Post,Author,Content "02 - Τροποποίηση του Άρθρου 2 του βασικού νόμου","Thanasis Alexiou","Η μη ύπαρξη Γενικού Διευθυντή σε κρατικό ή ημικρατικό οργανισμό εντός της ΕΕ: Παραβιάζει θεμελιώδεις αρχές ορθής διοίκησης και λογοδοσίας. Αντιβαίνει στο θεσμικό και νομικό πλαίσιο της Ε.Ε. Θέτει σε κίνδυνο την ορθή χρήση δημοσίων πόρων και ενδεχομένως την εγκυρότητα διοικητικών πράξεων. Συνιστά νομικά επισφαλή πρακτική, που μπορεί να επιφέρει νομικές κυρώσεις ή ακυρώσεις αποφάσεων. Στο ευρωπαϊκό διοικητικό και κανονιστικό περιβάλλον, κάθε δημόσιος ή κρατικά ελεγχόμενος οργανισμός οφείλει να διαθέτει λειτουργικές δομές διοίκησης με σαφώς ορισμένη εκτελεστική ηγεσία. Η απουσία Γενικού Διευθυντή, είτε λόγω πολιτικής επιλογής είτε λόγω θεσμικής αδράνειας, προσκρούει σε ευρωπαϊκές οδηγίες, κανονισμούς και αρχές καλής διακυβέρνησης. 1. Παραβίαση της Αρχής της Λογοδοσίας και της Διοικητικής Αυτοτέλειας Η Σύσταση 2005/162/ΕΚ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ορίζει ότι οι δημόσιοι και ημιδημόσιοι οργανισμοί πρέπει να διαθέτουν εκτελεστικό διοικητικό μηχανισμό με διακριτές αρμοδιότητες από το εποπτικό συμβούλιο. Ο Γενικός Διευθυντής είναι ο βασικός θεσμικός φορέας αυτής της εκτελεστικής λειτουργίας. Η μη ύπαρξή του σημαίνει ότι ο οργανισμός είτε δεν διαθέτει εκτελεστική λογοδοσία, είτε αυτή ασκείται από μη αρμόδιο όργανο (όπως ένα διοικητικό συμβούλιο), γεγονός που παραβιάζει την αρχή της διοικητικής λειτουργικής διάκρισης. Commission Recommendation 2005/162/EC 2. Αντίθεση στον Ευρωπαϊκό Κώδικα Ορθής Διοικητικής Συμπεριφοράς Ο Ευρωπαϊκός Κώδικας Ορθής Διοικητικής Συμπεριφοράς του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή (2001) καθορίζει ότι κάθε δημόσιος οργανισμός πρέπει να λειτουργεί με βάση τις αρχές της ευθύνης, λογοδοσίας και διαφάνειας, οι οποίες ενσαρκώνονται στη θεσμική παρουσία ενός Γενικού Διευθυντή με επιχειρησιακή ευθύνη. Η απουσία τέτοιας διοικητικής δομής αντιβαίνει στον κανόνα της ορθολογικής διοίκησης και μπορεί να θεωρηθεί διοικητικά παράτυπη ή και παράνομη, ιδίως σε περιπτώσεις κακής διαχείρισης ή απουσίας εποπτείας. European Code of Good Administrative Behaviour 3. Αδυναμία Συμμόρφωσης με το Δίκαιο των Κρατικών Ενισχύσεων και των Δημόσιων Συμβάσεων Η Ευρωπαϊκή Ένωση, μέσω των κανονισμών για τις κρατικές ενισχύσεις και τις δημόσιες συμβάσεις (Κανονισμός (ΕΕ) 2015/1589 και Οδηγία 2014/24/ΕΕ αντίστοιχα), απαιτεί οι κρατικοί φορείς που διαχειρίζονται οικονομικά συμφέροντα να διαθέτουν διοικητική επάρκεια. Η έλλειψη Γενικού Διευθυντή, ως θεσμικού εγγυητή της καθημερινής λειτουργίας και τήρησης των κανονισμών, μπορεί να αποτελέσει λόγο διοικητικής ακυρότητας ή αδυναμίας συμμετοχής σε συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα. Regulation (EU) 2015/1589, Directive 2014/24/EU 4. Θεσμική Αδιαφάνεια και Κίνδυνος Παράκαμψης του Δικαίου Η απουσία Γενικού Διευθυντή μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία μιας σκιώδους δομής λήψης αποφάσεων, στην οποία οι αποφάσεις λαμβάνονται από μη εκτελεστικούς φορείς χωρίς θεσμική εντολή ή λογοδοσία. Αυτό παραβιάζει τόσο την αρχή της χρηστής διοίκησης όσο και το δικαίωμα των πολιτών σε διαφανή και αξιόπιστη διοίκηση, κατοχυρωμένο στο άρθρο 41 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε.. Charter of Fundamental Rights of the European Union – Article 41 Η παρουσία ενός Γενικού Διευθυντή δεν αποτελεί απλώς οργανωτική επιλογή, αλλά θεσμική και νομική υποχρέωση εντός του πλαισίου χρηστής, δημοκρατικής και αποτελεσματικής δημόσιας διοίκησης. Αν επιθυμείτε, μπορώ να διαμορφώσω και υπόμνημα νομικής συμμόρφωσης ή σχέδιο πρότασης για τη σύσταση Γενικής Διεύθυνσης σε συγκεκριμένο οργανισμό, με πλήρη αναφορά σε εθνική και ενωσιακή νομοθεσία." "03 - Τροποποίηση του Άρθρου 5 του βασικού νόμου.","Thanasis Alexiou","ΥΠΑΡΧΕΙ ΔΙΑΦΩΝΕΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΞΗΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΕΦΟΣΟΝ Οι Κίνδυνοι από τη Συμμετοχή Εκπροσώπων του Κράτους σε Διοικητικά Συμβούλια Χωρίς Επιχειρησιακή Συνάφεια ή Λογοδοσία: ΕΡΧΕΤΑΙ ΣΕ ΑΝΤΙΘΕΣΗ ΜΕ : Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2014). Σύσταση 2014/208/ΕΕ σχετικά με την ποιότητα της εταιρικής διακυβέρνησης, Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και Συμβούλιο (2019). Κανονισμός (ΕΕ) 2019/2088 , Ευρωπαϊκή Οδηγία 2013/34/ΕΕ – Διαφάνεια και