Νομοσχέδιο (Δ) 03 – Αντικατάσταση του άρθρου 9 του βασικού νόμου.

Δέσμη Νομοσχεδίων με τίτλους: (Α) «O περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων (Τροποποιητικός) Νόμος του 2025», (B) «O περί Μακροπροληπτικής Εποπτείας των Ιδρυμάτων (Τροποποιητικός) Νόμος του 2025», (Γ) «O περί της Κεφαλαιακής Επάρκειας ΕΠΕΥ (Τροποποιητικός) Νόμος του 2025», και (Δ) «Ο περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμος(Τροποποιητικός) Νόμος του 2025» – Μέρος Β
Αντικατάσταση του άρθρου 9 του βασικού νόμου. 3. Ο βασικός νόμος τροποποιείται με την αντικατάσταση του άρθρου 9 με το ακόλουθο νέο άρθρο 9:
    «Διοικητικό συμβούλιο και αξιολόγηση καταλληλότητας» «9.-(1) Στο παρόν άρθρο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια, “οντότητα” σημαίνει ΚΕΠΕΥ, χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών που έχει λάβει έγκριση σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 79 του περί Κεφαλαιακής Επάρκειας ΕΠΕΥ Νόμου.

 

(2) (α) Η Επιτροπή για χορήγηση άδειας λειτουργίας, δυνάμει του άρθρου 5 του παρόντος Νόμου, βεβαιώνεται ότι η αιτήτρια και το διοικητικό της συμβούλιο συμμορφώνονται με το παρόν άρθρο και το άρθρο 10 του παρόντος Νόμου.

 

(β) Η Επιτροπή απορρίπτει αίτηση για χορήγηση άδειας λειτουργίας εάν δεν ικανοποιηθεί ότι τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της αιτήτριας διαθέτουν επαρκώς καλή φήμη, επαρκείς γνώσεις, ικανότητες και εμπειρία και αφιερώνουν επαρκή χρόνο στην εκτέλεση των καθηκόντων τους στην αιτήτρια και πληρούν τα κριτήρια, τις απαιτήσεις και τις προϋποθέσεις του παρόντος άρθρου, ή εάν υπάρχουν αντικειμενικοί και εξακριβώσιμοι λόγοι που επιτρέπουν να θεωρηθεί ότι το διοικητικό συμβούλιο της αιτήτριας ενδέχεται να αποτελεί απειλή για την αποτελεσματική, ορθή και συνετή διοίκησή της και για την επαρκή μέριμνα για τα συμφέροντα των πελατών της και την ακεραιότητα της αγοράς.

 

(γ) Τουλάχιστον δύο πρόσωπα που πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου και του άρθρου 10 του παρόντος Νόμου οφείλουν να διευθύνουν πραγματικά την επιχειρηματική δραστηριότητα της αιτήτριας.

 

(3) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του άρθρου 3 του παρόντος Νόμου, η οντότητα έχει την πρωταρχική ευθύνη να διασφαλίσει ότι τα μέλη του διοικητικού της συμβουλίου έχουν ανά πάσα στιγμή επαρκώς καλή φήμη, ενεργούν με ειλικρίνεια, ακεραιότητα και ανεξάρτητη βούληση και διαθέτουν επαρκείς γνώσεις, δεξιότητες και εμπειρία για την εκτέλεση των καθηκόντων τους, καθώς και ότι πληρούν τα κριτήρια, τις απαιτήσεις και τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στα εδάφια (11) έως και (18) του παρόντος άρθρου, εξαιρουμένων των περιπτώσεων των προσωρινών διαχειριστών, που διορίζονται από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 20 του περί Ανάκαμψης ΚΕΠΕΥ και Λοιπών Οντοτήτων υπό την Εποπτεία της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και για Συναφή Θέματα Νόμος του 2016, και των ειδικών διαχειριστών, που διορίζονται από την αρχή εξυγίανσης σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 46 του περί Εξυγίανσης Πιστωτικών Ιδρυμάτων και Επενδυτικών Εταιρειών Νόμου:

 

Νοείται ότι, η μη ύπαρξη ποινικής καταδίκης ή ποινικής δίωξης δεν επαρκεί αφ’ εαυτής για την εκπλήρωση της απαίτησης περί καλής φήμης, ειλικρίνειας και ακεραιότητας.

