To provide the best experiences, we use technologies like cookies to store and/or access device information. Consenting to these technologies will allow us to process data such as browsing behavior or unique IDs on this site. Not consenting or withdrawing consent, may adversely affect certain features and functions.
Read more
The technical storage or access is strictly necessary for the legitimate purpose of enabling the use of a specific service explicitly requested by the subscriber or user, or for the sole purpose of carrying out the transmission of a communication over an electronic communications network.
The technical storage or access is necessary for the legitimate purpose of storing preferences that are not requested by the subscriber or user.
The technical storage or access that is used exclusively for statistical purposes.
The technical storage or access that is used exclusively for anonymous statistical purposes. Without a subpoena, voluntary compliance on the part of your Internet Service Provider, or additional records from a third party, information stored or retrieved for this purpose alone cannot usually be used to identify you.
The technical storage or access is required to create user profiles to send advertising, or to track the user on a website or across several websites for similar marketing purposes.
ΣΧΟΛΙΟ ΕΠΙ ΤΗΣ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ (ε) ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 72
Η προτεινόμενη νέα διατύπωση της παραγράφου (ε), η οποία θέτει ως προϋπόθεση για την αίτηση επιβολής Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής (ΠΣΑ) την απόδειξη ότι ο χρεώστης «αδυνατεί να αποπληρώσει τα χρέη του λόγω χειροτέρευσης της οικονομικής του κατάστασης ως αποτέλεσμα γεγονότων ή καταστάσεων εκτός του ελέγχου του», και επιπλέον απαιτεί ποσοτική τεκμηρίωση (μείωση εισοδήματος ≥20% ή αύξηση υποχρεώσεων >80% του καθαρού διαθέσιμου εισοδήματος), είναι, κατά την επαγγελματική μου εμπειρία, δυσνόητη, υπερβολικά γραφειοκρατική και αντίθετη προς τον πρακτικό σκοπό του θεσμού.
________________________________________
1️⃣ Αντιστρατεύεται την έννοια της «αφερεγγυότητας»
Στην πράξη, τόσο το Τμήμα Αφερεγγυότητας όσο και το Δικαστήριο αξιολογούν ήδη κατά την αίτηση έκδοσης προστατευτικού διατάγματος (άρθρο 39) κατά πόσο ο αιτητής είναι αφερέγγυος, δηλαδή αντικειμενικά αδυνατεί να εξυπηρετήσει τις υποχρεώσεις του.
Η απαίτηση δευτερογενούς απόδειξης μέσω μαθηματικής σύγκρισης εισοδημάτων και δαπανών «του έτους σύναψης της σύμβασης» με «το έτος αφερεγγυότητας»:
• διπλασιάζει τη διαδικαστική επιβάρυνση,
• δυσχεραίνει το έργο του Συμβούλου Αφερεγγυότητας, και
• δημιουργεί περιθώρια απόρριψης αιτήσεων για καθαρά τεχνικούς λόγους.
________________________________________
2️⃣ Είναι αντιπρακτική και σχεδόν ανεφάρμοστη
Η αναζήτηση και τεκμηρίωση εισοδημάτων ή οικογενειακής κατάστασης από το 2005, 2010 ή 2012 είναι σχεδόν αδύνατη για τον μέσο πολίτη.
Ο Σύμβουλος θα κληθεί να αναζητά μισθολόγια, φορολογικές δηλώσεις ή αποδείξεις δαπανών δεκαετιών πίσω — σε μια διαδικασία ανεφάρμοστη, που παραλύει την ουσία του μηχανισμού αναδιάρθρωσης.
Επιπλέον, οι παλαιότερες δανειακές συμβάσεις δεν είχαν πάντοτε τυποποιημένη λογιστική διαφάνεια, ειδικά στις περιπτώσεις πρώην ΣΠΕ. Η απαίτηση για “αντικειμενικό” ποσοστό μείωσης εισοδήματος είναι νομικά επισφαλής και αποδεικτικά ασταθής.
________________________________________
3️⃣ Κίνδυνος καταχρηστικής απόρριψης ΠΣΑ
Η διάταξη παρέχει στις ΕΕΠ τυπικά επιχειρήματα για να απορρίπτουν βιώσιμα ΠΣΑ, οδηγώντας σε μαζικές δικαστικές προσφυγές αντί σε αναδιάρθρωση.
________________________________________
4️⃣ Η αφερεγγυότητα είναι παρούσα κατάσταση, όχι ιστορική αναδρομή
Η έννοια της αφερεγγυότητας, όπως καθορίζεται στο άρθρο 2 του Νόμου, αφορά την παρούσα αδυναμία εξυπηρέτησης υποχρεώσεων.
Η απαίτηση τεκμηρίωσης παρελθοντικής επιδείνωσης είναι ανορθολογική και αντίθετη προς τον ορισμό του Νόμου.
________________________________________
🔹 Συνοπτικό συμπέρασμα
Η προτεινόμενη πρόνοια της παραγράφου (ε) είναι δυσνόητη, υπερβολικά περιοριστική και μη εφαρμόσιμη στην πράξη. Αντί να ενισχύει την αξιοπιστία του μηχανισμού αφερεγγυότητας, δημιουργεί νέα εμπόδια και υπονομεύει τον κοινωνικό σκοπό του θεσμού: τη διάσωση της κύριας κατοικίας και την παροχή δεύτερης ευκαιρίας στους υπερχρεωμένους πολίτες.
________________________________________
Υφιστάμενη Κατάσταση
Το υφιστάμενο άρθρο 72(ε) προβλέπει ότι ο χρεώστης αδυνατεί να αποπληρώσει τα χρέη του λόγω χειροτέρευσης της οικονομικής του κατάστασης, εφόσον αυτή έχει προκύψει από γεγονότα ή καταστάσεις εκτός του ελέγχου του, και συγκεκριμένα από το 2009 και εντεύθεν, με αποτέλεσμα ουσιαστική μείωση εισοδήματος ≥25%.
Στην πράξη:
• Δημιουργήσε τυπικά επιχειρήματα στις ΕΕΠ για απόρριψη βιώσιμων ΠΣΑ οδηγώντας σε μαζικές δικαστικές προσφυγές αντί σε αναδιάρθρωση.
• Ο αφερέγγυος χρεώστης, χωρίς ισότιμη νομική εκπροσώπηση, βρίσκεται σε μειονεκτική θέση.
• Η διαδικασία συγκέντρωσης και τεκμηρίωσης εισοδημάτων πολλών ετών είναι ανεφάρμοστη και δημιουργεί περιττά νομικά και διοικητικά εμπόδια.
________________________________________
Προτεινόμενη Τροποποίηση
Άρθρο 72 – Παράγραφος (ε) – Νέα Διατύπωση:
«(ε) Αρκεί όπως ο χρεώστης έχει κριθεί από το Δικαστήριο ως αφερέγγυος σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου.»
Μεταβατική διάταξη για αποφυγή καταχρήσεων:
«Η παρούσα πρόνοια εφαρμόζεται αποκλειστικά σε χρέη που έχουν δημιουργηθεί πριν από την 30ή Δεκεμβρίου 2024.»
________________________________________
Αναμενόμενα Οφέλη
• Απλούστευση της διαδικασίας υποβολής και αξιολόγησης ΠΣΑ.
• Εξάλειψη πρακτικών και νομικών εμποδίων που δυσχεραίνουν την εφαρμογή του Νόμου.
• Διασφάλιση για τους Πιστωτές είσπραξης τουλάχιστον του εξασφαλισμένου χρέους.
• Προστασία της κύριας κατοικίας των έντιμων χρεωστών.
• Μείωση δυνατοτήτων καταχρηστικής αμφισβήτησης από πιστωτές.
Άρθρο 2 ε – να μην διαγραφεί η φράση ‘και των μελών της οικογένειας του χρεώστη’. Η προτεινόμενη τροποποίηση δεν συνάδει με το πνεύμα του νόμου. Ο νόμος στοχεύει να διασώσει το σπίτι όπου «ζει η οικογένεια». Η διαγραφή της οικογενειακής παραμέτρου μετατρέπει το σχέδιο σε καθαρά ατομικό, ενώ η πραγματικότητα (ειδικά στην Κύπρο) είναι νοικοκυριό με εξαρτώμενα.
Άρθρο 2 ζ – Προσθήκη στο τέλος ‘’εκτός εάν ο εξασφαλισμένος πιστωτής συγκατατίθεται ρητώς σε διαφορετική μεταχείριση.’’ ώστε να υπάρχει ευελιξία σε ορισμένες περιπτώσεις που δύναται να βρεθεί συναινετική λύση’.