χρηματοοικονομικές καταστάσεις . Η ευρωπαϊκή πολιτική για την εταιρική διακυβέρνηση έχει εξελιχθεί σημαντικά τις τελευταίες δεκαετίες, με στόχο τη διασφάλιση της διαφάνειας, της υπευθυνότητας και της βιώσιμης ανάπτυξης των επιχειρήσεων και δημόσιων φορέων. Στο πλαίσιο αυτό, η αυθαίρετη συμμετοχή κρατικών εκπροσώπων σε διοικητικά συμβούλια οργανισμών, χωρίς σαφή αρμοδιότητα ή λογοδοσία, έρχεται σε αντίθεση με τις βασικές αρχές που θεμελιώνουν τη Σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής 2014/208/ΕΕ σχετικά με την ποιότητα της εταιρικής διακυβέρνησης. Ευρωπαϊκό Πλαίσιο για την Εταιρική Διακυβέρνηση Η Σύσταση 2014/208/ΕΕ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής περί της ποιότητας της εταιρικής διακυβέρνησης για εταιρείες με κινητές αξίες εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά, προωθεί τη διαφάνεια στις αποφάσεις των διοικητικών συμβουλίων, τη λογοδοσία των μελών και τη συμμετοχή προσώπων με σχετική τεχνογνωσία και ανεξαρτησία. Η σύσταση αυτή υπογραμμίζει την ανάγκη για σαφή διαχωρισμό των ρόλων μεταξύ διοίκησης και εποπτείας καθώς και την αποφυγή σύγκρουσης συμφερόντων, φαινόμενο που συχνά προκύπτει όταν τοποθετούνται κυβερνητικά στελέχη με πολιτικά ή διοικητικά κίνητρα. Επιπλέον, ο Κανονισμός (ΕΕ) 2019/2088 για τη γνωστοποίηση σχετικών με τη βιωσιμότητα πληροφοριών στον τομέα των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών και η Οδηγία 2013/34/ΕΕ για τις ετήσιες χρηματοοικονομικές καταστάσεις και τις μη χρηματοοικονομικές πληροφορίες, ενισχύουν την ανάγκη για διοικητικά συμβούλια που διαθέτουν γνήσια λογοδοσία προς τα ενδιαφερόμενα μέρη και λειτουργούν με γνώμονα τη διαφάνεια και τη στρατηγική ευθυγράμμιση με τις αρχές της βιωσιμότητας. Το Θεσμικό Παράδοξο της Πολιτικοποίησης Η ένταξη κρατικών εκπροσώπων χωρίς σχετική τεχνική επάρκεια ή λειτουργική συμμετοχή σε αποφάσεις αντιβαίνει στις ευρωπαϊκές αρχές για λειτουργική ανεξαρτησία των διοικητικών συμβουλίων. Εάν οι διορισμοί βασίζονται σε πολιτικά κριτήρια ή αποσκοπούν απλώς στην παρακολούθηση και τον έλεγχο, χωρίς όμως ενεργή συμμετοχή στη διαμόρφωση πολιτικής, τότε τίθεται εν αμφιβόλω η νομιμότητα και η αποτελεσματικότητα της διακυβέρνησης του οργανισμού. Θεσμική Αναποτελεσματικότητα και Κίνδυνοι Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει επανειλημμένα επισημάνει τον κίνδυνο της “επίφασης λογοδοσίας”, όπου θεσμοί ή πρόσωπα με εξουσία δεν φέρουν αναλογική ευθύνη. Όταν κρατικοί παράγοντες τοποθετούνται χωρίς να υπόκεινται στους ίδιους μηχανισμούς αξιολόγησης, διαφαίνεται ένα μοντέλο ""ελέγχου χωρίς συμμετοχή"", το οποίο είναι αντίθετο με την αρχή της ""comply or explain"", που θεσπίζει το ευρωπαϊκό πλαίσιο διακυβέρνησης: είτε οι οργανισμοί συμμορφώνονται με συγκεκριμένες πρακτικές, είτε οφείλουν να εξηγούν τεκμηριωμένα τις παρεκκλίσεις. Η συμμετοχή κρατικών ή εξωτερικών εκπροσώπων σε διοικητικά συμβούλια οργανισμών, χωρίς επιχειρησιακή συνάφεια, ανεξαρτησία ή λογοδοσία, δεν συνάδει με την ευρωπαϊκή φιλοσοφία περί σύγχρονης και βιώσιμης διακυβέρνησης. Είναι ζωτικής σημασίας οι διορισμοί να βασίζονται σε κριτήρια επάρκειας, ανεξαρτησίας και δημοκρατικής λογοδοσίας, προκειμένου να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη των πολιτών και των εμπλεκομένων μερών. Η διακυβέρνηση δεν μπορεί να ασκείται από σκιώδης φορείς ελέγχου, αλλά από διαφανή και αποτελεσματικά όργανα διοίκησης με σαφή αποστολή και ευθύνη. ΕΠΙΣΗΣ Η Θεσμική Αναγκαιότητα της Συμμετοχής των Παραγωγών στη Διακυβέρνηση Αγροτικών Οργανισμών: ΒΑΣΙΣΜΕΝΟ ΣΕ Ευρωπαϊκές Αρχές και Πρακτική Ορθολογικότητας Η αποτελεσματική διακυβέρνηση αγροτικών και αγροβιομηχανικών οργανισμών – ιδίως σε ένα πλαίσιο που επηρεάζεται από την Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) και τις στρατηγικές βιωσιμότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης – δεν μπορεί να είναι ολοκληρωμένη χωρίς την ουσιαστική συμμετοχή των ίδιων των παραγωγών. Οι αγρότες, ως βασικοί αποδέκτες και φορείς εφαρμογής των πολιτικών αυτών, πρέπει να εκπροσωπούνται θεσμικά στους φορείς λήψης αποφάσεων όχι ως απλοί παρατηρητές, αλλά ως ισότιμοι εταίροι με λόγο, γνώση και ευθύνη. 