01 – Συνοπτικός Τίτλος
Νομοσχέδιο με τίτλο: “Νόμος που τροποποιεί τους περί Παροχής Επιδόματος Τέκνου Νόμους του 2002 εως 2024”.
Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Παροχής Επιδόματος Τέκνου (Τροποποιητικός) (Αρ.1) Νόμος του 2025 και θα διαβάζεται μαζί με τους περί Παροχής Επιδόματος Τέκνου Νόμους του 2002 έως 2024 (που στο εξής θα αναφέρονται ως «ο βασικός νόμος») και ο βασικός νόμος και ο παρών νόμος θα αναφέρονται μαζί ως οι περί Παροχής Επιδόματος Τέκνου Νόμοι του 2002 έως (Αρ. 1) του 2025.
Τέλος
Περιεχόμενα
01 - Συνοπτικός Τίτλος |
02 - Τροποποίηση του Παραρτήματος του βασικού νόμου |
03 -Έναρξη ισχύος |
Στο προηγούμενο σχόλιο μου έγραψα εκ παραδρομής κ. Αναστασιαδης, εννοώντας τον νυν πρόεδροτης κυπριακής δημοκρατιας κ. Χριστοδουλιδη.
Εμείς οι πολυτεκνοι γονείς που είχαμε την ευκαιρία να έχουμε μια αξιοπρεπή δουλειά , η οποία να είναι “φανερη” προς το κράτος έχουμε την ατυχία να θεωρούμαστε “υψηλομισθοι” ακόμη κ για να μεγαλώσουμε οικογένεια με 4 παιδιά. Αν ειναι ποτε δυνατον! Είναι απαράδεκτο αυτό που γίνεται εις βάρος μας!
Δεν είμαστε επαίτες!
Αποιτουμε αυτά που το κράτος έπρεπε από μόνο του να μας είχε δώσει! Τα δικαιούμαστε!
Όλα αυτά που μας έταξε ο κ. Αναστασιαδης στην προεκλογική του απαιτούμε να τα εφαρμόσει! Τα δικαιούμαστε!
Συμφωνώ απόλυτα σε όσα αναφέρεται ο κ Φάκας κ μακάρι όλη αυτή η προσπάθεια που κάνει για να σας δώσει να καταλάβετε την αδικία που γίνεται εις βάρος μερικών πολυτέκνων οικογενειών να γίνει γρήγορα αντιληπτή από τους κυβερνώντες…
1. Τα προβλήματα στον υφιστάμενο Νόμο
Το υφιστάμενο σύστημα παροχής επιδόματος τέκνου βασίζεται στο ακαθάριστο οικογενειακό εισόδημα, χωρίς να λαμβάνει υπόψη το μέγεθος και τη σύνθεση του νοικοκυριού. Η προσέγγιση αυτή δημιουργεί σοβαρές κοινωνικές και οικονομικές αδικίες, καθώς οικογένειες με περισσότερα παιδιά υφίστανται δυσανάλογο αποκλεισμό από την κρατική στήριξη.
Βασικά προβλήματα του ισχύοντος συστήματος:
Αδιαφορία για το μέγεθος του νοικοκυριού: Τα εισοδηματικά όρια παραμένουν ίδια ανεξαρτήτως του αριθμού των τέκνων. Έτσι, οικογένειες με 3 ή 4 παιδιά κρίνονται με τα ίδια κριτήρια όπως και οικογένειες με 1 παιδί.
Αμετάβλητα περιουσιακά όρια: Το όριο των €1.200.000 σε καταθέσεις και ακίνητη περιουσία ισχύει οριζόντια για όλες τις οικογένειες, ανεξαρτήτως μεγέθους. Το αποτέλεσμα είναι έντονα άνισο: είναι απαράδεκτο μια οικογένεια με 1 παιδί και καταθέσεις κάτω από €1.200.000 να δικαιούται επίδομα, ενώ μια οικογένεια με 4 παιδιά και ετήσιο εισόδημα €69.000 να αποκλείεται από όλες τις παροχές.
Απουσία τιμαριθμικής αναπροσαρμογής: Τα εισοδηματικά και περιουσιακά όρια δεν προσαρμόζονται ανάλογα με τον πληθωρισμό ή την ακρίβεια. Αυτό υπονομεύει την αγοραστική δύναμη των οικογενειών, ιδίως των πολυμελών, χρόνο με τον χρόνο.