Άρθρο 22.2 – Αν ο οφειλέτης κρίνεται αφερέγγυος και απαλλάσσεται από τις δικές του ανεξασφάλιστες οφειλές μέσω ΔΑΟ, είναι συνεπές να απαλλάσσεται πλήρως και από τις προσωπικές του ευθύνες ως εγγυητής, ανεξαρτήτως αν η εγγύηση έχει ήδη καταστεί απαιτητή ή όχι. Προτείνεται η πιο κάτω τροποποίηση για το άρθρο 22.2 :
Υπό την επιφύλαξη του άρθρου 20, με την έκδοση του Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών ο καθορισμένος χρεώστης απαλλάσσεται από κάθε προσωπική υποχρέωση που απορρέει από εγγύηση ή άλλη παρεπόμενη ή ανεξασφάλιστη υποχρέωση που έχει αναληφθεί υπέρ υποχρέωσης τρίτου, ανεξαρτήτως του χρόνου κατά τον οποίο η σχετική απαίτηση καθίσταται απαιτητή ή γεννάται, εφόσον η πηγή της υποχρέωσης (σύμβαση/δήλωση/πράξη) προϋφίσταται της ημερομηνίας έναρξης ισχύος του Διατάγματος.
Δεν καλύπτονται νέες υποχρεώσεις που αναλαμβάνει ο καθορισμένος χρεώστης μετά την έναρξη ισχύος του Διατάγματος.
Άρθρο 33 – ‘συνοφειλέτες σε χρέος να μπορούν να υποβάλουν κοινή αίτηση για Προστατευτικό Διάταγμα’. Έτσι αποφεύγονται επιπρόσθετα έξοδα, χρόνος και πιθανότητα να οριστούν 2 διαφορετικοί Δικαστές.
Άρθρο 39 (6) (β) να μετατραπεί σε ‘ή το σχέδιο να ολοκληρωθεί με επιτυχία’.
To άρθρο 67 (9) πρέπει να τροποποιηθεί για να συμπεριλαμβάνει και τις νέες συμβάσεις, μετά την εφαρμογή του Νόμου που υπογράφηκαν ή θα υπογραφούν.
Τροποποίηση του 67(20)(β)(i) και 67(20)(β)(ii) ως κάτωθι:
67(20)(β)(i):
«…που έχει τεθεί σε ισχύ και που δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€750.000)…»
67(20)(β)(ii):
«…που έχει τεθεί σε ισχύ και που δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€750.000)…»
Άρθρο 72, εδάφιο 1 – ‘ο χρεώστης δύναται’ να προστεθεί ‘…ή ο Διορισμένος Σύμβουλος Αφερεγγυότητας’.
Προτείνεται όπως κάθε διάταξη του άρθρου 72 που προβλέπει διαφοροποίηση του ανώτατου ορίου αξίας κύριας κατοικίας (π.χ. €400.000 ή €500.000 υπό προϋποθέσεις) τροποποιείται ώστε το ανώτατο όριο να ορίζεται ενιαία σε «πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ (€500.000)» χωρίς πρόσθετες προϋποθέσεις.
Αρθρο 72, εδάφιο ε (ii). Να συμπεριληφυεί πρόβλεψη για έκτακτες ανάγκες: οι αναγκαίες χρηματοοικονομικές του υποχρεώσεις και/ή τεκμηριωμένες έκτακτες και αναγκαστικές δαπάνες διαβίωσης (ιδίως ιατρικές, φροντίδας εξαρτωμένων ή αποκατάστασης ουσιωδών ζημιών της κύριας κατοικίας κατόπιν γεγονότος ανωτέρας βίας), οι οποίες δεν οφείλονται σε υπαιτιότητα του χρεώστη και δεν είναι επαναλαμβανόμενες ή πολυτελούς χαρακτήρα, υπερβαίνουν το ογδόντα τοις εκατό (80%) του καθαρού διαθέσιμου εισοδήματός του κατά το έτος κατά το οποίο ο χρεώστης κατέστη αφερέγγυος.»
Άρθρο 72, εδάφιο 1 στ (iv) που αναφέρει για την δήλωση απο τον ΣΑ που πρέπει να βεβαιώσει ότι το ΠΣΑ θέτει τους πιστωτές στην ίδια ή καλύτερη θέση, να προστεθεί η πρόταση ‘πλην των ακινήτων που αναγράφονται στις παραγράφους 1 (β) και (γ) εκτός αν ο χρεώστης συγκατατεθεί για το γ, μετά από το εάν η περιουσία του χρεώστη’.
Σχόλια για τροποποιήσεις:
Άρθρο 2 ε – να μην διαγραφεί η φράση ‘και των μελών της οικογένειας του χρεώστη’. Ο νόμος στοχεύει να διασώσει το σπίτι όπου «ζει η οικογένεια». Η διαγραφή της οικογενειακής παραμέτρου μετατρέπει το σχέδιο σε καθαρά ατομικό, ενώ η πραγματικότητα (ειδικά στην Κύπρο) είναι νοικοκυριό με εξαρτώμενα.
Άρθρο 2 ζ – Προσθήκη στο τέλος ‘’εκτός εάν ο εξασφαλισμένος πιστωτής συγκατατίθεται ρητώς σε διαφορετική μεταχείριση.’’ ώστε να υπάρχει ευελιξία σε ορισμένες περιπτώσεις που δύναται να βρεθεί συναινετική λύση’.
Άρθρο 22.2 – Προτείνεται η πιο κάτω τροποποίηση: Υπό την επιφύλαξη του άρθρου 20, με την έκδοση του Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών ο καθορισμένος χρεώστης απαλλάσσεται από κάθε προσωπική υποχρέωση που απορρέει από εγγύηση ή άλλη παρεπόμενη ή ανεξασφάλιστη υποχρέωση που έχει αναληφθεί υπέρ υποχρέωσης τρίτου, ανεξαρτήτως του χρόνου κατά τον οποίο η σχετική απαίτηση καθίσταται απαιτητή ή γεννάται, εφόσον η πηγή της υποχρέωσης (σύμβαση/δήλωση/πράξη) προϋφίσταται της ημερομηνίας έναρξης ισχύος του Διατάγματος.
Δεν καλύπτονται νέες υποχρεώσεις που αναλαμβάνει ο καθορισμένος χρεώστης μετά την έναρξη ισχύος του Διατάγματος.
Άρθρο 33 – ‘συνοφειλέτες σε χρέος να μπορούν να υποβάλουν κοινή αίτηση για Προστατευτικό Διάταγμα’. Έτσι αποφεύγονται επιπρόσθετα έξοδα, χρόνος και πιθανότητα να οριστούν 2 διαφορετικοί Δικαστές.
Άρθρο 39 (6) (β) να μετατραπεί σε ‘ή το σχέδιο να ολοκληρωθεί με επιτυχία’.
Άρθρο 39 (7Α) – Να μην υπάρχει περιορισμός χρόνου. Το δικαστήριο είναι πολύ αυστηρό στην παράταση και ανανέωση μετά τη λήξη προστατευτικού. Συνεπώς δεν υπάρχει λόγος περιορισμού χρόνου εφόσον ως αναφέρεται στο άρθρο δίδεται μόνο λόγω εκτάκτων ειδικών συνθηκών.
To άρθρο 67 (9) πρέπει να τροποποιηθεί για να συμπεριλαμβάνει και τις νέες συμβάσεις, μετά την εφαρμογή του Νόμου που υπογράφηκαν ή θα υπογραφούν.
Τροποποίηση του 67(20)(β)(i) και 67(20)(β)(ii) ως κάτωθι:
67(20)(β)(i):
«…που έχει τεθεί σε ισχύ και που δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€750.000)…»
67(20)(β)(ii):
«…που έχει τεθεί σε ισχύ και που δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€750.000)…»
Άρθρο 72, εδάφιο 1 – ‘ο χρεώστης δύναται’ να προστεθεί ‘…ή ο Διορισμένος Σύμβουλος Αφερεγγυότητας’.
Η κάθε διάταξη του άρθρου 72 που προβλέπει διαφοροποίηση του ανώτατου ορίου αξίας κύριας κατοικίας (π.χ. €400.000 ή €500.000 υπό προϋποθέσεις) τροποποιείται ώστε το ανώτατο όριο να ορίζεται ενιαία σε «πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ (€500.000)» χωρίς πρόσθετες προϋποθέσεις.
Άρθρο 72, εδάφιο 1 ε (ii) οι αναγκαίες χρηματοοικονομικές του υποχρεώσεις και/ή τεκμηριωμένες έκτακτες και αναγκαστικές δαπάνες διαβίωσης (ιδίως ιατρικές, φροντίδας εξαρτωμένων ή αποκατάστασης ουσιωδών ζημιών της κύριας κατοικίας κατόπιν γεγονότος ανωτέρας βίας), οι οποίες δεν οφείλονται σε υπαιτιότητα του χρεώστη και δεν είναι επαναλαμβανόμενες ή πολυτελούς χαρακτήρα, υπερβαίνουν το ογδόντα τοις εκατό (80%) του καθαρού διαθέσιμου εισοδήματός του κατά το έτος κατά το οποίο ο χρεώστης κατέστη αφερέγγυος.
Άρθρο 72, εδάφιο 1 στ (iv) που αναφέρει για την δήλωση απο τον ΣΑ που πρέπει να βεβαιώσει ότι το ΠΣΑ θέτει τους πιστωτές στην ίδια ή καλύτερη θέση, να προστεθεί η πρόταση ‘πλην των ακινήτων που αναγράφονται στις παραγράφους 1 (β) και (γ) εκτός αν ο χρεώστης συγκατατεθεί για το γ, μετά από το εάν η περιουσία του χρεώστη’.
