17 – Ιεραρχική προσφυγή.
16.-(1) Επιτρέπεται η άσκηση ιεραρχικής προσφυγής κατά της απόφασης του Διευθυντή ενώπιον του Υπουργού, εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης στον παραβάτη.
(2) Κατά την εξέταση της ιεραρχικής προσφυγής, ο Υπουργός δύναται-
(α) να ζητά από τον προσφεύγοντα να προσκομίσει σε τακτή προθεσμία, αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την ακρίβεια των πραγματικών ισχυρισμών που αναφέρονται στην ιεραρχική προσφυγή, εφόσον αυτό κρίνεται αναγκαίο, επί τη βάσει των δεδομένων της συγκεκριμένης υπόθεσης, λαμβάνοντας υπόψη τα έννομα συμφέροντα του προσφεύγοντα και των λοιπών επηρεαζόμενων· και
(β) να θεωρεί ανακριβείς τους πραγματικούς ισχυρισμούς, εφόσον τα αποδεικτικά στοιχεία που ζητούνται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) δεν προσκομιστούν έγκαιρα, ή θεωρηθούν ανεπαρκή.
(3) (α) O Υπουργός εξετάζει αμέσως κάθε προσφυγή που ασκείται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου και, σε περίπτωση που θεωρήσει αυτό αναγκαίο ή σκόπιμο, ακούει ή με άλλο τρόπο παρέχει την ευκαιρία στον προσφεύγοντα να υποστηρίξει τους λόγους στους οποίους στηρίζεται η προσφυγή.
(β) Ο Υπουργός αποφασίζει για κάθε προσφυγή το ταχύτερο και κοινοποιεί την απόφασή του στον προσφεύγοντα εντός ενενήντα (90) ημερών από την ημερομηνία άσκησης της προσφυγής.
(4) Κατόπιν εξέτασης της προσφυγής, ο Υπουργός δύναται-
(α) να επικυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση· ή
(β) να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση· ή
(γ) να τροποποιήσει την προσβαλλόμενη απόφαση:
Νοείται ότι, σε περίπτωση ακύρωσης της απόφασης, ο Υπουργός δύναται να προβεί στην έκδοση νέας απόφασης σε αντικατάσταση της προσβαλλομένης.
(5) Πρόσωπο το οποίο δεν ικανοποιείται από την απόφαση που εκδίδεται από τον Υπουργό δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (4), δύναται να προσφύγει εντός εβδομήντα πέντε (75) ημερών στο Διοικητικό Δικαστήριο, σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 146 του Συντάγματος της Δημοκρατίας.
Τέλος