Ο περί Διαιτησίας Νόμος του 2025
Υπουργείο Δικαιοσύνης Και Δημόσιας Τάξης
- Το Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως ετοίμασε νομοσχέδιο, με τίτλο «Ο περί Διαιτησίας Νόμος του 2025», το οποίο καταργεί τις δύο προηγούμενες νομοθεσίες, (τον περί Διαιτησίας Νόμο – Κεφ.4 και τον περί Διεθνούς Εμπορικής Διαιτησίας Νόμο του 1987 (Ν.101/1987)).
- Στην ετοιμασία του νομοσχεδίου λήφθηκαν υπόψη οι πιο κάτω νομοθεσίες:
- το Arbitration Act 1996 της Αγγλίας
- το Hong Kong Cap 609 του Χονγκ Κογκ·
- το Ireland Arbitration Act της Ιρλανδίας
- η νομοθεσία 5016/2023 της Ελλάδας που αφορά την διεθνή εμπορική διαιτησία·
- η Σύμβαση για την αναγνώριση και την εκτέλεση αλλοδαπών διαιτητικών αποφάσεων «Σύμβαση της Νέας Υόρκης» (The Convention on the Recognition and Enforcement of Foreign Arbitral Awards “New York Convention”) καθώς, και
- το Unictral Model Law on International Commercial Arbitration.
Πρόνοιες νομοσχεδίου
3.1. Το εν θέματι νομοσχέδιο χωρίζεται σε εννέα (9) μέρη. Το πρώτο μέρος (Μέρος I) αφορά τις γενικές διατάξεις, το δεύτερο μέρος (Μέρος ΙΙ) τη συμφωνία διαιτησίας, το τρίτο μέρος (Μέρος ΙΙΙ) τη σύνθεση του διαιτητικού δικαστηρίου, το τέταρτο μέρος (Μέρος IV) τη δικαιοδοσία του διαιτητικού δικαστηρίου και τα μέτρα λήψης προσωρινής προστασίας, το πέμπτο μέρος (Μέρος V) τη διεξαγωγή της διαιτητικής διαδικασίας, το έκτο μέρος (Μέρος VI) την έκδοση της διαιτητικής απόφασης και τον τερματισμό της διαιτητικής διαδικασίας, το έβδομο μέρος (Μέρος VIΙ) την προσφυγή κατά της διαιτητικής απόφασης, το όγδοο μέρος (Μέρος VΙΙΙ) την αναγνώριση και εκτέλεση της διαιτητικής απόφασης, και το ένατο μέρος (Μέρος IX) αφορά τις ποικίλες διατάξεις.
3.1.2. To πρώτο μέρος ερμηνεύει, μεταξύ άλλων, ότι η διαιτησία καλύπτει κάθε μορφή διαιτησίας και αφορά τόσο ημεδαπές διαιτησίες όσο και διεθνή. Καθορίζει με σαφήνεια το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων και τις υποχρεωτικές και μη υποχρεωτικές διατάξεις. Ρυθμίζει κατά τρόπο ενδεικτικό την επίδοση ειδοποιήσεων για σκοπούς έναρξης της διαιτητικής διαδικασίας και παρέχει σαφή πρόνοια για την εγκατάλειψη του δικαιώματος προς ένσταση. Διατυπώνει ξεκάθαρη ρύθμιση για την περιορισμένη εξουσία του δικαστηρίου να παρεμβαίνει σε ζητήματα διαιτησίας.
3.1.3. Το δεύτερο μέρος επικεντρώνεται στη διαδικασία κατάρτισης της συμφωνίας διαιτησίας, η οποία είναι γραπτή και αποτελεί τη βάση για την παραπομπή και τη διεξαγωγή της διαιτησίας για την επίλυση οποιασδήποτε διαφοράς. Παρέχει διατάξεις σχετικά με το εφαρμοστέο δίκαιο σε μια συμφωνία διαιτησίας, τη διαχωρισιμότητα της συμφωνίας διαιτησίας, την εξουσία του δικαστηρίου να παραπέμπει τη διαφορά σε διαιτησία σε περίπτωση έγερσης αγωγής ενώπιον του για ζήτημα που αποτελεί αντικείμενο συμφωνίας περί διαιτησίας. Ρυθμίζει την λήψη μέτρων προσωρινής προστασίας από το Δικαστήριο και τις περιπτώσεις όπου ένα μέρος σε συμφωνία διαιτησίας αποβιώσει.