Δεν συμβαδίζει απο τη μια να προστατεύεις περιουσιακά στοιχεία του χρεώστη και απο την άλλη να το συγκρίνεις με πτώχευση όπου θεωρείς ότι όλα τα περιουσιακά στοιχεία θα πωληθούν.
Παραθέτουμε τις παρατηρήσεις / σχόλια μας αναφορικά με το Νομοσχέδιο με τίτλο «ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΑΦΕΡΕΓΓΥΟΤΗΤΑΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ (ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΑΠΟΠΛΗΡΩΜΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΑΠΑΛΛΑΓΗΣ ΟΦΕΙΛΩΝ) ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2015 ΕΩΣ 2020» (Νομοσχέδιο Περί Αφερεγγυότητας).
άρθρο 2 –
Αναφορικά με την ερμηνεία “μέλη της οικογένειας χρεώστη” θεωρούμε ότι θα μπορούσαν να προστεθούν και οι συγγενείς μέχρι δεύτερου βαθμού ή/και τρίτου βαθμού (όπως γίνεται και στο Κτηματολόγιο με τις δωρεές) ώστε στον ορισμό της “ιδιόκτητης κατοικίας” να μην βρίσκουμε εμπόδιο όταν η κύρια κατοικία είναι εγγεγραμμένη επ’ ονόματι των γονέων/αδελφών και/ή συγγενών μέχρι τρίτου βαθμού.
Αναφορικά με την τροποποίηση της ερμηνείας «ιδιόκτητη κατοικία», θα μπορούσαμε να δούμε το θέμα να είναι η κατοικία γραμμένη σε εταιρεία της οποίας μέτοχοι είναι αποκλειστικά ο χρεώστη ή/και συγγενείς μέχρι του ανάλογου βαθμού.
άρθρο 35(1)(η)(ι) –
Η τροποποίηση του άρθρου 35(1)(η)(i) ίσως να μην είναι υπέρ των Χρεωστών που θέλουν να επανενταχθούν σε ΠΣΑ λόγω της αύξησης των 12 μηνών σε 24.
άρθρο 39(7Α) –
Αναφορικά με την τροποποίηση του άρθρου 39(7Α), θα μπορούσε να είναι πιο ξεκάθαρο και να αναφέρει “που υποβάλλεται εντός τριών (3) μηνών μετά την λήξη της περιόδου ισχύος του προστατευτικού διατάγματος”.
άρθρο 53 (5Β)(β) –
Στην τροποποίηση του άρθρου 53(5Β)(β) η λέξη «προσφυγή» πρέπει να αντικατασταθεί με την λέξη «αίτηση».
άρθρο 64 –
Θα μπορούσε να προστεθεί επιπλέον πρόνοια για τροποποίηση όταν μετά από διαβουλεύσεις με τους Πιστωτές του Χρεώστη, κατέληξαν σε συναινετική λύση και ενόψει αυτής της εξέλιξης θα πρέπει να τροποποιηθεί το Σχέδιο.
άρθρο 68(1) –
Θα μπορούσε να προστεθεί πρόνοια στο άρθρο 68(1) για δικαίωμα τερματισμού του ΠΣΑ από τον Σύμβουλο Αφερεγγυότητας όταν ο Χρεώστης αρχίσει να συμμετέχει σε οποιοδήποτε άλλο Σχέδιο ή έχει προβεί σε οποιαδήποτε άλλη διευθέτηση των χρεών του με τους Πιστωτές του.
άρθρο 72 (1) (γ) –
θα μπορούσε να προστεθεί και οποιαδήποτε ακίνητη περιουσία του Χρεώστη, από την οποία παράγει το εισόδημα του, η οποία θα παραχωρείται στους Πιστωτές για σκοπούς αποπληρωμής των χρεών του.
άρθρο 72 (1)(ε) –
Το συγκεκριμένο άρθρο έχει ερμηνευτεί με ποικίλους τρόπους από τα πρωτόδικα δικαστήρια τις πλείστες φορές κατά την άποψη μας λανθασμένα, με αποτέλεσμα η μεγάλη πλειοψηφία χρεωστών να αδικηθούν και να μην μπορέσουν να λάβουν τα δικαιώματα τους από τις πρόνοιες της νομοθεσίας ώστε να προστατέψουν την κατοικία τους. Εισηγούμαστε όπως τα κριτήρια επιβολής να περιοριστούν σε πιο απλά και μετρήσιμα π.χ. αξία κύριας κατοικίας, αξία συνολικής περιουσίας και να αφαιρεθούν πιο πολύπλοκα και με μεγαλύτερη δυσκολία στην ερμηνεία κριτηρίων όπως το συγκεκριμένο κριτήριο (ε) το οποίο έχει στο παρελθόν αδικήσει μεγάλο αριθμό χρεωστών από το δικαίωμα να σώσουν την κατοικία τους (υπάρχουν άπειροι λόγοι που άτομα έχουν καταλήξει αφερέγγυα και ο νόμος περιορίζεται σε πολύ συγκεκριμένα οικονομικά δεδομένα τα οποία είναι εξαιρετικά δύσκολο να ελεγχθούν αφού αφορούν χρονικές περιόδους 10 πλέον χρόνια πριν).
Επίσης θέση μας είναι ότι η δεύτερη και τελευταία ευκαιρία για διάσωση της κύριας κατοικίας θα πρέπει να δίνεται σε όλους τους χρεώστες ανεξαιρέτως χωρίς περιορισμό αφού σε περίπτωση αποτυχίας η μόνη άλλη επιλογή με βάση τις υφιστάμενες νομοθεσίες είναι η επιλογή της πτώχευσης. Για σκοπούς αποφυγής κατάχρησης της νομοθεσίας θα μπορούσε να προστεθεί πρόνοια για χειροτέρευση της οικονομικής θέσης ή κάποιο σχετικό κριτήριο μόνο για τις περιπτώσεις που τα χρέη ήταν εξυπηρετούμενα τέλος του 2023 (2 χρόνια πριν) όπως π.χ. στο σχέδιο ΕΣΤΙΑ.
Επίσης, θα μπορούσε να προστεθεί επιφύλαξη ότι δεν δύναται να προσμετράτε οποιαδήποτε αύξηση στα εισοδήματα του Χρεώστη, καθώς επίσης και ότι θα πρέπει να υπάρχει αύξηση για να μπορούν να ενταχθούν σε ΠΣΑ και να καταστούν φερέγγυοι.
72 (ε) (ι) (ιι) –
Τι σημαίνει μείωση ετήσιου εισοδήματος και πως ελέγχεται; Είναι οι καταστάσεις Κ.Α. αρκετό τεκμήριο (σε πολλές περιπτώσεις τα πρωτόδικα δικαστήρια δεν τις δέχτηκαν), χρειάζονται Φορολογικές Δηλώσεις; Τι γίνεται αν ο χρεώστης δεν ήταν υπόχρεος να υποβάλλει Φορολογική Δήλωση για όλα τα έτη αλλά μόνο για κάποια; Πως αποδεικνύουμε τα εισοδήματα για τα υπόλοιπα έτη; Τι γίνεται με περιπτώσεις χρεωστών που οι συνοφειλέτες τους σταμάτησαν να συνεισφέρουν (θάνατος, χωρισμός, έφυγαν στο εξωτερικό, άλλος λόγος) πως ελέγχουμε εισοδήματα 3ου ατόμου για 15 χρόνια πριν; Τι γίνεται με οφειλέτες που είχαν σοβαρή αύξηση σε έξοδα (λόγοι υγείας, λόγοι υγείας εξαρτώμενου, φυσική καταστροφή, αύξηση εξαρτωμένων παιδιών, αύξηση εξαρτωμένων γονέων). Τι γίνεται αν υπήρχε μείωση (>20%) σε διάφορα έτη αλλά ο χρεώστης με δυσκολία και βοήθεια τρίτων ατόμων αποπλήρωνε ολοκληρωτικά ή εν μέρη την δόση του αλλά το έτος του τερματισμού η μείωση σε σχέση με το έτος σύμβασης ήταν μόνο π.χ. 19,9%; Αυτοί είναι μόνο μερικοί λόγοι που θεωρούμε το συγκεκριμένο κριτήριο άδικο και θεωρούμε ότι θα πρέπει να αφαιρεθεί εντελώς για τις περιπτώσεις που μέχρι και 2 χρόνια πριν την παρούσα τροποποίηση τα χρέη ήταν ήδη μη εξυπηρετούμενα. Για σκοπούς αποφυγής κατάχρησης (δηλαδή χρεώστης να μην πληρώνει επίτηδες για να μπει σε ΠΣΑ) θα πρέπει να ελέγχουμε μόνο τις περιπτώσεις που τα χρέη μέχρι το 2023 ήταν πλήρως εξυπηρετούμενα. Ακόμα και για αυτές τις περιπτώσεις όμως το κριτήριο θα πρέπει να είναι σημαντικά πιο βελτιωμένο από το πως είναι τώρα διατυπωμένο λαμβάνοντας υπόψη όλα τα πιο πάνω σχόλια.