 

(4) (α) Οντότητα οφείλει να διασφαλίσει ότι τα μέλη του διοικητικού της συμβουλίου εκπληρώνουν ανά πάσα στιγμή τα κριτήρια, τις απαιτήσεις και τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στα εδάφια (11) έως και (18) του παρόντος άρθρου και αξιολογεί την καταλληλότητα των μελών του διοικητικού της συμβουλίου λαμβάνοντας υπόψη τις εποπτικές προσδοκίες πριν αναλάβουν τη θέση τους και περιοδικά, όπως καθορίζονται στους ισχύοντες νόμους και κανονισμούς, στις κατευθυντήριες γραμμές και στις εσωτερικές πολιτικές καταλληλότητας.

 

(β) Σε περίπτωση που η πλειοψηφία των μελών του διοικητικού συμβουλίου οντότητας πρόκειται να αντικατασταθεί ταυτόχρονα από νεοδιορισθέντα μέλη και η εφαρμογή της παραγράφου (α) του παρόντος εδαφίου θα οδηγούσε σε μια κατάσταση όπου η αξιολόγηση της καταλληλότητας των νέων μελών θα πρέπει να διενεργηθεί από τα απερχόμενα μέλη, επιτρέπεται η διενέργεια της αξιολόγησης αφού τα νεοδιορισθέντα μέλη αναλάβουν τη θέση τους.

 

(γ) Κατά την υποβολή της γνωστοποίησης στην Επιτροπή, σύμφωνα με την παράγραφο (β) του εδαφίου (7) του παρόντος άρθρου, η οντότητα επιβεβαιώνει ότι τα κριτήρια, οι απαιτήσεις και οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στα εδάφια (11) έως και (18) του παρόντος άρθρου ικανοποιούνται.

 

(5) Σε περίπτωση που οντότητα συμπεραίνει, βάσει της εσωτερικής αξιολόγησης καταλληλότητας που διενεργεί δυνάμει του εδαφίου (4) του παρόντος άρθρου, ότι το μέλος ή το υποψήφιο μέλος του διοικητικού της συμβουλίου δεν πληροί τα κριτήρια και τις απαιτήσεις που ορίζονται στο εδάφιο (3) του παρόντος άρθρου, η οντότητα:

 

 

 

(α) εάν η εν λόγω αξιολόγηση ολοκληρώνεται πριν το υποψήφιο μέλος αναλάβει την εν λόγω θέση, μεριμνά ώστε το υποψήφιο μέλος να μην αναλάβει την υπό εξέταση θέση·

 

(β) εάν η εν λόγω αξιολόγηση αφορά υφιστάμενο μέλος, απομακρύνει το εν λόγω μέλος από το διοικητικό της συμβούλιο εγκαίρως, ή

 

(γ) εάν η εν λόγω αξιολόγηση αφορά υφιστάμενο μέλος, λαμβάνει εγκαίρως πρόσθετα μέτρα που είναι απαραίτητα για να διασφαλίσει ότι το εν λόγω μέλος είναι κατάλληλο για τη συγκεκριμένη θέση ή να εξασφαλίσει ότι θα καταστεί κατάλληλο για τη συγκεκριμένη θέση.

 

(6) Οντότητα οφείλει να διασφαλίζει ότι οι πληροφορίες σχετικά με την καταλληλότητα των μελών του διοικητικού της συμβουλίου παραμένουν επικαιροποιημένες και να παρέχει τις πληροφορίες αυτές στην Επιτροπή, κατόπιν αιτήματός της.