3.1.4. Το τρίτο μέρος καθορίζει την σύνθεση του διαιτητικού δικαστηρίου. Συγκεκριμένα, επιτρέπει στα μέρη να συμφωνήσουν στον αριθμό των διαιτητών που θα συγκροτήσουν το διαιτητικό δικαστήριο και αν θα υπάρχει Πρόεδρος. Αν δεν υπάρξει συμφωνία μεταξύ των μερών, υπάρχει διάταξη που ορίζει ότι ο αριθμός των διαιτητών θα αποτελείται από έναν μόνο διαιτητή. Επιπλέον, καθορίζει τα καθήκοντα του Προέδρου, καθώς και τη λήψη αποφάσεων όπου δεν υπάρχει Πρόεδρος. Προβλέπει επίσης τη διαδικασία διορισμού διαιτητών ανεξάρτητα από την εθνικότητά τους, τη διαδικασία σε περίπτωση αποτυχίας διορισμού και την περίπτωση που ένα μέρος της συμφωνίας παραλείπει να διορίσει διαιτητή. Σημειώνεται ότι, στις δύο τελευταίες περιπτώσεις, υπάρχει δικαστική παρέμβαση. Μέρος της διαιτητικής διαδικασίας μπορεί να υποβάλει αίτηση ενώπιον δικαστηρίου ζητώντας την υποβοήθησή του στη διαιτητική διαδικασία. Οι αποφάσεις του δικαστηρίου είναι τελεσίδικες και δεν εφεσιβάλλονται.
Επιπλέον, προνοεί τους λόγους εξαίρεσης/απομάκρυνσης ενός διαιτητή καθώς και τη διαδικασία εξαίρεσης/απομάκρυνσης του από το διαιτητικό δικαστήριο εντός καθορισμένης προθεσμίας, ήτοι δεκαπέντε (15) ημερών. Οι λόγοι εξαίρεσης/απομάκρυνσης διαιτητή αφορούν περιστατικά που μπορούν να δημιουργήσουν δικαιολογημένη υπόνοια για την αμεροληψία ή την ανεξαρτησία του. Σημειώνεται ότι, σε περίπτωση απόρριψης της πρότασης προς εξαίρεση/απομάκρυνση από το διαιτητικό δικαστήριο, το πρόσωπο που υπέβαλε την πρόταση έχει δικαίωμα να προσβάλει την απόφαση του διαιτητικού δικαστηρίου ενώπιον δικαστηρίου εντός καθορισμένης χρονικής προθεσμίας ήτοι τριάντα (30) ημερών. Παρά τη δυνατότητα δικαστικής παρέμβασης, με σκοπό τη συνδρομή στη διαιτητική διαδικασία, η απόφαση του δικαστηρίου δεν υπόκειται σε έφεση.
Περαιτέρω, η διαδικασία εξαίρεσης/απομάκρυνσης διαιτητή μπορεί να γίνει και από το δικαστήριο, νοουμένου ότι συντρέχουν οι λόγοι που δικαιολογούν την απομάκρυνση/εξαίρεση του, όπως σωματική ή διανοητική ανικανότητα διαιτητή κ.α.
Επίσης, στο μέρος αυτό περιλαμβάνονται διατάξεις σε περίπτωση θανάτου διαιτητή και διατάξεις για αντικατάσταση του διαιτητή σε περίπτωση παράλειψης ή αδυναμίας προς εκπλήρωσή των καθηκόντων του, παραίτησης του για οποιοδήποτε λόγο, ή ανάκληση της εντολής του με συμφωνία των μερών, ή οποιαδήποτε άλλη περίπτωση ανάκλησης ή ακύρωσης της εντολής του. Όσον αφορά στην ευθύνη του διαιτητή κατά τη διαιτητική διαδικασία, προβλέπεται ευθύνη μόνο αν αποδειχθεί ότι η πράξη ή παράλειψη του διαιτητή ήταν κακόπιστη.
3.1.5. Το τέταρτο μέρος προβλέπει τη δικαιοδοσία του διαιτητικού δικαστηρίου και την προσωρινή προστασία.
Σε σχέση με τη δικαιοδοσία, προβλέπεται ότι το ίδιο το διαιτητικό δικαστήριο είναι αρμόδιο να αποφαίνεται περί της ίδιας αυτού δικαιοδοσίας.
