23 – Αντικατάσταση του άρθρου 42 του βασικού νόμου
Αντικατάσταση του άρθρου 42 του βασικού νόμου. | 23. Το άρθρο 42 του βασικού Νόμου τροποποιείται ως εξής:
|
(α) Με την προσθήκη νέου εδαφίου (1) ως ακολούθως:
«(1) Ο Υφυπουργός διορίζει κατάλληλα πρόσωπα για να εκτελούν καθήκοντα Οικογενειακού Συμβούλου με σκοπό την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου». |
|
(β Με την προσθήκη νέου εδαφίου (2) ως ακολούθως:
«(2) Ο Οικογενειακός Σύμβουλος δύναται να συνοδεύει το παιδί και/ή δίνει συγκατάθεση για τις ακόλουθες ενέργειες, σε περίπτωση που κρίνεται προς το συμφέρον του παιδιού αλλά οι γονείς ή οι δικαιούχοι της γονικής μέριμνας δεν συγκατατίθενται ή δεν είναι σε θέση ή δεν ενδείκνυται να το πράξουν λόγω σύγκρουσης συμφερόντων μεταξύ αυτών και του παιδιού: (α) λήψη οπτικογραφημένης κατάθεσης (β) διενέργεια ιατρικών εξετάσεων, περιλαμβανομένης ιατροδικαστικής εξέτασης (γ) ψυχολογική αξιολόγηση ή/και ψυχιατρική εξέταση (δ) λήψη μέτρων προστασίας του παιδιού σε συνεργασία με τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας ή/και άλλες εμπλεκόμενες υπηρεσίες δυνάμει των άρθρων 42, 45 και 52 του παρόντος Νόμου (ε) άλλη ενέργεια που κρίνεται επείγουσα ή/και σημαντική για την διασφάλιση του συμφέροντος του παιδιού
Νοείται ότι οι εμπλεκόμενες υπηρεσίες ανταποκρίνονται έγκαιρα σε αιτήματα συνδρομής του Οικογενειακού Συμβούλου για την υλοποίηση των ενεργειών που προνοούνται στο παρόν άρθρο»
(γ) Με την διαγραφή του εδαφίου (1).
(δ) με την αναρρίθμηση του εδαφίου (2) σε εδάφιο (3) |
|
(ε) με την τροποποίηση του αναρριθμημένου εδαφίου (3) ώς εξής:
(ι) με την διαγραφή της φράσης «εφόσον είναι δυνατόν» στην πρώτη γραμμή (ιι) με την αντικατάσταση της παραγράφου (γ) ώς ακολούθως: «οι συνεντεύξεις με το θύμα διεξάγονται από αστυνομικό του ίδιου φύλου, εκτός εάν ζητηθεί διαφορετικά από το θύμα ή τον γονέα ή τον κηδεμόνα του θύματος ή τον Οικογενειακό Σύμβουλο» (ιιι) Με την προσθήκη στην παράγραφο (στ) μετά την λέξη «ή» στη δεύτερη γραμμή, της φράσης «οικογενειακού συμβούλου ή,» |
Τέλος
Μας ικανοποιούν ιδιαίτερα οι προτεινόμενες τροποποιήσεις και κυρίως η προσθήκη άρθρων που κατοχυρώνουν την ενισχυμένη θέση και ρόλο των Οικογενειακών Συμβούλων. Εμπειρικά, θεωρούμε ότι η σχετική πρόνοια θα βοηθήσει σημαντικά στη διερεύνηση των καταγγελιών.
Όμως, ενώ ευνοείται η διερεύνηση και αξιολόγηση του παιδιού όταν υπάρχουν υπαίτιοι γονείς, δεν υπάρχει καμία πρόνοια για ουσιαστική στήριξη/θεραπεία σε μετέπειτα στάδιο. Ως εκ τούτου, τα παιδιά που έχουν λάβει υπηρεσίες όπως λήψη οπτικογραφημένης κατάθεσης, ιατρικές εξετάσεις και ψυχολογική αξιολόγηση, εάν κριθεί σκόπιμο να συνεχίσουν σε θεραπεία, χρειάζεται, βάσει της υπάρχουσας νομοθεσίας να ληφθεί συγκατάθεση και απο τους δύο γονείς, ακόμα και στην περίπτωση του υπαίτιου γονέα.
Η υποχρεωτικότητα της διπλής συγκατάθεσης προς τον σκοπό της ψυχολογικής στήριξης και θεραπείας έχει αποτελέσει διαχρονικά σημαντικότατο εμπόδιο στο δικαίωμα παιδιών θυμάτων να λάβουν υπηρεσίες ψυχικής υγείας και επιτρέπουν σε γονείς να εργαλειοποιούν την συγκατάθεση για λόγους που δεν προσβλέπουν στην ευημερία και το γενικότερο συμφέρον του παιδιού.
Εισηγούμαστε λοιπόν όπως υπάρξει νομοετική ρύθμιση αυτής της δυνατότητας αξιοποιώντας τον θεσμό του Οικογενειακού Συμβούλου αντιστοιχα.