άρθρο 74 – (α) με την προσθήκη στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (1) της ακόλουθης νέας επιφύλαξης πριν την υφιστάμενη επιφύλαξη:
«Νοείται ότι, σε περίπτωση που η εν λόγω ακίνητη περιουσία παράγει ουσιαστικό εισόδημα το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για αποπληρωμή του χρέους στο πλαίσιο του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, ο σύμβουλος αφερεγγυότητας, με την συγκατάθεση του εξασφαλισμένου πιστωτή, δύναται να εισηγείται στο πλαίσιο του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής όπως η εν λόγω ακίνητη περιουσία μην πωληθεί·»
Θεωρούμαι ότι θα πρέπει να αφαιρεθεί η πρόταση “με την συγκατάθεση του εξασφαλισμένου πιστωτή”, ώστε όταν ακίνητη περιουσία η οποία παράγει εισόδημα στον Χρεώστη και το οποίο παραχωρείται για αποπληρωμή των χρεών του να μην χρειάζεται την συγκατάθεση του Πιστωτή, για να μην τους παραχωρηθεί η εν λόγω ακίνητη ιδιοκτησία.
Επιπλέον, θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η βιωσιμότητα του σχεδίου ελέγχεται πρακτικά κατά την διάρκεια του ΠΣΑ (5 χρόνια συνήθως) αυτό είναι και το νόημα της νομοθεσίας και εκ των πραγμάτων χρεώστης που ολοκληρώνει επιτυχώς το ΠΣΑ θα πρέπει να θεωρείται βιώσιμος και φερέγγυος.
Δεν θα πρέπει να είναι αρμοδιότητα του Δικαστηρίου να ελέγξει αν το ΠΣΑ θα είναι βιώσιμο αλλά μόνο αν υπάρχει εύλογη προοπτική να τηρηθούν οι όροι του.
Επίσης θεωρούμε ότι θα ήταν θετικό η δημιουργία ειδικού Δικαστηρίου το οποίο θα επιλαμβάνεται τέτοιου είδους υποθέσεις, το οποίο να καταρτίζεται από ειδικά εκπαιδευμένο και ενημερωμένο Δικαστή.
Γενικά σχόλια:
Βασικό σημείο των τροποποιήσεων θα πρέπει να είναι η εξέλιξη της νομοθεσίας έτσι ώστε τα εργαλεία των ΠΣΑ και ΔΑΟ να υιοθετηθούν ευρέως ως βασικά εργαλεία για την επίλυση ΜΕΔ.
Όσον αφορά τα ΠΣΑ σημαντικό είναι να αυξηθεί η χρήση των συναινετικών ΠΣΑ κάτι για το οποίο η συνεργασία των πιστωτών είναι απαραίτητη. Για τον λόγο αυτό είναι σημαντικό να γίνει ακόμα πιο εύκολη η δυνατότητα επιβολής για τους χρεώστες (το οποίο χρησιμοποιείτε σαν αντικίνητρο για τους πιστωτές) , αλλά παράλληλα ακόμη πιο σημαντικό είναι και η χορήγηση κινήτρων στους πιστωτές για χρήση της νομοθεσίας ως εργαλείο αναδιάρθρωσης, όπως στις περιπτώσεις ΕΣΤΙΑ και ΕΕΔ όπου οι περισσότεροι πιστωτές έλαβαν μέρος παρόλο που σε πολλές περιπτώσεις στα συγκεκριμένα σχέδια οι πιστωτές ήταν σε χειρότερη θέση σε σχέση με ένα πιθανό ΠΣΑ!
Έχει παρατηρηθεί στατιστικά σημαντική διαφορά στις περιπτώσεις που ΠΣΑ χρησιμοποιείτε σαν εργαλείο αναδιάρθρωσης και το σχέδιο μπαίνει επιτυχώς σε ισχύ όταν βασικός πιστωτής (με εξασφάλιση στην κύρια κατοικία) είναι τραπεζικό ίδρυμα σε σύγκριση με τις περιπτώσεις που πιστωτής είναι εταιρεία εξαγοράς πιστώσεων. Κάτι που δείχνει καθαρά την καθολική αρνητική στάση των εταιρειών εξαγοράς για αναδιαρθρώσεις μέσω ΠΣΑ. Ως εκ τούτου καλό θα ήταν να διερευνηθούν οι λόγοι και να δοθούν τα ανάλογα κίνητρα στους συγκεκριμένους πιστωτές.
Αναφορικά με την δυνατότητα επιβολής έχει παρατηρηθεί ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των περιπτώσεων που γίνεται αίτηση ακύρωσης οι χρεώστες δεν πληρούν τα κριτήρια επιβολής με τον τρόπο τον οποίο τα ερμηνεύουν τα πρωτόδικα δικαστήρια, πράγμα που δείχνει είτε κακή δουλεία από τον νομοθέτη (πρόνοια στην νομοθεσία που βρίσκει εφαρμογή μόνο από ένα απειροελάχιστο ποσοστό του πληθυσμού) ή κακή αντίληψη από τα δικαστήρια.
Εισήγησή μας είναι
α) να περιοριστούν τα κριτήρια επιβολής σε πιο απλά και μετρήσιμα π.χ. αξία κύριας κατοικίας, αξία συνολικής περιουσίας και αφαίρεση πιο πολύπλοκων και με μεγαλύτερη δυσκολία στην ερμηνεία κριτηρίων όπως π.χ. το κριτήριο ε) για την μείωση εισοδημάτων κάτι το οποίο έχει στο παρελθόν αδικήσει μεγάλο αριθμό χρεωστών από το δικαίωμα να σώσουν την κατοικία τους (υπάρχουν άπειροι λόγοι που άτομα έχουν καταλήξει αφερέγγυα και ο νόμος περιορίζεται σε πολύ συγκεκριμένα οικονομικά δεδομένα τα οποία είναι εξαιρετικά δύσκολο να ελεγχθούν αφού αφορούν χρονικές περιόδους 10 πλέον χρόνια πρίν). Επίσης θέση μας είναι ότι η δεύτερη και τελευταία ευκαιρία για διάσωση της κύριας κατοικίας (πάντα κάτω από αυστηρό έλεγχο) θα πρέπει να δίνεται σε όλους τους χρεώστες ανεξαιρέτως χωρίς περιορισμό αφού σε περίπτωση αποτυχίας η μόνη άλλη επιλογή με βάση τις υφιστάμενες νομοθεσίες είναι η επιλογή της πτώχευσης. Για σκοπούς αποφυγής κατάχρησης της νομοθεσίας θα μπορούσε να μπει πρόνοια για χειροτέρευση της οικονομικής θέσης ή κάποιο σχετικό κριτήριο μόνο για τις περιπτώσεις που τα χρέη ήταν εξυπηρετούμενα τέλος του 2023 (2 χρόνια πρίν την παρούσα τροποποίηση) όπως π.χ. στο σχέδιο ΕΣΤΙΑ.
β) η εκδίκαση υποθέσεων να γίνεται αποκλειστικά από δικαστές οι οποίοι έχουν εκπαιδευτεί κατάλληλα και έχουν επιτυχώς περάσει σχετικές εξετάσεις για θέματα αφερεγγυότητας. **Πολλοί δικαστές στην παρούσα φάση ερμηνεύουν ότι η μείωση 25% θα πρέπει να είναι συνεχόμενη μέχρι σήμερα και παράλληλα ότι το ΠΣΑ πρέπει να είναι αποδεδειγμένα βιώσιμο πέραν πάσης αμφιβολίας προβλέποντας με ακρίβεια κάθε μελλοντικό πιθανό σενάριο. Με τη λανθασμένη αυτή ερμηνεία κανένα ΠΣΑ δεν μπορεί να μπει σε εφαρμογή ως επιβαλλόμενο αφού είτε η μείωση δεν θα είναι συνεχόμενη μέχρι σήμερα ή το ΠΣΑ δεν θα είναι βιώσιμο, το ποσοστό του πληθυσμού που εμπίπτει στα πλαίσια των κριτηρίων της νομοθεσίας που ο νομοθέτης ήθελε να μπορούν να προχωρούν με επιβολή σύμφωνα με τα συγκεκριμένα πρωτόδικα δικαστήρια είναι ακριβώς 0%.
Ακόμα θα πρέπει να προστεθεί πρόνοια έτσι ώστε τα διατάγματα επιβολής να παραμερίζονται αποκλειστικά και μόνο στις περιπτώσεις που εφαρμόζεται λόγος ακύρωσης (άρθρο 65) ή μη πλήρωση κριτηρίου (άρθρα 72-77) και σε όλες τις άλλες περιπτώσεις που υπάρχουν διάφορα τεχνικά θέματα, παραλήψεις, ασάφειες το δικαστήριο να υποχρεούται να διατάξει την ανάλογη τροποποίηση από τον Σύμβουλο για επίλυση του θέματος και όχι τον παραμερισμό του διατάγματος (αφού πλέον έχει μπει και περιορισμός στις φορές που δικαιούται ένας χρεώστης να προσπαθήσει να αναδιαρθρώσει τα χρέη του μέσω της νομοθεσίας δεν πρέπει τα διατάγματα επιβολής να παραμερίζονται με το παραμικρό).
