους Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που, επαναλαμβάνεται για σκοπούς σαφήνειας, ότι δεν είναι σχετική, η εν λόγω Απόφαση, ως αναδεικνύεται, μέσω των Αιτιολογικών Σκέψεων 28 – 31 και 34 αυτής, δεν θέτει κριτήρια ως προς την εφαρμογή του «εννόμου συμφέροντος» σε οποιαδήποτε γενική κλίμακα, αλλά, αντιθέτως, θέτει το νομικό υπόβαθρο για ειδική επεξήγηση της εν λόγω έννοιας, δηλαδή του «εννόμου συμφέροντος», στα πλαίσια Αστικής Δικαστικής Διαδικασίας για Διεκδίκηση Αποζημιώσεων, κατόπιν δηλαδή υποβολής Αίτησης ενώπιον αρμοδίου Δικαστηρίου για Έκδοση Διατάγματος για Πρόσβαση σε συγκεκριμένες Πληροφορίες, και, πάντοτε, υπό την αίρεση της εφαρμογής της προαναφερθείσας Αρχής της Αναλογικότητας.
14.5.3 Ενισχυτικό ως προς την τεκμηρίωση των ως άνω νομικών θέσεων, είναι και το περιεχόμενο των Αιτιολογικών Σκέψεων 54 – 56 και 59 – 60 της πιο πρόσφατης Απόφασης του ΔΕΕ (Τρίτου Τμήματος) ημερομηνίας 02/03/2023 στην Υπόθεση C-268/21 Norra Stockholm Bygg AB κατά Per Nycander AB, και η οποία αφορούσε την προσκόμιση εγγράφου το οποίο περιέχει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο Αστικής Δίκης.
14.5.4 Περαιτέρω, και αναφορικά και με την εφαρμογή του Άρθρου 15 ΓΚΠΔ, στα πλαίσια Δικαστικής Διαδικασίας ενώπιον Διοικητικού Δικαστηρίου, παραπομπή γίνεται στην πρόσφατη Απόφαση ημερομηνίας 08/07/2024 του Ομοσπονδιακού Διοικητικού Δικαστηρίου της Αυστρίας (Bundesverwaltungsgericht – “BVwG”) με Αριθμό W137 2278780-1, και η οποία δημοσιεύθηκε κατά την 01/08/2024, όπου αποφασίστηκε ότι το έννομο συμφέρον του υπεύθυνου επεξεργασίας στο να προστατεύσει τη θέση του στα πλαίσια εν εξελίξει Δικαστικής Διαδικασίας με αντίδικο το υποκείμενο των προσωπικών δεδομένων μπορούσε να υπερτερήσει του δικαιώματος του υποκείμενου των δεδομένων στην πρόσβαση σε σχέση με συγκεκριμένα έγγραφα που ήταν σχετικά με την δικαστική διαφορά. Σημειώνεται ότι η εν λόγω Απόφαση είναι προσβάσιμη, στη Γερμανική γλώσσα, στην ιστοσελίδα με ηλεκτρονική διεύθυνση https://www.ris.bka.gv.at/Dokument.wxe?Abfrage=Bvwg&Entscheidungsart=Undefined&SucheNachRechtssatz=True&SucheNachText=True&GZ=W137+2278780-1&VonDatum=01.01.2014&BisDatum=&Norm=DSGVO&ImRisSeitVonDatum=&ImRisSeitBisDatum=&ImRisSeit=Undefined&ResultPageSize=100&Suchworte=&Position=1&SkipToDocumentPage=true&ResultFunctionToken=c1d9c06a-1a10-41e3-8bf1-564f12bcb637&Dokumentnummer=BVWGT_20240708_W137_2278780_1_00
ενώ πολύ χρήσιμη περίληψη και ανεπίσημη μετάφραση της εν λόγω Απόφασης από τη Γερμανική στην Αγγλική γλώσσα είναι προσβάσιμη στην ιστοσελίδα με τίτλο GDPRhub με ηλεκτρονική διεύθυνση https://gdprhub.eu/index.php?title=BVwG_-_W137_2278780-1&mtc=today.
14.6 Ως προς γενικότερα το θέμα της εφαρμογής της Αρχής της Διαφάνειας, και της έλλειψης αναγκαιότητας πρόσβασης οποιουδήποτε προσώπου άλλου από τις Αρμόδιες Αρχές και τις ίδιες τις Εποπτευόμενες Οντότητες, παραπομπή γίνεται στην Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου ΕΕ, η οποία, αν και αφορούσε, ως πρώτους αναφερόμενους, τους Κύπριους Ευρωβουλευτές, δεν είδε ευρέως το φως της δημοσιότητας στην Κύπρο, και δεν έτυχε ευρείας δημόσιας συζήτησης. Σχετικά με την Απόφαση ημερομηνίας 25/09/2018 του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Πέμπτου Πενταμελούς Τμήματος), ως αποτέλεσμα της οποίας τίθεται καίρια ερωτήματα αναφορικά με το γιατί δεν κρίνεται αναγκαία για σκοπούς Διαφάνειας και Δημοσιογραφικής Μελέτης η πρόσβαση στα Δεδομένα Ευρωβουλευτών, που διαχειρίζονται Δημόσιο Χρήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά κρίνεται αναγκαία όσον αφορά τους Ιδιώτες Πραγματικούς Δικαιούχους Νομικών Οντοτήτων, υποβοηθητική είναι η παράθεση του κειμένου των Αιτιολογικών Σκέψεων 2 – 4, 28, 44 – 49, 52 – 53, 68 – 73, 76 – 79, 84 – 86, 88 – 92, 127 – 128 και 140 της εν λόγω Απόφασης.