1. Η Ενίσχυση της Λογοδοσίας Μέσω Συμμετοχικής Διακυβέρνησης Το ευρωπαϊκό πλαίσιο εταιρικής διακυβέρνησης (Σύσταση 2014/208/ΕΕ) ενθαρρύνει τη συμμετοχή ενδιαφερόμενων μερών (""stakeholders"") στις διαδικασίες διακυβέρνησης και προβλέπει δομές στις οποίες αυτοί μπορούν να εκφράσουν τις ανάγκες, τις προτάσεις και τις ενστάσεις τους. Οι παραγωγοί αποτελούν πρωτογενείς φορείς συμφερόντων στους τομείς της αγροτικής ανάπτυξης, της βιώσιμης παραγωγής και της επισιτιστικής ασφάλειας. Η απουσία τους από τη διοίκηση αγροτικών οργανισμών συνιστά ουσιώδες δημοκρατικό έλλειμμα και αποδυναμώνει τη θεσμική νομιμοποίηση των αποφάσεων. 2. Η Τεχνική και Πρακτική Συνάφεια των Παραγωγών Οι σύγχρονες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η αγροτική παραγωγή – όπως η κλιματική αλλαγή, η διαχείριση φυσικών πόρων, η ενεργειακή κρίση και η ανάγκη για κυκλική οικονομία – απαιτούν εξειδικευμένη τεχνογνωσία και εμπειρική γνώση του πεδίου. Οι παραγωγοί διαθέτουν μοναδική γνώση των πραγματικών αναγκών, των πρακτικών περιορισμών και των ευκαιριών για καινοτομία. Συνεπώς, η συμμετοχή τους στα διοικητικά συμβούλια δεν είναι απλώς επιθυμητή – είναι λειτουργικά αναγκαία για την επίτευξη στρατηγικών στόχων με ρεαλισμό και αποτελεσματικότητα. 3. Ευθυγράμμιση με τις Αρχές της Βιώσιμης Ανάπτυξης της Ε.Ε. Το Green Deal και η στρατηγική “From Farm to Fork” της Ευρωπαϊκής Ένωσης προβλέπουν την ενεργή συμμετοχή των αγροτών στην πράσινη μετάβαση και την ενσωμάτωση βιώσιμων πρακτικών παραγωγής. Δεν είναι νοητό, στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής, να αποκλείονται οι ίδιοι οι παραγωγοί από τη λήψη αποφάσεων σε θεσμούς και οργανισμούς που χαράσσουν τις κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή των πολιτικών αυτών. Η συμμετοχή τους ενισχύει τη συνοχή των πολιτικών, την αποτελεσματικότητα των μέτρων, και μειώνει τον κίνδυνο κοινωνικής ή θεσμικής αντίδρασης. 4. Νομική και Πολιτική Εδραίωση της Συμμετοχής Η Ευρωπαϊκή Οδηγία 2013/34/ΕΕ, σε συνδυασμό με τη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την αγροτική διακυβέρνηση, τονίζει τη σημασία της συμπερίληψης των ενδιαφερόμενων μερών με πλήρη διαφάνεια στη διαδικασία χάραξης πολιτικής και διοικητικής εποπτείας. Το μοντέλο της εταιρικής διακυβέρνησης της Ε.Ε. προάγει ένα bottom-up μοντέλο συνδιαμόρφωσης, στο οποίο η φωνή των παραγωγών θεωρείται δομικό στοιχείο ενός σύγχρονου, δημοκρατικού και λογοδοτούμενου θεσμού. Η αποκλειστική ή προνομιακή τοποθέτηση εκπροσώπων της δημόσιας διοίκησης ή της πολιτικής εξουσίας σε διοικητικά συμβούλια γεωργικών ή αγροδιατροφικών οργανισμών, χωρίς αντίστοιχη εκπροσώπηση των παραγωγών, δεν ευθυγραμμίζεται με τις βασικές αρχές της ευρωπαϊκής εταιρικής διακυβέρνησης. Οι παραγωγοί δεν είναι παρατηρητές – είναι θεσμικοί συνδιαμορφωτές της γεωργικής στρατηγικής και της βιώσιμης μετάβασης. Η ενεργή συμμετοχή τους αποτελεί θεσμική επιταγή, δημοκρατική υποχρέωση και στρατηγική αναγκαιότητα." "03 - Τροποποίηση του Άρθρου 5 του βασικού νόμου.","ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ","Εισήγηση της Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών είναι όπως διατηρηθεί η υφιστάμενη πρόνοια που προβλέπει ότι στο Συμβούλιο συμμετέχει εκπρόσωπός της, καθώς η επί σειρά ετών συμμετοχή εκπροσώπου της Υπηρεσίας στο Συμβούλιο συμβάλλει θετικά στις εργασίες του." "08 - Κατάργηση του Άρθρου 15 (4) του βασικού νόμου","Thanasis Alexiou","ΤΟ ΠΑΓΩΜΑ υπαλλήλων σε δημόσιους οργανισμούς:Παραβιάζει τη θεμελιώδη ευρωπαϊκή και εθνική εργατική νομοθεσία,Συνιστά καταχρηστική άσκηση διοικητικής εξουσίας,Θέτει σε κίνδυνο τη νομιμότητα του οργανισμού και την ακεραιότητα της δημόσιας διοίκησης,Μπορεί να οδηγήσει σε διεθνείς κυρώσεις ή σε ακυρώσεις αποφάσεων και επιδοτήσεων (π.χ. σε συγχρηματοδοτούμενα έργα),Προκαλεί θεσμική ανασφάλεια και υπονομεύει το ηθικό και την απόδοση του ανθρώπινου δυναμικού. 1. Παραβίαση της Αρχής της Νομιμότητας και της Προστασίας της Απασχόλησης Η Ευρωπαϊκή Ένωση κατοχυρώνει μέσω του Άρθρου 30 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε. την προστασία έναντι αυθαίρετης απόλυσης ή απομάκρυνσης από εργασία. Οποιαδήποτε ενέργεια παύσης, αναστολής καθηκόντων ή αποκλεισμού υπαλλήλων από την εργασία τους χωρίς προηγούμενη νόμιμη διαδικασία, αιτιολογία και δυνατότητα υπεράσπισης, θεωρείται παράνομη και καταχρηστική.Charter of Fundamental Rights of the EU – Article 30 2. Αντίθεση στον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 περί Προστασίας Προσωπικών και Εργασιακών Δεδομένων Το λεγόμενο “πάγωμα” ή περιθωριοποίηση υπαλλήλων μέσω αφαίρεσης καθηκόντων