Αναφορικά με την προσωρινή προστασία, το μέρος αυτό περιέχει ρητές διατάξεις με τις οποίες παρέχεται εξουσία του διαιτητικού δικαστηρίου για τη λήψη μέτρων προσωρινής προστασίας κατόπιν αίτησης ενός των μερών πράγμα που προϋποθέτει την έναρξη της διαιτητικής διαδικασίας. Η εξουσία του διαιτητικού δικαστηρίου περιορίζεται στη λήψη μέτρων σχετικά με το αντικείμενο της διαφοράς, όπως είναι η έκδοση διατάγματος για την προστασία περιουσίας και στην λήψη άλλων μέτρων προσωρινής προστασίας. Ρυθμίζει κατά τρόπο σαφή, τις προϋποθέσεις για την έκδοση ενδιάμεσης απόφασης για λήψη μέτρου προσωρινής προστασίας, την αίτηση για έκδοση προσωρινών διαταγών και προϋποθέσεις έκδοσης τους, κατόπιν αίτησης ενός των μερών η οποία περιλαμβάνει προσωρινή διαταγή, ώστε ένα από τα μέρη να μην προβεί σε ενέργειες οι οποίες ακυρώνουν τον σκοπό της ενδιάμεσης απόφασης. Καθορίζει συγκεκριμένα χρονικά πλαίσια μέσα στα οποία η προσωρινή διαταγή είναι σε ισχύ, και τη δυνατότητα τροποποίησης ή αναστολής της εφαρμογής ή τερματισμού είτε του προσωρινού μέτρου είτε της προσωρινής διαταγής κ.α. Επιπλέον, προνοεί ότι το μέτρο προσωρινής προστασίας καθίσταται εκτελεστό μετά από αίτηση στο δικαστήριο και καθορίζει με τρόπο σαφή τους λόγους απόρριψης αναγνώρισης ή εκτέλεσης μέτρου προσωρινής προστασίας από το δικαστήριο.
Εκτός από την εξουσία του διαιτητικού δικαστηρίου να λαμβάνει μέτρα προσωρινής προστασίας, ρυθμίζεται επίσης και η εξουσία του δικαστηρίου να διατάσσει τη λήψη τέτοιων μέτρων. Σημειώνεται ότι, η διαφοροποίηση της εξουσίας του δικαστηρίου από το διαιτητικό δικαστήριο έγκειται στο γεγονός ότι, η λήψη μέτρων μπορεί να γίνει και πριν την έναρξη της διαιτητικής διαδικασίας και δεν περιορίζεται στο αντικείμενο της διαιτησίας. Επιπρόσθετα, οι διατάξεις για τη λήψη μέτρων από το δικαστήριο είναι ευρύτερες καθώς δεν περιορίζονται στα μέρη της διαιτητικής διαδικασίας, ενώ οι διατάξεις για την λήψη μέτρων από το διαιτητικό δικαστήριο περιορίζονται μόνον εναντίον μέρους στη διαιτητική διαδικασία.
Στο μέρος αυτό, προβλέπεται επιπλέον και η περίπτωση διορισμού διαιτητή έκτακτης ανάγκης για να εξετάσει τις αιτήσεις των μερών για έκτακτη ανακούφιση πριν από τη σύσταση του διαιτητικού δικαστηρίου.
3.1.6. Το πέμπτο μέρος περιέχει τις ακόλουθες διατάξεις σχετικά με τη διεξαγωγή της διαιτητικής διαδικασίας:
- Tα συμβαλλόμενα μέρη είναι γενικά ελεύθερα να συμφωνήσουν οποιοδήποτε σύστημα δικαίου και διαδικασία επιθυμούν να επιλύσουν τις διαφορές τους. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει συμφωνία μεταξύ τους, τότε το διαιτητικό δικαστήριο αποφασίζει κατ’ ελεύθερη κρίση τη διαδικασία διεξαγωγής της διαιτησίας, τον τόπο διεξαγωγής της διαιτησίας, καθώς και τη γλώσσα που θα διεξαχθεί. Η μόνη προϋπόθεση που τίθεται είναι η εφαρμογή της αρχής της ισότητας και του δικαιώματος της εκατέρωθεν ακρόασης.
- Το δικαστήριο αποφασίζει σχετικά με τα διαδικαστικά και αποδεικτικά ζητήματα, με την επιφύλαξη του δικαιώματος των μερών να συμφωνήσουν για οποιοδήποτε ζήτημα.