 

(7) (α) Η Επιτροπή αξιολογεί κατά πόσον τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της οντότητας πληρούν ανά πάσα στιγμή τα κριτήρια, τις απαιτήσεις και τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στα εδάφια (11) έως και (18) του παρόντος άρθρου.

 

(β) Για σκοπούς εφαρμογής της παραγράφου (α) του παρόντος εδαφίου, η οντότητα γνωστοποιεί στην Επιτροπή τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την αξιολόγηση της καταλληλότητας των μελών του διοικητικού της συμβουλίου με μέσα που καθορίζονται από την Επιτροπή:

 

Νοείται ότι, η Επιτροπή δύναται να ζητεί συμπληρωματικές πληροφορίες ή τεκμηρίωση, καθώς και τη διενέργεια συνεντεύξεων ή ακροάσεων.

 

(8) Όταν υποπέσει στην αντίληψη της Επιτροπής ή όταν η Επιτροπή έχει σοβαρές υπόνοιες ότι διαπράττεται ή έχει διαπραχθεί, επιχειρείται ή έχει επιχειρηθεί να διαπραχθεί νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, κατά την έννοια του άρθρου 4 του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμος, ή υπάρχει αυξημένος τέτοιου είδους κίνδυνος σε σχέση με οντότητα, επαληθεύει, αν τα κριτήρια, οι απαιτήσεις και οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στα εδάφια (11) έως και (18) του παρόντος άρθρου εξακολουθούν να πληρούνται.

 

(9) (α) Όταν διαπιστωθεί από την Επιτροπή ότι οποιοδήποτε από τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου οντότητας δεν πληροί ανά πάσα στιγμή τα κριτήρια, τις απαιτήσεις και τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στα εδάφια (11) έως και (18) του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή δύναται να απομακρύνει το εν λόγω μέλος από το διοικητικό συμβούλιο της οντότητας ή να απαιτήσει από την οντότητα να λάβει επιπρόσθετα μέτρα που είναι κατά την κρίση της Επιτροπής αναγκαία για να διασφαλιστεί ότι το εν λόγω μέλος είναι κατάλληλο για τη συγκεκριμένη θέση ή να εξασφαλίσει ότι θα καταστεί κατάλληλο για τη συγκεκριμένη θέση.

 

Νοείται ότι, η Επιτροπή δεν υποχρεούται να επαναξιολογεί την καταλληλότητα των μελών του διοικητικού συμβουλίου οντότητας κατά την ανανέωση της θητείας τους, εκτός εάν έχουν μεταβληθεί σχετικές πληροφορίες που είναι γνωστές στην Επιτροπή και η εν λόγω μεταβολή ενδέχεται να επηρεάσει την καταλληλότητα αυτών.

 

(β) Εφόσον γίνουν γνωστά νέα γεγονότα ή άλλες περιστάσεις που ενδέχεται να επηρεάσουν την καταλληλότητα μελών του διοικητικού συμβουλίου της οντότητας, η οντότητα αμέσως επαναξιολογεί την καταλληλότητα των μελών αυτών και ενημερώνει την Επιτροπή χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

 

(γ) Σε περίπτωση που υποπέσει στην αντίληψη της Επιτροπής ότι οι σχετικές πληροφορίες, όσον αφορά στην καταλληλότητα των μελών του διοικητικού συμβουλίου οντότητας, έχουν μεταβληθεί και ότι η μεταβολή δυνατόν να επηρεάσει την καταλληλότητα των μελών αυτών, η Επιτροπή επαναξιολογεί την καταλληλότητά τους.

 

 

(10) (α) Η Επιτροπή στο πλαίσιο των επαληθεύσεών της για σκοπούς του παρόντος άρθρου και με γνώμονα τον κίνδυνο, δύναται να λάβει υπόψη τις σχετικές πληροφορίες που έχει στη διάθεση της ως αρμόδια εποπτική αρχή σύμφωνα με την παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 59 του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου, και να συμβουλεύεται σχετικώς με τις αρχές που είναι υπεύθυνες για την εποπτεία της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας σύμφωνα με περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμο.