ή μη πρόσβασης σε πληροφορίες και συστήματα συνιστά συστηματική μορφή ηθικής παρενόχλησης (mobbing), η οποία παραβιάζει την αξιοπρέπεια του εργαζομένου και την προστασία των προσωπικών του δεδομένων ως προς την εργασιακή του εικόνα και αξιολόγηση. Αυτό παραβιάζει τον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων (GDPR).General Data Protection Regulation – GDPR 2016/679 3. Παραβίαση της Αρχής της Ίσης Μεταχείρισης και της Προστασίας από Διακρίσεις Η Οδηγία 2000/78/ΕΚ για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και εργασία απαγορεύει ρητά κάθε μορφή δυσμενούς διάκρισης βάσει ηλικίας, φύλου, πολιτικής πεποίθησης ή άλλων κριτηρίων. Το «πάγωμα» προσωπικού χωρίς αντικειμενικά και μετρήσιμα κριτήρια, ιδιαίτερα όταν επηρεάζει επιλεκτικά συγκεκριμένες ομάδες ή άτομα, εμπίπτει στις έμμεσες διακρίσεις (indirect discrimination), που απαγορεύονται ρητά από το ευρωπαϊκό δίκαιο.ouncil Directive 2000/78/EC 4. Συνταγματικές Παραβιάσεις και Νομολογία του Δικαστηρίου της ΕΕ Η παγίωση προσωπικού σε μη ενεργούς ρόλους χωρίς αξιολόγηση ή δυνατότητα υπεράσπισης παραβιάζει επίσης το δικαίωμα σε ακρόαση και ένδικη προστασία (άρθρο 47 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ), όπως έχει ερμηνευτεί από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) σε υποθέσεις που αφορούν δημόσιους υπαλλήλους. Πράξεις που προσβάλλουν την αρχή της αναλογικότητας ή δεν τεκμηριώνονται με διοικητικά στοιχεία θεωρούνται άκυρες.Article 47 – Right to an effective remedy and fair trial 5. Κίνδυνοι για Κακοδιοίκηση, Διοικητική Ακύρωση και Επαναφορά με Αποζημιώσεις Οποιοδήποτε ""πάγωμα"" προσωπικού χωρίς νόμιμη απόφαση, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη υπηρεσιακών συμβουλίων, ή χωρίς πλήρη υπηρεσιακό φάκελο, μπορεί να οδηγήσει σε: Πειθαρχική ή ποινική ευθύνη των διοικούντων, Επανένταξη των υπαλλήλων με απόφαση δικαστηρίων, Καταβολή αποζημιώσεων από το Δημόσιο για ηθική βλάβη και διαφυγόντα εισοδήματα (δικαστική νομολογία σε Ελλάδα, Ιταλία, Γαλλία, κ.ά.)." "16 - Τροποποίηση του Άρθρου 25 του βασικού νόμου","Thanasis Alexiou","ΔΙΑΦΩΝΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ 25 'Ε ΛΟΓΟ ΤΟΥ ΟΤΙ Η ΑΦΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΏΜΑΤΟΣ ΣΕ ΣΥΣΚΕΥΑΣΙΑ Η ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΑ ΛΟΓΟ ΤΗΣ ΠΑΡΑΝΟΜΗΣ ΠΛΕΟΝ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΚΡΑΤΙΚΗΣ ενίσχυσης ΘΑ ΠΡΟΚΑΛΕΣΕΙ ΤΟ ΚΛΕΙΣΙΜΟ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΕΚΠ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΤΑΡΙΑΣ ΕΠΕ ΕΦΟΣΟΝ υπαρχει παρανομια στην Μεταφορά η χρηση Περιουσιακών Στοιχείων στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Η μετατροπή ημικρατικών οργανισμών σε ΛΤΔ/ΕΠΕ και η συνακόλουθη μεταφορά η χρηση περιουσιακών στοιχείων χωρίς Εμπεριστατωμένη αποτίμηση αξίας και θεσμικής λογοδοσία παραβιάζει το ενωσιακό δίκαιο περί κρατικών ενισχύσεων, διαφάνειας και ισότιμης διαχείρισης δημόσιου πλούτου. 1. Αρχή της Ισότητας στην Κατανομή Δημόσιας Περιουσίας Η απρόσκοπτη μεταφορά δημοσίων περιουσιακών στοιχείων από έναν ημικρατικό οργανισμό σε μία δημόσια εταιρεία (ΔΕΠΕ) χωρίς ανοικτή διαγωνιστική διαδικασία ή ανταγωνιστικό μηχανισμό ενδέχεται να συνιστά παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης και της αναλογικότητας στη διαχείριση δημοσίων πόρων, βάσει του Άρθρου 17 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ (δικαίωμα ιδιοκτησίας και ίσης πρόσβασης στη δημόσια περιουσία). Αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία όταν η νέα νομική μορφή (π.χ. Λτδ) αποκτά εμπορικές δραστηριότητες που λειτουργούν εκτός του στενού πυρήνα της δημόσιας υπηρεσίας, δημιουργώντας καθεστώς ανταγωνιστικής ανισότητας έναντι ιδιωτών.Charter of Fundamental Rights of the EU – Article 17 2. Κρατικές Ενισχύσεις και Παράνομη Μεταφορά Πόρων Η απευθείας μεταφορά κρατικών πόρων, υποδομών, ακινήτων ή λειτουργικών κονδυλίων από ένα δημόσιο νομικό πρόσωπο σε μία δημόσια εταιρεία, χωρίς αντιπαροχή ή διαγωνισμό, εμπίπτει στη νομολογία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής περί παράνομων κρατικών ενισχύσεων σύμφωνα με τα Άρθρα 107–109 της ΣΛΕΕ (Συνθήκης Λειτουργίας της ΕΕ). Ακόμη και όταν η νέα εταιρεία είναι δημόσιας ιδιοκτησίας, θεωρείται ότι μπορεί να λειτουργήσει υπό επιχειρηματικά κριτήρια και να ανταγωνίζεται ιδιώτες. Σε αυτή την περίπτωση, κάθε