- Επιπλέον, καθορίζεται με τρόπο σαφή η έναρξη της διαιτησίας η οποία αρχίζει όταν ένα μέρος με γραπτή ειδοποίηση καλεί το άλλο να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του βάσει της συμφωνίας διαιτησίας, είτε αυτές αφορούν τη συνεργασία για τον διορισμό κοινού διαιτητή, ή τον διορισμό διαιτητή από το άλλο μέρος ή αποστέλλεται γραπτή ειδοποίηση στο τρίτο πρόσωπο το οποίο κατονομάζεται στη συμφωνία για τον διορισμό διαιτητή. Σημαντική πρόνοια σε σχέση με τα χρονικά όρια στην έναρξη της διαιτητικής διαδικασίας είναι η πρόνοια του νομοσχεδίου που αφορά την εφαρμογή των περί παραγραφής νόμων.
- Ρυθμίζεται η συνένωση των διαδικασιών και οι ταυτόχρονες ακροάσεις.
- Περαιτέρω, προβλέπεται το πλαίσιο το οποίο πρέπει να περιλαμβάνεται στα δικόγραφα και το δικαίωμα διόρθωσης ή συμπλήρωσης τους καθ’ όλη τη διάρκεια της διαιτητικής διαδικασίας.
- Το διαιτητικό δικαστήριο αποφασίζει εάν θα διεξαχθούν προφορικές ακροάσεις για την παρουσίαση αποδεικτικών στοιχείων ή για προφορικές αγορεύσεις ή εάν θα διεξαχθούν οι διαδικασίες βάσει εγγράφων και άλλων αποδεικτικών υλικών.
- Ρυθμίζεται η περίπτωση παράλειψης διαδίκου να υποβάλει δικόγραφο ή να εμφανιστεί ενώπιον του διαιτητή.
- Τα μέρη έχουν δικαίωμα εκπροσώπησης από νομικούς ή άλλους συμβούλους για να τους βοηθήσουν στην παρουσίαση της υπόθεσης τους ενώπιον του διαιτητή.
- Το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να καλέσει μάρτυρες ή να διορίσει πραγματογνώμονες.
- Το διαιτητικό δικαστήριο ή έvα από τα μέρη της διαιτητικής διαδικασίας με τηv έγκριση τoυ διαιτητικoύ δικαστηρίoυ, δύvαται vα ζητήσει τη συvδρoμή τoυ Δικαστηρίoυ στη διεξαγωγή απoδείξεωv.
- Το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να εκδώσει περισσότερες από μία διαιτητικές αποφάσεις σε διαφορετικές χρονικές στιγμές για διαφορετικές πτυχές των θεμάτων που θα καθοριστούν.
- Πέραν της συνήθους ακροαματικής διαδικασίας, το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί κατόπιν αίτησης από ένα μέρος της διαδικασίας να εκδώσει διαιτητική απόφαση σε συνοπτική βάση σε σχέση με την απαίτηση ή ένα συγκεκριμένο ζήτημα που προκύπτει από την απαίτηση.
- Όταν ανακύπτει νομικό ζήτημα κατά τη διάρκεια της διαιτητικής διαδικασίας, ένα μέρος της διαδικασίας μπορεί να αιτηθεί ενώπιον δικαστηρίου, με σκοπό την υποβοήθηση και ενδυνάμωση της διαιτησίας, ως θεσμού επίλυσης διαφορών. Σε αυτή την περίπτωση, η απόφαση του δικαστηρίου επί προκαταρκτικού νομικού ζητήματος υπόκειται σε έφεση εντός προθεσμίας δέκα ημέρων ενώπιον του Εφετείου.
3.1.7. Το έκτο μέρος του νομοσχεδίου καθορίζει τη διαδικασία έκδοσης της διαιτητικής απόφασης και τον τρόπο τερματισμού της διαιτητικής διαδικασίας. Συγκεκριμένα, προβλέπει τα εξής:
- Εάν τα μέρη δεν έχουν καταλήξει σε συμφωνία, το διαιτητικό δικαστήριο αποφασίζει επί της ουσίας της διαφοράς και εφαρμόζει το ουσιαστικό δίκαιο που θεωρεί εφαρμοστέο σύμφωνα με τις διατάξεις του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου.