 

(β) Η Επιτροπή, δύναται να ζητήσει πρόσβαση στην κεντρική βάση δεδομένων ΚΞΧ/ΧΤ που αναφέρεται στον Κανονισμό (ΕΕ) 2024/1620.

 

 

(11) Κάθε μέλος του διοικητικού συμβουλίου μίας οντότητας πρέπει να αφιερώνει επαρκή χρόνο στην εκτέλεση των καθηκόντων του στην οντότητα.

 

(12) Κάθε μέλος του διοικητικού συμβουλίου μίας οντότητας οφείλει να διαθέτει καλή φήμη, να ενεργεί με ειλικρίνεια, ακεραιότητα και ανεξάρτητη βούληση, ώστε να αξιολογεί και να αμφισβητεί αποτελεσματικά τις αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου της οντότητας, όποτε αυτό χρειάζεται, και να επιβλέπει και να παρακολουθεί αποτελεσματικά τη λήψη των αποφάσεων από τη διοίκηση.

 

(13) (α) Το διοικητικό συμβούλιο μίας οντότητας πρέπει να διαθέτει επαρκείς συλλογικές γνώσεις, δεξιότητες και εμπειρία, ώστε να μπορεί να κατανοεί τις δραστηριότητες της οντότητας, καθώς και τους συναφείς κινδύνους στους οποίους εκτίθεται, και τον αντίκτυπο που δημιουργείται από τη δραστηριότητά της βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, λαμβάνοντας υπόψη τους περιβαλλοντικούς, κοινωνικούς και σχετικούς με τη διακυβέρνηση παράγοντες.

 

(β) Η συνολική σύνθεση του διοικητικού συμβουλίου της οντότητας οφείλει να είναι επαρκώς διαφοροποιημένη ώστε να αποτυπώνει ένα ικανοποιητικά ευρύ φάσμα εμπειριών.

 

(14) (α) Στον αριθμό των θέσεων σε διοικητικά συμβούλια που ένα μέλος του διοικητικού συμβουλίου μπορεί  να κατέχει ταυτόχρονα, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαίτερες συνθήκες και η φύση, το μέγεθος και η πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων της οντότητας.

 

(β) Με εξαίρεση την περίπτωση που μέλη του διοικητικού συμβουλίου εκπροσωπούν τα συμφέροντα ενός κράτους μέλους, τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου οντότητας η οποία είναι σημαντική από πλευράς του μεγέθους της, της εσωτερικής της οργάνωσης και της φύσης, του εύρους και της πολυπλοκότητας των δραστηριοτήτων της, δεν κατέχουν ταυτόχρονα περισσότερες από μία από τον ακόλουθο συνδυασμό θέσεων σε διοικητικά συμβούλια:

 

(i) μία θέση εκτελεστικού μέλους διοικητικού συμβουλίου και δύο θέσεις μη εκτελεστικού μέλους διοικητικού συμβουλίου· ή

 

(ii) τέσσερις θέσεις μη εκτελεστικού μέλους διοικητικού συμβουλίου.

 

(15) Η ΚΕΠΕΥ οφείλει να γνωστοποιεί στην Επιτροπή όλα τα μέλη του διοικητικού της συμβουλίου και κάθε μεταβολή στη σύνθεσή του και να της παρέχει όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για να εκτιμήσει εάν η ΚΕΠΕΥ πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου και του άρθρου 10.