Τέλος ένα σημαντικό σημείο είναι ο έλεγχος της βιωσιμότητας του σχεδίου. Η βιωσιμότητα ελέγχεται από τον σύμβουλο αφερεγγυότητας, που αυτός είναι και ο ρόλος του ως εμπειρογνώμονας στη διαδικασία, και στη συνέχεια και πρακτικά κατά την διάρκεια του ΠΣΑ (5 χρόνια συνήθως) αυτό είναι και το νόημα της νομοθεσίας και εκ των πραγμάτων χρεώστης που ολοκληρώνει επιτυχώς το ΠΣΑ θα πρέπει να θεωρείται βιώσιμος και φερέγγυος.
Δεν θα πρέπει να είναι αρμοδιότητα του Δικαστηρίου να ελέγξει αν το ΠΣΑ θα είναι βιώσιμο, (που έχει αποδειχθεί με τις αποφάσεις του ότι δεν έχει την απαραίτητη εμπειρογνωμοσύνη για την αξιολόγηση αυτή) κάτι που γίνεται σε πολλές περιπτώσεις σε αιτήσεις ακύρωσης. Θα πρέπει να διευκρινιστεί στη νομοθεσία ότι ο ρόλος του Δικαστηρίου είναι να ελέγχει, από τις εκθέσεις και δηλώσεις του συμβούλου αφερεγγυότητας, μόνο αν υπάρχει εύλογη προοπτική να τηρηθούν οι όροι του.
Τα πιο πάνω θα πρέπει να ληφθούν υπόψη. Σε διαφορετική περίπτωση το μόνο αποτέλεσμα θα είναι η μη χρήση της νομοθεσίας από κανένα όπως ακριβώς γίνεται και με το examinership. Οι παρούσες τροποποιήσεις αν και προς την ορθή κατεύθυνση δεν είναι ουσιαστικής σημασίας και δεν βελτιώνουν αισθητά το ΠΣΑ σαν εργαλείο. Είναι δε πιθανό η χρήση τους μετά τις τροποποιήσεις να μειωθεί αντί να αυξηθεί αφού υπάρχουν πρόνοιες προς αυτή την κατεύθυνση όπως π.χ. για περιορισμός στις προσπάθειες που μπορεί ένας χρεώστης να αιτηθεί αναδιάρθρωση μέσω ΠΣΑ στις δύο και μόνο κάτω από προϋποθέσεις. Άρα σε περίπτωση μη λύσης η μόνη άλλη επιλογή παραμένει η πτώχευση.
Αναφορικά με τα ΔΑΟ εισηγούμαστε την πρόσθεση της προνοίας για κατάθεση των αιτήσεων μέσω Συμβούλου Αφερεγγυότητας μετά από έλεγχο που θα έχει προηγηθεί από αυτόν και όχι απευθείας από τον χρεώστη για πιο συντονισμένο και αποδοτικό τρόπο διεκπεραίωσης των αιτήσεων με εξοικονόμηση χρόνου και πόρων του Τμήματος Αφερεγγυότητας.
Συγκεκριμένα σχόλια:
άρθρο 2
«εξασφαλισμένος πιστωτής»
ναι για σκοπούς διευκρίνησης και σύνδεσης με ερμηνεία εξασφαλισμένου χρέους αλλά θα πρέπει παράλληλα να προστεθεί ανάλογη πρόνοια στους τρόπους αποπληρωμής ότι για εξασφαλισμένα χρέη με ακίνητο ιδιοκτησίας τρίτου προσώπου (εκτός Κύριας Κατοικίας) ο Σύμβουλος να μπορεί να εισηγηθεί την αποπληρωμή από τον ιδιοκτήτη του ακινήτου (με κάποιο από τους ήδη υφιστάμενους τρόπους αποπληρωμής) εάν ο πιστωτής αποδέχεται ή σε διαφορετική περίπτωση να υπόκειται σε εκποίηση από τον πιστωτή.
«εξαιρετέο χρέος»
«(ε) χρέος που έχει προηγουμένως επαληθευτεί σε πτώχευση του χρεώστη·»,
Να διευκρινιστεί καλύτερα αν εξασφαλισμένα χρέη (τα οποία δεν επαληθεύονται σε πτώχευση) μπορούν να ενταχθούν σε ΠΣΑ. Θέση μας είναι ότι αν χρέος που εμπίπτει στην διαδικασία της πτώχευσης, και εξασφαλίζεται με Κύρια Κατοικία χρεώστη η οποία δεν έχει ακόμα ρευστοποιηθεί στα πλαίσια της πτωχευτικής περιουσίας μέχρι την στιγμή της αίτησης του χρεώστη για ΠΣΑ, και ο χρεώστης πληροί το κριτήριο επιλεξιμότητας που αφορά την αποκατάσταση από πτώχευση το εν λόγο χρέος θα πρέπει να μπορεί να είναι επιλέξιμο για ΠΣΑ.
τροποποιήσεις στον ορισμό «ιδιόκτητη κατοικία»:
θα μπορούσαν να προστεθούν και οι συγγενείς μέχρι δεύτερου βαθμού ή και τρίτου βαθμού (όπως γίνεται και στο Κτηματολόγιο με τις δωρεές) ώστε στον ορισμό της “ιδιόκτητης κατοικίας” να μην βρίσκουμε εμπόδιο όταν η κύρια κατοικία είναι εγγεγραμμένη επ’ ονόματι των γονέων/αδελφών και/ή συγγενών μέχρι τρίτου βαθμού. Ακόμα θα μπορούσαμε να δούμε το θέμα να είναι η κατοικία εγγεγραμμένη σε εταιρεία της οποίας μέτοχοι είναι αποκλειστικά ο χρεώστη ή/και συγγενείς μέχρι του ανάλογου βαθμού.
« «στην ίδια ή σε καλύτερη θέση από αυτήν στην οποία θα βρισκόταν, εάν η περιουσία του χρεώστη διατίθετο σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πτώχευσης Νόμου»
Άρα αν το συνολικό χρέος είναι μικρότερο από το 75% τις αγοραίας αξίας της κύριας κατοικίας και άρα είναι όλο εξασφαλισμένο θα πρέπει να αποπληρωθεί όλο το ποσό, σωστά; Όμως δεν διευκρινίζεται ξεκάθαρα όπως είναι γραμμένη η ερμηνεία. Επίσης, αν ο σκοπός εδώ του νομοθέτη είναι όπως σε όλες τις άλλες περιπτώσεις ο πιστωτής είναι στην ίδια ή σε καλύτερη θέση από αυτήν στην οποία θα βρισκόταν, εάν η περιουσία του χρεώστη διατίθετο σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πτώχευσης Νόμου αν λάβει τουλάχιστο το 75% της αγοραίας αξίας της εξασφαλισμένης περιουσίας και πάλι δεν είναι ξεκάθαρο με τον τρόπο που είναι γραμμένη η ερμηνεία.
εδάφιο (1) του άρθρου 4 του βασικού νόμου τροποποιείται ως ακολούθως:
«(θ) αναθεωρεί τα κριτήρια επιλεξιμότητας για Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών και Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, όπως αυτά καθορίζονται στα άρθρα 11, 35 και 72 του Νόμου.
Αυτό μπορεί να αιτιολογείται στο βαθμό που χρειάζεται μια αναθεώρηση της αξίας της κύριας κατοικίας βάση κύκλων της αγοράς κτλ., αλλά όχι καθολικά για όλα τα κριτήρια. Θα πρέπει να γίνει πιο συγκεκριμένο. Πότε και κάτω από ποιες συνθήκες και μέχρι σε πιο βαθμό θα μπορεί το Τμήμα να προχωρά με τέτοιες αναθεωρήσεις. Θα απαιτείται η έγκριση του νομοθετικού σώματος; Είναι πολύ γενικό σε σημείο που το Τμήμα μπορεί να λάβει το ρόλο του νομοθέτη για τα συγκεκριμένα άρθρα.
άρθρο 33
«Νοείται ότι, σε περίπτωση που συνοφειλέτες υποβάλλουν ξεχωριστές αιτήσεις για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, ο κάθε συνοφειλέτης περιλαμβάνει ολόκληρο το ποσό του χρέους των συνοφειλετών.»
Να διευκρινιστεί ο σκοπός εδώ.