προνομιακή ή δωρεάν μεταβίβαση περιουσίας ή πόρων θεωρείται στρέβλωση του ανταγωνισμού και υπόκειται σε έρευνα κρατικής ενίσχυσης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.Articles 107–109 TFEU – State Aid Rules 3. Αρχή της Διαφάνειας και Υποχρέωση Εκτίμησης Οικονομικού Ισοδυνάμου Η μεταφορά περιουσιακών στοιχείων σε δημόσια ΕΠΕ πρέπει να γίνεται με βάση τις αρχές της διαφάνειας, του τεκμηριωμένου κόστους και της οικονομικής αποτίμησης, όπως προκύπτει από την Απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής SA.32163 (2012/N), στην οποία ορίζεται ότι κάθε μεταβίβαση πρέπει να βασίζεται στην αρχή του ιδιώτη επενδυτή υπό συνθήκες αγοράς (market economy investor principle – MEIP). Η μη εφαρμογή αυτής της αρχής καθιστά τη μεταβίβαση παράνομη και ακυρώσιμη, με τη δυνατότητα ανάκτησης των παρεχόμενων ενισχύσεων.European Commission – MEIP and State Aid Decisions 4. Νομολογία του ΔΕΕ για Περιπτώσεις Μετατροπής Δημόσιων Φορέων σε Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου Η απόφαση του ΔΕΕ στην υπόθεση C-49/07 (Motosykletistiki Omospondia Ellados) ορίζει ότι ακόμη και όταν ένας οργανισμός είναι 100% κρατικά ελεγχόμενος, η αλλαγή της νομικής του μορφής δεν απαλλάσσει το κράτος από τις υποχρεώσεις περί διαφάνειας, ανταγωνισμού και αποφυγής στρεβλώσεων. Επιπλέον, η νομολογία καθιστά σαφές ότι η εναλλαγή μεταξύ νομικών μορφών (π.χ. από οργανισμό σε ΕΠΕ) δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιείται ως μέσο αποφυγής ρυθμιστικών ή λογιστικών υποχρεώσεων, ούτε να αποκλείει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη πρόσβαση των πολιτών στον δημόσιο πλούτο. Case C-49/07 – MOTOE v Greece 5. Κίνδυνοι Ακυρότητας και Επανεξέτασης υπό Ευρωπαϊκή Εποπτεία Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί, κατόπιν καταγγελίας, να διερευνήσει εάν η μετατροπή οργανισμού σε ΕΠΕ: Συνιστά παράνομη κρατική ενίσχυση, Παραβιάζει το ενωσιακό δίκαιο περί προστασίας της δημόσιας περιουσίας, Εμπεριέχει ανισότητες στην πρόσβαση και χρήση κρατικών υποδομών, Υποκρύπτει προσπάθεια ιδιωτικοποίησης χωρίς θεσμική νομιμοποίηση." "16 - Τροποποίηση του Άρθρου 25 του βασικού νόμου","Thanasis Alexiou","Παραβίαση της Αρχής της Νομιμότητας ΔΙΑΦΩΝΙΑ ΜΕ ΤΟ ΠΑΓΩΜΑ υπαλλήλων σε δημόσιο οργανισμο ΣΕΚΠ: Παραβιάζει τη θεμελιώδη ευρωπαϊκή και εθνική εργατική νομοθεσία,Συνιστά καταχρηστική άσκηση διοικητικής εξουσίας,Θέτει σε κίνδυνο τη νομιμότητα του οργανισμού και την ακεραιότητα της δημόσιας διοίκησης,Μπορεί να οδηγήσει σε διεθνείς κυρώσεις ή σε ακυρώσεις αποφάσεων και επιδοτήσεων (π.χ. σε συγχρηματοδοτούμενα έργα),Προκαλεί θεσμική ανασφάλεια και υπονομεύει το ηθικό και την απόδοση του ανθρώπινου δυναμικού.Η Ευρωπαϊκή Ένωση προωθεί την καλή διοίκηση, τη δικαιοσύνη και την προστασία των εργαζομένων, και ως εκ τούτου τέτοιες πρακτικές είναι απαγορευμένες και συνιστούν διοικητική παρανομία.Η Παρανομία της Αυθαίρετης Απομάκρυνσης ή Παγώματος του Υφιστάμενου Προσωπικού σε Δημόσιους Οργανισμούς υπό το Πρίσμα του Ενωσιακού Δικαίου 1. Παραβίαση της Αρχής της Νομιμότητας και της Προστασίας της Απασχόλησης Η Ευρωπαϊκή Ένωση κατοχυρώνει μέσω του Άρθρου 30 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε. την προστασία έναντι αυθαίρετης απόλυσης ή απομάκρυνσης από εργασία. Οποιαδήποτε ενέργεια παύσης, αναστολής καθηκόντων ή αποκλεισμού υπαλλήλων από την εργασία τους χωρίς προηγούμενη νόμιμη διαδικασία, αιτιολογία και δυνατότητα υπεράσπισης, θεωρείται παράνομη και καταχρηστική. Charter of Fundamental Rights of the EU – Article 30 2. Αντίθεση στον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 περί Προστασίας Προσωπικών και Εργασιακών Δεδομένων Το λεγόμενο “πάγωμα” ή περιθωριοποίηση υπαλλήλων μέσω αφαίρεσης καθηκόντων ή μη πρόσβασης σε πληροφορίες και συστήματα συνιστά συστηματική μορφή ηθικής παρενόχλησης (mobbing), η οποία παραβιάζει την αξιοπρέπεια του εργαζομένου και την προστασία των προσωπικών του δεδομένων ως προς την εργασιακή του εικόνα και αξιολόγηση. Αυτό παραβιάζει τον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων (GDPR). General Data Protection Regulation – GDPR 2016/679 3. Παραβίαση της Αρχής της Ίσης Μεταχείρισης και της Προστασίας από Διακρίσεις Η Οδηγία 2000/78/ΕΚ για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και εργασία απαγορεύει ρητά κάθε μορφή δυσμενούς διάκρισης βάσει ηλικίας, φύλου, πολιτικής πεποίθησης