2. Επιδείνωση των αδικιών με το προτεινόμενο νομοσχέδιο
Το νέο νομοσχέδιο, όπως προτείνεται από το Υφυπουργείο, όχι μόνο δεν διορθώνει τις υφιστάμενες στρεβλώσεις, αλλά τις επιδεινώνει – κυρίως εις βάρος των πολύτεκνων οικογενειών.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα:
Οριζόντια αύξηση εισοδηματικού ορίου: Η αύξηση κατά €2.000 εφαρμόζεται ενιαία, είτε η οικογένεια έχει 1 παιδί είτε 4. Αυτό αγνοεί την πολλαπλάσια οικονομική επιβάρυνση των πολύτεκνων οικογενειών.
Αναλογική αδικία στη μερική επιδότηση: Στην κατηγορία με μειωμένο επίδομα (κατά 50%), το εισοδηματικό όριο για οικογένειες με 1 παιδί αυξάνεται κατά €10.000, ενώ για οικογένειες με 4 παιδιά αυξάνεται μόλις κατά €5.000. Δηλαδή, μια πενταπλάσια αδικία εις βάρος εκείνων που έχουν τα περισσότερα έξοδα.
Τα παραπάνω παραδείγματα αποδεικνύουν ότι το προτεινόμενο νομοσχέδιο δεν υπηρετεί την αναλογική δικαιοσύνη. Αντίθετα, ενισχύει τις κοινωνικές ανισότητες και πλήττει δυσανάλογα τις οικογένειες που επιλέγουν να αποκτήσουν περισσότερα παιδιά — δηλαδή ακριβώς εκείνες που η Πολιτεία θα όφειλε να στηρίζει κατά προτεραιότητα, τόσο για κοινωνικούς όσο και για δημογραφικούς λόγους.
Η καταπάτηση των δικαιωμάτων των παιδιών και των συμφερόντων των οικογενειών με παιδιά πρέπει επιτέλους να σταματήσει. Είναι απαράδεκτο, με πρόσχημα την οικονομική κρίση του 2012, να συνεχίζεται μέχρι σήμερα η εφαρμογή περικοπών, τη στιγμή που όλα τα υπόλοιπα έχουν αποκατασταθεί. Το μόνο μέτρο που παραμένει σε ισχύ είναι αυτό που πλήττει τα παιδιά — και το πιο ανησυχητικό είναι πως κανείς δεν τα προστατεύει, ούτε καν το ίδιο το Υφυπουργείο που υποτίθεται ότι έχει αυτή την αποστολή
Αναγκαίος ο επανασχεδιασμός της πολιτικής στήριξης των γεννήσεων και των οικογενειών
Η διαχρονική αδράνεια της Πολιτείας
Η Πολιτεία – δηλαδή το κράτος, τα αρμόδια υπουργεία και η Βουλή – οφείλει να προχωρήσει σε έναν σοβαρό επανασχεδιασμό της πολιτικής στήριξης της οικογένειας και της γεννητικότητας. Παρά τη συμπλήρωση 13 ετών από την οικονομική κρίση, τα εισοδηματικά κριτήρια που θεσπίστηκαν τότε εξακολουθούν να ισχύουν. Ενώ σχεδόν όλες οι υπόλοιπες κοινωνικές περικοπές έχουν αποκατασταθεί και το κράτος δεναντιμετωπίζει πλέον σοβαρές οικονομικές δυσκολίες, τα μέτρα που αφορούν τα παιδιά και τις οικογένειες παραμένουν στάσιμα, εντείνοντας τις κοινωνικές ανισότητες.
Δημογραφική ανατροπή λόγω στρεβλών κινήτρων
Η ισχύουσα πολιτική ενισχύει σχεδόν αποκλειστικά τα κατώτερα εισοδηματικά στρώματα, αγνοώντας τη μεσαία τάξη – εκείνη που στηρίζει οικονομικά, κοινωνικά και πολιτισμικά τη χώρα. Αυτό έχει οδηγήσει σε σοβαρές στρεβλώσεις: οικογένειες μεταναστευτικής προέλευσης, που πληρούν ευκολότερα τα εισοδηματικά κριτήρια, παρουσιάζουν αυξημένες γεννήσεις, καθώς εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τα κρατικά επιδόματα για την κάλυψη βασικών αναγκών.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, οι γεννήσεις από πολίτες τρίτων χωρών αυξήθηκαναπό 937 το 2013 σε 2.460 το 2023 – αύξηση 162.5%. Αντίθετα, οι γηγενείς οικογένειες της μεσαίας τάξης περιορίζουν τις γεννήσεις, αδυνατώντας να ανταποκριθούν στο αυξημένο κόστος ανατροφής παιδιών χωρίς ουσιαστική κρατική υποστήριξη.