άρθρο 34, άρθρο 35
«(2) Ανεξαρτήτως των προνοιών του εδαφίου (1) επιτρέπεται η συμμετοχή χρεώστη ως καθορισμένου χρεώστη για δεύτερη φορά, αλλά όχι για περισσότερες από δύο φορές, σε Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής εφόσον:
:
(α) διάταγμα επιβολής Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής ακυρώθηκε κατόπιν αίτησης που υποβλήθηκε με βάση το άρθρο 72(5) ή μετά από έφεση στα πλαίσια τέτοιας αίτησης, ή
(β) διάταγμα επικύρωσης Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής ακυρώθηκε κατόπιν ένστασης σε απόφαση που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 59(3),
και επήλθε ουσιώδης διαφοροποίηση ή έχει επιτευχθεί συμμόρφωση σε κριτήριο επιλεξιμότητας για το οποίο ακυρώθηκε το διάταγμα επιβολής ή επικύρωσης αντίστοιχα.».
(α) με την αντικατάσταση στην υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (η) του εδαφίου (1) αυτού, της φράσης «δώδεκα (12) μηνών» με τη φράση «είκοσι τεσσάρων (24) μηνών».
(β) με την αντικατάσταση στο τέλος της υποπαραγράφου (iii) της παραγράφου (η), του εδάφιου (1) της τελείας με άνω τελεία,
(γ) με την προσθήκη στο εδάφιο (1), μετά την παράγραφο (η), της ακόλουθης νέας παραγράφου:
«(θ) ο σύμβουλος αφερεγγυότητας έχει συμπληρώσει γραπτή δήλωση ότι υπάρχει συμμόρφωση με τις προϋποθέσεις του εδαφίου (2) του άρθρου 34, εάν εφαρμόζεται, που να συνοδεύεται με αποδεικτικά στοιχεία αναφορικά με την ουσιώδη διαφοροποίηση ή επίτευξη συμμόρφωσης στα κριτήρια επιλεξιμότητας για τα οποία ακυρώθηκε το διάταγμα επιβολής ή επικύρωσης αντίστοιχα.»
Οι τροποποιήσεις αυτές δεν μας βρίσκουν σύμφωνους. Η διαδικασία του ΠΣΑ είναι η μοναδική διαδικασία βάση νομοθεσίας που δίνει σε χρεώστη το δικαίωμα να ζητήσει κάτω από την προστασία του Δικαστηρίου την αναδιάρθρωση του χρέους του με σκοπό την αποφυγή της πτώχευσης και προστασία της κύριας του κατοικίας. Οι πιστωτές έχουν σε κάθε περίπτωση το δικαίωμα αν θεωρούν ότι ο συγκεκριμένος χρεώστης δεν μπορεί με κανένα πρόγραμμα αναδιάρθρωσης να αποπληρώσει τα χρέη του να εκκινήσουν την διαδικασία της πτώχευσής του σε περίπτωση αποτυχίας του ΠΣΑ κάτι που θα έπρεπε να είναι και υποχρέωσή τους. Αν όμως ο χρεώστης διαφωνεί και θεωρεί ότι είναι σε θέση να αποπληρώσει τα χρέη του μετά από μια αναδιάρθρωση και οι ίδιοι οι πιστωτές δεν έχουν εκκινήσει διαδικασία πτώχευσης θα πρέπει να μπορεί να το πράττει μέσω του ΠΣΑ χωρίς τους πιο πάνω περιορισμούς.
Οι πιστωτές αν θεωρούν ότι δεν υπάρχει λύση, μπορούν να ξεκινούν τη διαδικασία της πτώχευσης του χρεώστη, από το να προχωρούν σε πρακτικές εκφοβισμού (bulling) αφήνοντας παράλληλα το χρέος να εκτοξεύεται από τον ανατοκισμό. Αν ο χρεώστης πιστεύει ότι μπορεί να αποπληρώσει και να σώσει την κατοικία του, πρέπει να μπορεί να υποβάλλει αίτηση όσες φορές θέλει! Καταχρηστική είναι η συμπεριφορά των πιστωτών να αρνούνται αναδιάρθρωση αλλά παράλληλα δεν προχωρούν με πτώχευση και όχι του χρεώστη ο οποίος θέλει να βρει τρόπο να τους αποπληρώσει.
άρθρο 43
Πολλές φορές οι πιστωτές αποκρύπτουν στοιχεία από τον σύμβουλο κατά την διαδικασία της Ε.Χ. τα οποία μετά καταθέτουν στο Δικαστήριο στα πλαίσια αίτησης ακύρωσης διατάγματος επιβολής/επικύρωσης. Η συγκεκριμένη πρακτική είναι ένδειξη κακής πίστης από τους πιστωτές αυτούς και, προς τούτο, θα πρέπει να προστεθεί ανάλογη πορνεία στο άρθρο ότι σε περίπτωση μη κατάθεσης/αποκάλυψης εγγράφων στον Σ.Α. κατά την Ε.Χ. και μετέπειτα κατάθεση τους ως τεκμηρίων σε αίτηση ακύρωσης θα πρέπει να τεκμαίρεται κακή πίστη από τον πιστωτή.
άρθρο 44
Καθορισμός από πρίν της αμοιβής εκτιμητή από ΕΤΕΚ βάση φόρμουλάς την οποία ο Σ.Α. και ο πιστωτής θα γνωρίζουν.
Το γ) να είναι by default η επιλογή σε περίπτωση που ΣΑ και πιστωτής δεν συμφωνήσουν με το α) ή το β), όπως είναι γραμμένο φαίνεται ότι Σ.Α. και πιστωτές πρέπει να συμφωνήσουν σε κάτι μεταξύ α,β,γ τι γίνεται αν δεν συμφωνούν καθόλου;
Αναφορικά με κατεχόμενα θα πρέπει να μπει ανάλογη πρόνοια στους τρόπους αποπληρωμής τέτοιου εξασφαλισμένου χρέους, ο χρεώστης μπορεί να μην θέλει να το συμπεριλάβει στα χρέη που θα αποπληρώσει, υπάρχει δυνατότητα παραχώρησης/μεταβίβασης στον πιστωτή, πώλησης ή εκποίησης όπως για άλλα ακίνητα; Αν όχι θα πρέπει να ρυθμιστεί κάπως.
άρθρο 47
Να προστεθεί ότι αποτελεί τρόπο πληρωμής η πρόνοια στο ΠΣΑ για εκποίηση ακινήτου που δεν είναι κύρια κατοικία από τον πιστωτή. Επίσης να μπουν πρόνοιες για τρόπους πληρωμής ή εξαίρεσης για εξασφαλισμένα χρέη που εξασφαλίζονται με ακίνητα τρίτων ή στα κατεχόμενα, αν ο χρεώστης δεν μπορεί να τα συμπεριλάβει στα χρέη που θα αποπληρώσει.
Υπάρχει δυνατότητα η διάρκεια αποπληρωμής να βασίζεται στην ηλικία του τρίτου ατόμου που θα συνεισφέρει;
άρθρο 51
Αν μετά την αποστολή σύγκλησης Σ.Π. μέσα στις 21 ημέρες υπάρχουν προτάσεις από πιστωτές για τροποποιήσεις με σκοπό την έγκριση του σχεδίου η ημερομηνία της Σ.Π. να μπορεί να παραμένει η ίδια και να μην πρέπει να σταλεί εκ νέου σύγκληση 21 μέρες μετά την τροποποιημένη πρόταση.
άρθρο 53 «(5Α)
Τι γίνεται με τα ποσοστά και την ΣΠ αν είναι μόνο ένας πιστωτής και δεν έχει δικαίωμα ψήφου;
άρθρο 61 του βασικού νόμου τροποποιείται με την προσθήκη στο εδάφιο (6), μετά τη λέξη «χρεώστη», της φράσης «ο οποίος συμμετέχει σε οποιοδήποτε μέρος διαδικασίας ή εφαρμογής Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής»
Τι εννοεί εδώ;
άρθρο 64 του βασικού νόμου τροποποιείται ως ακολούθως:
(iii) δίδεται εγγράφως η συγκατάθεση πιστωτή για τροποποίηση που επηρεάζει μόνο τα δικαιώματα του συγκεκριμένου πιστωτή· και», Ψηφοφορία για εγγύηση μόνο από τον συγκεκριμένο πιστωτή
Επίσης να μπει πρόνοια για ψηφοφορία για έγκριση τροποποίησης μόνο από τους πιστωτές που επηρεάζονται και όχι από όλους τους πιστωτές.
άρθρο 69 (1Α) (1Β)
τι γίνεται σε περίπτωση που ο πιστωτής θεωρεί ότι πρέπει να τερματιστεί αλλά ο ΣΑ όχι. Αποφασίζει το Τμήμα; Αν ακόμα και ΣΑ συμφωνεί ότι πρέπει να τερματιστεί αλλά ο χρεώστης όχι; Αν τερματιστεί τελικά αλλά ο χρεώστης θεωρεί ότι δεν έπρεπε έχει δικαίωμα ένστασης;
άρθρο 72 1 (γ)
θα μπορούσε να προστεθεί και οποιαδήποτε ακίνητη περιουσία του Χρεώστη, από την οποία παράγει το εισόδημα του, η οποία θα παραχωρείται στους Πιστωτές για σκοπούς αποπληρωμής των χρεών του.