ή άλλων κριτηρίων. Το «πάγωμα» προσωπικού χωρίς αντικειμενικά και μετρήσιμα κριτήρια, ιδιαίτερα όταν επηρεάζει επιλεκτικά συγκεκριμένες ομάδες ή άτομα, εμπίπτει στις έμμεσες διακρίσεις (indirect discrimination), που απαγορεύονται ρητά από το ευρωπαϊκό δίκαιο. Council Directive 2000/78/EC 4. Συνταγματικές Παραβιάσεις και Νομολογία του Δικαστηρίου της ΕΕ Η παγίωση προσωπικού σε μη ενεργούς ρόλους χωρίς αξιολόγηση ή δυνατότητα υπεράσπισης παραβιάζει επίσης το δικαίωμα σε ακρόαση και ένδικη προστασία (άρθρο 47 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ), όπως έχει ερμηνευτεί από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) σε υποθέσεις που αφορούν δημόσιους υπαλλήλους. Πράξεις που προσβάλλουν την αρχή της αναλογικότητας ή δεν τεκμηριώνονται με διοικητικά στοιχεία θεωρούνται άκυρες.Article 47 – Right to an effective remedy and fair trial 5. Κίνδυνοι για Κακοδιοίκηση, Διοικητική Ακύρωση και Επαναφορά με Αποζημιώσεις Οποιοδήποτε ""πάγωμα"" προσωπικού χωρίς νόμιμη απόφαση, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη υπηρεσιακών συμβουλίων, ή χωρίς πλήρη υπηρεσιακό φάκελο, μπορεί να οδηγήσει σε: Πειθαρχική ή ποινική ευθύνη των διοικούντων, Επανένταξη των υπαλλήλων με απόφαση δικαστηρίων, Καταβολή αποζημιώσεων από το Δημόσιο για ηθική βλάβη και διαφυγόντα εισοδήματα (δικαστική νομολογία σε Ελλάδα, Ιταλία, Γαλλία, κ.ά.)." "24 - Τροποποίηση του Άρθρου 39 του βασικού νόμου","Thanasis Alexiou","Η μη ύπαρξη Γενικού Διευθυντή σε κρατικό ή ημικρατικό οργανισμό εντός της ΕΕ: Παραβιάζει θεμελιώδεις αρχές ορθής διοίκησης και λογοδοσίας. Αντιβαίνει στο θεσμικό και νομικό πλαίσιο της Ε.Ε. Θέτει σε κίνδυνο την ορθή χρήση δημοσίων πόρων και ενδεχομένως την εγκυρότητα διοικητικών πράξεων. Συνιστά νομικά επισφαλή πρακτική, που μπορεί να επιφέρει νομικές κυρώσεις ή ακυρώσεις αποφάσεων. Στο ευρωπαϊκό διοικητικό και κανονιστικό περιβάλλον, κάθε δημόσιος ή κρατικά ελεγχόμενος οργανισμός οφείλει να διαθέτει λειτουργικές δομές διοίκησης με σαφώς ορισμένη εκτελεστική ηγεσία. Η απουσία Γενικού Διευθυντή, είτε λόγω πολιτικής επιλογής είτε λόγω θεσμικής αδράνειας, προσκρούει σε ευρωπαϊκές οδηγίες, κανονισμούς και αρχές καλής διακυβέρνησης. 1. Παραβίαση της Αρχής της Λογοδοσίας και της Διοικητικής Αυτοτέλειας Η Σύσταση 2005/162/ΕΚ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ορίζει ότι οι δημόσιοι και ημιδημόσιοι οργανισμοί πρέπει να διαθέτουν εκτελεστικό διοικητικό μηχανισμό με διακριτές αρμοδιότητες από το εποπτικό συμβούλιο. Ο Γενικός Διευθυντής είναι ο βασικός θεσμικός φορέας αυτής της εκτελεστικής λειτουργίας. Η μη ύπαρξή του σημαίνει ότι ο οργανισμός είτε δεν διαθέτει εκτελεστική λογοδοσία, είτε αυτή ασκείται από μη αρμόδιο όργανο (όπως ένα διοικητικό συμβούλιο), γεγονός που παραβιάζει την αρχή της διοικητικής λειτουργικής διάκρισης. Commission Recommendation 2005/162/EC 2. Αντίθεση στον Ευρωπαϊκό Κώδικα Ορθής Διοικητικής Συμπεριφοράς Ο Ευρωπαϊκός Κώδικας Ορθής Διοικητικής Συμπεριφοράς του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή (2001) καθορίζει ότι κάθε δημόσιος οργανισμός πρέπει να λειτουργεί με βάση τις αρχές της ευθύνης, λογοδοσίας και διαφάνειας, οι οποίες ενσαρκώνονται στη θεσμική παρουσία ενός Γενικού Διευθυντή με επιχειρησιακή ευθύνη. Η απουσία τέτοιας διοικητικής δομής αντιβαίνει στον κανόνα της ορθολογικής διοίκησης και μπορεί να θεωρηθεί διοικητικά παράτυπη ή και παράνομη, ιδίως σε περιπτώσεις κακής διαχείρισης ή απουσίας εποπτείας. European Code of Good Administrative Behaviour 3. Αδυναμία Συμμόρφωσης με το Δίκαιο των Κρατικών Ενισχύσεων και των Δημόσιων Συμβάσεων Η Ευρωπαϊκή Ένωση, μέσω των κανονισμών για τις κρατικές ενισχύσεις και τις δημόσιες συμβάσεις (Κανονισμός (ΕΕ) 2015/1589 και Οδηγία 2014/24/ΕΕ αντίστοιχα), απαιτεί οι κρατικοί φορείς που διαχειρίζονται οικονομικά συμφέροντα να διαθέτουν διοικητική επάρκεια. Η έλλειψη Γενικού Διευθυντή, ως θεσμικού εγγυητή της καθημερινής λειτουργίας και τήρησης των κανονισμών, μπορεί να αποτελέσει λόγο διοικητικής ακυρότητας ή αδυναμίας συμμετοχής σε συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα. Regulation (EU) 2015/1589, Directive 2014/24/EU 4. Θεσμική Αδιαφάνεια και Κίνδυνος Παράκαμψης του Δικαίου Η απουσία Γενικού Διευθυντή μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία μιας σκιώδους δομής λήψης αποφάσεων, στην οποία οι αποφάσεις λαμβάνονται από