Η αδικία κατά της μεσαίας τάξης
Η μεσαία τάξη αποκλείεται συστηματικά από το επίδομα τέκνου λόγω των σταθερών και χαμηλών εισοδηματικών ορίων – παρότι αυτό αποτελεί βασική προϋπόθεση για όλες τις υπόλοιπες παροχές στήριξης προς τις οικογένειες. Η πρόσφατη προσπάθεια διεύρυνσης των δικαιούχων με πέντε ή περισσότερα παιδιά αποκάλυψε το μέγεθος της αδικίας: μόλις 29 οικογένειες της μεσαίας τάξης πληρούσαν τα κριτήρια – όλες γηγενείς. Το 2024, επίδομα τέκνου καταβλήθηκε σε 539 οικογένειες με πάνω από τέσσερα παιδιά και εισόδημα έως €19.500, καθώς και σε άλλες 555 με εισοδήματα μεταξύ €19.001 και €39.000. Η πλειοψηφία αυτών δεν είναι γηγενείς. Η πολιτική αυτή όχι μόνο δεν ενισχύει την κοινωνική συνοχή, αλλά αλλοιώνει τη δημογραφική ταυτότητα της χώρας.
Η κρατική αντίφαση
Το κράτος φαίνεται παγιδευμένο σε μια αντίφαση: αυξάνει τις δημόσιες δαπάνες για τη στήριξη των γεννήσεων, χωρίς όμως να ενισχύει εκείνους που μπορούν να προσφέρουν μακροπρόθεσμη σταθερότητα – τους γηγενείς πολίτες της μεσαίας τάξης. Αντί να αντιμετωπίζεται ουσιαστικά το πρόβλημα της υπογεννητικότητας, η υφιστάμενη πολιτική το αναπαράγει, με κοινωνικά και δημογραφικά ανισόρροπο τρόπο.
Ανάγκη για διαφάνεια και επανεξέταση
Απαιτείται πλήρης διαφάνεια. Το Υφυπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας οφείλει να δημοσιοποιήσει στοιχεία σχετικά με την εθνικότητα των δικαιούχων και τη σύνθεση των
οικογενειών τους. Το ζητούμενο δεν είναι η αμφισβήτηση της στήριξης προς τους μη γηγενείς πολίτες, αλλά η ισότιμη και δίκαιη στήριξη και προς τις γηγενείς οικογένειες.
Πολιτικές ευθύνες και ιστορική αδράνεια
Τρεις Πρόεδροι και πολλοί Υπουργοί Οικονομικών διαχειρίστηκαν την κατάσταση τα τελευταία χρόνια. Κανείς όμως δεν ανέλαβε ουσιαστική ευθύνη για τη σημερινή εικόνα. Το ερώτημα παραμένει: ποιος θα σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και θα διορθώσει τη δημογραφική ανισορροπία της χώρας; Ποιος θα υπερασπιστεί τα συμφέροντα των παιδιών, αν όχι πρωτίστως το κράτος;
Ώρα για ριζικές αλλαγές
Η δημόσια διαβούλευση για τη φορολογική μεταρρύθμιση και την αναθεώρηση των εισοδηματικών ορίων για το επίδομα τέκνου προσφέρει μια ιστορική ευκαιρία. Είναι ώρα για δραστικές αλλαγές και τολμηρά βήματα προς μια δίκαιη, ισορροπημένη και βιώσιμη πολιτική στήριξης της οικογένειας. Οι πολίτες ζητούν το αυτονόητο: την ίδια ευνοϊκή μεταχείριση που απολαμβάνει η κατώτερη εισοδηματική τάξη να εφαρμοστεί και στις γηγενείς οικογένειες της μεσαίας τάξης, ώστε να έχουν – εφόσον το επιθυμούν – τη δυνατότητα δημιουργίας πολύτεκνων οικογενειών. Εκεί, ακριβώς, όπου σήμερα το κράτος αποτυγχάνει να σταθεί αρωγός.