- Σε περίπτωση που επιτευχθεί συμβιβασμός της διαφοράς, το διαιτητικό δικαστήριο διακόπτει τη διαδικασία και καταγράφει τον συμβιβασμό ως διαιτητική απόφαση βάσει των συμφωνηθέντων όρων.
- Ρυθμίζει τον τύπο και το περιεχόμενο της διαιτητικής απόφασης.
- Το δικαστήριο μπορεί, προκειμένου να υποβοηθήσει τη διεξαγωγή της διαιτητικής διαδικασίας, να παρέμβει και να εκδώσει διάταγμα για παράταση της προθεσμίας έκδοσης της διαιτητικής απόφασης, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις.
- Προνοεί τον τερματισμό της διαιτητικής διαδικασίας. Η διαιτητική διαδικασία τερματίζεται με την έκδοση της τελικής διαιτητικής απόφασης ή με την έκδοση διατάγματος τερματισμού της διαιτητικής διαδικασίας υπό προϋποθέσεις.
- Προβλέπει την εξουσία του διαιτητικού δικαστηρίου να διορθώσει, να ερμηνεύσει ή να συμπληρώσει τη διαιτητική απόφαση εντός προκαθορισμένου χρονικού διαστήματος τριάντα (30) ημερών και την εξουσία του να εκδώσει διαιτητική απόφαση με την οποία να κατανέμονται τα έξοδα της διαιτησίας μεταξύ των μερών.
- Ρυθμίζει την αρμοδιότητα του διαιτητικού δικαστηρίου να κατανείμει τα έξοδα της διαιτησίας, ελλείψει συμφωνίας μεταξύ των μερών.
3.1.8. Το έβδομο μέρος του νομοσχεδίου αναφέρεται στη δυνατότητα προσφυγής κατά διαιτητικής απόφασης. Συγκεκριμένα, ορίζει με σαφήνεια και περιοριστικά τους λόγους ακύρωσης μιας διαιτητικής απόφασης. Επιπλέον, καθορίζεται προθεσμία είκοσι-οκτώ (28) ημερών για την αμφισβήτηση της διαιτητικής απόφασης. Οι λόγοι αφορούν κυρίως παραβιάσεις της διαδικασίας ή παραλείψεις στη διαιτητική διαδικασία ή στην ίδια τη διαιτητική απόφαση καθώς και στην ανάρμοστη συμπεριφορά του διαιτητή.
3.1.9. Το όγδοο μέρος του νομοσχεδίου αφορά την αναγνώριση και την εκτέλεση της διαιτητικής απόφασης. Πιο συγκεκριμένα, προνοεί ότι η αναγνώριση και εκτέλεση της διαιτητικής απόφασης προκύπτει μόνο με δικαστική παρέμβαση, νοουμένου ότι βασίζεται σε γραπτή συμφωνία των μερών. Δηλαδή κατόπιν αίτησης οποιουδήποτε των μερών, το δικαστήριο μπορεί να εκδώσει διάταγμα εκτέλεσης της απόφασης.
Επιπλέον, καθορίζει με σαφή τρόπο τους λόγους που δικαιολογούν την απόρριψη της αίτησης για αναγνώριση ή εκτέλεση της διαιτητικής απόφασης. Το βάρος απόδειξης το φέρει ο καθ’ ου η αίτηση να αποδείξει λόγο απόρριψης.Το δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στη ουσία της διαιτητικής απόφασης, αλλά εξετάζει μόνο εάν συντρέχει λόγος απόρριψης της αίτησης.
3.1.10. Το ένατο μέρος του νομοσχεδίου προνοεί την κατάργηση του περί Διαιτησίας Νόμου (ΚΕΦ.4) και του περί Διεθνούς Εμπορικής Διαιτησίας Νόμου του 1987 (Ν.101/1987).
4. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως θέτει προς διαβούλευση το νομοσχέδιο και προσκαλεί κάθε ενδιαφερόμενο να αποστείλει απόψεις/σχόλια/παρατηρήσεις, σε σχέση με αυτά, το αργότερο μέχρι την 1η Αυγούστου 2025, στην ηλεκτρονική διεύθυνση mgeorgiou@mjpo.gov.cy
- Ανοικτή
- Αναρτήθηκε
04 Ιούλ 2025 @ 0:00 - Ανοικτή σε σχόλια ως
01 Αυγ 2025 @ 0:00 - 0 σχόλια