άρθρο 72 1 (ε)
Όπως αναφέρεται και πιο πάνω στα γενικά σχόλια μας, το συγκεκριμένο άρθρο έχει ερμηνευτεί με ποικίλους τρόπους από τα πρωτόδικα δικαστήρια τις πλείστες φορές κατά την άποψη μου λανθασμένα, με αποτέλεσμα η μεγάλη πλειοψηφία πιστωτών να αδικηθούν και να μην μπορέσουν να λάβουν τα δικαιώματα τους από τις πρόνοιες της νομοθεσίας ώστε να προστατέψουν την κατοικία τους. Εισηγούμαστε όπως τα κριτήρια επιβολής να περιοριστούν σε πιο απλά και μετρήσιμα π.χ. αξία κύριας κατοικίας, αξία συνολικής περιουσίας και να αφαιρεθούν πιο πολύπλοκα και με μεγαλύτερη δυσκολία στην ερμηνεία κριτηρίων όπως το συγκεκριμένο κριτήριο ε) το οποίο έχει στο παρελθόν αδικήσει μεγάλο αριθμό χρεωστών από το δικαίωμα να σώσουν την κατοικία τους (υπάρχουν άπειροι λόγοι που άτομα έχουν καταλήξει αφερέγγυα και ο νόμος περιορίζεται σε πολύ συγκεκριμένα οικονομικά δεδομένα τα οποία είναι εξαιρετικά δύσκολο να ελεγχθούν αφού αφορούν χρονικές περιόδους 10 πλέον χρόνια πρίν). Επίσης η δεύτερη και τελευταία ευκαιρία για διάσωση της κύριας κατοικίας θα πρέπει να δίνεται σε όλους τους χρεώστες ανεξαιρέτως χωρίς περιορισμό αφού σε περίπτωση αποτυχίας η μόνη άλλη επιλογή με βάση τις υφιστάμενες νομοθεσίες είναι η επιλογή της πτώχευσης. Για σκοπούς αποφυγής κατάχρησης της νομοθεσίας θα μπορούσε να μπει πρόνοια για χειροτέρευση της οικονομικής θέσης ή κάποιο σχετικό κριτήριο μόνο για τις περιπτώσεις που τα χρέη ήταν εξυπηρετούμενα τέλος του 2023 (2 χρόνια πρίν) όπως π.χ. στο σχέδιο ΕΣΤΙΑ.
72 (ε) (ι) (ιι)
Τι σημαίνει μείωση ετήσιου εισοδήματος και πως ελέγχεται; Είναι οι καταστάσεις Κ.Α. αρκετό τεκμήριο (σε πολλές περιπτώσεις τα πρωτόδικα δικαστήρια δεν τις δέχτηκαν), χρειάζονται Φ.Δ.; τι γίνεται αν ο χρεώστης δεν ήταν υπόχρεος να υποβάλλει ΦΔ για όλα τα έτη αλλά μόνο σε κάποια πως αποδεικνύουμε τα εισοδήματα για τα υπόλοιπα; Τι γίνεται με περιπτώσεις χρεωστών που οι συνοφειλέτες τους σταμάτησαν να συνεισφέρουν (θάνατος, χωρισμός, έφυγαν στο εξωτερικό, άλλος λόγος) πως ελέγχουμε εισοδήματα 3ου ατόμου για 15 χρόνια πρίν; Τι γίνεται με οφειλέτες που είχαν σοβαρή αύξηση σε έξοδα (λόγοι υγείας, λόγοι υγείας εξαρτώμενου, φυσική καταστροφή, αύξηση εξαρτωμένων παιδιών, αύξηση εξαρτωμένων γονέων). Τι γίνεται αν υπήρχε μείωση (>20%) σε διάφορα έτη αλλά ο χρεώστης με δυσκολία και βοήθεια τρίτων ατόμων αποπλήρωνε ολοκληρωτικά ή εν μέρη την δόση του αλλά το έτος του τερματισμού η μείωση σε σχέση με το έτος σύμβασης ήταν μόνο π.χ. 19,9%; Αυτοί είναι μόνο μερικοί λόγοι που φαίνεται ότι το συγκεκριμένο κριτήριο δεν είναι αντικειμενικό και προκαλεί αδικίες. Θα πρέπει να αφαιρεθεί εντελώς για τις περιπτώσεις που μέχρι και 2 χρόνια πρίν την παρούσα τροποποίηση τα χρέη ήταν ήδη μη εξυπηρετούμενα. Για σκοπούς αποφυγής κατάχρησης (δηλαδή χρεώστης να μην πληρώνει επίτηδες για να μπει σε ΠΣΑ) θα πρέπει να ελέγχουμε μόνο τις περιπτώσεις που τα χρέη μέχρι το 2023 ήταν πλήρως εξυπηρετούμενα. Ακόμα και για αυτές τις περιπτώσεις όμως το κριτήριο θα πρέπει να είναι σημαντικά πιο βελτιωμένο από το πως είναι τώρα γραμμένο λαμβάνοντας υπόψη όλα τα πιο πάνω σχόλια.
άρθρο 74
«Νοείται ότι, σε περίπτωση που η εν λόγω ακίνητη περιουσία παράγει ουσιαστικό εισόδημα το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για αποπληρωμή του χρέους στο πλαίσιο του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, ο σύμβουλος αφερεγγυότητας, με την συγκατάθεση του εξασφαλισμένου πιστωτή, δύναται να εισηγείται στο πλαίσιο του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής όπως η εν λόγω ακίνητη περιουσία μην πωληθεί·»,
γιατί να απαιτείται η συγκατάθεση του πιστωτή αφού μιλούμε για επιβαλλόμενο ΠΣΑ; Διαφορετικά θα ήταν συναινετικό. Νοουμένου πάντα ότι ο εξασφαλισμένος πιστωτής θα είναι σε ίδια ή καλύτερη θέση από πτώχευση θεωρώ δεν θα έπρεπε να χρειάζεται η συγκατάθεσή του αν το ακίνητο παράγει ουσιαστικό εισόδημα.
Τέλος θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η βιωσιμότητα του σχεδίου ελέγχεται πρακτικά κατά την διάρκεια του ΠΣΑ (5 χρόνια συνήθως) αυτό είναι και το νόημα της νομοθεσίας και εκ των πραγμάτων χρεώστης που ολοκληρώνει επιτυχώς το ΠΣΑ θα πρέπει να θεωρείται βιώσιμος και φερέγγυος.
Δεν θα πρέπει να είναι αρμοδιότητα του Δικαστηρίου να ελέγξει αν το ΠΣΑ θα είναι βιώσιμο αλλά μόνο αν υπάρχει εύλογη προοπτική να τηρηθούν οι όροι του.
Προτείνονται οι πιο κάτω τροποποιήσεις:
Άρθρο 2 ε – να μην διαγραφεί η φράση ‘και των μελών της οικογένειας του χρεώστη’. Ο νόμος στοχεύει να διασώσει το σπίτι όπου «ζει η οικογένεια». Η διαγραφή της οικογενειακής παραμέτρου μετατρέπει το σχέδιο σε καθαρά ατομικό, ενώ η πραγματικότητα (ειδικά στην Κύπρο) είναι νοικοκυριό με εξαρτώμενα.
Άρθρο 2 ζ – Προσθήκη στο τέλος ‘’εκτός εάν ο εξασφαλισμένος πιστωτής συγκατατίθεται ρητώς σε διαφορετική μεταχείριση.’’ ώστε να υπάρχει ευελιξία σε ορισμένες περιπτώσεις που δύναται να βρεθεί συναινετική λύση’.
Άρθρο 22.2 – Προτείνεται η πιο κάτω τροποποίηση: Υπό την επιφύλαξη του άρθρου 20, με την έκδοση του Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών ο καθορισμένος χρεώστης απαλλάσσεται από κάθε προσωπική υποχρέωση που απορρέει από εγγύηση ή άλλη παρεπόμενη ή ανεξασφάλιστη υποχρέωση που έχει αναληφθεί υπέρ υποχρέωσης τρίτου, ανεξαρτήτως του χρόνου κατά τον οποίο η σχετική απαίτηση καθίσταται απαιτητή ή γεννάται, εφόσον η πηγή της υποχρέωσης (σύμβαση/δήλωση/πράξη) προϋφίσταται της ημερομηνίας έναρξης ισχύος του Διατάγματος.
Δεν καλύπτονται νέες υποχρεώσεις που αναλαμβάνει ο καθορισμένος χρεώστης μετά την έναρξη ισχύος του Διατάγματος.
Άρθρο 33 – ‘συνοφειλέτες σε χρέος να μπορούν να υποβάλουν κοινή αίτηση για Προστατευτικό Διάταγμα’. Έτσι αποφεύγονται επιπρόσθετα έξοδα, χρόνος και πιθανότητα να οριστούν 2 διαφορετικοί Δικαστές.
Άρθρο 39 (6) (β) να μετατραπεί σε ‘ή το σχέδιο να ολοκληρωθεί με επιτυχία’.
To άρθρο 67 (9) πρέπει να τροποποιηθεί για να συμπεριλαμβάνει και τις νέες συμβάσεις, μετά την εφαρμογή του Νόμου που υπογράφηκαν ή θα υπογραφούν.