μη εκτελεστικούς φορείς χωρίς θεσμική εντολή ή λογοδοσία. Αυτό παραβιάζει τόσο την αρχή της χρηστής διοίκησης όσο και το δικαίωμα των πολιτών σε διαφανή και αξιόπιστη διοίκηση, κατοχυρωμένο στο άρθρο 41 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε.. Charter of Fundamental Rights of the European Union – Article 41 Η παρουσία ενός Γενικού Διευθυντή δεν αποτελεί απλώς οργανωτική επιλογή, αλλά θεσμική και νομική υποχρέωση εντός του πλαισίου χρηστής, δημοκρατικής και αποτελεσματικής δημόσιας διοίκησης. Αν επιθυμείτε, μπορώ να διαμορφώσω και υπόμνημα νομικής συμμόρφωσης ή σχέδιο πρότασης για τη σύσταση Γενικής Διεύθυνσης σε συγκεκριμένο οργανισμό, με πλήρη αναφορά σε εθνική και ενωσιακή νομοθεσία." "27 - Τροποποίηση του Άρθρου 43 του βασικού νόμου","Thanasis Alexiou","ΔΙΑΦΩΝΙΑ για την δημιουργία Δημόσιας ΕΤΕΡΙΑΣ ΛΤΔ / ΕΠΕ : υπαρχει παρανομια στην Μεταφορά η χρηση Περιουσιακών Στοιχείων στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Η μετατροπή ημικρατικών οργανισμών σε ΛΤΔ/ΕΠΕ και η συνακόλουθη μεταφορά η χρηση περιουσιακών στοιχείων χωρίς: Εμπεριστατωμένη αποτίμηση αξίας και θεσμικήσ λογοδοσία παραβιάζει το ενωσιακό δίκαιο περί κρατικών ενισχύσεων, διαφάνειας και ισότιμης διαχείρισης δημόσιου πλούτου. 1. Αρχή της Ισότητας στην Κατανομή Δημόσιας Περιουσίας Η απρόσκοπτη μεταφορά δημοσίων περιουσιακών στοιχείων από έναν ημικρατικό οργανισμό σε μία δημόσια εταιρεία (ΔΕΠΕ) χωρίς ανοικτή διαγωνιστική διαδικασία ή ανταγωνιστικό μηχανισμό ενδέχεται να συνιστά παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης και της αναλογικότητας στη διαχείριση δημοσίων πόρων, βάσει του Άρθρου 17 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ (δικαίωμα ιδιοκτησίας και ίσης πρόσβασης στη δημόσια περιουσία). Αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία όταν η νέα νομική μορφή (π.χ. Λτδ) αποκτά εμπορικές δραστηριότητες που λειτουργούν εκτός του στενού πυρήνα της δημόσιας υπηρεσίας, δημιουργώντας καθεστώς ανταγωνιστικής ανισότητας έναντι ιδιωτών.Charter of Fundamental Rights of the EU – Article 17 2. Κρατικές Ενισχύσεις και Παράνομη Μεταφορά Πόρων Η απευθείας μεταφορά κρατικών πόρων, υποδομών, ακινήτων ή λειτουργικών κονδυλίων από ένα δημόσιο νομικό πρόσωπο σε μία δημόσια εταιρεία, χωρίς αντιπαροχή ή διαγωνισμό, εμπίπτει στη νομολογία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής περί παράνομων κρατικών ενισχύσεων σύμφωνα με τα Άρθρα 107–109 της ΣΛΕΕ (Συνθήκης Λειτουργίας της ΕΕ). Ακόμη και όταν η νέα εταιρεία είναι δημόσιας ιδιοκτησίας, θεωρείται ότι μπορεί να λειτουργήσει υπό επιχειρηματικά κριτήρια και να ανταγωνίζεται ιδιώτες. Σε αυτή την περίπτωση, κάθε προνομιακή ή δωρεάν μεταβίβαση περιουσίας ή πόρων θεωρείται στρέβλωση του ανταγωνισμού και υπόκειται σε έρευνα κρατικής ενίσχυσης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.Articles 107–109 TFEU – State Aid Rules 3. Αρχή της Διαφάνειας και Υποχρέωση Εκτίμησης Οικονομικού Ισοδυνάμου Η μεταφορά περιουσιακών στοιχείων σε δημόσια ΕΠΕ πρέπει να γίνεται με βάση τις αρχές της διαφάνειας, του τεκμηριωμένου κόστους και της οικονομικής αποτίμησης, όπως προκύπτει από την Απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής SA.32163 (2012/N), στην οποία ορίζεται ότι κάθε μεταβίβαση πρέπει να βασίζεται στην αρχή του ιδιώτη επενδυτή υπό συνθήκες αγοράς (market economy investor principle – MEIP). Η μη εφαρμογή αυτής της αρχής καθιστά τη μεταβίβαση παράνομη και ακυρώσιμη, με τη δυνατότητα ανάκτησης των παρεχόμενων ενισχύσεων.European Commission – MEIP and State Aid Decisions 4. Νομολογία του ΔΕΕ για Περιπτώσεις Μετατροπής Δημόσιων Φορέων σε Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου Η απόφαση του ΔΕΕ στην υπόθεση C-49/07 (Motosykletistiki Omospondia Ellados) ορίζει ότι ακόμη και όταν ένας οργανισμός είναι 100% κρατικά ελεγχόμενος, η αλλαγή της νομικής του μορφής δεν απαλλάσσει το κράτος από τις υποχρεώσεις περί διαφάνειας, ανταγωνισμού και αποφυγής στρεβλώσεων. Επιπλέον, η νομολογία καθιστά σαφές ότι η εναλλαγή μεταξύ νομικών μορφών (π.