 

(16) Για σκοπούς εφαρμογής του εδαφίου (14) του παρόντος εδαφίου, οι ακόλουθες θέσεις λογίζονται ως μία θέση διοικητικού συμβουλίου:

 

(α) θέσεις εκτελεστικού ή μη εκτελεστικού μέλους διοικητικού συμβουλίου που κατέχονται εντός του ιδίου ομίλου·

 

(β) θέσεις εκτελεστικού ή μη εκτελεστικού μέλους διοικητικού συμβουλίου στο πλαίσιο:

 

(i)            οντοτήτων που είναι μέλη του ίδιου θεσμικού συστήματος προστασίας, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στην παράγραφο 7 του άρθρου 113 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, ή οντοτήτων όπου το ίδιο θεσμικό σύστημα προστασίας κατέχει ειδική συμμετοχή·

 

(ii)           επιχειρήσεων (συμπεριλαμβανομένων μη χρηματοοικονομικών οντοτήτων) στις οποίες η οντότητα κατέχει ειδική συμμετοχή:

 

Νοείται ότι για σκοπούς εφαρμογής της παραγράφου (α) του παρόντος εδαφίου, «όμιλος» σημαίνει όμιλος επιχειρήσεων που συνδέονται μεταξύ τους, όπως περιγράφεται στο άρθρο 22 της Οδηγίας 2013/34/ΕΕ, ή ένας όμιλος επιχειρήσεων που είναι θυγατρικές της ίδιας χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών.

 

(17) Οι θέσεις μέλους διοικητικού συμβουλίου σε οργανισμούς που δεν επιδιώκουν πρωτίστως εμπορικούς στόχους δεν λαμβάνονται υπόψη για σκοπούς εφαρμογής του εδαφίου (14) του παρόντος άρθρου.

 

(18) Η Επιτροπή δύναται να επιτρέψει σε μέλος του διοικητικού συμβουλίου να διατηρεί μια πρόσθετη θέση μη εκτελεστικού μέλους διοικητικού συμβουλίου από ότι επιτρέπει το εδάφιο (14) του παρόντος άρθρου.

 

(19) Η οντότητα οφείλει να αφιερώνει επαρκές προσωπικό και οικονομικούς πόρους για την εισαγωγική κατάρτιση και εκπαίδευση των μελών του διοικητικού της συμβουλίου, μεταξύ άλλων όσον αφορά στους περιβαλλοντικούς, κοινωνικούς και σχετικούς με τη διακυβέρνηση κινδύνους και αντίκτυπο, και τους κινδύνους ΤΠΕ, όπως καθορίζονται στο σημείο 52γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

 

(20) Οι οντότητες και οι επιτροπές ανάδειξης υποψηφίων των εν λόγω οντοτήτων, εάν έχουν συσταθεί, οφείλουν να εξασφαλίζουν ευρύ φάσμα προσόντων και δεξιοτήτων κατά την πρόσληψη μελών του διοικητικού τους συμβουλίου και να προωθούν αναλογικά την ποικιλότητα και την ισόρροπη εκπροσώπηση των φύλων στο διοικητικό συμβούλιο, με την εφαρμογή πολιτικής της οντότητας που προάγει την ποικιλότητα στο διοικητικό συμβούλιο.

 

(21) Η Επιτροπή συλλέγει τις πληροφορίες που κοινοποιούνται σύμφωνα με το στοιχείο γ) της παραγράφου 2 του άρθρου 435 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και χρησιμοποιεί αυτές τις πληροφορίες για τη συγκριτική αξιολόγηση των πρακτικών ποικιλότητας, παρέχοντας ταυτόχρονα αυτές τις πληροφορίες στην ΕΑΚΑΑ.

 

(22) Το παρόν άρθρο δεν επηρεάζει διατάξεις της νομοθεσίας της Δημοκρατίας σχετικά με την εκπροσώπηση των εργαζομένων στο διοικητικό συμβούλιο.

 

(23) Το παρόν άρθρο ισχύει τηρουμένων των διατάξεων της νομοθεσίας της Δημοκρατίας σχετικά με τον διορισμό μελών του διοικητικού συμβουλίου με εποπτική αρμοδιότητα από εκλεγμένα όργανα ή σχετικά με διορισμούς, όταν το διοικητικό συμβούλιο δεν έχει καμία αρμοδιότητα στη διαδικασία επιλογής και διορισμού των μελών του:

 

Νοείται ότι, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο παρόν εδάφιο, θεσπίζονται κατάλληλες εγγυήσεις για τη διασφάλιση της καταλληλότητας των μελών του διοικητικού συμβουλίου που διορίζονται.»