Τροποποίηση του 67(20)(β)(i) και 67(20)(β)(ii) ως κάτωθι:
67(20)(β)(i):
«…που έχει τεθεί σε ισχύ και που δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€750.000)…»
67(20)(β)(ii):
«…που έχει τεθεί σε ισχύ και που δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€750.000)…»
Άρθρο 72, εδάφιο 1 – ‘ο χρεώστης δύναται’ να προστεθεί ‘…ή ο Διορισμένος Σύμβουλος Αφερεγγυότητας’.
Προτείνεται όπως κάθε διάταξη του άρθρου 72 που προβλέπει διαφοροποίηση του ανώτατου ορίου αξίας κύριας κατοικίας (π.χ. €400.000 ή €500.000 υπό προϋποθέσεις) τροποποιείται ώστε το ανώτατο όριο να ορίζεται ενιαία σε «πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ (€500.000)» χωρίς πρόσθετες προϋποθέσεις.
Άρθρο 72, εδάφιο 1 στ (iv) που αναφέρει για την δήλωση απο τον ΣΑ που πρέπει να βεβαιώσει ότι το ΠΣΑ θέτει τους πιστωτές στην ίδια ή καλύτερη θέση, να προστεθεί η πρόταση ‘πλην των ακινήτων που αναγράφονται στις παραγράφους 1 (β) και (γ) εκτός αν ο χρεώστης συγκατατεθεί για το γ, μετά από το εάν η περιουσία του χρεώστη’.
Δεν συμβαδίζει απο τη μια να προστατεύεις περιουσιακά στοιχεία του χρεώστη και απο την άλλη να το συγκρίνεις με πτώχευση όπου θεωρείς ότι όλα τα περιουσιακά στοιχεία θα πωληθούν.
Τα σχόλια του ΣΕΔΠ – Συνδέσμου Εταιρειών Εξαγοράς Πιστώσεων & Διαχειριστριών Εταιρειών Πιστωτικών Διευκολύνσεων επί του νομοσχεδίου έχουν υποβληθεί στο Τμήμα Αφερεγγυότητας με επιστολή στις 13/10/2025.
Άρθρο 2 ε – να μην διαγραφεί η φράση ‘και των μελών της οικογένειας του χρεώστη’. Δεν συνάδει κατά την άποψη μου με το πνεύμα του Νόμου.
Άρθρο 2 ζ – Προσθήκη στο τέλος ‘’εκτός εάν ο εξασφαλισμένος πιστωτής συγκατατίθεται ρητώς σε διαφορετική μεταχείριση.’’ ώστε να υπάρχει ευελιξία σε ορισμένες περιπτώσεις που δύναται να βρεθεί συναινετική λύση’.
Άρθρο 10 ορισμός επιλέξιμο χρέος σημείο (β):
• εισήγηση να διαγραφεί η φράση «δυνάμει του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου».
Άρθρο 33 – ‘συνοφειλέτες σε χρέος να μπορούν να υποβάλουν κοινή αίτηση για Προστατευτικό Διάταγμα’. Έτσι αποφεύγονται επιπρόσθετα έξοδα, χρόνος και πιθανότητα να οριστούν 2 διαφορετικοί Δικαστές.
Άρθρο 39 (6) (β) να μετατραπεί σε ‘ή το σχέδιο να ολοκληρωθεί με επιτυχία’.
Άρθρο 39 (7) (Α) – Να μην υπάρχει περιορισμός χρόνου. Το δικαστήριο είναι πολύ αυστηρό στην παράταση και ανανέωση δηλαδή μετά τη λήξη προστατευτικού. Συνεπώς δεν υπάρχει λόγος περιορισμού χρόνου εφόσον ως αναφέρεται στο άρθρο δίδεται μόνο λόγω εκτάκτων ειδικών συνθηκών. Άρα σε περίπτωση ασθένειας πέραν των τριών μηνών δεν θα ισχύει.
To άρθρο 67 (9) πρέπει να τροποποιηθεί για να συμπεριλαμβάνει και τις νέες συμβάσεις, μετά την εφαρμογή του Νόμου που υπογράφηκαν ή θα υπογραφούν.
Τροποποίηση του 67(20)(β)(i) και 67(20)(β)(ii) ως κάτωθι:
67(20)(β)(i):
«…που έχει τεθεί σε ισχύ και που δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€750.000)…»
67(20)(β)(ii):
«…που έχει τεθεί σε ισχύ και που δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€750.000)…»
Άρθρο 72, εδάφιο 1 – ‘ο χρεώστης δύναται’ να προστεθεί ‘…ή ο Διορισμένος Σύμβουλος Αφερεγγυότητας’
Σε ότι αφορά τα όρια που αναφέρονται στο 1 (β), ο Ιρλανδικός Νόμος έχει αρκετά ψηλότερα όρια. Ο σκοπός είναι η προστασία περιουσιακών στοιχείων δανειοληπτών που έχουν επηρεαστεί από οικονομική κρίση αλλά πάντα μέχρι την στιγμή της κρίσης αποπλήρωναν τις υποχρεώσεις τους ομαλά. Όπως έγραψε κι άλλος συνάδελφος, πρέπει να δούμε το κριτήριο του αφερέγγυου και μη ικανότητας αποπληρωμής και αυτό να είναι αρκετό. Των τραπεζών και ΕΕΠ ξέρουμε τις απόψεις τους. Το θέμα είναι να προστατευτεί κόσμος που πάντα πλήρωνε τις υποχρεώσεις του μέχρι που τους βρήκε οικονομική κρίση.
Στο 72 (ε) (II) (α) δίπλα απο την λέξη κατοικία να προστεθεί ‘ή υποθήκη/επιβάρυνση επι της κύριας κατοικίας’.
72 1 στ (iv) που αναφέρει για την δήλωση απο τον ΣΑ που πρέπει να βεβαιώση ότι το ΠΣΑ θέτει τους πιστωτές στην ίδια ή καλύτερη θέση, να προστεθεί η πρόταση ‘πλην των ακινήτων που αναγράφονται στις παραγράφους 1 (β) και (γ) εκτός αν ο χρεώστης συγκατατεθεί για το γ, μετά από το εάν η περιουσία του χρεώστη’.
Δεν συμβαδίζει απο τη μια να προστατεύεις περιουσιακά στοιχεία του χρεώστη και απο την άλλη να το συγκρίνεις με πτώχευση όπου όλα τα περιουσιακά στοιχεία μπορεί να πωληθούν.
O περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Νόμος
Άρθρο 10 ορισμός επιλέξιμο χρέος σημείο (β):
• εισήγηση να διαγραφεί η φράση «δυνάμει του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου»
• Πρόσθετα, να γίνει αντιπαραβολή με το άρθρο 4 του περί Αγοραπωλησίας Πιστωτικών Διευκολύνσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου για το ποιοι δύνανται να αγοράσουν πιστωτικές διευκολύνσεις στη δευτερογενή αγορά, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αγοραστές πιστώσεων δεν εποπτεύονται από την ΚΤΚ.
Γενικά να επανεξεταστεί η ορθότητα/πληρότητα του ορισμού
Αγαπητοί,
Σχετικά με την αναθεώρηση των νομοθεσιών του Τμήματος Αφερεγγυότητάς, και ειδικά στο ΝΟΜΟ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΑΦΕΡΕΓΓΥΟΤΗΤΑΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ (ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΑΠΟΠΛΗΡΩΜΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΑΠΑΛΛΑΓΗΣ ΟΦΕΙΛΩΝ) ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2015 ΕΩΣ 2020»,
Προτείνω τροποποίηση του άρθρο 72 (ε) (Κριτήρια Επιλεξιμότητας για Μη Συναινετικό ΠΣΑ):
Να αφαιρεθεί το λεκτικό μετά το κόμμα (,) : … « και είχαν ως αποτέλεσμα την ουσιαστική μείωση του εισοδήματος του κατά τουλάχιστον είκοσι πέντε τοις εκατόν (25%) ή περισσότερο»
Η λογική λέει ότι κάποιος που εμπίπτει στα κριτήρια του αφερέγγυου και δεν είναι ικανός να αποπληρώσει τα χρέη του με βάση τα οικονομικά του δεδομένα, και δικαιούται εγκρίσεως προστατευτικού διατάγματος, δεν θα πρέπει να τυγχάνει και επιπρόσθετων αυστηρών κριτηρίων για ένταξη του σε Μη Συναινετικό ΠΣΑ.
Αυτό το κριτήριο είχε τεθεί από τις Τράπεζες τότε που είχαν και προβλήματα σχετικά με τα ΜΕΔ και πιθανές πρόνοιες ζημιών από ΜΕΔ που έπρεπε να υπολογίζουν στις οικονομικές τους καταστάσεις. Τώρα τα ΜΕΔ έχουν μεταφερθεί από τις τράπεζες στις εταιρείες πιστώσεων που δεν χρειάζεται να τηρούν τα αυστηρά κριτήρια της ΕΚΤ όσο αφορά πρόνοιες ζημιών από ΜΕΔ.
Με εκτίμηση