χ. από οργανισμό σε ΕΠΕ) δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιείται ως μέσο αποφυγής ρυθμιστικών ή λογιστικών υποχρεώσεων, ούτε να αποκλείει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη πρόσβαση των πολιτών στον δημόσιο πλούτο. Case C-49/07 – MOTOE v Greece 5. Κίνδυνοι Ακυρότητας και Επανεξέτασης υπό Ευρωπαϊκή Εποπτεία Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί, κατόπιν καταγγελίας, να διερευνήσει εάν η μετατροπή οργανισμού σε ΕΠΕ: Συνιστά παράνομη κρατική ενίσχυση, Παραβιάζει το ενωσιακό δίκαιο περί προστασίας της δημόσιας περιουσίας, Εμπεριέχει ανισότητες στην πρόσβαση και χρήση κρατικών υποδομών, Υποκρύπτει προσπάθεια ιδιωτικοποίησης χωρίς θεσμική νομιμοποίηση." "40 - Τροποποίηση του Άρθρου 57Α (2) του βασικού νόμου","Thanasis Alexiou","υπαρχει παρανομια στην Μεταφορά η χρηση Περιουσιακών Στοιχείων στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Η μετατροπή ημικρατικών οργανισμών σε ΛΤΔ/ΕΠΕ και η συνακόλουθη μεταφορά η χρηση περιουσιακών στοιχείων χωρίς Εμπεριστατωμένη αποτίμηση αξίας και θεσμικής λογοδοσία παραβιάζει το ενωσιακό δίκαιο περί κρατικών ενισχύσεων, διαφάνειας και ισότιμης διαχείρισης δημόσιου πλούτου. 1. Αρχή της Ισότητας στην Κατανομή Δημόσιας Περιουσίας Η απρόσκοπτη μεταφορά δημοσίων περιουσιακών στοιχείων από έναν ημικρατικό οργανισμό σε μία δημόσια εταιρεία (ΔΕΠΕ) χωρίς ανοικτή διαγωνιστική διαδικασία ή ανταγωνιστικό μηχανισμό ενδέχεται να συνιστά παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης και της αναλογικότητας στη διαχείριση δημοσίων πόρων, βάσει του Άρθρου 17 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ (δικαίωμα ιδιοκτησίας και ίσης πρόσβασης στη δημόσια περιουσία). Αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία όταν η νέα νομική μορφή (π.χ. Λτδ) αποκτά εμπορικές δραστηριότητες που λειτουργούν εκτός του στενού πυρήνα της δημόσιας υπηρεσίας, δημιουργώντας καθεστώς ανταγωνιστικής ανισότητας έναντι ιδιωτών.Charter of Fundamental Rights of the EU – Article 17 2. Κρατικές Ενισχύσεις και Παράνομη Μεταφορά Πόρων Η απευθείας μεταφορά κρατικών πόρων, υποδομών, ακινήτων ή λειτουργικών κονδυλίων από ένα δημόσιο νομικό πρόσωπο σε μία δημόσια εταιρεία, χωρίς αντιπαροχή ή διαγωνισμό, εμπίπτει στη νομολογία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής περί παράνομων κρατικών ενισχύσεων σύμφωνα με τα Άρθρα 107–109 της ΣΛΕΕ (Συνθήκης Λειτουργίας της ΕΕ). Ακόμη και όταν η νέα εταιρεία είναι δημόσιας ιδιοκτησίας, θεωρείται ότι μπορεί να λειτουργήσει υπό επιχειρηματικά κριτήρια και να ανταγωνίζεται ιδιώτες. Σε αυτή την περίπτωση, κάθε προνομιακή ή δωρεάν μεταβίβαση περιουσίας ή πόρων θεωρείται στρέβλωση του ανταγωνισμού και υπόκειται σε έρευνα κρατικής ενίσχυσης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.Articles 107–109 TFEU – State Aid Rules 3. Αρχή της Διαφάνειας και Υποχρέωση Εκτίμησης Οικονομικού Ισοδυνάμου Η μεταφορά περιουσιακών στοιχείων σε δημόσια ΕΠΕ πρέπει να γίνεται με βάση τις αρχές της διαφάνειας, του τεκμηριωμένου κόστους και της οικονομικής αποτίμησης, όπως προκύπτει από την Απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής SA.32163 (2012/N), στην οποία ορίζεται ότι κάθε μεταβίβαση πρέπει να βασίζεται στην αρχή του ιδιώτη επενδυτή υπό συνθήκες αγοράς (market economy investor principle – MEIP). Η μη εφαρμογή αυτής της αρχής καθιστά τη μεταβίβαση παράνομη και ακυρώσιμη, με τη δυνατότητα ανάκτησης των παρεχόμενων ενισχύσεων.European Commission – MEIP and State Aid Decisions 4. Νομολογία του ΔΕΕ για Περιπτώσεις Μετατροπής Δημόσιων Φορέων σε Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου Η απόφαση του ΔΕΕ στην υπόθεση C-49/07 (Motosykletistiki Omospondia Ellados) ορίζει ότι ακόμη και όταν ένας οργανισμός είναι 100% κρατικά ελεγχόμενος, η αλλαγή της νομικής του μορφής δεν απαλλάσσει το κράτος από τις υποχρεώσεις περί διαφάνειας, ανταγωνισμού και αποφυγής στρεβλώσεων. Επιπλέον, η νομολογία καθιστά σαφές ότι η εναλλαγή μεταξύ νομικών μορφών (π.χ. από οργανισμό σε ΕΠΕ) δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιείται ως μέσο αποφυγής ρυθμιστικών ή λογιστικών υποχρεώσεων, ούτε να αποκλείει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη πρόσβαση των πολιτών στον δημόσιο πλούτο. Case C-49/07 – MOTOE v Greece 5. Κίνδυνοι Ακυρότητας και Επανεξέτασης υπό Ευρωπαϊκή Εποπτεία Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί, κατόπιν καταγγελίας, να διερευνήσει εάν η μετατροπή οργανισμού σε ΕΠΕ: Συνιστά παράνομη κρατική ενίσχυση, Παραβιάζει το ενωσιακό δίκαιο περί προστασίας της δημόσιας περιουσίας, Εμπεριέχει ανισότητες στην πρόσβαση και χρήση κρατικών υποδομών, Υποκρύπτει προσπάθεια ιδιωτικοποίησης χωρίς θεσμική νομιμοποίηση."