 

Τέλος

Περιεχόμενα

Νομοσχέδιο (Γ) 01 - Συνοπτικός τίτλος.
Νομοσχέδιο (Γ) 02 - Τροποποίηση του άρθρου 2 του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 03 - Τροποποίηση του άρθρου 3 του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 04 - Τροποποίηση του άρθρου 4 του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 05 - Τροποποίηση του άρθρου 14 του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 06 - Τροποποίηση του άρθρου 17 του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 07 - Τροποποίηση του άρθρου 26 του βασικού νόμου
Νομοσχέδιο (Γ) 08 - Τροποποίηση του άρθρου 28 του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 09 - Τροποποίηση του άρθρου 29 του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 10 - Τροποποίηση του άρθρου 30 του βασικού Νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 11 - Τροποποίηση του άρθρου 32 του βασικού Νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 12 - Τροποποίηση του άρθρου 34 του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 13 - Τροποποίηση του άρθρου 35 του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 14 - Τροποποίηση του άρθρου 37 του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 15 -Τροποποίηση του άρθρου 38 του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 16 - Τροποποίηση του άρθρου 39 του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 17 - Τροποποίηση του άρθρου 40 του βασικού νόμου
Νομοσχέδιο (Γ) 18 - Τροποποίηση του άρθρου 42 του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 19 - Τροποποίηση του άρθρου 44 του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 20 - Τροποποίηση του άρθρου 46 του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 21 - Τροποποίηση του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 22 - Τροποποίηση του βασικού νόμου με την προσθήκη νέου άρθρου 50Α.
Νομοσχέδιο (Γ) 23 - Τροποποίηση του άρθρου 51 του βασικού νόμου
Νομοσχέδιο (Γ) 24 -Τροποποίηση του άρθρου 52 του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 25 - Τροποποίηση του άρθρου 55 του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 26 - Τροποποίηση του άρθρου 56 του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 27 - Τροποποίηση του άρθρου 57 του βασικού νόμου
Νομοσχέδιο (Γ) 28 - Τροποποίηση του άρθρου 58 του βασικού νόμου
Νομοσχέδιο (Γ) 29 - Τροποποίηση του άρθρου 59 του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 30 - Τροποποίηση του άρθρου 61 του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 31 - Τροποποίηση του άρθρου 62 του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 32 - Τροποποίηση του άρθρου 63 του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 33 - Τροποποίηση του άρθρου 65 του βασικού Νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 34 - Τροποποίηση του άρθρου 66 του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 35 - Τροποποίηση του βασικού νόμου με προσθήκη νέας επικεφαλίδας
Νομοσχέδιο (Γ) 36 - Τροποποίηση του βασικού νόμου
Νομοσχέδιο (Γ) 37 - Τροποποίηση του άρθρου 79 του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 38 - Τροποποίηση του άρθρου 83 του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 39 - Τροποποίηση του άρθρου 88 του βασικού Νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 40 - Τροποποίηση του άρθρου 94 βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 41 - Τροποποίηση του άρθρου 95 του βασικού Νόμου.
Νομοσχέδιο (Γ) 42 - Έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου
Νομοσχέδιο (Δ) 01 - Συνοπτικός τίτλος.
Νομοσχέδιο (Δ) 02 - Τροποποίηση του άρθρου 2 του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Δ) 03 - Αντικατάσταση του άρθρου 9 του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Δ) 04 - Τροποποίηση του άρθρου 10 του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Δ) 05 - Τροποποίηση του άρθρου 10 του βασικού νόμου.
Νομοσχέδιο (Δ) 06- Έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου

Αφήστε μια απάντηση

Back to top button
Μετάβαση στο περιεχόμενο